Ο Ρεζά Γκολάμι ζει στην Ελλάδα σχεδόν μια δεκαετία. Ήρθε στα 17 του από το Αφγανιστάν εντελώς μόνος και χωρίς να ξέρει ούτε λέξη ελληνικά. Το ταξίδι του κράτησε ενάμιση μήνα και πέρασε αμέτρητες περιπέτειες με αυτοκίνητα, με λεωφορείο και με τα πόδια, μέχρι το καΐκι να τον μεταφέρει στην Μυτιλήνη. Έφυγε μέσα από τον ατελείωτο πόλεμο και τη βία που επικρατούσε στο Αφγανιστάν, με το όνειρο ενός καλύτερου μέλλοντος και την ελπίδα να επιβιώσει.
Μετά από πέντε χρόνια που έζησε στην Ελλάδα, με πολλές δυσκολίες που τον έκαναν συνειδητοποιημένο ρεαλιστή, αναγνωρίστηκε επίσημα ως πρόσφυγας και του παραχωρήθηκε άσυλο. Σήμερα είναι 26 χρονών και ζει μόνιμα στην Αθήνα. Πριν από λίγες μέρες άνοιξε ένα μικρό, ζεστό μεζεδοπωλείο στα Εξάρχεια, τη «Folia», όπου σερβίρει παραδοσιακά αφγανικά πιάτα που τα φτιάχνει ο ίδιος. Την ώρα που μας έφτιαχνε φαλάφελ μας διηγήθηκε την ιστορία του, στεγνά και αποστασιοποιημένα. Ίσως επειδή οι σκληρές συνθήκες της ζωής και ο πόνος τον έχουν οπλίσει με μία απίστευτη ψυχραιμία και δύναμη.
«Το 2005 εγκατέλειψα το Αφγανιστάν και περιφερόμουν σε διάφορες γειτονικές χώρες: Ιράν, Πακιστάν, μέχρι που προέκυψε η ευκαιρία να έρθω στην Ελλάδα. Όλο αυτό μου κόστισε 2.000 ευρώ, τα οποία τα έδωσα στους ανθρώπους που οργάνωναν τα ταξίδια. Το 2006 έφτασα με καΐκι στην Μυτιλήνη και άφησα πίσω μου το Αφγανιστάν για πάντα. Εκεί μπορεί η περίοδος των Ταλιμπάν να είχε τελειώσει και τα πράγματα να είχαν ηρεμήσει, αλλά επικρατούσε μία γενικευμένη βία. Ουσιαστικά, η νέα κυβέρνηση που υποτίθεται ασκεί μία δημοκρατική πολιτική είναι μόνο μία εικόνα. Οι άνθρωποι που είναι στην εξουσία είναι οι ίδιοι με την εποχή των Ταλιμπάν. Η ίδια πολιτική που υπήρχε πριν από 35 χρόνια εξακολουθεί να υπάρχει και αυτό που επικρατεί στο Αφγανιστάν σήμερα είναι οι γέροντες και όχι η μόρφωση. Ο λαός πάντα ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. Τα παιδιά ξεκινούσαν να δουλεύουν από τα δέκα και αυτό είχε γίνει πια κάτι σαν παράδοση. Το μεροκάματο ήταν τόσο χαμηλό που σε μια οικογένεια, αν δούλευαν και τα πέντε άτομα, ίσα που τα έβγαζαν πέρα. Αυτό που θυμάμαι περισσότερο από την παιδική μου ηλικία είναι ο πόλεμος και ο φόβος. Στην εποχή των Ταλιμπάν αν κυκλοφορούσες έξω μετά τις οχτώ το βράδυ μπορεί να κινδύνευες να πάθεις έμφραγμα. Η κυκλοφορία απαγορευόταν και αν σε έπιαναν ξέραμε ποια ήταν η τιμωρία. Σου κόβανε τα πόδια και τα κρέμαγαν στη μέση της πλατείας για να τα βλέπουν όλοι. Και τη μέρα ζούσαμε με τον φόβο μόνιμο, από το πώς θα περπατήσουμε μέχρι για το τι θα φορέσουμε. Τα μούσια έπρεπε να έχουν ένα συγκεκριμένο μήκος, σταματούσαν στο δρόμο άντρες για να τα μετρήσουν. Οι γυναίκες -πέρα από το να φοράνε μπούρκα-, έπρεπε συνέχεια να προσέχουν, γιατί αν φυσούσε και σηκωνόταν λίγο η φούστα, η τιμωρία ήταν το μαστίγωμα. Δεν υπήρχαν μουσική, ταινίες, διασκέδαση, τίποτα. Στα σχολεία που υπήρχαν απαγορευόταν να πάνε γυναίκες και η γνώση ήταν πολύ στοιχειώδης, γιατί καθηγητές δεν υπήρχαν. Στην εποχή των Ταλιμπάν το Αφγανιστάν πήγε εκατό χρόνια πίσω μέσα σε ένα χρόνο. Κι όλο αυτό υποτίθεται στο όνομα της θρησκείας. Στο Αφγανιστάν παίζονταν πάντα παιχνίδια εξουσίας και συμφερόντων εξαιτίας της στρατηγικής γεωγραφικής θέσης του. Αλλά πάντα με θύματα το λαό.
σχόλια