Μπαίνουμε σε μια πολιτική περίοδο με πολλά γεγονότα, πολλές αναταράξεις και ακόμα περισσότερους κινδύνους. Ο πολιτικός χρόνος θα είναι πολύ πυκνός και οι εξελίξεις δύσκολα προβλέψιμες. Μετά βεβαιότητας δεν θα είναι γραμμικές. Και αυτό επειδή δεν υπάρχει ένα κέντρο διαμόρφωσης αποφάσεων και επιβολής τους, αλλά πολλά παράλληλα επίπεδα που το ένα επηρεάζει το άλλο και κάθε απόφαση προκαλεί πολιτικές καραμπόλες.
Πάμε να τα δούμε με μια σειρά, συνοπτικά μεν, αλλά βάζοντας όσο δυνατόν περισσότερους παράγοντες στην εξίσωση. Διότι καμία ανάλυση δεν μπορεί να είναι στοιχειωδώς σοβαρή (πόσο μάλλον πλήρης) αν δεν λαμβάνει υπόψη της όσο το δυνατόν περισσότερους παράγοντες και στους τρεις βασικούς πυλώνες αυτού του σκηνικού: α) Τους εταίρους μας σε ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ (τρόικα), β) τις αγορές και τις αντιδράσεις τους, γ) το ελληνικό πολιτικό σύστημα, σε σχέση με την πολιτική σταθερότητα και τις τάσεις στον πολιτικό ανταγωνισμό, στοιχεία στα οποία θα εστιάσουμε και περισσότερο.
Η τρόικα στις διαπραγματεύσεις αυτές εμφανίζεται ιδιαίτερα σκληρή. Τόσο σε σχέση με την αξιολόγηση και την εκταμίευση της δόσης (χωρίς την οποία η Ελλάδα έχει ταμειακά διαθέσιμα μέχρι τα τέλη Μαρτίου), όσο και σε σχέση με τα επόμενα βήματα. Εμφανίζεται μάλιστα πολύ σκληρότερη από όσο περίμεναν πολλοί δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει να επιδείξει κάποια (μικρά έστω) βήματα
Καταρχάς, που βρισκόμαστε σήμερα; Είμαστε στην τελική φάση αξιολόγησης για την εκταμίευση της τελευταίας δόσης και την ολοκλήρωση του μνημονίου στις 31/12. Αυτός ήταν ο αρχικός σχεδιασμός, στον οποίον είχαν συμφωνήσει κυβέρνηση και τρόικα. Η δυσπιστία με την οποία αντιμετώπισαν οι αγορές τη χώρα μας στα μέσα Οκτωβρίου έδειξε ότι η Ελλάδα θα είχε δυσκολίες να δανειστεί χρήματα με υποφερτά επιτόκια από την αγορά. Αυτό οδήγησε σε δεύτερες σκέψεις, όσον αφορά την στήριξη της Ελλάδος, στην περίπτωση που οι αγορές δεν ανταποκριθούν θετικά στην έξοδό της. Το βασικό σενάριο στο τραπέζι προβλέπει την δημιουργία ενός προγράμματος προληπτικής στήριξης (το ECCL), το οποίο θα ετίθετο σε εφαρμογή αν η Ελλάδα αντιμετώπιζε δυσκολίες στις αγορές.
Η τρόικα στις διαπραγματεύσεις αυτές εμφανίζεται ιδιαίτερα σκληρή. Τόσο σε σχέση με την αξιολόγηση και την εκταμίευση της δόσης (χωρίς την οποία η Ελλάδα έχει ταμειακά διαθέσιμα μέχρι τα τέλη Μαρτίου), όσο και σε σχέση με τα επόμενα βήματα. Εμφανίζεται μάλιστα πολύ σκληρότερη από όσο περίμεναν πολλοί δεδομένου ότι η Ελλάδα έχει να επιδείξει κάποια (μικρά έστω) βήματα. Το πρωτογενές πλεόνασμα, που ετέθη ως βασικός στόχος επετεύχθη, μετά από 7 χρόνια ύφεσης η χώρα είχε ένα τρίμηνο με θετικό ρυθμό ανάπτυξης, ενώ τους τελευταίους μήνες υπάρχει και μια μικρή αποκλιμάκωση της ανεργίας (γύρω στο 2%). Θα περίμενε κανείς λοιπόν ότι ο επιεικής «κηδεμόνας» θα έκανε μια αβάντα στον μαθητή που έπιασε τους στόχους του ή τουλάχιστον δεν θα τον επιβάρυνε με επιπλέον εργασίες. Φευ! Όχι μόνο επιείκεια δεν υπάρχει, αλλά αντιθέτως, απολύτως άκαμπτη και αυστηρή στάση, με μηνύματα για κάθε πιθανό παραλήπτη.
Τι άλλαξε από τον Σεπτέμβριο-Οκτώβριο, όταν φαινόταν ότι πάμε σε λήξη του μνημονίου κοινή συναινέσει; Κυρίως δύο πράγματα. Πρώτον, η κατάσταση στον ευρωπαϊκό Νότο που έκανε την Τρόικα και τις ισχυρές χώρες να θέλουν να στείλουν ένα “ηχηρό” μήνυμα ότι δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια παρέκκλισης από την κεντρική γραμμή της ευρωζώνης. Θα ρωτήσει κάποιος εύλογα: Είναι αυτός ο σωστός τρόπος; Όχι, δεν είναι. Αντιθέτως, αυτή η στάση λειτουργεί διαλυτικά στο εσωτερικό της ΕΕ. Όμως τώρα δεν συζητάμε αυτό, εξετάζουμε τα δεδομένα που πρέπει να διαχειριστούμε ως χώρα και μάλιστα βάσει πολύ ασφυκτικών χρονοδιαγραμμάτων.
Ο δεύτερος λόγος είναι η ίδια η Ελλάδα, η οποία από τις ευρωεκλογές και μετά έχει τραβήξει χειρόφρενο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 16 συμφωνηθέντα structural benchmarks («διαρθρωτικά ορόσημα») μεταξύ Κυβέρνησης και Τρόικας την περασμένη άνοιξη, δεν έχει ολοκληρωθεί ούτε ένα! Και δεν μιλάμε για δημοσιονομικά, φόρους, ασφαλιστικά, κλπ, που έχουν δυσκολίες, αλλά για συμφωνημένες διαρθρωτικές αλλαγές. Εν όψει αυτής της δυστοκίας, σε συνδυασμό με την αναζωπύρωση μιας μάλλον άκαιρης αντιμνημονιακής ρητορικής, οι τροϊκανοί προφανώς αναθεώρησαν και τις απόψεις τους για το κατά πόσο η Ελλάδα είναι έτοιμη και αποφασισμένη να βγει μόνη της στο φουρτουνιασμένο πέλαγος των αγορών...
Οι δε αγορές, λειτουργούν όπως λειτουργούσαν πάντα. Με βάση τις δικές τους αναλύσεις και τον δικό τους σχεδιασμό. Στα δύσκολα θα ανεβάσουν spreads και επιτόκια, στα εύκολα θα τα κατεβάσουν. Και αν σε πετύχουν σε θέση αδυναμίας θα σε αρπάξουν από το λαιμό. Έτσι λειτουργούν με όλους, δεν θα κάνουν εξαίρεση για εμάς.
Ο κίνδυνος συνεπώς είναι ξεκάθαρος: αν η Ελλάδα βγει στις αγορές χωρίς συμφωνία προληπτικής στήριξης με τους εταίρους της, ώστε να έχει δίχτυ ασφαλείας, με τα spreads στα ουράνια και με διακοπή της παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤΑ, η κατάσταση δημοσιονομικά θα ξεφύγει
Ο κίνδυνος συνεπώς είναι ξεκάθαρος: αν η Ελλάδα βγει στις αγορές χωρίς συμφωνία προληπτικής στήριξης με τους εταίρους της, ώστε να έχει δίχτυ ασφαλείας, με τα spreads στα ουράνια και με διακοπή της παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤΑ, η κατάσταση δημοσιονομικά θα ξεφύγει. Ειδικά αν αυτό συνοδευτεί από διακοπή επενδυτικών προγραμμάτων, γεγονός που με τη σειρά του θα οδηγήσει σε νέα ύφεση και νέα αύξηση της ανεργίας. Και άντε μετά να διαπραγματευθείς είτε με τις αγορές είτε με την τρόικα, όταν οι οικονομικοί όροι τότε θα είναι πολύ χειρότεροι από τους σημερινούς και η κοινωνία χωρίς αντοχές για ένα νέο πισωγύρισμα.
Την κατάσταση αυτή, καθόλου ρόδινη όπως διαπιστώνουμε, θα κληθεί να διαχειριστεί η ελληνική κυβέρνηση το επόμενο διάστημα, όποια και αν είναι αυτή. Τα θεμελιώδη μακροοικονομικά (fundamentals) της οικονομίας μας, η στάση των εταίρων, η συμπεριφορά των αγορών είναι δεδομένα που θα βρει μπροστά του όποιος και αν είναι στην κυβέρνηση το 2015. Όπως έλεγε ο Τζον Άνταμς “facts are stubborn things” («τα γεγονότα είναι ξεροκέφαλα»).
Πάμε τώρα να δούμε τον τρίτο παράγοντα, την αντίδραση του πολιτικού συστήματος μπροστά σε αυτό το τοπίο, που δεν το λες και ειδυλλιακό...
Ο Πρωθυπουργός, διαβάζοντας εντελώς λάθος το (όχι κακό για την Κυβέρνηση) αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, προχώρησε υπό το καθεστώς πανικού σε μια σειρά από ακατανόητες πολιτικές κινήσεις, όπως ο ανασχηματισμός, οι θεωρείες περί "λαϊκοδεξιάς" στροφής και τα σενάρια για «ρήξη» με την Τρόικα, κλπ, που φέρονται να εισηγήθηκαν άνθρωποι του στενού του περιβάλλοντος). Με αυτές τις αποφάσεις υπονόμευσε τη μόνη στρατηγική που εκ των πραγμάτων θα μπορούσε να ακολουθήσει στη συνέχεια. Εγκλωβίστηκε μόνος του σε μια μάχη συμβόλων, σε μια αταβιστική ρητορική «σκισίματος» των μνημονίων, η οποία αν δεν πετύχει (κάτι που σήμερα φαίνεται δύσκολο) υπονομεύει σε σημαντικό βαθμό τα όποια επιτεύγματα της κυβέρνησής του. (βλ. εδώ)
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, αντί να αξιοποιήσει το δημοσκοπικό του προβάδισμα για να καθησυχάσει όσους τον αντιμετωπίζουν ακόμα με σκεπτικισμό, ανεβάζει τους τόνους και επιμένει σε μια μαξιμαλιστική ρητορική, η οποία ό,τι είχε να του δώσει εκλογικά, το έχει ήδη δώσει
Αντί να δώσει τη μάχη στο δικό του γήπεδο, αντί δηλαδή να επενδύσει σε όλα αυτά τα οποία ανέφερε στο πρόσφατο άρθρο του στην «Καθημερινή» (εδώ), πήγε να τη δώσει στο γήπεδο του αντιπάλου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, αντί να αξιοποιήσει το δημοσκοπικό του προβάδισμα για να καθησυχάσει όσους τον αντιμετωπίζουν ακόμα με σκεπτικισμό, ανεβάζει τους τόνους και επιμένει σε μια μαξιμαλιστική ρητορική, η οποία ό,τι είχε να του δώσει εκλογικά, το έχει ήδη δώσει. Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον ούτε οι «αγανακτισμένοι» ούτε τα ριζοσπαστικοποιημένα στρώματα. Αυτά τα έχει ήδη. Είναι τα πιο μετριοπαθή πολιτικά στρώματα, είναι όσοι έχουν ακόμα κάτι να χάσουν και όσοι αισθάνονται ότι υπάρχει μια μικρή έστω βελτίωση ή σταθεροποίηση. Αυτοί θέλουν λιγότερη "επανάσταση" και περισσότερο ρεαλισμό.
Στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζουν ως δείγμα «ρεαλισμού» το πρόγραμμα που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ στη ΔΕΘ, για το οποίο μάλιστα καμαρώνουν λέγοντας ότι αυτό άνοιξε την ψαλίδα υπέρ τους! Για να έχουμε συναίσθηση των μεγεθών, οι ίδιοι οι οικονομολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ το κοστολογούν στα 11 δις, ποσό τετραπλάσιο (!) του φετινού ΕΝΦΙΑ, αγνοώντας ότι την ίδια ώρα η κουβέντα με την τρόικα έχει κολλήσει για δημοσιονομικό κενό 1,1 δις!
Η στρατηγική αυτή δεν προσφέρει απολύτως τίποτα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, τον εγκλωβίζει σε μία πολιτική την οποία πιθανότατα δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί. Σε αντίθεση με το τι πιστεύουν τα στελέχη του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει “μπετοναρισμένη” εκλογική βάση, αλλά ψηφοφόρους που δεν έχουν ακόμα αναπτύξει στοιχεία πολιτικής ταύτισης και πιστότητας μαζί του.
Ο δε τρίτος και καταταλαιπωρημένος τα τελευταία χρόνια πόλος του πολιτικού μας συστήματος, το ΠΑΣΟΚ, μπαίνει σε μια σφοδρή εσωκομματική σύγκρουση, με αβέβαιη εξέλιξη και με πιθανές επιπτώσεις στο σύνολο του πολιτικού σκηνικού.
Τι γίνεται τώρα λοιπόν;
Η Κυβέρνηση λέει ότι ίσως χρειαστεί μια παράταση λίγων μηνών του προγράμματος, ώστε να γίνει πιο ομαλή η μετάβαση στο νέο καθεστώς. Ο ΣΥΡΙΖΑ επισήμως ζητάει εκλογές, βάζοντας στην εξίσωση και το ζήτημα της πολιτικής αστάθειας. Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να ζητάει επίσπευση της εκλογής Προέδρου, διότι φοβάται ότι λόγω της σύγκρουσης στο εσωτερικό του δεν θα διατηρήσει τη συνοχή του, ενώ και η ΓΑΠική τάση του θέλει πλέον να διαφοροποιείται από τις επιλογές που μέχρι (πολύ) πρόσφατα στήριζε.
Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα. Με την Τρόικα να παριστάνει τον αυστηρό κηδεμόνα. Τις αγορές να ακονίζουν τα μαχαίρια τους. Και το ελληνικό πολιτικό σύστημα πελαγωμένο και εγκλωβισμένο στις δικές του αδυναμίες ή γραφικότητες
Κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λένε σε κατ’ιδίαν συνομιλίες τους ότι είναι προτιμότερο η Κυβέρνηση να καταλήξει σε μια συμφωνία, ώστε να έχουν οι ίδιοι περισσότερο χρόνο να διαπραγματευτούν το δικό τους σχέδιο. Εδώ όμως περιπλέκεται πάλι το πράγμα. Η κυβέρνηση γιατί να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση αν δεν πάρει μια ουσιαστική παράταση ζωής, κοινώς αν δεν ξεπεράσει το σκόπελο της προεδρικής εκλογής; Ακόμα και αν μπορούσε να το κάνει (για το οποίο αμφιβάλλω...) τη συμφέρει να πάει να ψηφίσει μια συμφωνία παράτασης της επιτήρησης, παραμονές της εκλογής για ΠτΔ; Αυτό θα ήταν το τέλειο βούτυρο στο ψωμί του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα έβρισκε έτοιμη μια συμφωνία από τους αντιπάλους του η οποία θα εξασφάλιζε χρηματοδοτική ηρεμία για κάποιους μήνες και θα είχε (αν όλα τα υπόλοιπα πήγαιναν καλά – λέμε τώρα...) κάποια χρονική άνεση να διαπραγματευτεί το δικό του σχέδιο. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν τόσο καλοί Σαμαρείτες στην πολιτική...
Άρα, ως πιθανότερο σενάριο – αν δεν αλλάξει θεαματικά κάτι στις διαπραγματεύσεις με την Τρόικα ή στη σύνοδο του Eurogroup στις 8 Δεκεμβρίου – φαίνεται να προκρίνεται η επίσπευση της διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας (που είχε εξαγγελθεί για Φεβρουάριο), ώστε να τεθεί ο καθένας ενώπιον των ευθυνών του. Διότι ασχέτως όλων όσων θα τα κόμματα, το πραγματικό δίλημμα για κάποιους θα είναι: προκαλούμε εκλογές και αναλαμβάνουμε το κόστος όλων όσων συμβούν από εδώ και μπρος (καλών ή κακών, από όποια σκοπιά το δει κανείς) ή κάνουμε ένα βήμα πίσω για να μη σηκώσουμε μόνοι μας το βάρος των όποιων αποφάσεων;
Σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα. Με την Τρόικα να παριστάνει τον αυστηρό κηδεμόνα. Τις αγορές να ακονίζουν τα μαχαίρια τους. Και το ελληνικό πολιτικό σύστημα πελαγωμένο και εγκλωβισμένο στις δικές του αδυναμίες ή γραφικότητες. Και αυτό είναι το πλέον ανησυχητικό, διότι αν η εγχώρια πολιτική τάξη στέκονταν στο ύψος της, θα μπορούσε ενδεχομένως να επηρεάσει και τους άλλους δύο πυλώνες του όλου σκηνικού.
Η κατάσταση είναι κάτι παραπάνω από κρίσιμη, είναι πρωτόγνωρη και κάθε κίνηση επηρεάζει ως ντόμινο όλα τα υπόλοιπα. Το βέβαιο πάντως είναι ότι από 5 χρόνια θυσιών οι πολίτες δικαιούνται να ξέρουν όλη την αλήθεια. Και όποιος πολιτικός δεν λέει ξεκάθαρα τι συμβαίνει, τι πιστεύει και τι προτείνει, δεν είναι αντάξιος της περίστασης.
σχόλια