{Qu'ils mangent de la brioche}
To διάβασα; Το είδα; Το άκουσα;- δε θυμάμαι. Μου καρφώθηκε, όμως, γερά. Για μένα όλη η ρεβολουσιόν φρανσέζ είναι οι γριές αριστοκράτισσες φορτωμένες άρον άρον στα κάρα λίγο πριν πέσει η λεπίδα.
Αυτές τις σαλεμένες ντε λα κάτι σκέφτομαι από προχθές. Καιγόταν ο κόσμος, άλλαζε η ιστορία κι αυτές (κλεισμένες στα υπερπολυτελή τους) συζητούσαν τι θα φορεθεί την επόμενη σαιζόν στις Βερσαλλίες. Αξιοθρήνητες: όχι γιατί ήταν διαμάντια στο στέμμα του παλιού κόσμου, αλλά γιατί δεν πήραν χαμπάρι τι γινόταν έξω απ'τα θλιβερά μπουντουάρ τους.
Όταν τις έχωσαν αγουροξυπνημένες στα κάρα, είχαν σαλέψει τόσο πολύ που νόμιζαν πως τις πάνε σε καμμιά δεξίωση. Κάποιες ρωτούσαν αν είχαν τσεκαριστεί οι θέσεις τους στα θεωρεία της όπερας. Κάποιες, λίγες, πολύ λίγες, το βούλωναν νιώθοντας. Σήμερα ίσως θα πίστευαν ότι η καροδιαδρομή ήταν ένα είδος περφόρμανς. Την καρμανιόλα θα την περνούσαν εικαστική εγκατάσταση ή κάτι τέτοιο.
Τις ξανασυνάντησα τις μουρλοκακομοίρες στο Ζιγκ- ζαγκ στις νεραντζιές της Έρσης Σωτηροπούλου. Είχαν μεταλλαχθεί στη σαλεμένη γιαγιά-συγκάτοικο της (πρωταγωνίστριας) Λίας στο νοσοκομείο. Κι αυτή δεν είχε καταλάβει Χριστό. Περνούσαν οι νοσοκόμες να της αλλάξουν πάπια κι αυτή ούρλιαζε "Καλέστε τον μαιτρ, αυτό το ξενοδοχείο είναι απαράδεκτο!''...''Καλύτερα να γυρίσουμε στην Κυανή Ακτή....Καλύτερα να γυρίσουμε πάλι στο Μόντε Κάρλο...''
Τις σκέφτομαι, που λέτε, τις εν λόγω- πολύ, πάρα πολύ από προχθές. Κι επειδή κι η ιστορία κι η λογοτεχνία έχουν και διδακτικό σκοπό, ανοίγω συχνά πυκνά το παράθυρο -μήπως περνάει από κάτω ο στρατός των πεινασμένων με τις αξίνες κι εγώ νομίσω ότι είναι τίποτε κομπάρσοι του Καστελούτσι.
σχόλια