Το χρονικό ενός εφηβικού έρωτα με προαναγγελθείσα κατάληξη

Το χρονικό ενός εφηβικού έρωτα με προαναγγελθείσα κατάληξη Facebook Twitter
1

Καλοκαίρι 1974 σ’ ένα ειδυλλιακό ορεινό χωριό πνιγμένο στο πράσινο, με πανδαισία ήχων από κελαηδήματα  πουλιών και  τρεχούμενων νερών, με απέραντη θέα. Ιδανικό περιβάλλον ν’ ακονίζεις τις αισθήσεις σου και να κολυμπάς σε πλήθος συναισθημάτων που αναβλύζουν από παντού.

Επιστράτευση. Μια πρωτόγνωρη διαδικασία με απρόβλεπτες συνέπειες. Οσμή θανάτου και σύννεφα πολέμου με την Τουρκία με αφορμή το κυπριακό.

Μεταπολίτευση. Ένα άρωμα ελευθερίας είναι διάχυτο παντού. Η χώρα βγαίνει απ’ τη δικτατορία και προσπαθεί να μαζέψει τα συντρίμμια της.

Κάποιο απόβραδο στην πλατεία του χωριού, ενσωματώνεται στην παρέα μας  ένα νέο κορίτσι, πολύ όμορφο, με μια γλυκιά θλίψη στο πρόσωπό της και τα βλέμματά  μας αυθόρμητα διασταυρώνονται.

Νοιώθω και νοιώθει ένα σκίρτημα. Ένα φτερούγισμα. Κάτι μου τσιμπάει τα σωθικά.
Ήταν η αρχή ενός εφηβικού έρωτα με απροσδιόριστη γοητεία και απρόσμενη δυναμική, γιατί ξέφευγε  απ’ τα καθιερωμένα.

Υπήρχε ημερομηνία λήξης. Ναι ,όπως ακριβώς ακούγεται. Υπήρχε ημερομηνία λήξης με αμοιβαία αποδοχή. Το τέλος των διακοπών της και η αναχώρησή της για την Αθήνα, θα σηματοδοτούσε και το τέλος του δικού μας παραμυθιού.

Ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι με ωριμότητα που ίσως κάποιους τρόμαζε και ένα  δεκαεπτάχρονο αγόρι με περίσσια ανατρεπτική κατανόηση, αποδέχτηκαν  ότι με το τέλος των διακοπών το εφηβικό ερωτικό τους όνειρο θα λάμβανε τέλος. Ο καθένας θα τράβαγε το δρόμο του αλλά με  ρητή υπόσχεση να μην ξεχάσει  και να περιφρουρήσει στο χάρτη  του μυαλού  του, ένα πλήθος ευχάριστων στιγμών από μια  ρομαντική σχέση που άγγιξε τις καρδιές μας.

 Έχοντας πάντα σε κεντρικό πλάνο στην οθόνη του μυαλού μου  τη μορφή της, αδημονούσα κάθε μέρα να έρθει το απόγευμα  για να βρεθούμε στην πλατεία,  τηρώντας παράλληλα με ευλάβεια συνωμοτικούς κανόνες, ώστε κανείς από την παρέα να μην αντιληφθεί τίποτα. Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε τίποτα. Κανείς ποτέ δεν έμαθε τίποτα.

Στην πλατεία πάντα πήγαινα πιο νωρίς λαμβάνοντας την καλύτερη θέση για να εντοπίσω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα την έλευσή της. Στο οπτικό μου πεδίο προς το σημείο εισόδου της στην πλατεία, επιμελώς φρόντιζα να μην παρεμβάλλεται κανείς.

Θυμάμαι να ξεπροβάλει απ’ την πάνω πλευρά της πλατείας με την παρέα της και να είναι πάντα τελευταία, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εν αγνοία των άλλων να κάνουμε με τα μάτια το δικό μας θερμό χαιρετισμό.

Ένα ατέλειωτο εφηβικό ερωτικό παιγνίδι αναπτύχθηκε μεταξύ μας που εξαντλείται στη γλώσσα των ματιών, στο φευγαλέο αντάμωμα των χεριών  και στα τυχαία για τους άλλους αγγίγματά μας. Ένα υπέροχο παιχνίδι με ξεχωριστή γοητεία.

Θυμάμαι τις ατέλειωτες βόλτες μας στους δρόμους και στα μονοπάτια του χωριού. Θυμάμαι ότι βρισκόμαστε πάντα σε μια διαρκή εγρήγορση, ώστε να δραπετεύουμε  απ’ τους άλλους και αμέσως να αλλάζουμε συζήτηση όταν κάποιος  μας προσέγγιζε.

Όσο το τέλος που ήταν προδιαγεγραμμένο  και  ταυτόσημο με το τέλος των διακοπών  πλησίαζε ,τόσο περισσότερο δενόμουνα μαζί της. Ήθελα να σταματήσω το χρόνο, μα δε μπορούσα. Ήξερα και ήξερε, ότι πλησίαζε το τέλος του ονείρου. Το παραμύθι που ζούσαμε δεν θα είχε  το τέλος των περισσότερων παραμυθιών. Το τέλος του θα ήταν επώδυνο.

Κορίτσι με τα φοβισμένα μάτια
κορίτσι με τα παγωμένα χέρια,
άμα τελειώσει ο πόλεμος
μη με ξεχάσεις.

Χαρά του κόσμου, έλα στην πύλη
να φιληθούμε μες στο δρόμο
ν’ αγκαλιαστούμε στην πλατεία.

Στο λατομείο ν’ αγαπηθούμε
στις κάμαρες των αερίων
στη σκάλα, στα πολυβολεία.

Έρωτα μες στο μεσημέρι
σ’ όλα τα μέρη του θανάτου
ώσπου ν’ αφανιστεί η σκιά του.

Κορίτσι με τα φοβισμένα μάτια
κορίτσι με τα παγωμένα χέρια, 
άμα τελειώσει ο πόλεμος
μη με ξεχάσεις.

Αυτό το τραγούδι με τίτλο <<Όταν τελειώσει ο πόλεμος >> από την Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν  σε στίχους Καμπανέλη  και μουσική Θεοδωράκη, έχει σημαδεύσει ευχάριστα τη ζωή μου. Θυμάμαι να το τραγουδάμε  και με τα μάτια μας να δίνουμε όρκους ότι δεν θα ξεχάσουμε. Έκτοτε δεν υπήρχε στιγμή ακούγοντάς το σε οποιοδήποτε χώρο ή χρόνο, που αυτόματα να μην ξεχύνονταν από παντού εικόνες  με τη μορφή της, αφήνοντας πάντα  μια γλυκιά γεύση.

Λίγες ημέρες πριν το τέλος μου έκανε κάτι δώρο. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς ήταν. Σκάλισα  χειρουργικά  τη μνήμη μου, αλλά δυστυχώς χωρίς αποτέλεσμα. Θυμάμαι όμως πολύ καλά αυτό που μου είπε. <<Για να με θυμάσαι και να μην με ξεχάσεις>>. Με χαροποίησε   η ενέργειά της, αλλά περισσότερο με κολάκεψαν τα λόγια της. Όμως, μου έβαλε δύσκολα. Έπρεπε κι εγώ να ανταποδώσω. Έπρεπε κι εγώ να  προσφέρω κάτι και μάλιστα σημαντικό, για να με θυμάται και να μην με ξεχάσει.

Τι όμως;

Οι επιλογές μου ήταν περιορισμένες. Έβαλα το μυαλό μου να σκαρφίζεται ιδέες.

Η αδερφή μου είχε ένα πολύ ωραίο  δακτυλίδι που της άρεσε πάρα πολύ. Με αυτό ξύπναγε, με αυτό κοιμόταν. Το έβαλα στο μάτι. Εκείνη την ημέρα για κακή της τύχη και για καλή δική μου, κάποια στιγμή κάπου το είχε παρατήσει. Δεν ήταν στο οπτικό της πεδίο.

 Τι έκανα;

Προχώρησα άμεσα στην  απαλλοτρίωσή του  και  πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας  επειδή πίστευα ότι η επιλογή μου ήταν ιδανική και η καλύτερη, χωρίς ίχνος ενοχής, περίμενα εναγωνίως  το απόγευμα  για να της το χαρίσω. Θυμάμαι ότι της άρεσε Έλαμψε το πρόσωπό της. Η χαρά της ζωγραφιζόταν στο βλέμμα της. Χάρηκε πάρα πολύ. Εγώ χάρηκα περισσότερο ,γιατί πίστευα ότι θωράκισα την παρουσία μου στη μνήμη της.

Την άλλη μέρα στο σπίτι επικράτησε ένας πανικός .Η αδελφή μου έψαχνε το δακτυλίδι κι  έκλαιγε γοερώς. Η μάνα μου ξεσήκωσε όλο το σπίτι για να το βρούμε. Κι …εγώ μαζί τους έψαχνα για το δακτυλίδι!!! Που να φανταζόταν  η αδερφή μου που πήγε το δακτυλίδι!!! Ποτέ δεν έμαθε τίποτα. Ακόμη και σήμερα θυμάται το γεγονός της απώλειάς του και διατυπώνει απορίες για την εξαφάνισή του.

Δύο ημέρες πριν την αναχώρησή της για την Αθήνα, συμφωνήσαμε να ανταλλάξουμε φωτογραφίες με κάποια αφιέρωση σε ίδιο χρόνο. Ήταν αναπόφευκτο, ότι οι αφιερώσεις θα διαβαζόταν το βράδυ στο σπίτι λόγω της παρουσίας των άλλων. Την επόμενη ημέρα, τηρώντας επακριβώς τη συμφωνία ,έφερε μια φωτογραφίας της με αφιέρωση. Εγώ …δολίως σκεπτόμενος, προσποιήθηκα ότι ξέχασα να φέρω τη δική  μου, ώστε να έχω το πλεονέκτημα  να απαντήσω στην αφιέρωσή της. Ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά που δεν ήμουν αληθινός μαζί της .Μάλλον έπρεπε να έχω κάποιες ενοχές Ίσως περίμενα μια ανατροπή των συμφωνηθέντων. Ίσως πίστευα ότι θ’ άφηνε κάποια χαραμάδα ελπίδας. Δυστυχώς τίποτα από αυτά δεν  έγινε. Η ανάγνωση της αφιέρωσης μου άφησε μια γλυκιά πίκρα και ένα κόμπο στο λαιμό.

<<…για να θυμάσαι τις μέρες κάποιου καλοκαιριού που φύγαν για πάντα >>

Από τη μια χαιρόμουνα που αυτές οι μέρες είχαν αποτυπωθεί στην οθόνη του μυαλού της  και ήθελε να παραμείνουν εκεί  και  από την άλλη λυπόμουνα που αυτό εφηβικό παιχνίδι, με περίσσια χρώματα συναισθημάτων κι  αισθήσεων, όδευε οριστικά και αμετάκλητα προς το τέλος του. Την επομένη, μια μέρα πριν την αναχώρησής της,  έφερα κι εγώ τη φωτογραφία μου με αφιέρωση που ήταν απόρροια βασανιστικής  σκέψης  κι επιλεγμένης στόχευσης Ήθελα να ξεδιπλώσω τα συναισθήματά μου και να καταγράψω τη θλίψη μου μέσα σε μια πρόταση. Έγραψα ακριβώς αυτό που ένοιωθα με πολύ  αγάπη αλλά και πολύ πίκρα:

 <<….για να θυμάσαι τις μέρες κάποιου καλοκαιριού που μείναν στη σκέψη μου>>

Ήξερα ότι θα πληγωθεί με την απάντησή μου .Ήξερα ότι θα πονέσει γιατί ήταν ευαίσθητη,  ρομαντική  και ζούσε  τη μαγεία του   εφηβικού μας παιχνιδιού χωρίς ψευδαισθήσεις . Πληγώθηκε, έκλαψε όπως μου έγραψε σε ένα γράμμα της. Σύγκρινε τη δικιά της με τη δικιά μου κι έκρινε ότι αυτό που κατέγραψε,  αποτύπωνε λάθος τα συναισθήματά της.

Την άλλη μέρα στην πλατεία συνέλαβα τον εαυτό μου να ακροβατεί μεταξύ αισθήσεων και παραισθήσεων και να  ψάχνει τη μορφή της σε κάθε γωνιά της πλατείας . Από στιγμή σε στιγμή νόμιζα ότι  θα ξεπροβάλει η φιγούρα της στην πάνω πλευρά της πλατείας. Ίσως ήλπιζα ότι η επιστροφή της να είχε μετατεθεί έστω και για μια μέρα. Μάταια όμως. Το προδιαγεγραμμένο τέλος είχε επέλθει με τη σφραγίδα του χρόνου. Με πίκρα το συνειδητοποίησα πλήρως .Ακολούθησε το δρόμος της. Έπρεπε κι εγώ να ακολουθήσω  το δικό μου.  Με όλη την ορμή και την άγνοια της νιότης μου, ακολούθησα το δρόμο μου για άλλες πολιτείες, άγνωστες  και θελκτικές.

Κάπου εδώ τελειώνει με νοσταλγία,  το ονειρικό ταξίδι στο χρόνο και στη χώρα των αναμνήσεων που ένα απλό like σε ένα σχόλιο στο χάος του διαδικτύου ανάμεσα σε  εκατοντάδες άλλα, έγινε αφορμή για μια ατέλειωτη εκδρομή <<… στις μέρες κάποιου  καλοκαιριού που μείναν στη σκέψη μου>>.

Είμαι τυχερός που σε γνώρισα.

Είμαι χαρούμενος που ξαναβρεθήκαμε.

Ελπίζω και θα ‘θελα να ‘σαι κι εσύ

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια
Η τότε κοπέλα δηλαδή έκανε λάικ σε κάποιο σχόλιο σε κάποια σελίδα του facebook; Εδω απλά θυμάμαι μια δική μου ιστορία και χαμογελάω. Θυμάμαι να κάνει λαικ σε ενα δικό μου σχόλιο σε τυχαία σελίδα μια κοπέλα. Μου θύμιζε ξεκάθαρα κάποια ιδίως απο τα γυαλιά της. Θυμήθηκα πιο μετά ότι ένα μήνα νωρίτερα την είχα συναντήσει στο μετρό της Αθήνας. Εμείς φιλιόμασταν, αυτή έλεγε στη φίλη της πόσο ωραίο ζευγάρι φαινόμασταν. Δεν είμασταν ζευγάρι ούτε γίναμε. Δεν ξέρω αν έπεσε εν τέλει αυτή εξω ή εμείς οι δυο...