Πριν από αρκετά χρόνια, είχε, θυμάμαι, συζητηθεί αρκετά ένα βιβλίο του Κώστα Μπαζαίου με τίτλο Αν ξέραμε τι τρώμε... Δεν ξέρω πόσο βελτιώθηκαν οι διατροφικές μας συνήθειες από τότε, σίγουρα πάντως γιγαντώθηκαν ποσοτικά στα χρόνια που το «Μεγάλο Φαγοπότι» καλά κρατούσε. Τότε ήταν που αρχίσαμε να πετάμε πραγματικά πολλά φαγητά και τρόφιμα – και δεν μιλάμε για χαλασμένα, αλλά για περισσευούμενα, αναξιοποίητα, ελαφρώς μπαγιάτικα ή, απλώς, «μη εμφανίσιμα». Οι καιροί γύρισαν, η χρυσή κάνουλα στέρεψε, τα στομάχια ζορίστηκαν, όμως πολλά τέτοια τρόφιμα καταλήγουν ακόμα στις χωματερές, όχι μόνο εδώ, αλλά σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Οι υπολογισμοί λένε πως ένα 30%-50% της συνολικής παραγωγής τροφίμων, κάπου 1,5-2 δισ. τόνοι δηλαδή, πάει στα σκουπίδια, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι εκτός αλλά και εντός της προνομιούχας ζώνης σιτίζονται λειψά ή πεινάνε κανονικά. Αν ξέραμε τι φαΐ πετάμε...
Μπορούμε, άραγε, να το γλιτώνουμε από εκεί που περισσεύει, φροντίζοντας να διοχετεύεται άμεσα εκεί που λείπει; «Αυτό ακριβώς προσπαθούμε κι εμείς» απαντά η Ξένια Παπασταύρου, πρωτεργάτης του «Μπορούμε», μιας αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στην αξιοποίηση των περίσσιων φαγητών και τροφίμων για κοινωφελείς σκοπούς. Κύρια κριτήρια, η γεωγραφική εγγύτητα της προσφοράς και της ανάγκης καθώς και οι συγκεκριμένες ανάγκες των ιδρυμάτων, συσσιτίων και κοινωνικών υπηρεσιών σε φρούτα, λαχανικά, ψωμί, συσκευασμένα τρόφιμα και έτοιμα γεύματα. «Ενθαρρύνουμε και στηρίζουμε κάθε ατομική, συλλογική, εταιρική, σχολική κ.λπ. πρωτοβουλία και δράση πάνω στη διαχείριση της διατροφικής σπατάλης και την κοινωνική αλληλεγγύη. Αλλάζουμε συνειδήσεις, συνήθειες, γειτονιές, δικτυώνουμε ανθρώπους, ομάδες και οργανισμούς, καλλιεργούμε διαπροσωπικές σχέσεις που μπορούν να εξελιχθούν και δίχως εμάς... Ο ρόλος μας είναι αυτός του διαμεσολαβητή, της γέφυρας, του καλού αγωγού» λέει με ζέση. Γι' αυτό και, αντίθετα από άλλες, αντίστοιχες πρωτοβουλίες στο εξωτερικό, το «Μπορούμε» δεν αναλαμβάνει τη μεταφορά αγαθών, παρά μόνο το άμεσο και γρήγορο της επαφής – τα υπόλοιπα τα βρίσκουν μεταξύ τους οι ενδιαφερόμενες πλευρές. Αλλά δεν θα ήταν, άραγε, προτιμότερο να παρέμβουν πολιτικά, επιδιώκοντας να αλλάξουν οι κοινωνικές συνθήκες που δημιουργούν τέτοια προβλήματα, αντί να καταγίνονται με κάτι που σε κάποιους φαντάζει ως μια ακόμα φιλανθρωπία; «Ούτε πολιτικοί ακτιβιστές ούτε φιλάνθρωποι, εθελοντές για μια καλύτερη ζωή είμαστε... Η ανεργία, η ανέχεια, η σπατάλη, η υποβάθμιση της καθημερινής διατροφής, είναι βέβαια σοβαρά ζητήματα που πρέπει να λυθούν, αλλά εμείς δεν περιμένουμε το πότε, προτιμάμε να δράσουμε εδώ και τώρα» απαντά. «Ειδικά σήμερα, σε καιρούς που νιώθουμε όλοι πιο ευάλωτοι, επιβάλλεται να γίνουμε πιο εξωστρεφείς, πιο αλληλέγγυοι μεταξύ μας. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε. Ξέρετε πόσοι συμπολίτες μας θέλουν να προσφέρουν, πόσο αλλιώς μας λένε ότι νιώθουν όταν τους δείχνουμε έναν τρόπο;».
Η Ξένια είναι μια λαμπερή, δυναμική γυναίκα, με σπουδές στο Εδιμβούργο και στο London School of Economics. Ένιωθε, λέει, πάντα μια ανάγκη να προσφέρει. Είχε μάθει από μικρή να σέβεται το καθημερινό της φαγητό, να το τρώει και την επομένη, να μην αγοράζει περιττά, να μοιράζεται. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, έγινε δημοσιογράφος και εθελόντρια στην τράπεζα τροφίμων του Βασιλόπουλου, όπου συλλέγονταν και διακινούνταν μόνο συσκευασμένα τρόφιμα. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκε γιατί μόνο τα συσκευασμένα, γιατί να μην αξιοποιούνται τόσα άλλα, κατάλληλα προς κατανάλωση τρόφιμα, τόνοι ολόκληροι που πετιούνται καθημερινά στην πόλη από σούπερ μάρκετ, ξενοδοχεία, εστιατόρια, νοικοκυριά... «Ρώτησα έναν ταβερνιάρη μια φορά "τι το κάνετε το φαΐ που μένει;". "Τίποτα", μου απάντησε, "στα σκουπίδια πάει, θα προτιμούσαμε να το δίνουμε κάπου, μα δεν ξέρουμε πού και πώς"».
Αυτό ήταν το αρχικό έναυσμα. Το δεύτερο και αποφασιστικό δόθηκε με αφορμή τα φαγητά που της έμειναν από το πάρτι του μικρού της γιου πέρσι τον Μάιο. «Στήνω την ιστοσελίδα σήμερα κιόλας», αποφάσισε, βαφτίζοντάς την «Μπορούμε». Μαζί με τον Αλέξανδρο Θεοδωρίδη και την Αλέξια Μοάτσου ίδρυσαν μια αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία και η πρώτη τους συνεργασία ήταν με ένα αναψυκτήριο στους Αγίους Αναργύρους. Λίγο αργότερα ήρθαν τα εγκωμιαστικά δημοσιεύματα εγχώριων και ξένων ΜΜΕ («Καθημερινή», «Guardian», «Huffinghton Post» κ.ά.), που τους «απογείωσαν». Σήμερα η οργάνωση του «Μπορούμε» διαθέτει δικά της γραφεία στο Μοναστηράκι –το ενοίκιο το καλύπτει προς το παρόν ένα ζευγάρι ευαίσθητων Ελβετών που επισκέφτηκαν πέρσι τη χώρα και «αντί για τα νησιά, περιόδευαν σε ιδρύματα», όπως λέει η Ξένια–, αριθμεί 15 εθελοντές σε εβδομαδιαία βάση, πάνω από 600 άτομα έχουν κάνει αίτηση μέχρι στιγμής για να βοηθήσουν, ενώ από τη δράση της έχουν επωφεληθεί πλήθος ιδρύματα, νοσοκομεία, σχολεία, κοινωνικές υπηρεσίες κ.λπ., όπως και απλοί ιδιώτες πανελλαδικά. Εξυπηρετεί καθημερινά 25 άτομα κατά μέσο όρο και διακινεί κάθε εβδομάδα 5.000 μερίδες φαγητού. Οι χορηγοί, ανάμεσά τους επώνυμες φίρμες αλλά και οργανισμοί, όπως το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, πολλαπλασιάζονται διαρκώς, ενώ πολλή δουλειά γίνεται μέσω του Ίντερνετ, στο boroume.gr και στα δραστήρια προφίλ που διατηρεί η ομάδα στο facebook και το twitter.
Μου μιλά για τον ανθρωπισμό του Πλάτωνα και το «Αγαπώ, άρα υπάρχω» του Βρεττάκου. Για τη χαρά ενός φούρναρη όταν έμαθε ότι μπορεί να διοχετεύει τα ψωμιά της ημέρας που ξέμεναν σε ένα σχολείο. Για το Ίδρυμα Γαλήνη στον Κεραμεικό που αναζητούσε δωρεάν μεταφορικό μέσο – και βρέθηκε. Για ένα τζιπ που από ξενοδοχείο της Σαντορίνης κατέληξε στα Τζουμέρκα, όπου εξυπηρετεί δασοφύλακες. Για τα περίσσια κλινοσκεπάσματα άλλου ξενοδοχείου που πήγαν στο Άσυλο Ανιάτων. Για τα 400 γεύματα που περίσσεψαν από κάποιον γάμο και πήγαν το ίδιο βράδυ σε ορφανοτροφείο. Για τον παππού που είχε τηλεφωνήσει αναζητώντας όχι φαγητό αλλά μια κουβέρτα – «δεν ήταν καταρχήν αρμοδιότητά μας, όμως όχι δεν λέμε ποτέ σε κανέναν. Και λύση βρέθηκε, έστω κι αν χρειάστηκαν τρεις ολόκληρες ώρες συνεννοήσεων!». Ναι, απαιτεί πολλή ενέργεια και άφθονο προσωπικό χρόνο αυτή η ασχολία. Ωράριο δεν υπάρχει ουσιαστικά, δεν θα μπορούσε. Η ίδια έχει αφοσιωθεί πια ολοκληρωτικά σε αυτήν αλλά την ανταμείβουν, τη γεμίζουν, λέει, η διαρκώς μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση που παίρνουν εκείνη, οι συνεργάτες της και οι υπόλοιποι εθελοντές, προσφέροντας και βοηθώντας να γίνονται πράγματα: «Φτιάχνεις κάτι από το τίποτα, γίνεσαι γέφυρα που ενώνει, λες "ναι, βρήκα!" εκεί που ήσουν έτοιμος να πεις "όχι, δεν έχω..."». Διακόπτει για ένα ακόμα τηλεφώνημα που αφορά μια ακόμα ανάγκη η οποία πρέπει να καλυφθεί. Αποχωρώ, αρκετά την κράτησα. Και δεν ξέρω, τελικά, αν αρκούν τέτοιες πρωτοβουλίες για να αλλάξει πραγματικά ο κόσμος μας, το βέβαιο όμως είναι ότι φέρνουν πολλούς ανθρώπους πιο κοντά μεταξύ τους και ότι καλυτερεύουν την καθημερινότητα πολλών από εμάς, ειδικά όσων βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Καλό κατευόδιο, οπότε.
«Μπορούμε», 210 3237805, boroume.gr
σχόλια