Την ύπαρξη του κόµµατος του κυρίου Μιλτιάδη μέχρι προχθές την αγνοούσα παντελώς. Την ημέρα που ανακοινώθηκαν τα 18 κόμματα που είναι υποψήφια στις εκλογές της Κυριακής, εντελώς τυχαία, βρισκόταν στο γραφείο μας ο άνθρωπος που τον ψήφισε στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές. Συγκεκριμένα, ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που τον ψήφισε, αφού το κόμμα του κυρίου Μιλτιάδη Τζαλαζίδη με το όνομα-σιδηρόδρομος Ανεξάρτητη Ανανεωτική Αριστερά, Ανανεωτική Δεξιά, Ανανεωτικό ΠΑΣΟΚ, Ανανεωτική Νέα Δημοκρατία, Όχι στον Πόλεμο, Κόμμα Επιχείρηση Χαρίζω Οικόπεδα, Χαρίζω Χρέη, Σώζω Ζωές, Παναγροτικό Εργατικό Κίνημα Ελλάδος (ΠΑΕΚΕ) είχε πάρει μόνο μία ψήφο. Αυτή την Κυριακή ο κύριος Μιλτιάδης είναι ξανά υποψήφιος και σύμφωνα με το καλύτερο σενάριο –απ' όσα έχει πλάσει στο μυαλό του– θα είναι «πρώτο κόμμα». Σύμφωνα με το χειρότερο, θα πάρει μία έδρα και θα μπει στη Βουλή. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Σίγουρη είναι και μια θέση στο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες – αν τον προτείνει κανείς. Και όχι για έναν λόγο, αλλά για τρεις.
Tριακόσιοι βουλευτές είναι πολλοί, φτάνουν και οι 200. Μαζί με τους γραμματείς είναι εκατοντάδες και όλοι πληρώνονται. Τους 100 θα τους απολύσω μόλις βγω. Έχω πρόγραμμα για όλα. Πες εσύ να με ψηφίσουν και θα τα βρούμε.
Ο κύριος Μιλτιάδης είναι σχεδόν 87 χρονών και, εκτός από πιο ηλικιωμένος αρχηγός κόμματος στην Ελλάδα, έχει το κόμμα με το μεγαλύτερο όνομα και, επίσης, είναι ο μόνος υποψήφιος που στις προηγούμενες εκλογές δεν ψήφισε τον εαυτό του. «Εκνευρίστηκα», μας λέει, «και αποχώρησα από το εκλογικό τμήμα, επειδή δεν μου έδωσαν επικυρωμένο ψηφοδέλτιο. Πήρα την ταυτότητα κι εξαφανίστηκα». Μας εξηγεί την τρύπα του εκλογικού νόμου που ευνοεί μόνο τα μεγάλα κόμματα – αλλά δεν καταλαβαίνουμε Χριστό. «Με καλούσαν στα κανάλια και με ειρωνεύονταν επειδή έλεγαν ότι πήρα μόνο μία ψήφο, με ρωτούσαν "πώς αισθάνεσαι;". "Δεν ντρέπεστε λίγο", τους έλεγα εγώ, "αφού δεν πήρα καμία ψήφο!". Υπέθεσαν ότι είχα ψηφίσει τον εαυτό μου. Με ειρωνεύονταν κι επάνω στα χωριά μου με τα κινητά και τα κομπιούτερ για καιρό. Στις ευρωεκλογές δεν έστειλα ψηφοδέλτια γιατί ήξερα ότι θα πήγαιναν χαμένα. Πήρα όμως 164 ψήφους. Και τέσσερις από το εξωτερικό».
Η φωνή του πνίγεται και γίνεται λυγμός όταν μιλάει για την αγάπη του κόσμου και όποτε λέει τη λέξη «Αυστραλία». Δέχεται να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις μας με έναν όρο: να ακούσουμε όλη την ιστορία του από την αρχή. Χωρίς διακοπές.
«Γεννήθηκα το 1930, στα Σιδερά Κοζάνης, σε ένα ορεινό χωριό – τότε δεν είχε δρόμους αυτό το χωριό, ήταν όλο πετροβούνι. Με τα πόδια, τα μουλάρια και τα άλογα πηγαίναμε στην Κοζάνη, κάρο δεν πήγαινε. Όταν ήρθαν οι Γερμανοί μέχρι την Κοζάνη, στο χωριό μου δεν μπόρεσαν να έρθουν». Μας λέει με κάθε λεπτομέρεια ιστορίες από την Κατοχή, για τους Ιταλούς, τον Μεταξά, για έναν δικηγόρο Κοζανίτη που είχε σπουδάσει στη Γερμανία και συμμάχησε με τον εχθρό, συνεχίζει για τους αντάρτες, για τον Όλυμπο, την Ελασσόνα και το Βέρμιο. «Είχαμε γιαούρτια, κρέατα, γάλατα, φούρνους με ψωμιά. Δεν πεινούσαμε. Και ήμασταν μεγάλη οικογένεια, εννιά παιδιά. Έρχονταν συγγενείς από κατεχόμενα χωριά και γέμιζε το σπίτι μας. Από Καστoριά, από δω, από κει, απ' όπου πεινούσαν. Και η μάνα μου μπορεί να είχε δέκα παιδιά, αλλά έβαζε στο σπίτι μας και άλλα δέκα ξένα. Τέτοια ζωή ζήσαμε εκείνα τα χρόνια, δεν πεινάσαμε. Σπέρναμε με το τσαπί, με την αγελάδα και το γομάρι, τα ζεύαμε, όσοι μπορούσαμε, μικροί μεγάλοι, δουλεύαμε στα χωράφια».
Μας διηγείται πώς τον πήραν στα Αετόπουλα. «Αφού μας οργάνωσαν λένε "θα πειθαρχήσεις στους ανωτέρους σου, ναι ή όχι;". Και λέω εγώ "θα πειθαρχήσω, γιατί να μην πειθαρχήσω;". Ο ανώτερός μου ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερος από μένα και κάθαρμα. Τώρα είναι παπάς».
Θυμάται τα ξαδέρφια του που σκοτώθηκαν στον πόλεμο και κλαίει, περιστατικά με Γερμανούς, μας δείχνει τις σφαίρες που του γάζωσαν το πόδι και το κομμάτιασαν, μετά θυμάται τα σκυλιά που σκότωσαν μπροστά στα μάτια του την ώρα που φύλαγε τα πρόβατα και τότε που τους μάζεψαν όλους στο σχολείο του χωριού κι έκαψαν τα σπίτια. «Είχαν πάρει τον πατέρα μου και τον αδερφό μου κι εγώ έφυγα από τη μάνα μου, έτρεξα και πήγα στο σπίτι. Δεν είχε καεί. Καιγόταν ο αχυρώνας. Πήρα νερό και ανέβηκα στα κεραμίδια να σβήσω ό,τι μπορούσα. Μου φώναζε η μάνα μου "κατέβα, θα καείς". Το γλιτώσαμε το σπίτι. Ήμουν ο καλύτερος κτηνοτρόφος. Είχα 200 πρόβατα, γελάδια. Γεννήθηκα στον στάβλο, δίπλα στο παχνί. Οι Τούρκοι μας είχαν δώσει ένα σπίτι. Ζεσταινόμασταν με τα χνότα των ζώων. Τέτοια ζωή έζησα, φίλοι μου».
Ο κύριος Μιλτιάδης είναι πολύ ευγενικός. Μας αποκαλεί «καλά μου» και όση ώρα μας εξιστορεί όσα πέρασε στο αντάρτικο παρατηρώ το δωμάτιο όπου ζει, σε ένα σπίτι που κάποτε ήταν γραφεία ασφαλιστικής εταιρείας. Σήμερα θυμίζει περισσότερο σπίτι ρακοσυλλέκτη, με στοίβες εφημερίδες, DVD, τα φυλλάδια που περιέχουν τις αρχές του κόμματός του, τα οποία είναι φτιαγμένα στο χέρι με χαρτοκοπτική –από τίτλους και αποκόμματα εφημερίδων κολλημένα με σελοτέιπ, ανορθόγραφες σημειώσεις στα περιθώρια με μπλε στυλό και μετά φωτοτυπημένα–, κοπίδια, στάμπιλο, μπουκαλάκια με πράσινο οινόπνευμα, μερικές last pages της LifΟ και σκόνη. Πολλή σκόνη. Στο δωμάτιο υπάρχει μόνο μία καρέκλα, διαθέτει όμως ένα σαραβαλιασμένο καρεκλάκι από πανί και ένα πλαστικό καφάσι και βολευόμαστε. Εκείνος κάθεται στο κρεβάτι μπροστά από μια σόμπα αλογόνου, με το χακί του παλτό κουμπωμένο και τα πόδια βιδωμένα στο πάτωμα. Τα μαύρα δερμάτινα παπούτσια του είναι τρύπια.
Μετά από 40 λεπτά λεπτομερέστατης αφήγησης, με ένα σωρό ονόματα γνωστά και άγνωστα να περιπλέκουν τα γεγονότα (και να καθιστούν αδύνατη την παρακολούθησή τους), μας αποκαλύπτει πως ήταν ο άνθρωπος που έσωσε τον Καραμανλή και υπήρξε μάρτυρας της δολοφονίας του βασιλιά.
Πώς θα ζήσουμε, ρε, όταν η γη μας είναι πουλημένη; Αν δεν πολιτευτώ εγώ, ποιος θα πολιτευτεί; Μου πήραν 80.000 στρέμματα το '98 και τα πούλησαν ο υπουργός Γεωργίας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Όταν λέω "χαρίζω οικόπεδα από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη" το εννοώ, δεν βλέπεις πόσα μένουν ακαλλιέργητα;
«Θυμάμαι επί Παπάγου ένα επεισόδιο που έγινε με τον Καραμανλή τον εθνάρχη, αυτόν που ίδρυσε τη ΝΔ. Όταν πολιτευτήκαμε με αυτόν, πήραμε 222 έδρες. Έρχονται σε ρήξη ο Παπανδρέου με τον βασιλιά και το σκάνδαλο ήταν η Φρειδερίκη. Ήθελε να δολοφονήσει τον Παύλο για να βάλει τον γιο της για βασιλιά. Και σχεδίαζαν απόπειρα δολοφονίας του Καραμανλή. Εγώ τότε ήμουν ακόλουθος του αυλάρχη και άκουσα ότι του έδωσε εντολή ο Παύλος να δολοφονηθεί ο Καραμανλής. Αμέσως πάω στον πρόεδρο, του λέω "άκουσα ότι λένε να δολοφονηθεί ο Καραμανλής" και αυτός παίρνει τηλέφωνο τον Σοφοκλή τον Βενιζέλο και του το λέει. Ο Βενιζέλος το περίμενε, ήταν πολύ έξυπνος. Του στέλνει μήνυμα "Κώστα, κατέβα στο αεροδρόμιο να φύγεις, σου ετοίμασα εισιτήριο". Προλαβαίνει ο Καραμανλής την πτήση, μπαίνει στο αεροπλάνο και φεύγει. Την άλλη μέρα δημοσίευσαν ότι δραπέτευσε ο Καραμανλής. Έγινε σκάνδαλο, αλλά τον φυγαδεύσαμε για να τον σώσουμε τον άνθρωπο. Την άλλη μέρα, αγριεμένος, ο Παύλος λέει "εγώ δεν το είπα σε κανέναν, μόνο στον αυλάρχη". Και καλεί τον αυλάρχη για να τον δολοφονήσει. Την ώρα που ο αυλάρχης πήγαινε στο γραφείο του Παύλου τον περίμενε στην πύλη η Φρειδερίκη με τον Κωνσταντίνο κι έναν δεύτερο αυλάρχη. Ο Κωνσταντίνος πήρε το όπλο του δεύτερου αυλάρχη και άφησαν τον πρώτο αυλάρχη να προχωρήσει. Μπροστά ο πρώτος, από πίσω ο άλλος αυλάρχης. Εγώ έμεινα πίσω και κατάλαβα ότι ο αυλάρχης θα προλάβαινε να σκοτώσει τον βασιλιά. Ήμασταν εκπαιδευμένοι, εγώ ήμουν ελεύθερος σκοπευτής. Με το που άνοιξε την πόρτα, μπαμ, κάτω ο βασιλιάς. Μόλις γυρίζει πίσω ο αυλάρχης, παρ' τον κι αυτόν κάτω με τη σφαίρα του Κωνσταντίνου. Αφού άκουσα δύο σφαίρες, σκέφτομαι "δύο νεκροί, τον χάσαμε τον στρατηγό μας"». Μετά μας λέει για τον Γεώργιο Παπανδρέου που κέρδισε τις εκλογές.
Τολμάω να τον διακόψω και τον ρωτάω πότε ίδρυσε το κόμμα του. «Το 1999» λέει. «Το 1998 πουλήθηκε η Ελλάδα σε ανώνυμες εταιρείες με υπογραφές Σημίτη, Στεφανόπουλου, υπουργών κ.λπ. για 2 δισεκατομμύρια δραχμές. Πώς θα ζήσουμε, ρε, όταν η γη μας είναι πουλημένη; Αν δεν πολιτευτώ εγώ, ποιος θα πολιτευτεί; Μου πήραν 80.000 στρέμματα το '98 και τα πούλησαν ο υπουργός Γεωργίας και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Όταν λέω "χαρίζω οικόπεδα από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη" το εννοώ, δεν βλέπεις πόσα μένουν ακαλλιέργητα; Μόλις βγω, θα τα αγοράσω και θα τα κάνω οικόπεδα. Αν αύριο μπω στη Βουλή, θα απελευθερώσω όλα τα επαγγέλματα».
Του ζητάω να μας δείξει όλο το σπίτι του και, πριν προλάβω να σηκωθώ, ο μουσαμάς στο πτυσσόμενο καρεκλάκι όπου κάθομαι ανοίγει και βρίσκομαι φαρδύς πλατύς στο πάτωμα.
Τώρα που την έζησα την Αθήνα ξέρω ότι δεν υπάρχει καλύτερο κλίμα σε όλη την Ελλάδα. Γι' αυτό και η Αθήνα προόδευσε.
Ο κύριος Μιλτιάδης συνεχίζει ακάθεκτος. «Ήρθα για το κόμμα στην Αθήνα, άνοιξα πολιτικό γραφείο στην Αιόλου. Φύγαμε από την έδρα του κόμματος στην εθνική οδό Γρεβενών. Από εκεί μας κυνήγησαν και τώρα το έχουν β' γραμμή πολέμου, στρατόπεδο τρομοκρατίας. Εμπόριο ναρκωτικών. Το αεροπλάνο που απογειώθηκε από τον Κορυδαλλό προσγειώθηκε στην ταράτσα τη δική μου. Για τον Μαζιώτη σου λέω. Τα έχω γραμμένα. Ξέρανε ότι το κτίριο το δικό μου έχει επάνω στην ταράτσα ένα μεγάλο τετράγωνο κομμάτι. Δεν έριξα πλάκα, έκανα ένα κιόσκι, το πάτωσα με ξύλα και κατεβαίνω με σκάλα στο έδαφος. Επειδή πολιτεύομαι, έχω εχθρούς. Πώς θα φυλαχτώ εγώ αν με χτυπήσουν; Μυαλό χρειάζεται για να ζήσεις, μυαλό χρειάζεται για να πολιτευτείς, μυαλό χρειάζεται για να πολεμήσεις. Δεν έχεις μυαλό στον πόλεμο; Σκοτώνεσαι. Δεν έχεις μυαλό στην πολιτική; Καταστρέφεις την πατρίδα σου.
Τώρα που την έζησα την Αθήνα ξέρω ότι δεν υπάρχει καλύτερο κλίμα σε όλη την Ελλάδα. Γι' αυτό και η Αθήνα προόδευσε. Αλλά τώρα μολύνθηκε η φύση από ναρκωτικά, τσιγάρα, λαθραία, το ένα, το άλλο. Εδώ μέσα το σπίτι μου είναι γεμάτο κινέζικη ψείρα, γιατί εδώ δίπλα έχουν οι Κινέζοι μαγαζί. Φέρνω μια μέρα ένα πάκο με καινούργια εσώρουχα, κοιτάζω κάτι τρυπίτσες. Σαρακοφαγωμένα, λέω, είναι, αλλά ήταν κινέζικες ψείρες. Έχω ανακαλύψει, όμως, το καλύτερο φάρμακο. Τα ψέκασα και τις ξεφορτώθηκα. Είναι δικιά μου πατέντα: το πράσινο οινόπνευμα. Το οινόπνευμα έχει δύο ιδιότητες. Η μία ιδιότητά του είναι η απολύμανση-αποστείρωση. Με τρεις σκανδάλες αποστειρώνω όλον αυτό τον χώρο (ψεκάζει). Αυτή η μυρωδιά σκοτώνει όλα τα μικρόβια. Αυτό το σπίτι το αγόρασα το 2004 με στεγαστικό δάνειο για 60.000 ευρώ. Το βρήκα σε άθλια κατάσταση, είχε σκόνη. Πάτησα έναν ψεκασμό και σιγά-σιγά το καθάρισα. Τα τζάμια δεν τα έχω καθαρίσει ακόμα. Δουλεύω από 8 χρονών μέχρι τώρα, που είμαι 86. Είμαι σίγουρος ότι αν δεν δούλευα μέχρι τώρα, δεν θα ζούσα, γιατί θα έκανα άλλες καταχρήσεις. Η οικογένειά μου είναι στον Βόλο, έχω τρία κορίτσια κι έναν γιο».
«Μένετε εδώ μόνος σας; Έχετε κανέναν φίλο στην Αθήνα;». «Τι να τους κάνω τους φίλους, για κατασκοπεία; Δεν δίνω σε κανέναν ούτε μια δεκάρα, δεν θέλω κομματόσκυλα εγώ. Μόνος μου περνάω τη μέρα. Βλέπω τηλεόραση. Μέρα-νύχτα γράφω. Μόνος μου τα γράφω όσα βλέπεις στα χαρτιά. Γράφω καλά και βγάζω και εφημερίδα. Να ενώσουμε τις εφημερίδες μας, αν θέλετε, μετά τις εκλογές. Είμαι μεγάλος εφευρέτης. Το "πολιτευτείτε" είναι εφεύρεση. Αυτό που λέω είναι να κάνεις συνασπισμό πριν από τις εκλογές, όχι μετά».
Το τηλέφωνο χτυπάει και είναι κάποια δημοσιογράφος που του ζητάει συνέντευξη. «Έχω λάβει μέρος σε όλες τις εκλογές, δεν είναι η πρώτη» της λέει. «Και καλώ τον κόσμο να ψηφίσει επικυρωμένο ψηφοδέλτιο λευκό». Μετά αρχίζει έναν μονόλογο που κρατάει δεκαπέντε λεπτά. «Η εφεύρεση είναι ό,τι ανακαλύπτεις από αυτό που δεν υπάρχει. Εγώ δεν πήγα σε εφευρετικά σχολεία και σε πανεπιστήμια, αλλά παράγω τα καλύτερα ιατρικά προϊόντα του κόσμου, έχω ανακαλύψει τα καλύτερα παυσίπονα, απολύμανση-αποστείρωση, καταπολέμηση του καρκίνου. Είμαι ερευνητής, ανακαλύπτω θεραπευτικά προϊόντα. Κι ας μην έχω δίπλωμα εφευρέτη. Η μάνα μου, η Παρασκευή, ήταν θεραπεύτρια κι εγώ από εκείνη κληρονόμησα τη θεραπεία και την εφεύρεση. Ήταν 16 χρονών όταν ήρθε από τη Μικρά Ασία, αναλφάβητη. Ξέρετε τώρα, 400 χρόνια σκλαβιά, τι γράμματα να μάθει; Η άποψή μου είναι να πολιτευτείτε. Γιατί να μην είστε οι δημοσιογράφοι υποψήφιοι με το κόμμα μου και να μην πάρετε εσείς η φτωχούλα τα 22.000 ευρώ τον χρόνο; Ό,τι ήταν να κάνω εγώ για σας το έκανα, τώρα κάντε κι εσείς για μένα». Η κοπέλα τον αποχαιρετάει και κλείνει το τηλέφωνο.
Μας δείχνει τον χώρο όπου μαγειρεύει, ένα κόκκινο «πετρογκάζ» και μας μιλάει για τη διατροφή του. «Όλες οι αρρώστιες προέρχονται από τα φαγητά» λέει. «Τρώω ένα γιαούρτι την ημέρα και πίνω ένα μπουκάλι γάλα κάθε δύο μέρες. Το γάλα το κάνω θεραπευτικό προϊόν με καφέ. Και τρώω ταχίνι επειδή είναι θεραπευτικό. Αυτό με έσωσε στη ζωή».
Την ώρα που φεύγαμε συνειδητοποίησα ότι ξεχάσαμε να του πούμε το πιο σημαντικό: Ότι ξέραμε ποια του είχε δώσει τη μοναδική ψήφο στις προηγούμενες εκλογές. Όχι ότι έχει και καμιά σημασία...
Λίγο πριν τον αποχαιρετήσουμε, το τηλέφωνό του χτυπάει ξανά. Είναι μια υπάλληλος από τη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης για να ζητήσει το mail του. «Εγώ είμαι ο καλύτερος πολιτικός του κόσμου» της λέει. «Το κόμμα το δικό μου δεν έχει οργανώσεις, ανοργάνωτος είμαι». Της διηγείται όλο το στόρι με την εμφάνισή του στην εκπομπή του Παπαδάκη και τη διαπίστωσή του ότι τον αγαπούν στην Αυστραλία και βάζει τα κλάματα. Κλαίει με λυγμούς. «Ο αδερφός μου πέθανε, δέκα χρόνια μικρότερος από μένα, τον διώξανε από το χωριό, τον στείλανε στην Αυστραλία, καλό μου, και πέθανε. Δεν άντεξε το κλίμα. Και η αδερφή μου είναι στο κρεβάτι. Μικρότερη από τον αδερφό μου. Κι έχει παιδιά εκεί τώρα και δεν μπορεί να φύγει. Γι' αυτό χαρίζω οικόπεδα, χαρίζω χρέη, να επαναπατριστούν οι Έλληνες, οι οποίοι δεν μπορούν να ζήσουν στην ξενιτιά. Tριακόσιοι βουλευτές είναι πολλοί, φτάνουν και οι 200. Μαζί με τους γραμματείς είναι εκατοντάδες και όλοι πληρώνονται. Τους 100 θα τους απολύσω μόλις βγω». Η κοπέλα τον ακούει προσεκτικά και υπομονετικά, χωρίς να τον διακόψει. «Της Νέας Δημοκρατίας είστε;» τη ρωτάει. Αυτή του λέει κάτι για το Ζάππειο. «Πού είναι αυτό το Ζάππειο, στο Σύνταγμα;» τη ρωτάει με μια αθωότητα που γίνεται συγκινητική. «Εμένα με έδιωξαν όσες φορές πήγα στο Ζάππειο, καλό μου».
Ο κύριος Μιλτιάδης ήταν όλη του τη ζωή αγρότης, κτηνοτρόφος και μετά οικοδόμος. «Άνοιξε το εργοστάσιο της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα. Παντρεύτηκα προς τα Γρεβενά και προτίμησα να πάω στον Βόλο. Έκανα εργολαβίες. Έφτιαχνα ξυλότυπα σπίτια, αντισεισμικά. Είμαι κορυφαίος επιστήμονας στην οικοδομή. Όταν έγιναν οι σεισμοί, σε όσα σπίτια έκανα εγώ δεν κουνήθηκε ούτε μια πέτρα. Τα άλλα, των πολιτικών μηχανικών, διαλύθηκαν, βγήκαν άχρηστα, ακατάλληλα. Είχα μια καλή σύνταξη, που τώρα μου την κατέβασαν στα 600 ευρώ».
«Και τι θα κάνετε, αν κερδίσετε τις εκλογές; Δεν φτάνουν μόνο τα οικόπεδα για να σας ψηφίσουν».
«Έχω πρόγραμμα για όλα.Πες εσύ να με ψηφίσουν και θα τα βρούμε».
Την ώρα που φεύγαμε συνειδητοποίησα ότι ξεχάσαμε να του πούμε το πιο σημαντικό: Ότι ξέραμε ποια του είχε δώσει τη μοναδική ψήφο στις προηγούμενες εκλογές. Όχι ότι έχει και καμιά σημασία...
σχόλια