Τον τελευταίο καιρό έχουν πέσει στην αντίληψή μου πολλά δημοσιεύματα για την τελευταία σειρά του Γιώργου Καπουτζίδη, Εθνική Ελλάδος, επιβραβεύοντας το πώς παρουσιάζει την ελληνική πραγματικότητα τόσο καλά αγγίζοντας σημαντικά και βαριά ζητήματα με τόσο απλό και απαλό τρόπο. Με την πρώτη ακρόαση του πρώτου επεισοδίου ανάμεσα σε διάφορες δουλειές της καθημερινότητας, μικρή βάση έδωσα στα όσα έθιγε.
Ξέρω όμως το ταρακούνημα που ένιωσα αμέσως με την πρωταγωνίστρια, τη Νίκη, ρόλο που ενσαρκώνει η Σμαράγδα Καρύδη. Το πώς όντας χωρισμένη και ουσιαστικά άνεργη, πρέπει να συντηρησει τα δύο παιδιά της και να πιαστεί από κάτι για να βρει κίνητρο στη δικη της προσωπική ζωή. Στη δεύτερη και τρίτη ακρόαση πλέον, η ταραχή που μου δημιούργησε η σειρά στο σύνολό της με το τι εκτυλίσσεται μπροτά μου στη μικρή οθόνη και το τι ζουμε καθημερινά με έφερε εις διπλούν αντιμέτωπη με πολλούς από τους φόβους μου, από κοινωνικούς μέχρι πιο προσωπικούς και βαθύτατα εσωτερικούς.
Ξαφνικά θέλω να μεγαλώσω σαν να μην υπήρξαν ποτέ όλα αυτά και να μπορώ να κοιτάξω πίσω μου και με περηφάνια να δω όνειρα, ελπίδα και να πάρω δυναμη να συνεχίσω. Δε θελω να είμαι 30 και να βλέπω μπροστά μου ένα γολγοθά που καλούμαι να ζήσω.
Δεν περίμενα πώς στα 30 μου χρόνια, υποτίθεται στην πιο παραγωγική μου δεκαετία, χωρίς παιδιά και συζυγικές υποχρεώσεις αλλά με μια ικανοποιητική δουλειά και ένα ικανοποιητικο εισόδημα, να νιώθω με την πλάτη στον τοίχο, αβοήθητη και μόνη. Πώς μπόρεσα να ταυτιστώ τόσο βαθιά με μια σχεδόν άνεργη, μόνη, μητέρα δυο παιδιών με ένα άντρα που δεν τη στηρίζει και μια καριέρα κατεστραμμένη. Πώς μπόρεσα να τη βλέπω και να βλέπω τη ψυχή μου.
Βλέποντάς τη να χάνει την καριέρα της μετά από ένα χαμένο γκολ, σκέφτομαι τα δικα μου χαμένα γκολ. Τα δικά μου παιχνίδια τα οποία δεν έπαιξα ποτέ ή τα οποία δεν κυνήγησα ποτέ. Με μια ματιά στην τηλεόραση έρχομαι αντιμέτωπη με όλα όσα πονάνε με όλα όσα έχω καλά κρυμμένα μέσα μου και δεν τολμάω καν να σκεφτώ.
Ξαφνικά θέλω να μεγαλώσω σαν να μην υπήρξαν ποτέ όλα αυτά και να μπορώ να κοιτάξω πίσω μου και με περηφάνια να δω όνειρα, ελπίδα και να πάρω δυναμη να συνεχίσω. Δε θελω να είμαι 30 και να βλέπω μπροστά μου ένα γολγοθά που καλούμαι να ζήσω. Δεν είμαι εναντια στις δυσκολίες της ζωής αλλά είμαι ενάντια στην αδυναμία στο όνειρο.
Και δε μένω μόνο σε μένα αλλά κοιτάζω γύρω μου και βλέπω και τόσους άλλους συνομήλικούς μου νέους και ελεύθερους που θέλουν να πάνε τη ζωή τους παρα πέρα αλλά χωρίς ιδιαίτερη αισιοδιξία και ελπίδα μια και τους λείπει αυτό το τόσο σημαντικό καύσιμο που κάνει «τη γη να γυρίζει», τα λεφτά. Τα λεφτά που παύουν να είναι ένα τυπικό μέσο απόκτησης αγαθών αλλά που γίνονται το μόνο εισιτήριο για μια θέση στο όνειρο και την ελπίδα. Χάνουν το υλικό τους νόημα και αποκτούν μια ολιστική διάσταση που φτάνει να ορίζει και να διαμορφώνει το «είναι»μας.
Και κάπου εκεί έρχεται το “curling” να σε ξυπνήσει , να σου θυμίσει πως για να συνεχίσεις πρέπει να δεις μέσα σου και να βρεις αυτό που κάνει την καρδιά σου να σκιρτάει από όρεξη και ελπίδα. Που θα θες να παλέψεις γι’αυτό και ας σου λείπει το χρήμα. Που θα σε κάνει να χάσεις τον ύπνο σου από λαχτάρα και όχι από φόβο. Που είναι πέρα από τη δουλειά σου και την καθημερινότητά σου, πέρα τις αποτυχίες του παρελθόντος και τις λάθος επιλογές. Ένα στόχο που θα θες να τον πετύχεις με όλες σου τις δυνάμεις. Κι αν δεν το βρίσκεις στη δουλειά σου, θα βρίσκεται κάπου εκεί έξω ή μάλλον καλύτερα κάπου εκεί μέσα σε σένα. Γιατί η ζωή δεν προχωράει αν δεν της δώσεις εσύ το χρώμα που θες.
σχόλια