Ή έρωτας με την πρώτη ματιά. Στα αλήθεια, έχει συμβεί σε κανέναν τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια; Ή μήπως είναι ένα συναίσθημα που χάνεται ολοένα στον καιρό;
Όλη η ζωή στηρίζεται στον έρωτα, παρ’ όλα αυτά, ο έρωτας ξεθυμαίνει, χάνει την υπόστασή του. Πια, δε γράφονται τραγούδια για τον έρωτα και την αγάπη, μα γράφονται τραγουδάκια με πολιτικά μηνύματα και τραγουδάκια που υμνούν την ερωτική μοναξιά. Πια, δε γράφονται βιβλία για αυτά τα συναισθήματα, μα γράφονται βιβλία μαγειρικής και βιβλία με βρικόλακες… Γιατί άραγε να συμβαίνει αυτό; Έχει αναρωτηθεί κανείς, ποιοι είναι οι λόγοι που ξεχάσαμε να ερωτευόμαστε;
Αρχικά, συνέβαλε η μεγάλη έκρηξη των social media. Το 2008 μπήκε στη ζωή μας το facebook. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, όλα άλλαξαν στην μεταχείριση και στη προσέγγιση των σχέσεων. Μπορεί να φαίνεται πως είμαστε πιο κοντά στους φίλους μας, αλλά στην πραγματικότητα μιλάμε σε μια γυάλινη οθόνη. Έτσι, αυτός ο μικρόκοσμος που δημιουργούμε στο διαδίκτυο έχει και αντίκτυπο στη κοινωνία –και πλέον η ζωή, είναι ένας μικρόκοσμος του facebook. Κάνουμε πολλούς φίλους, γράφουμε ότι είμαστε σε σχέση και άλλα τέτοια, γιατί πολύ απλά θέλουμε να είμαστε αρεστοί στους άλλους. Ακόμα, όταν δούμε μια ωραία φωτογραφία ενός κοριτσιού την προσθέτουμε για φίλη. Ύστερα αρχίζει ένα άλλο παιχνίδι, η λεγόμενη κατασκοπία, για να μάθουμε αν έχει κάτι αυτόν το καιρό… Εδώ όμως είναι το βασικό ερώτημα. Πώς είναι δυνατόν να ερωτευτώ μια κοπέλα, από τη στιγμή που στο facebook, έχω επισκεφτεί χιλιάδες profil και έχω ανοίξει χιλιάδες φωτογραφίες; Το γούστο μου δεν έχει “ακριβύνει”; Κάθε φορά δηλαδή, που συναντάω μια κοπέλα στο δρόμο, που δεν είναι τόσο ελκυστική, φυσικό είναι να μην την προσέξω, αφού τα μάτια μου έχουν δει μέσα σε λίγα λεπτά δεκάδες ωραίες κοπέλες.
Ενός κακού μύρια έπονται… η κινητικότητα που δημιούργησαν τα social media έκανε πολλούς ανθρώπους να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο σαν την πρώτη πηγή ενημέρωσης, με συνέπεια οι άνθρωποι να μειώσουν τις ώρες τις τηλεόρασης και να σταματήσουν να ακούνε ραδιόφωνο… Οι διευθυντές προγραμμάτων τότε, έπρεπε να στρέψουν το ενδιαφέρον του τηλεθεατή ξανά στο “χαζοκούτι”. Και τι καλύτερο από το να βλέπει γυμνές γυναίκες μεσημέρι-βράδυ; Όπως είχε πει και κάποιος, «τα εξώφυλλα με γυμνές γυναίκες πουλάνε και στους τυφλούς». Το 2009 λοιπόν, προβάλλεται στην ελληνική τηλεόραση το πρώτο Next Top Model, για να ακολουθήσουν μερικούς μήνες μετά και τα άλλα. Ακόμα, το ντύσιμο των παρουσιαστριών γίνεται ολοένα και πιο προκλητικό, μιας και τα καλλίγραμμα πόδια και τα στήθη χωρίς σουτιέν έχουν μεγαλύτερη τηλεθέαση, και αυτό από την πρωινή μέχρι και την βραδινή ζώνη (xxx). Πάλι θα κάνω μια ερώτηση. Πώς είναι δυνατόν να ερωτευτώ μια κοπέλα, από τη στιγμή που έχω καυλώσει στην τηλεόραση, με προγράμματα τύπου NextTopModel και με όλα τα “πρωινάδικα”; Με όλα αυτά τα θεάματα, αναπόφευκτα δεν αναζητώ και εγώ, δίπλα μου, μία με τις αναλογίες της Δήμητρας Αλεξανδράκη;
Πιο παλιά είχα γράψει στο twitter «ένα κλικ μακριά από τις τσόντες, εκατό από την γνώση». Το τι επιλέγουμε να κάνουμε στο διαδίκτυο είναι καθαρά δική μας επιλογή. Το θέμα είναι τι προτιμάμε να κάνουμε. Πρόσφατα άκουσα στο ραδιόφωνο, πως οι ιστοσελίδες με σεξουαλικόυλικό, ξεπέρασαν και τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. “Ρουλέτες έρωτα”, διάσημες με topless, nip slip, τσόντοvideo και οι αριθμοί ανεβαίνουν κατακόρυφα… Ακούγεται παράδοξο, αλλά εδώ που φτάσαμε δεν είναι. Η μοναξιά κατάφερε να νικήσει τη μοναξιά! Πως είναι δυνατόν να ερωτευτώ μια κοπέλα, να την κοιτάξω δηλαδή στα μάτια, από τη στιγμή που ασυνείδητα, τα μόνο που παρατηρώ πάνω της, είναι τα βυζιά και ο κώλος της. Επίσης, από τις πολλές τσόντες, έχω γίνει κι εγώ ένας σκηνοθέτης!
Ένας άλλος παράγοντας είναι αυτός του πληρωμένου έρωτα. Όπου αυτό προϋπήρχε από πάντα… Η ανικανότητα όμως να αγαπήσουμε μια άλλη κοπέλα δεν προϋπήρχε, αλλά γεννήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι λοιπόν, η φοβία να ερωτευτούμε μας πηγαίνει κατ’ ευθείαν στα μπουρδέλα της Φυλής, στα στούντιο της Σόλωνος και του Βοτανικού, και στις πιάτσες της παραλιακής. Εδώ δε θα κάνω κάποιο άλλο σχόλιο, γιατί εν μέρει θα συμφωνήσω… πως αν δεν υπήρχαν αυτά τα κορίτσια, καμία παντρεμένη δεν θα κοιμόταν ήσυχη, και πως αυτές με το τρόπο τους στηρίζουν την οικογένεια να μη χωρίσει. Η μόνη μου πικρία είναι πως οι στατιστικές δείχνουν εξάρσεις στις μικρότερες ηλικίες... και τώρα ήρθε η ώρα της ερώτησης. Η δίψα μου για έρωτα, δε σταματάει κάθε φορά που φεύγω από αυτά τα μέρη;
Πώς είναι δυνατόν δηλαδή, να ερωτευτώ μια κοπέλα, που έχει χαμηλές αναλογίες, δεν έχει κάνει πλαστική, δε μοιάζει στη Δήμητρα Αλεξανδράκη, ούτε στη Μενεγάκη, ούτε είναι barwoman στο καλύτερο club της παραλιακής, αλλά ούτε ψάχνει για σχέση; Ακόμα κι αν ερωτευτούμε κάποιον άλλον, όπου οι πιθανότητες πρέπει να είναι 1%, το βόλεμα της συνήθειας, η χαμηλή εκτίμηση του εαυτού και ο εσωστρεφής χαρακτήρας, κάνουν το οτιδήποτε για να μη ρωτήσουμε τον άνθρωπο που βρίσκεται δίπλα μας, το πιο απλό, «πώς σε λένε;»
σχόλια