Από την «αυγή» του είδους μας είμαστε σε πόλεμο με τους πιο επικίνδυνους, μικροσκοπικούς και θανατηφόρους εχθρούς μας: τα παράσιτα, τα μικρόβια, τα βακτήρια και τους ιούς.
Καθώς αναπτύξαμε νέους τρόπους για να τα αντιμετωπίσουμε, οι μικροργανισμοί εξελίχθηκαν παράλληλα με εμάς, «εφευρίσκοντας» νέους, πιο περίπλοκους τρόπους για να μας βλάψουν.
Από την πανδημία μαύρης πανώλης στον 14ο αιώνα μέχρι την ισπανική γρίπη, το ανθρώπινο είδος επιβίωσε σε κάθε μία από αυτές τις εξάρσεις.
Δύο από τους βασικότερους λόγους που ώθησαν την έξαρση των επιδημιών, ήταν φυσικά η συγκέντρωση του ανθρώπινου πληθυσμού στα αστικά κέντρα και η κτηνοτροφία.
Ο Sars, o Έμπολα, ο Mers και ο ιός Ζίκα είναι μόνο μερικές από τις πρόσφατες απειλές των τελευταίων 17 ετών, που η μετάδοσή τους αφάνισε χιλιάδες απειλώντας εκατομμύρια.
Ένα ανησυχητικό, κοινό χαρακτηριστικό είναι πως όλες οι παραπάνω θανατηφόρες απειλές, ξεκίνησαν από τα ζώα πριν «περάσουν» στο ανθρώπινο είδος, όπως ακριβώς κάνουν και τα τσιμπούρια που συλλέγουν στα σωθικά τους παθογόνους μικροοργανισμούς.
Τα περισσότερα τσιμπούρια περνούν από τρία στάδια κατά τη διάρκεια της ζωής τους και, σε κάθε ένα από αυτά, διαλέγουν διαφορετικό είδος ξενιστών, καθώς συγκεντρώνουν διαφορετικά μικρόβια και ιούς με τα γεύματά τους.
Αυτή τους η τάση να «συλλέγουν» παθογόνους μικροοργανισμούς, σε συνδυασμό με την εξάπλωσή των τσιμπουριών σε όλη την Γη - μέχρι και στην Ανταρκτική - τα καθιστά έναν από τους πιο επικίνδυνους παρασιτικούς οργανισμούς στον πλανήτη.
Στο πρόσφατο παρελθόν τα τσιμπούρια δεν μελετήθηκαν τόσο όσο άλλοι οργανισμοί, με αποτέλεσμα μόλις τώρα να συνειδητοποιούμε πόσο πολύ επηρεάζουν την υγεία μας.
Χρειάστηκε να φτάσουμε μέχρι το 1975 για να περιγραφεί αναλυτικά η νόσος του Lyme και, ακόμα και σήμερα, η λίστα με τα μικρόβια που εντοπίζονται στα τσιμπούρια, μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο, καθώς νέα είδη ανακαλύπτονται.
Τα οικοσυστήματα διαρκώς αλλάζουν, υποχρεώνοντας τα τσιμπούρια να «πιαστούν» ακόμα πιο σφιχτά από το είδος μας.
Μία από τις βασικές αιτίες είναι η εκκαθάριση μεγάλων εκτάσεων γης, που αναγκάζουν την άγρια πανίδα να έρθει σε στενότερη επαφή με τους ανθρώπους.
Μαζί με τα άγρια ζώα όμως καταφτάνουν και τα τσιμπούρια, μαζί με όλες τις ασθένειες που κουβαλούν.
Η κλιματική αλλαγή επίσης περιπλέκει την κατάσταση: καθώς ο καιρός γίνεται ολοένα και πιο ζεστός, κάποια τσιμπούρια αρχίζουν να αποκτούν μεγαλύτερη ακτίνα δράσης, εκεί όπου οι άλλοτε ψυχροί (αλλά πλέον θερμοί) χειμώνες, περιόριζαν στο παρελθόν την «επέλασή» τους.
Όμως τώρα πια τα τσιμπούρια μπορούν να περάσουν τα σύνορα και να αποικήσουν ακόμα και σε όσα μέρη δεν έχουν ακόμα εγκατασταθεί.
Έτσι, η επέκταση των ανθρώπων και των ζώων, δίνει έρεισμα για την εξάπλωση των τσιμπουριών που κουβαλούν μία τεράστια συλλογή από παθογόνους οργανισμούς για τον άνθρωπο: από βακτήρια και ιούς μέχρι πρωτόζωα.
Ποιες θανατηφόρες ασθένειες μεταφέρουν «ανενόχλητα» τα τσιμπούρια
Αν και η νόσος του Lyme οδήγησε σε μία πιο εντατική μελέτη των βακτηρίων, μονοπώλησε ελαφρώς το ενδιαφέρον των επιστημόνων, αφήνοντας στην αφάνεια άλλες, εξίσου σοβαρές ασθένειες που μεταδίδονται με τα τσιμπούρια: τη ρικετσίωση (TBR) και τη μπαμπεσίωση για παράδειγμα, που σχετίζεται με το μικρόβιο που προκαλεί μαλάρια.
Η ασθένεια σπάνια εξετάζεται από τους γιατρούς και τα παγκόσμια επίπεδα επιμόλυνσης σε ανθρώπους παραμένουν άγνωστα. Οι συνέπειες της μπαμπετίωσης ποικίλουν: το 25% δεν εμφανίζει καν συμπτώματα ενώ άλλοι πεθαίνουν.
Για την ώρα η επιστημονική κοινότητα δεν έχει πλήρη εικόνα για αυτές τις «υγειονομικές βόμβες» που κουβαλούν τα τσιμπούρια.
Ίσως η πιο τρομακτική ασθένεια που εξαπλώνεται με αυτά είναι ο αιμορραγικός πυρετός CCHF, καθώς δεν υπάρχεί για την ώρα κάποια θεραπεία και τα ποσοστά θνησιμότητας αγγίζουν το 40%.
Συγκριτικά, το ποσοστό θνησιμότητας του ιού έμπολα διαμορφώνεται στο 50% - όσο περίπου είναι και αυτό της βουβωνικής πανώλης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί πως ο CCHF θα μπορούσε στο μέλλον να προκαλέσει επιδημία, και επενδύει σημαντικά κεφάλαια στην εξεύρεση θεραπείας.
Ο κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας από τσιμπούρια είναι πολύ υψηλός εξαιτίας και των κοπαδιών εξημερωμένων ζώων, όπως τα πρόβατα, που είναι συχνά φορείς του CCHF χωρίς να ασθενούν.
Ο ιός SFTS που ανακαλύφθηκε το 2009 και έσπειρε τον τρόμο Ασία (στην Ιαπωνία 57 άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους από το 2013), επίσης μπορεί να μεταδοθεί από δύο «κοσμοπολίτικα» τσιμπούρια σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Αυστραλία.
Τα πρώιμα συμπτώματα της ασθένειας κυμαίνονται από σχετικά ήπια, όπως ο πυρετός και η διάρροια μέχρι πολύ σοβαρά - με απροειδοποίητη κατάρρευση ζωτικών οργάνων.
Το γεγονός ότι, επιδημιολογικά, αυτή η ασθένεια έχει μελετηθεί ελάχιστα, κάνει την πρόβλεψη και τον έλεγχο μιας πιθανής επιδημίας ιδιαίτερα δύσκολη.
Η ασθένεια περνά από τα τσιμπούρια στον άνθρωπο και από εκεί σε άλλους ανθρώπους και κατοικίδια, τα οποία θα μπορούσαν επίσης να κολλήσουν με τη σειρά τους άλλα τσιμπούρια (κ.ο.κ).
Τα τσιμπούρια είναι λαίμαργα, πανταχού παρόντα και για αυτό επικίνδυνα, καθώς έρχονται σε μεγαλύτερη επαφή με εμάς από ποτέ.
Δεν είναι λοιπόν απίθανο, η επόμενη υγειονομική κρίση να προέλθει από τις αυλές μας και τα κατοικίδιά μας και όχι από κάποια μακρινή ζούγκλα στην Αφρική ή την Ασία.
Με πληροφορίες από Guardian
σχόλια