Τα παιδικά μας καλοκαίρια

Τα παιδικά μας καλοκαίρια Facebook Twitter
Τα παιδικά μας καλοκαίρια μάς θυμίζουν ελευθερία. Ίσως στην πιο απόλυτη μορφή που την έχουμε ζήσει. Εικονογράφηση: Inkee Wang
7

Σκηνή 1η - 1983

Στην μπλε Λάντσια Δέλτα, πηγαίνουμε στο Πόρτο Χέλι. Ακούμε Σαββόπουλο, Κηλαηδόνη και Χάρρυ Κλυνν. Οι γονείς καπνίζουν. Καμιά φορά, όταν τους γκρινιάζουμε για τον καπνό, ανοίγουν τα παράθυρα για λίγο. Ο κόσμος είναι αλλιώς. Προσέχουμε λιγότερο, φοβόμαστε λιγότερο. Αερόσακοι δεν υπάρχουν. Ούτε ABS. Ούτε ζώνες στα πίσω καθίσματα. Σε παιδικό καρεκλάκι αυτοκινήτου δεν καθίσαμε ποτέ. Δεν ξέρω καν αν υπήρχαν τότε.

Επιζήσαμε όμως με όλα αυτά που σήμερα φαίνονται αδιανόητα, στα όρια της καταγγελίας, αν τα άκουγες ή τα έβλεπες δίπλα σου. Όχι μόνο εμείς. Όλα τα παιδιά της γενιάς μας. Φτάνουμε στο Πόρτο Χέλι. Ξαμολιόμαστε. Στο κτήμα, στον δρόμο έξω από το κτήμα, στη θάλασσα. Νιώθουμε ασφαλείς, νιώθουμε προστατευμένοι. Δεν τρώμε υγιεινά, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα. Ή, μπορεί να τρώμε πιο υγιεινά...

Σε ένα σπίτι στο Μάτι. Τα παιδιά κυκλοφορούμε γυμνά. Δεν φοράμε ποτέ αντηλιακό. Πάμε για μπάνιο στην παραλία κάτω από το σπίτι. Βουτάμε γυμνοί, βγαίνουμε γυμνοί. Προστατευόμαστε με ένα καπέλο από τον ήλιο. Μου φωνάζουν «Αντρέα, όχι βαθιά». Τους κοιτάζω και φωνάζω «πιο βαθιά;». Γελάνε κι έρχονται και με πηγαίνουν στα ρηχά.

Σκηνή 2η - 1984

Σε ένα σπίτι στο Μάτι. Τα παιδιά κυκλοφορούμε γυμνά. Δεν φοράμε ποτέ αντηλιακό. Πάμε για μπάνιο στην παραλία κάτω από το σπίτι. Βουτάμε γυμνοί, βγαίνουμε γυμνοί. Προστατευόμαστε με ένα καπέλο από τον ήλιο. Μου φωνάζουν «Αντρέα, όχι βαθιά». Τους κοιτάζω και φωνάζω «πιο βαθιά;». Γελάνε κι έρχονται και με πηγαίνουν στα ρηχά.

Σκηνή 3η - 1986

Στον Νηρέα, ένα πλοίο μισοδιαλυμένο, σε ένα από τα τελευταία του ταξίδια. Πηγαίνουμε στην Αμοργό. Η μητέρα μου, η αδερφή της, η αδερφή μου και τα ξαδέρφια μου. Ταξιδεύουμε για ώρες. Νομίζω 16. Σε κάθε κύμα κοπανιόμαστε γερά. Φτάνουμε στα Κατάπολα. Σε ένα μέρος απόμακρο, διαφορετικό, μαγικό.

Μένουμε πάνω από την ταβέρνα του Βιτσέντζου, στα δωμάτια της αδερφής του, της Καλλιόπης. Τα πρωινά πηγαίνουμε για μπάνιο στη θάλασσα, με το καΐκι στο Μαλτέζι και στις Πλάκες ή με τα πόδια στο Νεκροταφείο. Και το απόγευμα ξαμολιόμαστε.

Η ξαδέρφη μου είναι 4. Αλλά είναι μαζί μας. Κανείς δεν ανησυχεί. Κανείς δεν παθαίνει τίποτα εκτός από γρατζουνιές στα πόδια και στα χέρια. Γυρνάμε πίσω όταν νυχτώνει. Δεν υπάρχουν κινητά. Δεν υπάρχει ανησυχία. Τρώμε αυτά που έχει η ταβέρνα, όλα μας φαίνονται τέλεια, δεν ξέρει κανείς πόσες θερμίδες έχει το κάθε φαγητό και κανείς δεν λέει πόσο κακό κάνει το αλάτι ή η κόκα-κόλα.

Οι εφημερίδες έρχονται με καθυστέρηση. Τηλεόραση δεν έχουμε. Μαθαίνουμε τις μεταγραφές του Ολυμπιακού δύο μέρες αφού έχουν γίνει και νιώθουμε ότι μαθαίνουμε φρέσκα νέα. Δεν έχει πολλή σημασία ο χρόνος. Τώρα έχει. Το κάθε δευτερόλεπτο.

Σκηνή 4η - 2011

Στο αυτοκίνητο για Πόρτο Χέλι. ABS, αερόσακοι, ζώνες μπρος-πίσω. Παιδικά καρεκλάκια. Ευτυχώς, έχουν σωθεί ζωές χάρη σε αυτά. Κάνουμε δύο στάσεις για τσιγάρο. Ούτε που σκεφτόμαστε να καπνίσουμε εν κινήσει και καλά κάνουμε. Αλλά είναι κάπως αλλιώς τα πράγματα. Λιγότερο ελεύθερα. Ακούμε Κηλαηδόνη και Σαββόπουλο.

Το πορτ-μπαγκάζ είναι κατειλημμένο από μια σχεδόν ολοκληρωμένη σειρά παιδικών καθισμάτων, αποστειρωτών και χιλιάδων μικρών πραγμάτων που εμείς δεν είχαμε ως παιδιά. Δεν πάθαμε κάτι, αλλά καλό είναι που τα μπιμπερό τα αποστειρώνει πια ο κόσμος. Όμως εμείς δεν πάθαμε κάτι.

Σκηνή 4η - 2017

Στις Σπέτσες. Με τα παιδιά. Και με άλλα παιδιά, συμμαθητές τους που κάνουν διακοπές στις Σπέτσες ή στο Πόρτο Χέλι. Να πάνε τα παιδιά να παίξουνε μόνα τους πιο πέρα; Να πάνε μέχρι το Ποσειδώνιο και να είμαστε εμείς στην Ντάπια να τσιμπήσουμε κάτι; Να πάνε. Άγχος. Και ας είναι 10 και 9 χρονών τα μεγάλα και έως 7 τα μικρά. Πάνε. Ενθουσιάζονται. Ελευθερία. Τους λέμε να έρχονται κάθε 15 λεπτά να βλέπουμε ότι είναι καλά. Έρχονται. Σπάσιμο, αλλά έρχονται. Είναι καλά. Κι εμείς το ίδιο. Κάθε 15 λεπτά είμαστε λίγο λιγότερο ανήσυχοι.

Σκηνή 5η - 2018

Μιλάω με έναν πατέρα που τα παιδιά μας κάνουν μαζί μια δραστηριότητα. Τελειώνουν τη δραστηριότητα και αρχίζουν να τρέχουν. Είναι σε χώρο περιφραγμένο. Αλλά είναι ωραία εικόνα. Τον ρωτάω αν τα αφήνει τα δικά του να βγαίνουν από το σπίτι. Μου λέει ότι ανησυχεί πολύ και ότι κλέβουν παιδιά. Του λέω «και τι θα κάνουμε, με αυτόν το φόβο θα ζούμε;» Μου λέει, «είναι μικρά ακόμα».

Στην ηλικία τους ανοίγαμε τις πόρτες και φεύγαμε. Γύρναγα από το σχολείο, άφηνα την τσάντα και πήγαινα στις μπασκέτες. Γυρνούσα το βράδυ και κανείς δεν με έψαχνε. Αυτά γυρνάνε σπίτι και κάθονται σπίτι. Πόσο πιο επικίνδυνος έχει γίνει ο κόσμος; Πόσο πιο φοβισμένοι έχουμε γίνει εμείς;

Επίλογος

Έστω τα καλοκαίρια. Έστω για λίγο. Αυτή την ελευθερία που νιώθαμε εμείς, αυτή την ξεγνοιασιά, αυτό το ξαμόλημα. Αυτό παλεύουμε με τους εαυτούς μας να τους το δώσουμε. Όχι μόνο εγώ αλλά και άλλοι γονείς γύρω μου. Όχι όλοι, αλλά αρκετοί. Με αγωνία. Να τους βλέπεις να απομακρύνονται στην παραλία και να μην τους φωνάζεις.

Να γνωρίζουν άλλα παιδιά και να πηγαίνουν στα βραχάκια για εξερεύνηση. Να παλεύεις και στο τέλος να καταπίνεις την αγωνία, συνειδητοποιώντας ότι πρέπει να μεγαλώσουν, ότι πρέπει να πάρουν κλειδιά στα χέρια τους και να ανοίξουν πόρτες, ότι πρέπει τους φόβους μας, τις εμμονές μας με την ασφάλεια και την υγεία να μην τα κάνουμε και δικούς τους φόβους.

Τα παιδικά καλοκαίρια μάς θυμίζουν ελευθερία. Ίσως στην πιο απόλυτη μορφή που την έχουμε ζήσει. Τα παιδικά τους καλοκαίρια πρέπει να τους θυμίζουν το ίδιο. Ακόμα κι αν τους τη δώσουμε ξεπερνώντας τον εαυτό μας, τις αγωνίες μας και τον φοβικό τρόπο που η δική μας η γενιά έμαθε να μεγαλώνει τα παιδιά της.

Αρχείο
7

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

3 σχόλια
Το να είσαι γονιός είναι πλέον καριέρα, οπότε επιβάλλεται να υπάρχει άγχος ώστε να υπάρχει κύρος. Διάβαζα τις προάλλες μια έρευνα για τα προβλήματα στο ανοσοποιητικό των παιδιών από την έλλειψη επαφής με μικρόβια, αλλά δεν ελπίζω οι καριερίστες γονείς να χαλαρώσουν. Μάλλον θα χρειαστούμε εμβόλια σκόνης για να αντιμετωπίσουμε την τόση καθαριότητα.
Ξενοιασιά. Κάμπινγκ και μουντιάλ '82. Σόκρατες και Φαλκάο στην παραλία παρέα με πιτσιρίκια όλων των εθνών που συνεννοούνται με νοήματα και body language. Η αποθέωση του topless και ξελιγωμένοι οικογενειάρχες σε καρεκλάκια κάτω από τις ομπρέλλες με τις συζύγους - ντόμπερμαν από δίπλα να στραβοκοιτάνε τις ξετσίπωτες. Βιντεάκια που τραβάει ο μπαμπάς με δήθεν θέμα τα παιδιά και φόντο τις γυμνόστηθες Γερμανίδες με τις τριχωτές μασχάλες. Βουτιές ξυστά από τον μεγάλο βράχο. Επιστροφή. Η πλουσία τα ελέη χήρα του πυροσβέστη που μας άφηνε χαμογελώντας να παίρνουμε μάτι από το παράθυρό της όταν έκανε μπάνιο, κρεμασμένοι σαν μαϊμούδες από την μεγάλη ελιά, σπρώχνοντας ο ένας τον άλλον για καλύτερη θέα. Μπάλα ολημερίς με λιωμένα σπορτέξ και σκισμένα γόνατα. Επιγονατίδες, επικαλαμίδες, επικάρπια και ποδοσφαιρικά με τάπες στην άσφαλτο. Δύο όρθια κλεμμένα δοκάρια οικοδομής για τέρμα. Κουκουναροπόλεμος πάνω γειτονιά - κάτω γειτονιά στα πεύκα του γηροκομείου, πίσω από αυτοσχέδια φρούρια με καφάσια της αγοράς και πευκοβελόνες. Κράνη από μεταλλικά σουρωτήρια δεμένα στον λαιμό με σπάγγο. Ένας είχε και γερμανικό, ορίτζιναλ, του το 'χε δώσει ο παππούς του. Φρέσκα, κλειστά κουκουνάρια στο δόξα πατρί και ράμματα στο κούτελο για παράσημο. Απειλές της μάνας του κλαμμένου αλλά περήφανου τραυματία. "Εσύ δεν είσαι του Τάκη του μπογιατζή; Θα το πω εγώ του πατέρα σου και θα σε κάνει μπλε μαρέν κακομοίρη μου!" Τοξοβολίες με αυτοσχέδια τόξα και βέλη που τα ξύναμε ώρες με μαχαίρι για να γίνουν μυτερά. Σφεντόνες από παλιές σαμπρέλλες ποδηλάτου. Παίρναμε τα ποδήλατα κι εξαφανιζόμασταν. Προσπεράσεις με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε φορτηγά που κατέβαιναν την κατηφόρα, ακούγοντας χριστοπαναγίες από τους οδηγούς που κορνάρανε τρομοκρατημένοι. Ταρζανιές με Velamos και τα πρώτα BMX. Ράμπες από χοντρές τάβλες οικοδομής. Φόρα μεγάλη και για εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεράσουμε στον αέρα, τεντωμένο συρματόπλεγμα. Ακόμα έχω το σημάδι στο γόνατο. Ξύλο ανελέητο από τις μανάδες μας. Σκέψου να ξέρανε κιόλας. Θα μας κλειδώνανε και θα καταπίνανε το κλειδί. Το μεσημέρι όλοι στο σπίτι. Φαγητό, πολύ φαγητό και η γιαγιά με το κατοχικό σύνδρομο να σε στουμπώνει κεφτέδες. "Φάτηνε, μην την αφήσεις την κιοφτέδα σου!" Καρπουζόφλουδες και μύγες. Τρεις με πέντε ώρα κοινής ησυχίας και "μην ακούσω κιχ!" Τζιτζίκια και ύπνος στην αυλή, στο μεταλλικό ντιβάνι κάτω από την κληματαριά. Πολλά τζιτζίκια. Ο παππούς με το απογευματινό τούρκικο καφεδάκι του σε γυάλινο χαμηλό κρασοπότηρο να σιγοτραγουδάει την Παλόμα και την Ραμόνα. Ραδιόφωνο. Χιώτης, Μοσχολιού, Ζαμπέτας και Μαρινέλλα. Να παίζει το τρανζίστορ. Πέντε η ώρα πάλι όλοι έξω μέχρι αργά στην πλατεία. Οι μεγάλοι να τσακώνονται για τα πολιτικά. Η ένδοξη πασοκαρία στο φόρτε της. Φωνές, πιτσιρίκια, πολλά πιτσιρίκια που αγνοούν τις μανάδες που ωρύονται. "Είπα τέλος! Γρήγορα μέσα! Ρε Τάσο, πες τους κι εσύ καμιά κουβέντα. Άντε μπράβο!" Πατεράδες που αναλαμβάνουν δήθεν απρόθυμα τον ρόλο τους. "Ντάξει ρε Καίτη, εντάξει. 'Ωχου λέμε... Ρε σεις, γιατί δεν ακούτε τη μάνα σας; Θέλετε να νευριάσω;" Όλοι ξανά μέσα για το βραδινό τσιμπούσι, τηλεόραση και ύπνο. "Μη μπείτε ακόμα στο δωμάτιο. Έχω φλιτάρει." Αύριο πάλι τα ίδια. Ξενοιασιά…
Υπερβολές. Thanks, anyway. Δυστυχώς, καταλαβαίνεις τώρα πόσο πολύτιμα ήταν αυτά τα χρόνια, πόσο μεγάλο ρόλο παίξανε στο να γίνεις άνθρωπος, πόσο καλό σου έκανε τότε αυτή η αδιανόητη για τα σημερινά δεδομένα αίσθηση χαράς και ελευθερίας, αυτή η απέραντη, βαθιά ευτυχία της παιδικής και εφηβικής αλητείας της οποίας δεν είχες τότε καμία συνείδηση, έτσι ήταν η ζωή, it was only natural, και πόσο καθοριστικά συνέβαλλε στην μετέπειτα ανεξαρτητοποίηση και κοινωνικοποίησή σου, στην διαμόρφωση του χαρακτήρα σου, στις σχέσεις, στις παρέες και τις αποφάσεις σου. Τώρα το καταλαβαίνεις. Τώρα που γυρνάς στα ίδια μέρη και βλέπεις πόσο έχουν αλλάξει. Όχι επειδή δεν υπάρχει πια η πάνω και η κάτω γειτονιά, ακόμα εκεί στέκονται τα φτωχόσπιτα, όσα τουλάχιστον δεν γίνανε ακαλαίσθητες νεοπλουτέ βίλλες με μαντρότοιχους. Όχι επειδή δεν υπάρχουν οι αλάνες και οι πλατείες, έχει ακόμα ελεύθερους χώρους, αλλά επειδή δεν υπάρχουν παιδιά. Κι αν υπάρχουν, δεν τα βλέπεις. Τα ακούς βέβαια καμιά φορά, πίσω από τους μαντρότοιχους. Ξέρω πως οι εποχές αλλάζουν και πως όλα αυτά ακούγονται σαν τετριμμένες συντηρητικές γκρίνιες συνταξιούχου, μα είναι λίγο λυπηρό να ξέρεις πως όλη εκείνη η ευτυχία ήταν τόσο κοντά, μόνο 30-35 χρόνια πίσω. Και πως είναι δύσκολο να ξανάρθει, ακόμα και στην επαρχία. Όχι για σένα. Για τα σημερινά πιτσιρίκια. Για να γευτούν κι εκείνα έστω και λίγη από εκείνη την υπέροχη ανεμελιά, που την βλέπεις πια σπανίως. Και πως τα μόνα ενθύμια εκείνης της ευτυχίας έρχονται στα δικά σου τα μάτια όταν χτυπάς το κουδούνι του τότε και έκτοτε κολλητού σου και βλέπεις την χαμογελαστή του φάτσα να σε καλωσορίζει. Που μπορεί να τον βλέπεις πια δυο-τρεις φορές τον χρόνο με το ζόρι, μα ξέρεις πως είναι πάντα εκεί. Και πως μπορείτε να αράξετε στην γνωστή αυλή και να πιείτε ένα καφάσι μπύρες και να πείτε τα δικά σας. Ή και να μην πείτε και τίποτα. Χωρίς να χρειαστεί να πείτε κάτι. Και να είναι τέλεια...
Πάντως, εγώ, (γεννήθηκα το 1986) από το καλοκαίρι της 5ης προς 6η δημοτικού μέχρι που τελείωσα το λύκειο έκανα φροντιστήρια και το καλοκαίρι, πρώτα σε δεύτερη ξένη γλώσσα και μετά στα μαθήματα του σχολείου, ιδιαίτερα στα χρόνια του λυκείου που προετοιμαζόμουν για τις πανελλήνιες. Το ίδιο έκαναν και οι περισσότεροι συμμαθητές μου. Γι αυτό δεν θυμάμαι και πολύ ελευθερία και ανεμελιά στα παιδικά και εφηβικά μου καλοκαίρια.