«Πάσχεις από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή». Τέσσερις και τέσσερις οχτώ, έτσι ξεκίνησε το μονοπάτι προς την κατακρεούργηση της μηδαμινής μου αυτοπεποίθησης. Ή τουλάχιστον προς την αρχή της λύσης του προβλήματος. Και αν το καλοσκεφτώ, αυτή ήταν απλώς η στιγμή της συνειδητοποίησης, η ώρα του πανικού που θα με έκανε να σκεφτώ πώς να το διαχειριστώ, πώς θα το πάρει η μάνα μου, η οποία θα πόναγε αφόρητα στη σκέψη πως το παιδί της πάσχει από κάτι το οποίο το κάνει να υποφέρει σε καθημερινή βάση. Όταν ο ψυχολόγος μού είπε πως έχω κατάθλιψη, γύρισα όλο το κέντρο της Αθήνας προσπαθώντας να σκεφτώ πώς θα το ανακοινώσω στην οικογένεια και τους στενούς μου φίλους. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν ξεκινάνε από 'κει αλλά δύο χρόνια πιο πίσω.
Είχα ένα νταραβέρι με μια κοπέλα που τα χνότα μας δεν ταίριαζαν, ωστόσο μου άρεσε. Πολύ. Η σχέση αυτή, καταδικασμένη εξαρχής να αποτύχει, ολοκληρώθηκε με μια σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις, η οποία έμελλε να είναι η κατάρα μου για τους επόμενους έξι μήνες. Καθ' ότι περισσότερο «περπατημένη» από εμένα και λόγω της επιμονής της να ολοκληρώσουμε χωρίς προφυλάξεις, κάτι πήγε στραβά στο μυαλό μου και νόμιζα πως κόλλησα HIV. Ξεκίνησαν τα έντονα ψυχοσωματικά, σε σημείο να παρουσιάζω ακόμα και συμπτώματα άλλων αφροδίσιων που περιλάμβαναν έντονους πόνους και ενοχλήσεις στα γεννητικά όργανα, ενώ κόντεψα να φτάσω στα πρόθυρα της ανορεξίας όταν για δύο εβδομάδες κάθε (μικροσκοπική) ποσότητα φαγητού κατέληγε να βγαίνει ακέραιη ως έμεσμα. Ο παθολόγος μου έγινε ο καλύτερός μου φίλος, κάθε δεύτερη μέρα ήμουν εκεί προκειμένου να με καθησυχάζει, η δερματολόγος μου με είδε γυμνό κατ' εξακολούθηση λόγω της εμμονής μου πως ανέπτυσσα συμπτώματα πρωτογενούς λοίμωξης. Και, φυσικά, το Ίντερνετ. Κάθε μέρα ξεκοκάλιζα σελίδες ολόκληρες σχετικά με τη μετάδοση του ιού, παρόμοιες περιπτώσεις με τη δική μου που απευθύνονταν σε διαδικτυακούς ειδικούς προκειμένου να καταπραΰνουν τις φοβίες τους, ενώ καθόλου τυχαίο δεν ήταν το γεγονός ότι επανέρχονταν συστηματικά, παρά τα όποια καθησυχαστικά σχόλια του εκάστοτε γιατρού. Έτσι ανακάλυψα μια κοινότητα με ανθρώπους που μοιράζονται κοινά στοιχεία με εμένα.
Μυριάδες κόσμου, αντί να απευθυνθούν στον γιατρό τους, καταφεύγουν στην ανωνυμία του Διαδικτύου, κάτι που εν τέλει τους ωθεί σε περισσότερα άλυτα ερωτήματα όπως και στη δημιουργία επιπλέον υποθετικών σεναρίων.
Ξεκίνησα συνεδρίες με έναν άριστο ψυχολόγο, με τον οποίο μπορέσαμε να εμβαθύνουμε στα ζητήματα που με απασχολούν, όμως με το πέρας της συνεδρίας και αφού πέρναγε μία ώρα, ξανακλεινόμουν σ' εκείνο το νοσηρό καβούκι, κλαίγοντας γοερά, δίχως να λογαριάζω την οποιαδήποτε λογική. Έμενα βυθισμένος στις σκέψεις μου και σε μια διαρκή υπαρξιακή αγωνία. Σκεφτόμουν πως όλα αυτά θα χαθούνε, πως δεν υπάρχει περίπτωση να μην είμαι οροθετικός, παρά τις επιστημονικές αντιρρήσεις.
Το εξάμηνο πέρασε, πήρα το θάρρος να κάνω την εξέταση και, φυσικά, βγήκε αρνητική. Σε όλα τα αφροδίσια. Ευτυχής, πήρα την απόφαση να συνεχίσω τη ζωή μου. Καθ' ότι βαρύς καπνιστής (3 πακέτα την ημέρα), δεν άργησε να χτυπήσει ένα άλλο καμπανάκι, αυτό του καρκίνου στον πνεύμονα, στο στομάχι, στον λάρυγγα, οπουδήποτε. Ο κύκλος των εξετάσεων ξανάρχισε, οι φίλοι μου μού έλεγαν πως έχω κάποιο άλλο πρόβλημα το οποίο αρνούμαι να δω και μάταια προσπαθούσαν να με κάνουν εκείνοι να το δω. Ήμουν πεπεισμένος πως θα πέθαινα με μαρτυρικό τρόπο. Και τότε ο ψυχολόγος μου μού είπε πως έχω κατάθλιψη, αφού σκέφτομαι συνεχώς τον θάνατο και ζω μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δίχως να έχω το κουράγιο να βγω. Με συμβούλεψε να δω ψυχίατρο. Εννοείται πως η αντίδρασή μου ήταν αρνητική, «δεν υπάρχει περίπτωση να πάρω ψυχοφάρμακα, θα το παλέψω μόνος μου». Μετά από δύο εβδομάδες, όμως, και αγανακτισμένος από τον αρνητισμό μέσα στον οποίο ζούσα, ενώ ταυτόχρονα είχα τύψεις για τη ραγδαία ψυχολογική κατάπτωση της μητέρας μου, αποφάσισα να κάνω λίγο πίσω.
Έτσι, λοιπόν, διαγνώστηκα από τον ψυχίατρό μου με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (ή OCD, όπως το λέμε στη μητρική μας). Η θεραπεία μου έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα, αν ήθελα να δω ανακούφιση. Παραιτημένος πλέον από το οτιδήποτε, δεν πρόβαλα καμία απολύτως αντίσταση, είχα βαρεθεί οι ίδιες σκέψεις να έρχονται και να μένουν, ακόμα κι όταν τις εκλογίκευα. Οπότε, ας το να πάει στο διάολο, μπορεί και να έχουν δίκιο όλοι αυτοί, στραβά αρμενίζεις κι αυτό το καταλαβαίνεις από τα πρόχειρα «γκάλοπ» που έχεις στήσει. Έχεις βαρεθεί τις εμμονές σου, δεν κοιμάσαι ήρεμος, δεν έχεις διάθεση για πράγματα που αγαπάς, οπότε δεν σου απομένει και τίποτε άλλο.
Έτσι κι έγινε. Μπήκα σε αγωγή από την επόμενη κιόλας μέρα. Το αλκοόλ κόπηκε και δεν άργησα να πάρω την απόφαση να αντικαταστήσω το βιομηχανικό τσιγάρο με ηλεκτρονικό. Όσο περνούσαν οι εβδομάδες, έβλεπα κάτι να αλλάζει στον εαυτό μου, αργά αλλά σταθερά. Οι αρνητικές σκέψεις άρχισαν να υποχωρούν ή να αποκρούονται εντελώς από τον εγκέφαλό μου, ο ύπνος μου βελτιώθηκε σημαντικά, η συμπεριφορά μου σταμάτησε να είναι εριστική και αγχώδης. Αλλά πήρε κάποιον καιρό, μη λέω ψέματα, αυτά δεν γίνονται άμεσα, συνήθως παίρνουν μέχρι και έναν μήνα.
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου θεραπευμένο, ίσως ποτέ να μη θεραπευτώ, αλλά ποσώς μ' ενδιαφέρει, το έχω αποδεχτεί ως ένα κακό κομμάτι μου το οποίο σίγουρα δεν το θέλω και στο χέρι μου είναι να συμφιλιωθώ μαζί του και να το δαμάσω.
Και τότε άρχισα να μιλάω για όσα με απασχολούσαν το διάστημα που προηγήθηκε της συναισθηματικής κρίσης. Για το εγκεφαλικό του θείου μου και τις φορές που κοντέψαμε να τον χάσουμε μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Για τον συνδυασμό τού να ζεις κάτω από τη σκιά αυτού του περιστατικού με πολλές ώρες μοναξιάς και συν τοις άλλοις να έχεις να φέρεις σε πέρας διπλωματική και να ασχοληθείς με τη δουλειά και το σπίτι, χωρίς να μπορείς να εξωτερικεύσεις το οτιδήποτε σε κάποιον, καθώς επικρατούσε ένας μόνιμος εκνευρισμός. Το βασικότερο ήταν πως έπρεπε να αντιληφθώ ότι αυτά πάνε, πέρασαν, έπρεπε να συμφιλιωθώ μαζί τους και να συνεχίσω τη ζωή μου, να κυνηγήσω τα όνειρά μου (τα οποία, μαζί με όσες ασχολίες μού έδιναν απόλαυση, τα είχα παραμελήσει, καθώς το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να κοιτάω στο Ίντερνετ για συμπτώματα θανατηφόρων ασθενειών).
Θα είμαι ψεύτης όμως αν πω πως κάποια από αυτά τα πράγματα δεν τα σκέφτομαι μία στο τόσο. Αλλά πλέον καταλαβαίνω πως τα σκέφτομαι όταν είμαι ψυχικά πιεσμένος, οπότε αποτελούν σύμπτωμα κάποιου άλλου θέματος, βαθύτερου και πιο σύνθετου. Συνεπώς λαμβάνω τα μέτρα μου, είτε αφήνοντάς το να φύγει όπως ήρθε είτε ζητώντας τη συμβουλή του ψυχιάτρου μου. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου θεραπευμένο, ίσως ποτέ να μη θεραπευτώ, αλλά ποσώς μ' ενδιαφέρει, το έχω αποδεχτεί ως ένα κακό κομμάτι μου το οποίο σίγουρα δεν το θέλω και στο χέρι μου είναι να συμφιλιωθώ μαζί του και να το δαμάσω. Να σταματήσει δηλαδή να με επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και απλώς να μου περνάει αδιάφορα.
Τώρα, αν κάποιοι από εσάς βρήκατε έστω και την παραμικρή ταύτιση με οποιοδήποτε από τα παραπάνω και θεωρείτε πως χρειάζεστε βοήθεια, μόνο κάποιες συμβουλές μπορώ να σας δώσω:
Πρώτον, μακριά από το Ίντερνετ, δεν ωφελεί. Το δοκίμασα και το μόνο που κάνει, ασχέτως του αν καθησυχάζει έστω και λίγο, είναι να τρέφει τη συγκεκριμένη μανία και να καταλήγει μια πράξη που και καλλιεργεί την εμμονή σας και δεν σας βοηθάει ψυχολογικά. Αν είστε από αυτούς που καταφεύγουν σε αυτό, μην ανησυχείτε, δεν είστε οι μόνοι, γι' αυτό μην αισθάνεστε άσχημα. Μυριάδες κόσμου, αντί να απευθυνθούν στον γιατρό τους, καταφεύγουν στην ανωνυμία του Διαδικτύου, κάτι που εν τέλει τους ωθεί σε περισσότερα άλυτα ερωτήματα όπως και στη δημιουργία επιπλέον υποθετικών σεναρίων. Προτιμήστε τον παθολόγο σας, θα αισθανθείτε πιο ξαλαφρωμένοι και θα μπορείτε να του πείτε άμεσα όλες σας τις σκέψεις για να σας πει κι εκείνος με τη σειρά του τι σας συμβαίνει.
Δεύτερον, μη φοβάστε να μιλήσετε ευθέως. Είτε στον παθολόγο είτε στον ψυχολόγο, μιλήστε ελεύθερα. Βγάλτε προς τα έξω όλες τις σκέψεις που σας απασχολούν, απελευθερωθείτε, αδειάστε ελεύθερα απ' όσα σας απασχολούν. Η δουλειά τους είναι να σας ακούνε με τη μέγιστη σοβαρότητα προκειμένου να κρίνουν τι χρειάζεστε.
Τρίτον, αν σας πουν πως χρειάζεστε φάρμακα, μην τα φοβηθείτε, δεν είναι τόσο καταστροφικά όσο επιμένουν ορισμένοι. Αντιθέτως, βοηθάνε. Αν, δε, σας προτείνουν αγχολυτικά και δη εξαρτησιογόνα (όπως Xanax ας πούμε), μην πάρετε την πρωτοβουλία να αυξομειώσετε τις δόσεις μόνοι σας. Θα καταλήξετε να μην μπορείτε να ηρεμήσετε χωρίς αυτά, γι' αυτό θα πρέπει να ακολουθείτε κατά γράμμα το πρόγραμμα που ορίζει ο ψυχίατρος.
Τέταρτον, μη βιάζεστε να δείτε αποτελέσματα. Μπορεί κάποιοι να ισχυρίζονται πως είδαν άμεση αλλαγή, αλλά σας διαβεβαιώ πως η πλειονότητα εκείνων που παίρνουν κάποια αγωγή μπορεί να κάνουν και έναν μήνα για να αισθανθούν καλύτερα. Αλλά συμβαίνει, σας το εγγυώμαι.
Πέμπτον και βασικότερο, μην το βάζετε κάτω. Ποτέ. Θα βγείτε ατσαλωμένοι από την όλη διαδικασία, αρκεί να τηρείτε την αγωγή σας όσο χρειαστεί. Περιττό να πούμε πως για κάποιο διάστημα θα πρέπει να ξεχάσετε το αλκοόλ, προκειμένου να μεταβολίζετε σωστά τα φάρμακα. Και θα το δείτε, ακόμα κι αν υποτροπιάσετε και καταλήξετε να σκέφτεστε διάφορα, θα είστε σε θέση να αντιληφθείτε πως αυτά είναι αποκλειστικά σκέψεις του κεφαλιού και όχι η πραγματικότητα.
Η κατάθλιψη και η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή δεν είναι ταμπού, μιλάτε ελεύθερα γι' αυτήν. Κι αν κάποιος προσπαθήσει να σας βγάλει «ψυχάκια» ή κάτι τέτοιο, εθελοτυφλεί μπροστά στα δικά του προβλήματα. Εγγυημένα. Οπότε μην ντρέπεστε, σημεία των καιρών είναι και οι καιροί περνάνε. Το θέμα είναι να πυρπολήσουμε αυτά που επιμένουν να μας βασανίζουν και η αυτογνωσία είναι το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, όσο μελό και αν ακούγεται.
σχόλια