"I KNEW I WAS RIGHT" λεγόταν η αυτοβιογραφία της Julie Burchill της Βρετανίδας αρθρογράφου που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά με την αιρετική, πανκ δημοσιογραφία της, και ο τίτλος είναι ενδεικτικός της ψωνισμένης αλλά και γεμάτης δικαιολογημένη αυτοπεποίθηση ιδιοσυγκρασία της.
Στο βιβλίο, παρακολουθούμε το μικρό, σκληρό κορίτσι να δοκιμάζει τα πάντα, να χάνεται στη μουσική έγινε γνωστή αρχικά για τα άρθρα της στο NME, να κάνει ό,τι πιο αμφιλεγόμενο μπορεί και παρ' όλα αυτά να μην καίγεται με τίποτα. [Η αμφιλεγόμενη περίπτωσή της μπορεί σε κάποιον να θυμίσει κάτι ανάλογο της Μαλβίνας, κυρίως για το στακάτο γράψιμο, και το θάρρος.]
Την περίοδο που ζούσα στη Βρετανία και τη διάβαζα κάθε εβδομάδα στην εφημερίδα, η Μπέρτσιλ, που είχε χωρίσει και απ' τον δεύτερο άντρα της, τα έφτιαξε με την Σαρλότ Ρέιβεν, μια πολύ μικρότερη της γυναίκα και τα μίντια την κυνηγούσαν για μια φωτογραφία. Μετά τα έφτιαξε με τον αδερφό της Σαρλότ.
Μετά έκανε τη δήλωση: «Θα προτιμούσα να πάθω καρκίνο, παρά να παχύνω.» Μετά πάχυνε τρομερά. Μετά διοργάνωσε μια βραδιά για το φαν κλαμπ της στο ICA, ένα μεγάλο πάρτι στο οποίο την περιμέναμε μάταια να εμφανιστεί, καθώς φορούσαμε όλοι μάσκες με το πρόσωπό της.
Συνέχισε να πηγαίνει κόντρα σε όλους, συχνά χωρίς λογική, τη μία σούπερ φεμινίστρια, την άλλη αισχρά τρανσοφοβική. Ένας διάβολος με αγγελική φωνή μικρού παιδιού.
Aπλά, ακούστε τη φωνή.
Τώρα, στα 55 της, γράφει στους Sunday Times, και σήμερα μοιράστηκε κάτι εξαιρετικά προσωπικό.
«My boy Jack» τιτλοφορείται το άρθρο της για τον 29χρονο γιο της που πάλευε για χρόνια με την κατάθλιψη και τα ναρκωτικά, που συχνά μιλούσε για την αυτοκτονία και που τελικά αυτοκτόνησε πριν από λίγες μέρες.
Να μερικά αποσπάσματα (με δική μου, πρόχειρη μετάφραση):
«Κάποιος που δεν έχει φροντίσει για μεγάλη περίοδο κάποιον με σοβαρά ψυχικά προβλήματα, ζώντας μαζί του, δεν μπορεί καν να φανταστεί πώς είναι. Ναι, είναι αλήθεια πως πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μειώσουμε το στίγμα της ψυχικής νόσου. Αλλά όχι, δεν είναι το ίδιο με το να φροντίζεις κάποιον που έσπασε το πόδι του. Δεν μπορείς να "κολλήσεις" σπασμένο πόδι - ο ασθενής θα γιάνει. Όταν όμως είσαι ο βασικός φροντιστής κάποιου με ψυχική ασθένεια ρισκάρεις και τη δική σου ψυχική υγεία. Μπορείς να το κολλήσεις.
Ο γιος μου είχε περάσει τα τελευταία 10 χρόνια σε μια λούπα ελπίδας και απόγνωσης, ξεκινώντας και σταματώντας να παίρνει αντικαταθλιπτικά, από τότε που μπήκε στην κλινική αποτοξίνωσης Priory του Λονδίνου, στα 19 του.
Ο Τζακ δυστυχώς σταμάτησε να παίρνει τα αντικαταθλιπτικά του, έχοντας διαβάσει και πιστέψει κάτι ολιστικές χίπικες μαλακίες στο ίντερνετ σχετικά με τις πιθανές παρενέργειες. Την ίδια στιγμή βέβαια αυτό δεν τον εμπόδισε να καταναλώνει με τις χούφτες ναρκωτικά της συμφοράς απ' τους δρόμους.
Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να δίνουν με το ζόρι τα φάρμακα που βοηθούν στους ψυχικά ασθενείς - σε τέτοιες περιπτώσεις τα 'ανθρώπινα δικαιώματα' να πάνε να γαμηθούν. Πόσο γκροτέσκο που το κράτος νταντεύει τους μη-τρελούς και μας κάνει κήρυγμα και μας φορολογεί για ό,τι καταπίνουμε, αλλά αφήνει τους τρελούς να κάνουν ό,τι γουστάρουν!
Είχα να δω το γιο μου περίπου ένα χρόνο πριν πεθάνει. Πέρσι, είχε γράψει ένα γράμμα για τα συναισθήματά του -ο πατέρας του του το ζήτησε- κι ο Τζακ έδειξε μ' αυτό την φοβερή ιδιοφυΐα του, και την ακόμα φοβερότερη επιθυμία του να πεθάνει.
Προσπαθώντας να είμαστε πολιτικά ορθοί, κάνουμε το λάθος να παρουσιάζουμε όλους τους ανθρώπους με ψυχικές ασθένειες σαν μια πανομοιότυπη στρατιά δυνατών και γενναίων αγίων οι οποίοι απλώς πήγαν ένα βήμα παραπέρα. Κι όμως, μερικές φορές μπορούν να γίνουν τέρατα, ακριβώς όπως και οι μη ασθενείς, με τη διαφορά ότι αυτούς δεν επιτρέπεται να τους αποκαλέσουμε έτσι ή να τους κατηγορήσουμε γι' αυτό...
Ο πολύτιμος γιος μου, που κάποτε γυρνούσε σπίτι πεινασμένος επειδή είχε δώσει όλο το χαρτζιλίκι του σε άστεγους, αντί να αγοράσει φαγητό για τον ίδιο, τώρα μου έλεγε για τις επιθέσεις της 7/7 [τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας στο κέντρο του Λονδίνου που στόχευσαν και σκότωσαν απλούς περαστικούς]: "Υπάρχει κάτι πολύ κουλ σχετικά με το πόσο κουφές ήταν οι επιθέσεις αυτές!" Ήταν η ασθένειά του που μιλούσε φυσικά, αλλά και πάλι, σε τάραζε όταν το άκουγες...
Ο γιος μου μου κληροδότησε τον πόνο του, και είμαι ευγνώμων γι' αυτό. Ο πόνος είναι ό,τι μου έμεινε απ' αυτόν, οπότε φυσικά θα τον κρατήσω σφιχτά, καθώς όλοι προχωρούμε στο δύσκολο δρόμο μας, οι ζωντανοί και οι νεκροί μαζί για πάντα, σ' έναν σοσιαλισμό των ψυχών.
Μπορείς να κοιμηθείς τώρα αρκουδάκι μου, κι όταν ξυπνήσεις θα σου πω για άλλη μια φορά πόσο πολύ σ' αγαπάω, κι εσύ θα μου χαϊδέψεις το κεφάλι και θα μου πεις: "Επίσης, αλλά ήταν ανάγκη να κάνεις τόση επίδειξη όταν πέθανα; Ήταν απαραίτητες εκείνες οι προσευχές; Εκείνα που έβαλες στο Facebook; Εκείνο το άρθρο στους Sunday Times; Μπλιαχ!"»
σχόλια