Η επιστροφή της κατήχησης

Η επιστροφή της κατήχησης Facebook Twitter
Νομίζω πως ένας πρώην απολιτικός και «lifestyle» τύπος, που ανακαλύπτει ξάφνου την πάλη των τάξεων ή την οικολογική κρίση και τα δεινά της, έχει πολλές πιθανότητες να μετατραπεί σε φορτικό κατηχητή.
11

Ζούμε μια παράξενη συγκυρία. Από τη μια κυριαρχούν φιγούρες που ενσαρκώνουν την ηθική αναισθησία και μια ορισμένη τραχύτητα. Οι «τραμπισμοί» που σέρνονται εδώ κι εκεί φιλοξενούν την επιμονή στις χειρότερες πλευρές του παλιού κόσμου των διακρίσεων. Από την άλλη –και, συχνά, ως αντίπαλος λόγος– βλέπουμε να επιστρέφει η κατήχηση με αναγεννημένους πολιτικά καλλιτέχνες, πύρινους λόγους για την αδικία και νέου τύπου στρατεύσεις μέσα στην ποπ κουλτούρα.


Θέλω εδώ να διακρίνω την πολιτικά ευαίσθητη ματιά από το πνεύμα της κατήχησης. Η πολιτικά ευαίσθητη ματιά δεν είναι, κατ' ανάγκην, γεμάτη διδακτισμό, ούτε πρόθυμη να νεκραναστήσει την αφελέστατη σκηνή της συμπαντικής μάχης του Καλού με το Κακό. Οι νέες τάσεις προοδευτικής κατήχησης έχουν προφανώς κάτι από τον ζήλο του νεοφώτιστου. Νομίζω, για παράδειγμα, πως ένας πρώην απολιτικός και «lifestyle» τύπος, που ανακαλύπτει ξάφνου την πάλη των τάξεων ή την οικολογική κρίση και τα δεινά της, έχει πολλές πιθανότητες να μετατραπεί σε φορτικό κατηχητή. Άνθρωποι που έζησαν ανυποψίαστα τη φιλελεύθερη ηδονιστική φάση των χρόνων του 1990 ή τις μάλλον αδιάφορες για κοινωνικά ζητήματα στάσεις του ποπ μεταμοντερνισμού έχουν, σήμερα, την ευκαιρία και τον πειρασμό να εμφανιστούν ως κήρυκες της παγκόσμιας δικαιοσύνης.

Ο κίνδυνος για τις πνευματικές ελευθερίες είναι λοιπόν διπλός: οι ελευθερίες κινδυνεύουν από τη «λευκή» αντεπανάσταση και τα εκάστοτε προσωπεία της, τους λαϊκιστές της δεξιάς με τις ιεραρχικές, διαχωριστικές και συχνά ρατσιστικές τους οχυρώσεις. Οι ελευθερίες όμως υποφέρουν και από τους υπέρμαχους της εξέγερσης και της ηθικής μεταμέλειας, απ' όσους θέλουν τον δημόσιο λόγο, την επιστήμη ή και όλες τις τέχνες στην υπηρεσία μιας πολύ συγκεκριμένης ιδεολογικής έκκλησης.


Το μοτίβο παραπέμπει ίσως σε μια κρίση θρησκευτικότητας που αγγίζει τη ζωή κάποιων ανθρώπων που «έζησαν εν αμαρτία». Όταν ο Χοακίν Φίνιξ, παραλαμβάνοντας το Όσκαρ για τον Joker, ομολογεί με δάκρυα στα μάτια πως «ήταν κάθαρμα σε όλη του τη ζωή», φαίνεται να μιλάει στο όνομα αυτών των μαχητών της δικαιοσύνης που θέλουν να δείξουν ότι η ζωή τους αποκτά καινούργιο νόημα.


Θα πει κανείς: μα δεν είναι χίλιες φορές προτιμότερο αυτό το συναίσθημα (που θέλω να το θεωρώ γνήσιο και όχι άλλη μια θεατρικότητα της συμπονετικής, καπιταλιστικής μας βιομηχανίας) από το σύμπαν των νέων «κανιβάλων» και όσων στρουθοκαμηλίζουν μπροστά στα κοινωνικά δεινά των σύγχρονων συστημάτων εξουσίας; Προφανώς. Σε κάποια ζητήματα με επείγοντα χαρακτήρα είναι καλύτερος ο υπερβάλλων ζήλος από την αδιαφορία ή την τύφλωση.

Δεν μπορούμε όμως να κάνουμε πια σαν να αγνοούμε την Ιστορία και τα σκοτεινά της παραδείγματα. Η πολιτική ηθικολογία, τα διάφορα χαριτωμένα eat the rich, η εύκολη –καθότι αρεστή– προσφυγή σε ένα σχήμα του τύπου καταπιεστής-καταπιεζόμενος, όλα αυτά δεν προσφέρουν κανένα νέο βλέμμα στα πράγματα και στις κοινωνικές σχέσεις. Η σύγχρονη τέχνη πάσχει συχνά από διανοητική ξεραΐλα και έλλειμμα επικοινωνίας με τη σφαίρα των καθημερινών συναισθημάτων. Καταφεύγοντας, λοιπόν, σε μια επίπεδη και μελοδραματική πολιτικοποίηση, πολλοί δημιουργοί φαίνεται να πιστεύουν πως αποκτούν πρόσβαση στο κοινό, πως εξασφαλίζουν την περίφημη σύνδεση της τέχνης με τις κοινωνικές ανάγκες. Οι πολιτισμικές ελίτ είναι αυτή η πρωτοπορία αυτού του τμήματος της μεσαίας τάξης που θέλει να αποδείξει ότι αμάρτησε και ότι τώρα αφυπνίζεται για κάποιον καλό σκοπό. Έτσι συμβαίνει εδώ και χρόνια, σ' εμάς από το 2008 τουλάχιστον και ύστερα: ο πρώην καλτ πολιτισμικός εξωτισμός ξανασυστήνεται σε τέχνη του πολιτικού σχολίου και της κατακραυγής.

Όπως σε όλες τις εποχές αφύπνισης, ο κίνδυνος για τις πνευματικές ελευθερίες είναι λοιπόν διπλός: οι ελευθερίες κινδυνεύουν από τη «λευκή» αντεπανάσταση και τα εκάστοτε προσωπεία της, τους λαϊκιστές της δεξιάς με τις ιεραρχικές, διαχωριστικές και συχνά ρατσιστικές τους οχυρώσεις. Οι ελευθερίες όμως υποφέρουν και από τους υπέρμαχους της εξέγερσης και της ηθικής μεταμέλειας, απ' όσους θέλουν τον δημόσιο λόγο, την επιστήμη ή και όλες τις τέχνες στην υπηρεσία μιας πολύ συγκεκριμένης ιδεολογικής έκκλησης. Το κοινό ανάμεσα στους διαφορετικούς τύπους κατήχησης είναι ότι διεκδικούν πάντα να ελέγξουν το φρόνημα του δημιουργού, να εγκρίνουν το περιεχόμενο των έργων και τα συναισθήματα του κοινού.


Αν δούμε μάλιστα τις τάσεις στο μεγάλο κάδρο, η εποχή αυτή γνωρίζει έναν πρωτοφανή πολιτισμικό διχασμό. Το θέμα συζητείται τα τελευταία χρόνια και μάλιστα με αναλυτικό τρόπο. Υπάρχει, ας πούμε, ένας παραδοσιακός λαός που επιλέγει πάντα Σεφερλήδες και δεν σοκάρεται καθόλου από τα σεξιστικά συνθήματα των γηπέδων, την ιδέα των κλειστών συνόρων ή τα αρχέγονα στερεότυπα για διάφορες μειονότητες. Υπό όρους και τηρουμένων των αναλογιών αυτός ο παλαιός λαός αναγνωρίζει την κλασική διαίρεση ανάμεσα στην τέχνη που «ξεσκάς» και στα «κουλτουριάρικα» περιεχόμενα τα οποία τον αφήνουν αδιάφορο ή μπορεί και να τον θυμώνουν όταν εμφανίζονται ως προσβλητικά για τα θεία, για το έθνος και τις αξίες που θεωρούνται αυτονόητες.


Από την άλλη, βλέπουμε νέα προοδευτικά κοινά και δυνητικά έναν δεύτερο λαό που έχει περισσότερες δυνατότητες και ευκαιρίες να εκτιμήσει τη σύνθετη λογοτεχνία, το καλό σινεμά, το απαιτητικό θέατρο. Αυτός είναι όμως ο κόσμος που, στριμωγμένος ανάμεσα στις ταξικές ψευδαισθήσεις των γονιών του και τη μετριότητα του παρόντος, αρπάζεται από τη σανίδα σωτηρίας αυτών των νέων στρατεύσεων που δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Συχνά, ο «καινούργιος» λαός γελάει με τα γούστα και τις ιδέες που κυκλοφορούν στο άλλο, στο πιο παραδοσιακό κοινωνικό σώμα. Σαν να χωρίζονται με τείχη γλωσσικά και να στεγάζονται σε διαφορετικές χώρες μέσα στην ίδια πόλη και στην ίδια γειτονιά. Με τι υλικά, όμως, θα μπορούσαν να χτιστούν αισθητικές και συναισθηματικές γέφυρες μεταξύ των αποξενωμένων κόσμων; Δυστυχώς, οι αναγεννημένοι πολιτικά κατηχητές δεν μπορούν να συμφιλιωθούν με το γεγονός ότι συμβιώνουν με κάποιους ελάχιστα εξωτικούς και αφόρητα συνηθισμένους άλλους, τους «κυρ-Παντελήδες», έτσι όπως τους αποκαλούν οι υμνωδοί της εξέγερσης. Αλλά στο όνομα της θεραπείας από τον στενόμυαλο συντηρητισμό, η προοδευτική κατήχηση κινδυνεύει να γίνει το προσωπείο μιας νέας αλαζονείας.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Στήλες
11

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Χοακίν Φίνιξ: Ήμουν κάθαρμα όλη μου την ζωή - Νιώθω ευγνώμων που μου έδωσαν δεύτερη ευκαιρία

Φωτογραφίες- Βίντεο / Χοακίν Φίνιξ: Ήμουν κάθαρμα όλη μου την ζωή - Νιώθω ευγνώμων που μου έδωσαν δεύτερη ευκαιρία

Οικολογικά μηνύματα, μια ειλικρινής παραδοχή και ένας στίχος του αδερφού του Ρίβερ στην συγκλονιστική ευχαριστήρια ομιλία του Ρίβερ Φίνιξ όταν παρέλαβε το Όσκαρ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Θοδωρής Αντωνόπουλος / Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Αν θεωρήσουμε την ομοφυλοφιλία επάγγελμα, αξιότιμε κ. συνήγορε, τότε σίγουρα αυτό θα πρέπει να ενταχθεί στα βαρέα ανθυγιεινά. Τουλάχιστον για όσο μπορούν να δηλητηριάζουν τον δημόσιο λόγο κακοποιητικές απόψεις, αντιλήψεις και πρακτικές, σαν αυτές που είτε εκφέρετε είτε ενθαρρύνετε.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος / Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Αντί να διαφωνήσουμε για το ένα ή το άλλο θέμα, όπως και είναι θεμιτό και αναμενόμενο σε μια δημοκρατία διαλόγου, το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε είναι να εξευτελιζόμαστε οι ίδιοι και να εξευτελίζουμε τους άλλους, ωσάν να ήταν οι χειρότεροι εχθροί μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
O βούρκος των ημερών

Στήλες / O βούρκος των ημερών

Σήμερα: Μηνύματα στο αλεξίπτωτο • • • βουλευτική ηπιότητα • • • περιβαλλοντικη καταστροφή στο Ισραήλ • • • δύσκολες μέρες για τον Μακρόν • • • εμβολιαστική ευνοιοκρατία • • • ένας γενναιόδωρος πρώην οδηγός νταλίκας • • • η περιπέτεια της «μυστικής ομιλίας»
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Αρετή Γεωργιλή / Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Γιατί όλη αυτή η πολιτική χυδαιότητα που αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από το πραγματικό πρόβλημα και στρέφει τη συζήτηση σε μια στείρα κομματική αντιπαράθεση, στις πλάτες όλων αυτών των παιδιών, που το μόνο που ζητούν είναι δικαίωση και γαλήνη;
ΑΡΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΛΗ
Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Τι διαβάζουμε σήμερα: / Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Σήμερα: Τα Ζεν της Βαϊκάλης • • • νίκη μεγαλοψυχίας • • • η βία δεν πτοεί (ακόμη) τους Βιρμανούς • • • μια πρώτη δικαίωση • • • οι επίμονοι Ινδοί αγρότες • • • δημοκρατία και πίτσα • • • ένας τιτάνας
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

5 σχόλια
Το θέμα μπορεί να το δει κανείς και ανάποδα από ότι παρουσιάζεται. Η ηθικολογία και η αλαζονεία υπάρχει και απέναντι, ενίοτε μάλιστα – αν όχι συνήθως– κυρίως απέναντι. Γίνεται φανερή στην "λευκή" αντίδραση απέναντι σε κάθε απόπειρα άρθρωσης του όποιου προβληματισμού ξεφεύγει από τα ιεραρχικά, διαχωριστικά και ρατσιστικά οχυρά, ειδικά όταν ο ομιλών είναι πλούσιος, διάσημος, προνομιούχος, ένα "υπερεκτιμημένο" μέλος του κόσμου του θεάματος, ένας "ανέξοδος μαϊντανός του ανθρωπισμού" που "ζει μέσα σε μία φούσκα", συνεπώς μη έχων το δικαίωμα αναφοράς στα σύγχρονα προβλήματα – όπως και όλοι οι υπόλοιποι άλλωστε που συμμερίζονται λίγο – πολύ τους ίδιους προβληματισμούς. "Άσε μας κουκλίτσα μου" είναι πάνω – κάτω η επωδός, είτε απευθύνεται στην Λένα Χίντεϊ, είτε στον Ρίτσαρντ Γκιρ, είτε στον Χοακίν Φοίνιξ, είτε σε οποιονδήποτε άλλον. "Να τους πάρεις σπίτι σου τους μετανάστες", "δεν θα νοιώθουμε ενοχές επειδή μας αρέσουν οι μπριζόλες", "γίνατε όλοι ευαίσθητοι επειδή είναι μόδα", και άλλα τέτοια. Άνθρωποι απαξιώνονται για την εξ ορισμού "υποκριτική" ευαισθησία και τον συναισθηματισμό που επιδεικνύουν "μόνο και μόνο για να γίνουν αρεστοί" και για να αποκτήσουν "fan base" (λες και αποκλείεται να υπάρχει άλλος, βαθύτερος λόγος), την ίδια στιγμή που οι υποστηρικτές των πιο μαύρων αγκυλώσεων επενδύουν σε συναισθηματισμούς για να "ευαισθητοποιήσουν" (δηλαδή για να χειραγωγήσουν) την κοινή γνώμη κατά των αμβλώσεων, κατά των νόμων και των κανόνων που δεν τους είναι αρεστοί – how convenient! Κάθε διαφορετική άποψη, κάθε διεκδίκηση βαφτίζεται ως το απόλυτο κακό, ως αριστερή, ακροαριστερή, νεοκομμουνιστική, νεομαρξιστική, αναρχική και ότι άλλο προαιρείσθε, και ζητείται ακόμη και ευθέως φίμωση και λογοκρισία, ακόμη και ονειρώξεις απελάσεων έχουν μερικοί, για να σωθεί η πλειοψηφία από τον "κίνδυνο". Ολόκληρες κοινωνικές ομάδες είναι σαν να μην υπάρχουν, μάλλον επειδή κάποιοι θα προτιμούσαν όντως να μην υπάρχουν.Η ηθικολογία και η αλαζονεία δεν είναι αποκλειστικότητα της "προοδευτικής κατήχησης" μιας ανανήψασας από τις ασωτίες πολιτισμικής ελίτ που όντως, σε μερικές περιπτώσεις μοιάζει να καβαλά το κύμα της εποχής που δυσαρεστεί τον παλαιό κόσμο – so what, σκέφτομαι εγώ, κάπως έτσι συμβαίνει μερικές φορές, κάποιοι ξεκινούν, κάποιοι ακολουθούν, άλλοι διστακτικά, άλλοι με τον ζήλο του νεοφώτιστου, the more, the better. Η κατήχηση, η ηθικολογία και η αλαζονεία υπάρχουν, κυρίως, αλλού. Και αν κάποιοι τρομάζουν με τον Χοακίν και την Γκρέτα, κάποιοι άλλοι τρομάζουν με εκείνους που τους κράζουν επειδή είναι ο Χοακίν και η Γκρέτα. Και δεν αναφέρομαι φυσικά στον αρθρογράφο.
Άλλη μια επίκαιρη και σε όλα της άρτια τοποθετηση για τον διχασμό του καιρού μας που διαπερνάει, όντως, κράτη και γειτονιές - μπράβο!Το θεμα θίγεται με αναπαντεχο Finale και απο τον Τούρκο σκηνοθέτη Νουρι Μπιλγκερ Τσεϊλαν στην βραβευμενη Ταινία του „Κάποτε στην Ανατολια“
Εμενα ολοι αυτοι οι με τρομαζουν πολυ πιο πολυ απ’τον Τραμπ, την ακρα δεξια κ.ο.κ. Ο τελευταιος ειναι πιγμενη Αμερικανοβλαχια. Αντιθετα το γυρισμενο απ’την οργη ματι και και ο ζηλος του καθε Χοακιν, της καθε Γκρετας και του καθε SJW ειναι κατι που ερχεται απο τα πολυ πολυ παλια. Ειναι θεμα χρονου το ποτε θα αρχισουν να καινε τους αιρετικους και να σφαζονται μεταξυ τους για το ποιος ειναι ο πιο αγνος
Μάλιστα. Ο ακροδεξιός πρόεδρος της Αμερικής, ο οποίος έχει τους κωδικούς των πυρηνικών όπλων σε τρομάζει λιγότερο από έναν ηθοποιό του κινηματογράφου και μια 17χρονη που λέει ότι πρέπει να χαλάμε λιγότερα πλαστικά.Λογικό.
Ναι γιατί οι πολλοί εκλέγουν τον έναν. Και υπάρχει πολύ βαθιά διείσδυση της μπούρδες πλέον.Σαν την τροτσκίστρια, ψηφοφόρο ΚΚΕ, αοιδό με τα ηδυπαθή άσματα και μεταπτυχιακό στην ψιμυθιολογία. Που περιμένει τον Μέγα Ηγέτη να βγει στο βουνό.
«(...)στριμωγμένος ανάμεσα στις ταξικές ψευδαισθήσεις των γονιών του(...)»Η ταξική προέλευση δεν είναι καθόλου «ψευδαίσθηση». Είναι μια συγκεκριμένη, απτή πραγματικότητα, τη σκληρότητα της οποίας -ανεξάρτητα από τις φιλελεύθερες δοξασίες και όνειρα- κάποιοι τη ζούμε από τότε που γεννιόμαστε. «(...)εύκολη –καθότι αρεστή– προσφυγή σε ένα σχήμα του τύπου καταπιεστής-καταπιεζόμενος(...)»Εδώ τι προσπαθεί να μας πει ο συντάκτης; Ότι έχουμε όλοι κοινές αφετηριες, κοινά συμφέροντα; Κοινές επιδιώξεις; Ένα μάτσο γίναμε ούλοι αφέντες-δούλοι; Λυπάμαι, αλλά η πραγματικότητα γύρω μας επιβάλλει άλλη ανάλυση. ΔΕΝ είμαστε όλοι το ίδιο. Και οι υπέρμαχοι του καπιταλισμού φροντίζουν ώστε να μην αλλάξει ποτέ αυτό.Σύμφωνοι, οι μεγάλες ιδεολογίες του παρελθόντος έφεραν μεγάλες δυστυχίες, πόλεμο και διχασμό. Αλλά αυτό ισχύει και για τον κομμουνισμό και για τον ναζισμό, και για τον εθνικισμό, και για τις θρησκείες και για τον καπιταλισμό. Συνήθως αυτοί που λένε όμως ότι είναι ενάντια στις μεγάλες αφηγήσεις εννοούν αποκλειστικά τις πρώτες δύο, ενώ αγκαλιάζουν τις υπόλοιπες, διαπράττοντας λογικο σφάλμα. Το πολυδιαφημισμένο «Τέλος της Ιστορίας» δεν ήταν ένα μανιφέστο ενάντια στις μεγάλες αφηγήσεις, αλλά ένας πανηγυρικός για την ολοκληρωτική νίκη του καπιταλισμού και του δόγματος «Δεν Υπάρχει Εναλλακτική». Η Κρίση επανέφερε στο προσκήνιο το γεγονός ότι αυτό είναι μια ψευδαισθηση. Ψευδαίσθηση βέβαια μόνο για αυτούς που ανήκαν στη λεγόμενη μεσαία τάξη. Οι πιο φτωχοί ποτέ δεν βιώσαμε την υποτιθέμενη ευμάρεια του 90-2000.
Η προοδευτική κατήχηση ΕΧΕΙ γίνει το προσωπείο μιας νέας αλαζονείας.Η "λευκή" αντεπανάσταση είναι ΑΝΤΙδραση στην επί 60 χρόνια επανάσταση, ή πιο σωστά, επαναστατικότητα που βιώνει ο δυτικός κόσμος. Τα τελευταία δε 30 χρόνια ο αντίλογος δεν εισακούεται καν. Βαφτίζονται όλα συλλήβδην ακροδεξιά, φασιστικά κτλ και επέρχεται φίμωση, κοινωνική λογοκρισία. Κάνουμε σαν ολόκληρα τμήματα της κοινωνίας να μην υπάρχουν. Όσο επέρχεται φίμωση τόσο πιο ακραίες φωνές θα ακούγονται για να επιβιώσουν της φίμωσης. Είναι ακριβώς αυτό που έλεγε ο στρατηγός Αραφάτ τέλη της δεκαετίας του 80. "Μιλάτε μαζί μου γιατί αν πέσω εγώ θα έρθουν άλλοι πιο ακραίοι". Όπερ και εγένετο. Έπεσε η Φατάχ και ήρθε η Χαμάς.Επί της ουσίας η πόλωση βαθαίνει. Και όταν η πόλωση βαθαίνει δεν επενδύεις σε συναισθήματα και συναισθηματισμούς. Αυτά μόνο κι άλλη πόλωση φέρνουν. Επενδύεις σε θεσμούς, νόμους, κανόνες. Αλλά τι να πουν αυτές οι λέξεις σε ένα κοινό που διψάει για αίμα στην αρένα των social media; Για εύκολους κακούς και εύκολους καλούς σαν τους Άθλιους του Βίκτορος Ουγκώ; Που να εξηγήσεις ότι η πραγματικότητα είναι λίγο πιο σύνθετη από αυτό που περιέγραφε ο Ουγκώ. Που να εξηγήσεις ότι ο Ουγκώ ήταν ρομαντικός και ότι το κίνημα του ρομαντισμού, που βάφτιζε απόλυτα καλά και απόλυτα κακά, έφερε τον ναζισμό;Που να τα πεις αυτά και να μην σου κρεμάσουν κουδούνια;