Την υποστήριξή του εξέφρασε το Βρετανικό Μουσείο στη διάταξη που προστέθηκε στο κείμενο της διαπραγματευτικής εντολής της ΕΕ για τη δεύτερη φάση του Brexit για την αντιμετώπιση «ζητημάτων που αφορούν στην επιστροφή ή αποκατάσταση παρανόμως αφαιρεθέντων πολιτιστικών αντικειμένων στις χώρες προέλευσής τους».
Εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου επισήμανε ότι η διάταξη εκλαμβάνεται ως αναφορά αποκλειστικά σε περιπτώσεις αρχαιοκαπηλίας και παράνομου εμπορίου πολιτιστικών θησαυρών και ουδόλως στα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Ειδικότερα η εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου σε δήλωσή του στο ΣΚΑΪ ανέφερε συγκεκριμένα «Το Βρετανικό Μουσείο καλωσορίζει αυτή την εντολή η οποία αντανακλά τη σύμβαση της UNESCO του 1970, με την οποία το Μουσείο συμμορφώνεται. Το Βρετανικό Μουσείο είναι προσηλωμένο στην καταπολέμηση του εμπορίου παρανόμων αρχαιοτήτων σε όλο τον κόσμο.
»Από το 2009 το Βρετανικό Μουσείο έχει ταυτοποιήσει και επιστρέψει πάνω από 2.400 αρχαιότητες από όλες τις περιόδους οι οποίες είχαν ανασκαφεί παρανόμως σε τοποθεσίες στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και στο Ουζμπεκιστάν και είχαν διακινηθεί στο εξωτερικό, αλλά κατασχέθηκαν και ερευνήθηκαν από τη βρετανική συνοριοφυλακή, τις βρετανικές τελωνειακές αρχές και τη Μητροπολιτική Αστυνομία», ανέφερε η εκπρόσωπος.
Ανάλογες ήταν και οι δηλώσεις του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, Χάρτβιχ Φίσερ το πρωί της Τετάρτης στο ραδιόφωνο του BBC.
Υπενθυμίζεται ότι στη διαπραγματευτική εντολή, η οποία καθορίζει τους στόχους και τις κόκκινες γραμμές των Βρυξελλών, προστέθηκε επιπλέον ένα άρθρο που καλεί τα μέρη να «αντιμετωπίσουν τα ζητήματα που αφορούν την επιστροφή ή την απόδοση στη χώρα προέλευσης πολιτιστικών αγαθών που απομακρύνθηκαν παράνομα».
Σημειώνεται ότι το άρθρο αυτό προστέθηκε κατόπιν αιτήματος της Ελλάδας, με την υποστήριξη της Κύπρου και της Ιταλίας, ανέφερε μια ευρωπαϊκή πηγή στο το ΑΠΕ-ΜΠΕ ενώ διπλωματική πηγή αναφέρει ότι δεν έχει σε τίποτα να κάνει» με την ελληνο-βρετανική διαμάχη για τα Γλυπτά του Παρθενώνα, που εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.
Η οδηγία αυτή ορίζει το μηχανισμό με τον οποίο ένα κράτος-μέλος πρέπει να επιστρέψει σε ένα άλλο κράτος-μέλος κλεμμένους μετά από την 1/1/1993 πολιτιστικούς θησαυρούς.
Μετά από τα πολλά δημοσιεύματα στο βρετανικό Τύπο που έσπευσαν να συνδέσουν τη διάταξη με δυνητική αξίωση περί επιστροφής των Γλυπτών μέσω του Brexit, η βρετανική κυβέρνηση κατέστησε σαφές για ακόμα μία φορά ότι δε θεωρεί πως το νομικό καθεστώς των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι υπό αμφισβήτηση.
Κληθείς, παρόλα αυτά, να σχολιάσει την κίνηση της ΕΕ και τα δημοσιεύματα, εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης ανέφερε: «Η ΕΕ ακόμα οριστικοποιεί την εντολή της - είναι ακόμα σε μορφή σχεδίου. Η θέση του Ηνωμένου Βασιλείου επί των Γλυπτών του Παρθενώνα παραμένει απαράλλαχτη: αποτελούν νομική ευθύνη του Βρετανικού Μουσείου. Αυτό δεν υπόκειται σε συζήτηση ως μέρος των εμπορικών μας διαπραγματεύσεων».
Ερωτηθείς, εξάλλου, κατά τη συνέντευξή του στο ραδιόφωνο του BBC για τους λόγους για τους οποίους τα Γλυπτά δεν επιστρέφονται από το Βρετανικό Μουσείο στην Αθήνα ώστε να επανενωθούν, ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου επανέλαβε τη θέση του ιδρύματος ότι τα Γλυπτά στο Λονδίνο προσφέρουν μια καλύτερη κατανόηση της «ελληνικής τέχνης, ιστορίας και πολιτισμού» καθώς και του «παγκόσμιου πολιτισμού». Ο κ Φίσερ, υπερασπίστηκε δε την κατά το Μουσείο νόμιμη απόκτησή τους τον 19ο αιώνα.
σχόλια