Ο Τζόνι δε Γκαν –ξέρεις, ο τύπος που φοράει λευκό, στενό σορτς με μούσι και πουλάει πλεκτά σάλια– με κοίταξε σαν να με αναγνώριζε από κάπου, ίσως από τότε που αγόρασα το σάλι των δέκα ευρώ με την τρύπα, κι έκανε το εξής: με βούτηξε με τα δύο χέρια και με φίλησε στο στόμα, στο κέντρο του μπαρ, μέρα μεσημέρι.
Λοιπόν, ο Τζόνι δε Γκαν δεν είναι γκέι. Και δεν φιλάει άσχημα – έχει πάθος. Ποιος το περίμενε, από έναν άντρα με μούσι. Οι τρίχες του γαργαλούσαν τη μύτη μου μαζί με μια ανεπαίσθητη μυρωδιά προχθεσινής πίτσας.
Γύρισα την πλάτη και απομακρύνθηκα ρομποτικά, καθώς το ραδιόφωνο στο κεφάλι μου έπαιζε: «Listen, sister, don’t date a hipster». Μετά σκέφτηκα να επιστρέψω, μήπως μ’ αρέσει. Τον φαντάστηκα να με κολλάει στον τοίχο μπροστά στον κόσμο και να μου κατεβάζει την μπλούζα για να μου φορέσει μία από τις δικές του. Το μούσι του, με ό,τι είχε περισυλλέξει από το μεσημεριανό –ψίχουλα, λάδια, κομματάκια τυριού– να χώνεται και να μου γρατζουνάει τον λαιμό.
Πρόσεξα ότι κι άλλοι είχαν μούσια. Τόσο οι εντελώς μοδάτοι, όσο και οι νορμάλ. Φαίνεται ότι, ενώ έλειπα για καλοκαίρι, οι άντρες στην Αθήνα εξέτρεφαν με ευλάβεια κανονικά, φροϋδικά, μαρξιστικά, χίπικα, φουντωτά, παπαδίστικα μούσια. Μούσια στα οποία αρχετυπικά μπορείς να αναζητήσεις κύρος, ασφάλεια, ψυχανάλυση, πνευματικότητα, υπολείμματα κομμουνισμού αλλά και τροφών, σε περίπτωση ασιτίας. Μούσια που υπόσχονται αρρενωπότητα: μούσια νουβόμάτσο, ιδιοκτησία μόνο των άλφα-αρσενικών.
Μούσια που προσφέρουν πατρική στοργή, αν σου λείπει. Μούσια που θέλουν να προσελκύσουν γκόμενες που αναζητούν το χιπ – ή απλώς λίγη θέρμανση για τον χειμώνα, όταν, άστεγες πλέον, θα κουρνιάζουμε δίπλα τους στο παγκάκι, ευχόμενες να μεταμορφωνόταν ο διπλανός σε αρκούδα με ολόσωμη, μαλακή τριχιά.
Η γενειάδα συμβολίζει είτε προσωρινή παραίτηση είτε αυτοπεποίθηση τύπου «αυτός είμαι στη φυσική μου μορφή». Μέχρι τώρα μόνο ο Μαρξ μας το θύμιζε. Πια, έχουμε και ζωντανά παραδείγματα λυκανθρώπων: αν ο Ντάγκλας Κόπλαντ, που είναι και γκέι, έχει γενειάδα μέχρι το κλειδοκόκαλο, κάποιος λόγος θα υπάρχει. Μια εξελικτική θεωρία λέει ότι το μούσι απωθεί αντίπαλους και προσελκύει γυναίκες. Καθώς το χαϊδεύεις, το δημόσιο IQ σου ανεβαίνει κατακόρυφα – μπορεί δηλαδή να είναι και φαλλικό υποκατάστατο. Βασικά, όμως, υπαινίσσεται ατελείωτη διανόηση, που δεν αφήνει χρόνο για ξυράφι. Απορημένες γυναίκες κάθε σχήματος συρρέουν στον μουσάτο για σοφία, απαντήσεις σε κρισιακά ή εύρεση πάρκινγκ.
Θυμάμαι τον πρώην μου, τον ά-μουσο αρχιτέκτονα, να λέει ότι η τρίχα είναι βιοκλιματικό υλικό, σαν την πέτρα, που προσφέρει ζέστη τον χειμώνα και κρύο το καλοκαίρι. Ε, να αρχίσουμε κι εμείς να καλλιεργούμε τρίχες – όσο μπορούμε οι ανοιχτόχρωμες: λίγο θάμνο εδώ, λίγη φούντα εκεί, λίγο πούσι ράιοτ παραπέρα. Ίσως είναι ώρα οι άντρες να απεξαρτηθούν από τo εξονυχιστικά ξυρισμένo πούσι – τι μάτσο μουσάτος είσαι, αν δεν αντέχεις μερικές τρίχες παραπάνω; Μέρες που είναι, η φούντα θα χρειαστεί. Διότι η άλλη κατηγορία γενειοφόρων, οι λυκάνθρωποι, που βρίσκονται πεταμένοι στις άκρες του δρόμου, δεν είναι νεομουσάτοι. Είναι σκέτοι, ντεμοντέ νεο-άστεγοι.
σχόλια