Απαντήσεις σε πάγια ζητήματα, αλλά και σε εύλογα ερωτήματα που δημιούργησε η παύση της από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, επιχείρησε να δώσει μέσα από συνέντευξη της, η πρώην πρόεδρος του Ταμείου, Ασπασία Λούβη, αφήνοντας παράλληλα αιχμές για την κατάσταση «ομηρίας» στην οποία βρίσκεται η υπουργός Πολιτισμού, Λυδία Κονιόρδου.
Σύμφωνα με εκτενή συνέντευξη της ιδίας στην «Καθημερινή» και απαντώντας στα περί καθυστερήσεων έκδοσης του ηλεκτρονικού εισιτηρίου για τους αρχαιολογικούς χώρους, «η επίλυση όλων των μεγάλων θεμάτων του ΤΑΠ, συνδέεται με τον καινούργιο Οργανισμό λειτουργίας. Χωρίς αυτόν, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει. Εμείς, ως Δ.Σ., είχαμε έτοιμο τον νέο Οργανισμό από τον Ιούνιο του 2016, όταν και τον παραδώσαμε στον τότε υπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά. H κ. Κονιόρδου παρέλαβε την επεξεργασμένη από αυτόν μορφή του Οργανισμού, αλλά αποφάσισε να τον κρατήσει στα συρτάρια της».
Όπως αναφέρει η ίδια, τη μη λειτουργία του νέου οργανισμού την αποδίδει στην «επανειλημμένη απαίτηση των αρχαιοφυλάκων να μη μεταφερθεί η πληρωμή των υπερωριών τους στο υπουργείο Πολιτισμού, παρ' όλο που αυτά τα χρήματα βάσει του νέου Οργανισμού θα συνεχίσουν να προέρχονται από το ΤΑΠ». Στην ερώτηση δε για το αν ο νέος οργανισμός προέβλεπε αυτή τη μεταφορά, η κα Λούβη είναι κατηγορηματική: «Ναι, και αυτή ήταν η μεγάλη μας διαφωνία με την κ. Κονιόρδου. Υποχώρησε στο αίτημα των αρχαιοφυλάκων. Ολη η δουλειά που έγινε, πραγματοποιήθηκε με την πολιτική κάλυψη δύο υπουργών της ίδιας κυβέρνησης, του Νίκου Ξυδάκη και του Αριστείδη Μπαλτά. Εμείς, ως Δ.Σ., δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι θα έρθει ένας τρίτος υπουργός που δεν θα έχει τον ίδιο στόχο της εξυγίανσης και του εκσυγχρονισμού του Ταμείου. Αν λοιπόν αυτό είναι το σφάλμα μας, έκανε πολύ καλά που μας έδιωξε η υπουργός».
Όταν προκύπτει το ερώτημα για το αν υπάρχει η αίσθηση ότι η υπουργός είναι όμηρος συγκεκριμένων συμφερόντων και πάλι η πρώην πρόεδρος του ΤΑΠ, απαντά: «Έχω πολύ σοβαρές ενδείξεις για ορισμένα πράγματα. Θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι: Ο Οργανισμός που φτιάξαμε δεν μπορεί να μπει σε εφαρμογή αύριο το πρωί. Είναι όμως η βάση για την ανανέωση του TAΠ σε βάθος χρόνου για να αποκτήσει το Ταμείο ένα σύγχρονο προφίλ, ώστε να εισπράττει και να πουλάει υπέρ του Δημοσίου, δηλαδή του υπουργείου Πολιτισμού. Στο υπουργείο φοβάμαι ότι υπάρχει μερίδα υπαλλήλων που έχει βολευτεί θαυμάσια με το κάρβουνο που έκαιγε το ΤΑΠ, αφού έχει παγιωθεί ένα όχι απολύτως θεσμικά προβλεπόμενο καθεστώς λειτουργίας του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων. Δηλαδή: Mέχρι σήμερα το 40% των εισπράξεων του ΤΑΠ αποδίδεται στο υπουργείο για τις λειτουργικές ανάγκες των Εφορειών Αρχαιοτήτων σε όλη την Ελλάδα. Ένα τμήμα από τα υπόλοιπα έσοδα έχει μεταγγιστεί σε διάφορους κωδικούς πληρωμών του ΤΑΠ και όχι του υπουργείου, χωρίς αυτοί οι κωδικοί να αφορούν τη λειτουργία του ΤΑΠ. Κωδικός πληρωμής είναι τα εξαιρέσιμα, δηλαδή οι υπερωρίες των αρχαιοφυλάκων, που είναι υπάλληλοι του ΥΠΠΟΑ, κωδικός πληρωμής είναι και το Ταμείο Αλληλοβοήθειας και διάφορα άλλα κονδύλια που φτάνουν από το υπουργείο Πολιτισμού στο ΤΑΠ με τη μορφή σχεδόν εντολών πληρωμής, τις οποίες δεν έχουμε την αρμοδιότητα να τις ελέγξουμε. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, έχει διαπιστωθεί ότι, προφανώς διαχρονικά, έλεγχος δεν γινόταν από το υπουργείο».
Ακόμη, για το θέμα του «φιλέτου» των αναψυκτηρίων σε αρχαιολογικούς χώρους, η κα Λούβη καταγγέλλει ακόμη και τον ξυλοδαρμό ανθρώπου, ο οποίος προσπάθησε να λάβει μέρος στον εν λόγω διαγωνισμό και τελικώς αναγκάστηκε να αποσυρθεί. Όπως λέει, «καταλάβαμε λοιπόν ότι πρέπει να γίνει διαγωνισμός και να ανοίξει η βεντάλια. Πρέπει να σας πω ότι έχω στο αρχείο μου έγγραφο ανθρώπου, ο οποίος στο παρελθόν προσπάθησε να πάρει μέρος στον διαγωνισμό και καταγγέλλει ότι υπέστη ξυλοδαρμό προκειμένου να αποσυρθεί. Επίσης, υπάρχουν μισθωτές αναψυκτηρίων, που ενώ έχουν καταφέρει μέσω της δικαστικής οδού να μειώσουν το μίσθωμα, δεν το καταβάλλουν ποτέ. Ολοι κόπτονται, δήθεν, για τα έσοδα από τα αναψυκτήρια του ΤΑΠ, τα οποία όμως είναι ελάχιστα. Ξέρετε γιατί; Γιατί το ΤΑΠ αναγκάζεται να προβαίνει σε καταλογισμούς όλων αυτών που δεν πληρώνουν τα μισθώματα και φυσικά μετά τον καταλογισμό αναλαμβάνει η οικονομική εφορία. Αυτά τα χρήματα όμως έχουν χαθεί διά παντός από το ΤΑΠ».
Με στοιχεία από την «Καθημερινή»