Ο Τζορτζ Στάινερ, ο πολυμαθής κριτικός λογοτεχνίας πέθανε σήμερα σε ηλικία 90 ετών, στο σπίτι του στο Κέμπριτζ της Αγγλίας.
Κατά τη διάρκεια της σπουδαίας πορείας του, δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία σε κορυφαία πανεπιστήμια και ασχολήθηκε με μία σειρά φιλοσοφικών θεμάτων όπως οι απαρχές του λόγου, η ηθική δύναμη της λογοτεχνίας και το μέλλον της αλήθειας. Τον θάνατο του γνωστοποίησε ο γιος του, Δρ. Ντέιβιντ Στάιντερ.
Ο Τζορτζ Στάινερ γεννήθηκε το 1929 στο Παρίσι από Εβραίους γονείς αυστριακής καταγωγής. Η οικογένειά του μετανάστευσε στην Αμερική το 1940 και, ήδη από τα πρώτα του παιδικά χρόνια, μιλούσε τρεις γλώσσες. Σπούδασε στα πανεπιστήμια του Σικάγο, του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης με υποτροφία Rhodes. Αργότερα, δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία στα πανεπιστήμια του Κέμπριτζ, της Γενεύης και της Οξφόρδης και, ως κριτικός λογοτεχνίας, συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της εποχής.
Πρώτο του βιβλίο ήταν η μελέτη «Τολστόι ή Ντοστογιέφσκι» (1958) ενώ ακολούθησαν τα έργα «Ο θάνατος της τραγωδίας», «Γλώσσα και σιωπή» και «Στο κάστρο του Κυανοπώγωνα: Σημειώσεις για τον επαναπροσδιορισμό της κουλτούρας». Λογοτέχνης, δάσκαλος, λόγιος και κριτικός, διαδέχθηκε τον Έντμουντ Γουίλσον στον New Yorker, όπου έγραφε αδιάλειπτα από το 1966 έως το 1997, εντυπωσιάζοντας και προκαλώντας με την γκάμα αλλά και με την ιδιαιτερότητα των λογοτεχνικών του αναφορών.
«Με εκπλήσσει, όσο κι αν φαίνεται αφελές σε άλλους, ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις τον ανθρώπινο λόγο τόσο για να αγαπήσεις, να δημιουργήσεις και να συγχωρέσεις, όσο και για να βασανίσεις, να μισήσεις, να καταστρέψεις και να εξαφανίσεις», έγραφε στο βιβλίο του "Grammars of Creation".
Στο «Τολστόι ή Ντοστογιέφσκι» παρατηρούσε πως «η παλιά κριτική γεννιέται από τον θαυμασμό. Κάποιες φορές απομακρύνεται από το κείμενο για να εξετάσει τον ηθικό σκοπό του. Ερμηνεύει την λογοτεχνία σαν κάτι που δεν υπάρχει σε απομόνωση, αλλά στο κέντρο των ιστορικών πολιτικών ενεργειών. Πάνω από όλα, η παλιά κριτική είναι φιλοσοφημένη στην γκάμα και στο ταμπεραμέντο της».
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, παρέμεινε σταθερός σε αυτό το «άρθρο της πίστης», σχολιάζουν οι New York Times, κάνοντας αναφορά στο πλατύ πεδίο της έρευνάς του - από τον Χάιντεγκερ και την ελληνική τραγωδία, ως το σκάκι και την λογοτεχνική μετάφραση. Άλλα έργα του είναι: «Μετά τη Βαβέλ», «Περί δυσκολίας», «Αξόδευτα πάθη», «Γραμματικές της δημιουργίας» και η σύντομη αυτοβιογραφία του "Errata". Το 1994 είχε πει για την υστεροφημία του στο The Paris Review: «Θα ήθελα να με θυμούνται ως έναν καλό δάσκαλο ανάγνωσης».
Με πληροφορίες από New York Times
σχόλια