Το 2020 λόγω της πανδημίας πολλές κινηματογραφικές αίθουσες αναγκάστηκαν να παραμεινουν κλειστές. Θα καταφέρουν να επιβιώσουν; Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία 125 χρόνια το σινεμά αντιμετώπισε επιτυχώς πολλές κρίσεις.
Το 1895, τα μέσα ενημέρωσης δεν είχαν ανταποκριθεί καν στην πρόκληση των πρωτοπόρων διοργανωτών. Πολλοί περαστικοί είχαν αρνηθεί επίσης να παρακολουθήσουν την πρώτη δημόσια κινηματογραφική προβολή στο υπόγειο του παριζιάνικου Grand Café. Το εισιτήριο κόστιζε ένα φράγκο. Με αυτό μπορούσε να δει κανείς 10 ταινίες μικρού μήκους, με τη συνολική διάρκειά τους να μην ξεπερνά τα 20 λεπτά.
Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895, πλην του οραματιστή κινηματογραφιστή Ζορζ Μελιέ, παρόντες ήταν άλλοι 32 θεατές. Μετά το τέλος της πρώτης, στον κόσμο, προβολής όλοι οι παρευρισκόμενοι ήταν «άναυδοι, εντυπωσιασμένοι και απίστευτα έκπληκτοι». Η επιτυχία ήταν πρωτοφανής.
Λόγω πανδημίας τα φετινά 125α γενέθλια του κινηματογράφου δεν γιορτάστηκαν από τους σινεφίλ με τη συνήθη λάμψη και τα αφιερώματα και φεστιβάλ που είχαν γίνει, για παράδειγμα, προ 5ετίας, όταν το σινεμά έσβησε 120 κεράκια. Τότε το Grand Palais του Παρισιού είχε τιμήσει με μια εντυπωσιακή έκθεση το έργο και τη συνεισφορά των αδελφών Λουί και Ογκίστ Λιμιέρ, οι οποίοι θεωρούνται οι εφευρέτες του σινεμά.
Η γέννηση του κιμηματογράφου
Με τον κινηματογράφο, δηλαδή μία μηχανή λήψης, εκτύπωσης και προβολής φιλμ, τα δυο αδέλφια είχαν δείξει, μεταξύ άλλων, την ταινία τους μικρού μήκους «Έξοδος από το εργοστάσιο Λιμιέρ» (La sortie des usines Lumière). Η πρώτη κλειστή προβολή έγινε στις 22 Μαρτίου του 1895 ενώ η πρώτη δημόσια έγινε στις 28 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους στο Salon Indien του Grand Café της γαλλικής πρωτεύουσας.
Η δημόσια εκείνη προβολή, με εισιτήρια για τους θεατές, καταγράφηκε στην ιστορία ως η μέρα γέννησης του σινεμά. Και αυτό παρά την προεργασία που είχε γίνει από άλλους κινηματογραφιστές, για παράδειγμα τον Αμερικανό Έντισον ή τους Γερμανούς αδερφούς Σκλαντανόφσκι.
Την επίσημη πρώτη στο Grand Café, το οποίο παρεμπιπτόντως δεν υπάρχει πια, ακολούθησαν προβολές σε καφενεία, varieté και τσίρκο. Αργότερα ήρθαν και οι αυτόνομες κινηματογραφικές αίθουσες, με τις περισσότερες να δίνουν συν τω χρόνω τη θέση τους στα multiplex.
Την κινηματογραφική εμπειρία μεταφέρουν πλέον μέσα στα σπίτια μας οι υπηρεσίες streaming. Οι τελευταίες δεν άλλαξαν απλώς τον τρόπο τηλεθέασης. Ο τζίρος των κολοσσών του χώρου, όπως της Netflix και της Amazon ξεπερνούν πλέον κατά πολύ τους αντίστοιχους των συμβατικών κινηματογράφων. Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια κατάφεραν να κλονίσουν τα θεμέλια ενός επιχειρηματικού μοντέλου που μετρά πάνω από 100 χρόνια ζωής.
Προκλήσεις και κίνδυνοι
Θα οδηγήσει άραγε το streaming στο τέλος του σινεμά; Πρόκειται για ένα ερώτημα το οποίο από την αρχή της πανδημίας απασχολεί όλο και πιο έντονα τους επαγγελματίες του χώρου. Διότι την ώρα που οι κινηματογράφοι έκλειναν τους τελευταίους μήνες τις πύλες τους για το κοινό, οι υπηρεσίες ψηφιακής ψυχαγωγίας είδαν τα ταμεία τους να γεμίζουν και να σπάνε το ένα ρεκόρ χρηστών μετά το άλλο. Με τις απώλειες στους κινηματογράφους να φτάνουν το 70%, ο κίνδυνος οριστικών λουκέτων είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός.
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι από τα πρώτα του χρόνια ο κινηματογράφος πέρασε από πολλές συμπληγάδες. Κάθε τόσο προβλεπόταν το τέλος του. Όπως για παράδειγμα μετά τη δεκαετία του 1950 όταν άρχισαν να μπαίνουν οι τηλεοράσεις στα νοικοκυριά, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο αριθμός των θεατών στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Ωστόσο το ερώτημα πώς θα πρέπει να είναι ο κινηματογράφος του μέλλοντος είναι πιο επίκαιρο παρά ποτέ. Άνθρωποι του χώρου εκτιμούν ότι το σινεμά όπως το γνωρίζουμε πνέει τα λοίσθια. Ο γερμανός παραγωγός Ούλι Άσελμαν επισημαίνει ότι η κινηματογραφική εμπειρία πρέπει να γίνει και πάλι ιδιαίτερη. Για παράδειγμα μέσω μυρωδιών ή και δονούμενων καθισμάτων κατά τη διάρκεια της προβολής.
Άλλοι ειδικοί, όπως ο Λαρς Χένρικ Γκας προτείνουν, ένα είδος «μουσειοποίησης» των σινεμά ως πολιτιστικών χώρων και μετατροπής τους σε επιδοτούμενες πολιτιστικές επιχειρήσεις. Πολλοί ειδικοί πάντως εκτιμούν ότι η νυν κρίση θα αφήσει σε κάθε περίπτωση ένα βαθύ αποτύπωμα στο χώρο και ενδεχομένως να προκαλέσει και να επισπεύσει τις αναγκαίες αλλαγές.
Με πληροφορίες από Deutsche Welle