ΕΛΛΗ ΠΑΠΠΑ: Ο ΛΕΝΙΝ ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΜΑΥΣΩΛΕΙΟΥ
Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ. Ένα από αυτά είναι η κόντρα της μακαρίτισσας Έλλης Παππά και του ΚΚΕ. Η κανονική έκδοση του Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία και εκτός Μαυσωλείου από την Άγρα είναι πολύ πιθανό να επαναφέρει ένα νέο κύμα συζήτησης, ανάλογο με εκείνο που προέκυψε όταν είχε ανοιχτεί το αρχείο της Παππά αμέσως μετά τον θάνατό της.
Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ. Ένα από αυτά είναι η κόντρα της μακαρίτισσας Έλλης Παππά και του ΚΚΕ. Η κανονική έκδοση του Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία και εκτός Μαυσωλείου από την Άγρα είναι πολύ πιθανό να επαναφέρει ένα νέο κύμα συζήτησης, ανάλογο με εκείνο που προέκυψε όταν είχε ανοιχτεί το αρχείο της Παππά αμέσως μετά τον θάνατό της. Το συγκεκριμένο πόνημα η Παππά, της οποίας η ερευνητική και συγγραφική ματιά αδικείται όταν κάποιοι τη μνημονεύουν μοναχά ως «σύντροφο του Μπελογιάννη», το ονόμαζε «σαμιζντάτ», όπως τα αντικαθεστωτικά έντυπα που διακινούνταν χέρι με χέρι στη Ρωσία και στη μετέπειτα Σοβιετική Ένωση. Η αλήθεια είναι πως ως «σαμιζντάτ» κυκλοφόρησε το 1991, αφού το εξέδωσε μόνη της σε ένα κατάστημα υπολογιστών στου Ζωγράφου.
Το 1990 είναι μια χρονιά που ο κόσμος βιώνει συνταρακτικές αλλαγές. Το Τείχος έχει πέσει, αρχίζει ο εκδημοκρατισμός των κρατών του πάλαι ποτέ Ανατολικού Μπλοκ και στην Ελλάδα υπάρχει (από το 1988) ένας ενωμένος αριστερός Συνασπισμός που ακροβατεί μεταξύ των «παραδοσιακών» και των αναθεωρητών. Μέσα σε αυτήν τη συγκυρία συγκαλείται το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ. Η Παππά θέλει να παρέμβει και διαλέγει έναν έμμεσο τρόπο για να προκαλέσει τους συντρόφους της να μιλήσουν «ανοιχτά» και να μην περιπέσουν πάλι σε ιδεολογικο-πολιτική αυτολογοκρισία. Κεντρικό της ζήτημα είναι ο Λένιν. Η προσπάθειά της είναι να μας τον γνωρίσει πέρα από τη λογοκρισία ή, καλύτερα, την εκμετάλλευση που γνώρισε ο λενινισμός από τον Στάλιν. «Ο πραγματικός Λένιν χωρίς λογοκρισία και έξω από το μαυσωλείο κερδίζει πολύ μεγαλύτερη και ποιοτικά διαφορετική εκτίμηση», γράφει χαρακτηριστικά.
Ανατρέχοντας στα πρακτικά συνεδρίων της Κεντρικής Επιτροπής, καθώς και σε κείμενα πρωταγωνιστών της εποχής από το 1917 και έπειτα, εντοπίζει αναφορές στην κομματική «δημοκρατικότητα» του Λένιν, στη διάθεσή του να συνάψει εμπορικές ανταλλαγές με την καπιταλιστική Δύση και διαπιστώνει πως ο μαρξισμός-λενινισμός αποδεικνύεται στην πράξη και δεν είναι κάτι ανάλογο με το «Πιστεύω» της χριστιανοσύνης (το αποστηθίζεις, άρα είσαι Χριστιανός). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κεφάλαιο όπου η Έλλη Παππά επιχειρεί να εξηγήσει τι είναι ο λενινισμός. Με απλά λόγια ο Μαρξ και ο Ένγκελς είναι η «θεωρία», ο Λένιν η «επανάσταση» και ο Στάλιν έρχεται αυτόβουλα να πάρει τη θέση του «συνεχιστή». Αυτή η λιτή δοκιμιακή έρευνά της μπορεί να διαβαστεί και σήμερα, αφού τα προβλήματα της Αριστεράς (στο εσωτερικό της) παραμένουν ίδια. Ένα από αυτά είναι και η λογοκρισία που κατά καιρούς έχει κάνει τους σκεπτόμενους μαρξιστές του Κόμματος, όπως η Έλλη Παππά, να κρατήσουν τις σκέψεις και τις προτάσεις τους καλά κρυμμένες στα συρτάρια τους.