Μισέλ Φουκό: Ιστορίας της Σεξουαλικότητας, Οι ομολογίες της σάρκας

Τριάντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Γάλλου θεωρητικού έρχεται επιτέλους στο φως το εμβληματικό δοκίμιο.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ,14.5.2019

Ο τέταρτος τόμος της «Ιστορίας της Σεξουαλικότητας» εκδίδεται στα ελληνικά
Ζωντανή στην απαρχή της αλλά και δύσκολη στα συμπεράσματά της, η σκέψη του σπουδαίου Γάλλου στοχαστή προβληματοποιεί ακόμα και σήμερα όλα όσα θεωρούσαμε δεδομένα και σίγουρα.

 

Ο Μισέλ Φουκό, ο Γάλλος θεωρητικός που πολέμησε την ευκολία των συμπερασμάτων προτού αυτά τολμήσουν να διατρανώσουν τη διάρκειά τους, εξακολουθεί να μας απασχολεί με τα γραπτά και την αιχμηρή του σκέψη τριάντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του. Αυτός που βίωσε και εξέφρασε την πνιγηρή και συμπιεσμένη κατάσταση της φιλοσοφικής αλήθειας, που αποκήρυξε τον μαρξισμό, εναντιώθηκε στις ευκολίες της ψυχανάλυσης, πολέμησε τις εφήμερες μόδες ‒ακόμα και του γαλλικού Μάη‒ και κατάφερε να εμφυσήσει στον επιστημονισμό την επική πνοή του μεταφορικού του λόγου.

 

Όταν ολόκληρη η ιστορία των επιστημών πνίγηκε στα ίδια τα μοντέλα της, ο Φουκό χρησιμοποίησε τον πίνακα του Βελάσκεθ για να ξεκαθαρίσει το ατέρμονο εύρος της και όταν η τρέλα δεν κατάφερε να προσδιορίσει τα έτσι κι αλλιώς απροσδιόριστα όριά της τόλμησε να αφήσει ξέμπαρκο το πλοίο των τρελών μέσα από τον ομώνυμο πίνακα του Μπος για να δείξει την αλλόκοτη εικόνα της. Σε μια κανονιστική λογική που ήθελε τις έννοιες να έχουν την πρωτοκαθεδρία, εκείνος έδειξε ένα αντεστραμμένο βλέμμα, πηγαίνοντας από τη μεγάλη σκέψη στη ζωγραφική, από την ποίηση στα μαθηματικά, από την ανθρωπολογία στη φιλοσοφία.

 

Το κυριότερο, κατάργησε τα δίπολα εκεί όπου οι κυρίαρχες ιδεολογίες έβλεπαν εχθρούς, θύματα και θύτες: γιατί ποιος θα τολμούσε να μιλήσει για τον μηχανισμό της σεξουαλικότητας αναλύοντας τη βαθιά σύνδεση πρωτοχριστιανισμού και παγανιστικής αντίληψης; Αλλά και να ανιχνεύσει τις σεξουαλικές απαρχές, μελετώντας άγνωστα μοναστηριακά κείμενα, την ομιλία της Θάλειας, το Συμπόσιον του Μεθόδιου Ολύμπου, ακόμα και την ίδια την Αποκάλυψη.

 

Aντίθετα με ό,τι συνολικότερα πιστεύεται για την επιβολή λογοκρισίας, καταπίεσης ή της καταστολής της σεξουαλικότητας, ο Φουκό υποστήριξε ότι η απαγόρευση οδηγεί στον πολλαπλασιασμό των λόγων και η φαινομενική καταστολή δεν μπορεί να υπάρξει, αν το ίδιο το υποκείμενο δεν ενσωματώσει στη δική του λειτουργία την αυτόβουλη υποταγή στον κανόνα ή αργότερα στον νόμο.

 

Στα μάτια του ο 2ος πρωτοχριστιανικός αιώνας δεν είχε πολλά να χωρίσει από τα παγανιστικά χρόνια, καθώς η μεθοδική τους προσέγγιση υπήρξε σχετικά κοινή. Τίποτα δεν είναι όπως νομίζετε, φαίνεται να επιμένει ο Φουκό, αρκεί να αφήσετε να μιλήσουν οι πιο μικρές αντιδράσεις ή τα πλέον ξεχασμένα κείμενα κατά την αναζήτηση του κοινού μηχανισμού που διαμόρφωσε ταυτόχρονα την επιβολή και την αντίδραση της εξουσίας και της σκέψης.

 

Άλλωστε, όπως τονίζει και στον πολυαναμενόμενο εδώ και δεκαετίες τέταρτο τόμο της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας ‒αρκετά διαφορετικός από αυτόν που είχε προαναγγείλει όταν ξεκίνησε να γράφει το φιλόδοξο αυτό έργο‒, ο οποίος εστιάζει στη χριστιανική στάση απέναντι στη σάρκα και στην επιθυμία: «Το βλέμμα επί του ίδιου του εαυτού και η ένταξη στον λόγο (discours) αυτού που γνωρίζει δεν θα έπρεπε να είναι παρά ένα και το αυτό πράγμα. Το βλέπειν και το λέγειν εντός της μίας και της αυτής πράξης ‒ τέτοιου είδους είναι το ιδεώδες στο οποίο πρέπει να αφοσιωθεί ο δόκιμος: "Διδάσκουμε τους αρχάριους να μην κρύβουν, λόγω ψευδοντροπής, καμία από τις σκέψεις που τους ροκανίζουν την καρδιά, αλλά από τη στιγμή που αυτές γεννιούνται να τις φανερώνουν στον πρεσβύτερο"».

 

Με άλλα λόγια, τα αποκαλούμενα από τον Κασσιανό μυστικά της συνείδησης ως αποτέλεσμα της ανίχνευσης της βαθύτερης αλήθειας του εαυτού δεν απέχουν και πολύ απ' όσα ανευρίσκει η αντίστοιχη εξέταση των στωικών κατά την αναζήτηση της βαθύτερης ψυχικής ουσίας. Και στις δύο περιπτώσεις το ζητούμενο είναι η ανύψωση προς μια άλλη πνευματικότητα, όχι η αυτοϋπονόμευση λόγω ένοχης συνείδησης. Εξού και το ότι οι τεχνικές της ομολογίας στον χριστιανισμό τα πρώτα χρόνια δεν διαφοροποιούνταν από τις τεχνικές της ελληνιστικής φιλοσοφίας.

 

Ο τρόπος της εξομολόγησης, που θα οδηγούσε στον δρόμο προς το θείο και δεν θα είχε τον επαναληπτικό χαρακτήρα που απέκτησε στη Δύση, οι λογικές της παρθενίας που ήταν μάλλον κοντά στην εγκράτεια και τις τεχνικές των γνωστικών αλλά και οι αρχές του γάμου, που δεν είχαν καμία σχέση με την ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης ποιμαντορίας, όλα αυτά πόρρω απείχαν από τη μετέπειτα χριστιανική κανονιστική ηθική. Φαίνεται πως νέες σχέσεις άρχισαν να καθορίζονται μετά τον 4ο αιώνα, οπότε και αναπτύχθηκε ένα άλλο είδος οργάνωσης μεταξύ χριστιανισμού και αυτοκρατορίας, προβάλλοντας ένα συγκεκριμένο αξιακό πλαίσιο αλλά και συγκεκριμένες λειτουργίες διαχείρισης και ρύθμισης της κοινωνίας.

 

Πρόκειται για μερικές από τις γενεαλογικές διαπιστώσεις του Μισέλ Φουκό στις Ομολογίες της σάρκας, δηλαδή στον πολυαναμενόμενο, επί χρόνια αδημοσίευτο τέταρτο τόμο που έρχεται στο φως χάρη στη φροντίδα του επιμελητή του από τη σειρά της Pléiade, Φρεντερίκ Γκρος, και μεταφράζεται στα ελληνικά από τον Θανάση Λάγιο και τις εκδόσεις Πλέθρον, που έχουν αναλάβει τον σπουδαίο ρόλο της (επανα)σύστασης της σκέψης του Φουκό στη χώρα μας. Ζωντανή στην απαρχή της αλλά και δύσκολη στα συμπεράσματά της, η σκέψη του σπουδαίου Γάλλου στοχαστή προβληματοποιεί ακόμα και σήμερα όλα όσα θεωρούσαμε δεδομένα και σίγουρα.

 

Καταρχάς, τη λογική ότι στη σεξουαλικότητα επιβάλλεται πάντα η τακτική της λογοκρισίας, της καταπίεσης ή της καταστολής: αντίθετα με ό,τι συνολικότερα πιστεύεται, ο Φουκό υποστήριξε ότι η απαγόρευση οδηγεί στον πολλαπλασιασμό των λόγων και η φαινομενική καταστολή δεν μπορεί να υπάρξει, αν το ίδιο το υποκείμενο δεν ενσωματώσει στη δική του λειτουργία την αυτόβουλη υποταγή στον κανόνα ή αργότερα στον νόμο. Στα κείμενα και τις ομιλίες που ανιχνεύονται την ίδια περίπου περίοδο με την εποχή που επεξεργάζεται αυτό που θα αποτελέσει τον τέταρτο τόμο στην «Ιστορία της Σεξουαλικότητας» φαίνεται να επιστρέφει στη λογική της γενεαλογικής αναζήτησης της ομολογίας της σάρκας ως εκούσιας αναζήτησης της αλήθειας σε αντίθεση με αυτήν της λογοκρισίας, κάτι που τονίζει αναλυτικά και στους Μη Κανονικούς.

 

Αυτή η διαδικασία αυτοελέγχου κρύβει, μάλιστα, πολύ πιο έντονες τακτικές επιβολής απ' ό,τι η έκδηλη έκφραση της βίας. Εξού και τα υποτιθέμενα κινήματα σεξουαλικής απελευθέρωσης δεν είχαν θέση στην κοσμοθεωρία του Φουκό, η οποία προφητικά προέβλεψε τον περιορισμένο τρόπο δράσης τους, καθώς οι ύπουλοι τρόποι κατηγοριοποίησης και ονοματοποίησης που μετέρχονται οι μηχανισμοί επιβολής ‒είδαμε την πρόσφατη λογική της υπόθεσης του Ζακ και των νοικοκυραίων‒ αναδεικνύουν πολύ πιο αποτελεσματικούς τρόπους επέκτασης της βίας. Τόσο η εξουσία όσο και οι τρόποι διάχυσής της λειτουργούν παραγωγικά και πολλαπλασιαστικά μάλλον παρά αποτρεπτικά στον λόγο περί σεξ και στις αντίστοιχες διατυπώσεις του.

 

Ενδεχομένως, οι διαπιστωμένες διαφορές στους τρόπους αντίδρασης απέναντι στην επίκληση της επιθυμίας να αποκαλύπτουν πολύ περισσότερα για την ουσιαστική τους συνάφεια: οι άτεγκτοι μηχανισμοί κρύβουν ρευστά πλαίσια που καταργούνται και σκορπίζονται πολύ πιο εύκολα απ' ό,τι οι σχετικές και ασύμμετρες ελευθεριακές λογικές του σήμερα. Ως εκ τούτου, ο χριστιανισμός δεν είναι τόσο διαφορετικός από τον παγανισμό και ο σύγχρονος τρόπος συγκρότησης των κυρίαρχων λόγων στα σημερινά ΜΜΕ δεν απέχει και πολύ από τους τρόπους αποκλεισμού των περιθωριακών στον Μεσαίωνα. Τα πλέγματα των εξουσιαστικών σχέσεων εξακολουθούν να φανερώνονται στην ασάφεια και στη φαινομενική μη συνάφεια παρά στη σιγουριά της θεσμικής τους επιβολής και κυριαρχίας.

 

Προκειμένου, μάλιστα, να φανούν οι αναλογίες και οι διαφορές των διαφόρων μηχανισμών προτάσσεται η γενεαλογική ανίχνευσή τους που καταργεί την ευκολία των συμπερασμάτων και πραγματώνει ένα ασυνεχές ταξίδι στον χρόνο, επαναφέροντας, όπως θα έλεγε και ο συνοδοιπόρος του Μισέλ Φουκό, Ζιλ Ντελέζ, με τον δικό του νιτσεϊκό τρόπο την «αξία της καταγωγής και την καταγωγή των αξιών». Η δύναμη τού να ακολουθεί κανείς τη ροή των αντιθέσεων των διαφορετικών λόγων, σωμάτων αλλά και της ίδιας της ζωής αποδίδει δικαιοσύνη σε αυτές τις αντιθέσεις που τις παραποιούν όσοι βλέπουν στη γοητευτική απροσδιοριστία τους την έσχατη αλήθεια ενός και μόνο νόμου.

 

Αντίθετα, κάθε μικρή αντίδραση ‒από το σώμα της δαιμονισμένης στο σώμα του λεπρού, του τρελού, του τζάνκι‒, κάθε διερώτηση διατηρεί στα μάτια του Φουκό το δικό της θάμβος και τη δική του φανέρωση. «Μπροστά στη νέα λησμονιά, μοναδικό σύννεφο στον ουρανό θα είναι ο ήλιος» έγραφε ο αγαπημένος ποιητής του Φουκό, Ρενέ Σαρ, και ο ίδιος δεν θα είχε κανένα λόγο να μην αφεθεί στο φωτεινό άγγιγμά του, αφήνοντας ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα μέχρι τέλους.

Ο τέταρτος τόμος της «Ιστορίας της Σεξουαλικότητας» εκδίδεται στα ελληνικά

Ο τέταρτος τόμος της «Ιστορίας της Σεξουαλικότητας» εκδίδεται στα ελληνικά

Εκδόσεις: Πλέθρον
Μετάφραση: Θανάσης Λάγιος
Σελίδες: 547