ΝΤΙΝΑΟΥ ΜΕΝΓΚΕΣΤΟΥ: ΟΛΕΣ ΟΙ ΧΑΡΕΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ
Ζωές σε αναστολή που κινούνται από μηχανιστικές πράξεις περιγράφει ο Ντινάου Μενγκέστου στο πρώτο του μυθιστόρημα «Όλες οι χάρες του ουρανού» (εκδόσεις Πόλις). Ένα βιβλίο για τη μετέωρη κατάσταση των μεταναστών στις μεγαλουπόλεις που είναι απροσποίητα αιχμηρό, ένα παιχνίδι νοσταλγίας και πίκρας.
«Πώς το έλεγε ο πατέραμου; Ένα πουλί σφηνωμένο ανάμεσα σε δυοκλαδιά καταλήγει να πληγωθεί και στιςδυο φτερούγες. Πατέρα, θα μου επιτρέψειςτώρα να προσθέσω το δικό μου γνωμικόστη λίστα: Ένας άνδρας σφηνωμένος ανάμεσασε δυο κόσμους ζει και πεθαίνει μόνος.Αρκετό καιρό πέρασα ταλαντευόμενος καιμετέωρος». Ο Αιθίοπας ΝτινάουΜενγκέστου (γεννημένος το 1978, έφτασε σεηλικία δύο χρονών στις ΗΠΑ) περικλείεισε αυτή την παράγραφο, στις τελευταίεςσελίδες του μυθιστορήματος Όλες οιχάρες του ουρανού (εκδόσεις Πόλις) τηναίσθηση ασφυξίας και παγίδευσης πουχαρακτηρίζει τον ήρωά του Στέφανο.Εντέλει τον μετεωρισμό και τη ματαιότητατης προσπάθειας κάθε μετανάστη ναριζώσει σε μια νέα χώρα.
Το βιβλίο του Μενγκέστουκυκλοφόρησε μόλις πέρυσι στην παγκόσμιαεκδοτική αγορά. Έχει ήδη μεταφραστείσε δέκα γλώσσες και κερδίσει τρίαβραβεία: πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέατης «Guardian», των «LosAngeles Times»και καλύτερου ξένου πρώτου μυθιστορήματοςστη Γαλλία. Όταν ένα βιβλίο φτάνει σταχέρια σου με αυτή την εντυπωσιακήαναγγελτική κορδέλα γύρω του, δεν μπορείςπαρά να εντυπωσιαστείς. Αν όμωςξεφυλλίζοντάς το αναζητήσεις το σπέρματου πρωτόγνωρου, δεν θα το βρεις πουθενά.Ο Μενγκέστου πατά στη στέρεη δύναμη τηςδυνατής πρόζας και της γλαφυρής αλλάόχι μαξιμαλιστικής πλοκής. Βασίζεταικυρίως στην πραγματική ζωή, σήμερα, εκείέξω στις μητροπόλεις του κόσμου, όπουοι μετανάστες προσπαθούν να δημιουργήσουνεστίες που θα γίνουν πατρογονικές γιατα παιδιά τους, εκεί όπου η άρχουσα τάξηκαι οι διανοούμενοι αποφασίζουν ναδημιουργήσουν τις νέες γειτονιές τηςμόδας, εκτοπίζοντας τους μετανάστεςκαι τους φτωχούς παραδοσιακούς κατοίκους.
Αυτό συμβαίνει και στηγειτονιά του Στέφανου, κοντά στην πλατείαΛόγκαν, στην Ουάσινγκτον. Ο Στέφανοςέχει έρθει από την Αιθιοπία στα δεκάξιτου, δραπετεύοντας από το δικτατορικόκαθεστώς που σκότωσε τον πατέρα του.Μαζί με τον Κένεθ από την Κένυα και τονΤζόζεφ από το Κονγκό μοιράζονται τηνπερίκλειστη ιδιωτική ζωή τους και τολαίμαργο βύζαγμα του αμερικανικούονείρου. Στο τέλος η γεύση τους γίνεταιπικρή χολή, μια απογοήτευση ικανή ναακυρώσει ακόμη και την ίδια τους τηνύπαρξη. Κάθε βράδυ πίνουν και περιφέρονταισε μια κατάσταση ήπιας μέθης που δενκρύβει την οργή τους. « «Στο ‘χωξαναπεί» μου λέει. «Αυτή η χώραείναι σαν κακομαθημένο κωλόπαιδο. Δενμπορείς να του θυμώσεις, όταν δεν κάνειαυτό που θέλεις... Ωστόσο, εσύ πρέπει νατο παινεύεις όταν έρχεται κοντά σου,αλλιώς είναι ικανό να σου ρίξει μιακλοτσιά στον κώλο».
Τα θέματα που αποφασίζεινα διαπραγματευθεί ο Μενγκέστου ήδηστο πρώτο του μυθιστόρημα είναι τααιώνια μεγάλα: ο ξεριζωμός, η ταυτότητα,κυρίως η μοναξιά, η αίσθηση του ανέστιου.Σκιαγραφεί αυτό το νέο μοντέλο πολίτητου κόσμου που περιηγείται στην πόληαντλώντας και ανακαλώντας εικόνες απότην πατρίδα του, όπου μοναδικός συνομιλητήςτου είναι ο ίδιος ο εαυτός, όπου ακόμηκαι ο έρωτας μοιάζει παραβατικός καιανίκανος να γίνει υπαρκτός και σαρκικός(η χημεία με την εύπορη λευκή Τζούντιθμένει και αυτή μετέωρη). Οι πολεμικέςσυρράξεις ανά τον κόσμο και η αλλαγήτου γεωπολιτικού χάρτη μπορεί να αφήνουναδιάφορους του Δυτικούς κατοίκους τωνμεγαλουπόλεων, είναι όμως για τον Στέφανοέγνοια μεγάλη και προσωπική. Διαβάζειτους Αδελφούς Καραμαζόφ όταν δεν έχειδουλειά στο μίνι μάρκετ που δουλεύεικαι στο διαμέρισμά του τριγυρίζειξαγρυπνώντας, «ακούγοντας τις ειδήσειςτου BBC για την ΑνατολικήΕυρώπη και τη Μέση Ανατολή. Κατέληξαότι ο χειμώνας αυτός θα ήταν αιματοβαμμένοςκαι τρομερός».
Αναζητώντας τηνκαταληκτική φράση που χαρακτηρίζει τοπρώτο μυθιστόρημα του Μενγκέστου,οδηγούμαστε στην κριτική του «LeNouvel Observateur»:«Ο Ντινάου Μενγκέστου έγραφε έναμεγάλο μυθιστόρημα για την Αμερική τωνΑποκλεισμένων».