ΤΖΕΝΝΥ ΕΡΠΕΝΜΠΕΚ: ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ
Το σκληρό πολιτικό θρίλερ μιας ηλιόλουστης χώρας που διοικείται από φασίστες αφηγείται με αθωότητα και πάλη με τις λέξεις ένα μικρό κορίτσι στο νέο βιβλίο της Τζέννυ Έρπενμπεκ «Παιχνίδι με τις λέξεις», από τις εκδόσεις Ίνδικτος.
To χέριτης μητέρας στο κεφάλι, τα νανουρίσματα,τα μισόλογα του πατέρα πίσω από τη μεγάληπόρτα, η πιστή παραμάνα, «αν και δεντην βύζαινα πια με κρατούσε ακόμα σανμήλο στην αγκαλιά της», η μπάλα, τοπαιχνίδι στον κήπο. Ο κόσμος μιας ανώνυμηςμικρής που γίνεται το όχημα μιαςελλειπτικής και συνάμα ορμητικήςαφήγησης της Τζέννυ Έρπενμπεκ στηνουβέλα της Παιχνίδι με τις λέξεις(εκδόσεις Ίνδικτος).
Η συγγραφέας καισκηνοθέτης όπερας, που αγαπήθηκε σχεδόνακαριαία από την Ευρώπη με το Ιστορίαενός γερασμένου παιδιού, επέλεξε ναγράψει για μια ανώνυμη χώρα όπου πάνταανατέλλει και λάμπει ο ήλιος αλλά καιόπου εδρεύουν ο φασισμός και τοαπολυταρχικό καθεστώς. Κάποιοι βλέπουνπίσω από αυτήν τη χώρα την Αργεντινήκαι το βρώμικο πόλεμο στα τέλη τηςδεκαετίας του 1970 (παραπέμπει εκεί καιτο επίμετρο του Tom Shimmeck).Άλλοι μιλούν για σαφείς απηχήσεις τηςΣτάζι και των συνθηκών κάτω από τιςοποίες μεγάλωσε στο Ανατολικό Βερολίνοη Έρπενμπεκ (γεννημένη το 1967). Όπως καιαν είναι, στην περίπτωση της νουβέλαςΠαιχνίδι με τις Λέξεις η συγγραφέαςκατορθώνει μέσα σε 149 σελίδες να μιλήσειγια το βίαιο και το ανασταλτικό τουφασισμού μέσα από τη ζωή και τις προσλήψειςενός μικρού κοριτσιού που ακούειπυροβολισμούς αλλά τους συγχέει μεήχους από λάστιχα που σκάνε, βλέπειανθρώπους γύρω της να εξαφανίζονται,ανθρώπους να σέρνονται έξω από λεωφορεία.Και την ίδια ώρα προσπαθεί να αρθρώσειτο πρωταρχικό της λεξιλόγιο (σπίτι,μπάλα, πατέρας) μέσα από εικόνες ασθματικήςαγωνίας και να εξηγήσει την απώλεια τουβιωμένου, μετρήσιμου χρόνου πουεπιβάλλεται στη χώρα: « Είδες λοιπόν,της λέει ο δάσκαλος. Τα πάντα είναι θέμαρύθμισης. Το χρόνο δεν μπορούμε να τοναισθανθούμε, λέει. Τον μετράμε. Τα ρολόγιαέτσι κι αλλιώς άνθρωποι τα φτιάχνουνκι όχι το ανάποδο».
Η Έρπενμπεκ προβάλλειτην αθωότητα της παιδικής αντίληψηςκαι βυθίζει τον αναγνώστη μέσα από τηροζ επιφάνεια, σιγά σιγά, στην ταραγμένηδιάσταση του φόβου που γεννά ένα καθεστώςμε ανελευθερίες, ένα καθεστώς δικτατορικό.Ακόμη και όταν ο πατέρας της -ανώτατοςαξιωματούχος της χώρας- της εξηγείτεχνικές βασανισμού σαν να περιγράφειτους κανόνες ενός παιχνιδιού: «Όλαόσα έχει ποτέ σκεφθεί ο άλλος είναιχωμένα στη σάρκα του. Πρώτα απ' όλαπρέπει να μαλακώσει η σάρκα. Ζέστη, κρύοή υγρασία για το σώμα εκείνου που έχειπαρανομήσει και το βλέμμα του συγχρόνωςνα το στέλνεις στ' αδιέξοδο, λέει οπατέρας μου, έτσι αρχίζει ο άλλος νασυγκεντρώνεται σε αυτό που είναιουσιαστικό». Αλλά και «ο πατέραςμου λέει ότι άμα κάποιος θέλει πεισματικάνα σωπαίνει πρέπει ν' ανοίγουμε τορεύμα τόσο πολύ μέχρι ν' αρχίσει νακαίγεται η σάρκα του. Πρόσεχε καίει. Τορεύμα είναι το καλύτερο μέσο για ναβγάλεις κάτι που ξέρει κάποιος από τοστόμα του».
Ο πιο βαθύς τρόμος,απολύτως ρεαλιστικός, γίνεται το παραμύθιαυτού του πατέρα προς το κοριτσάκι πουεπαναλαμβάνει με ρυθμό νανουρίσματοςέννοιες και λέξεις και δέχεται ένανκαταιγισμό αποκαλύψεων και εικόνων απόαυτόν που ενσαρκώνει για μια χώρα τηναπόλυτη πολιτική βία. «Βγάζεις μάτιαή κόβεις ό,τι προεξέχει, αφτιά, μύτη,χέρια, πόδια, συνθλίβεις τις ρόγες τουστήθους, στραμπουλάς το σώμα ολόκληροή μεμονωμένα μέλη. Και με κλοτσιές μόνογίνεται λέει ο πατέρα μου, άμα εκείνητη στιγμή δεν έχεις κάποιο μαραφέτι.Χαρωπά τα δυο μου χέρια τα χτυπώ».
Ως τέλους αυτό τοολιγοσέλιδο αλλά πυκνό βιβλίο κρατάτον αναγνώστη από το λαιμό, κινητοποιώνταςτις αισθήσεις του. Ένα πολιτικό καιψυχολογικό θρίλερ, ευρηματικό, μειδιωματική γραφή που μεταφράστηκε μεαπόλυτη προσοχή και ευθύγραμμο ρυθμόαπό τον Αλέξανδρο Κυπριώτη για τιςεκδόσεις Ινδικτος.