Μιχάλης Κατσαρός: Μείζονα Ποιητικά
Μια πολύτιμη έκδοση για την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας.
Με έναν αντίστοιχα προφητικό τρόπο, σαν ένας άλλος βραχνός προφήτης βγαλμένος από τα έγκατα των δημοτικών τραγουδιών, έκανε την εντυπωσιακή αρχική του εμφάνιση με τη γλυκόπικρη ποιητική του συλλογή Μεσολόγγι ο Μιχάλης Κατσαρός.
Βγαλμένη από τα νοτισμένα από την υγρασία σύμπαντα, τα οποία εκ των πραγμάτων γλυκαίνουν την αιχμηρή όψη του Εμφυλίου, αυτή η πρώτη ποιητική εμφάνιση στη δύση της πολυτάραχης δεκαετίας του '40 δίνει τον ρυθμό της σιγουριάς, της ταυτότητας, της καταγωγής, της εξαγγελίας.
Ανοίγει και τον δρόμο στη μεγάλη έξαρση των επόμενων εκρηκτικών ποιημάτων του, στους μαγιακοφσκικο-αλληγορικούς τρόπους, στους δυνατούς αρμούς που έδεσαν την πολιτικά αποσυνάγωγη, αλλά βαθιά συνειδητοποιημένη ποίηση του Κατσαρού.
Πάντοτε αιχμηρός, υπερρεαλιστικός, αλλά εξέχων, μισήθηκε από τους στρατευμένους υπερασπιστές του σταλινισμού και δεν γινόταν πάντα κατανοητός απ' όλους όσοι δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν τον ελληνικό εξπρεσιονισμό του.
Λόγω «ανεξιθρησκίας» προφανώς δεν βρήκε τη θέση που του άξιζε στο πάντοτε πρόθυμο για ομαδοποιήσεις, αποστασιοποιημένο βλέμμα των κριτικών.
Στα ανέκδοτα ποιήματα, που είναι μια αποκάλυψη, δείχνει να κρατάει την μπρετονική ειρωνεία, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει μια σολωμική γλύκα που χαρακτηρίζει τις εσωτερικές αγωνίες του: Πολύτιμη έκδοση για την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας.
Σήμερα, όμως, που η ζωντάνια της ποίησής του είναι τόσο εναργής όσο ποτέ, που τα πολιτικά του μηνύματα είναι ακόμα πιο απαραίτητα σε έναν κόσμο που ρέπει ολοένα προς τον σκοταδισμό, η συλλογική έκδοση του Τόπου με τις κεντρικές ποιητικές συλλογές του –εκτός από τις Μεσολόγγι (1949), Κατά Σαδδουκαίων (1953) και Οροπέδιο (1957)– περιλαμβάνει στο δεύτερο μέρος έναν μεγάλο αριθμό ποιημάτων και αθησαύριστων κειμένων που καταδεικνύουν το εύρος και τη σπουδαιότητα της ποιητικής κλίμακας του Μιχάλη Κατσαρού.
Τα δεκάδες ανέκδοτα ποιήματα, που, σημειωτέον, γράφτηκαν την περίοδο της ακμής, άρα συμπληρώνουν με ακρίβεια το ποιητικό προφίλ, εντόπισαν ο γιος του Στάθης και ο επίσης συγγενής Άρης Μαραγκόπουλος, σκύβοντας πάνω τους με ιδιαίτερη μέριμνα και φροντίδα.
Τόσο ο γιος του, ο οποίος υπογράφει ένα διαφορετικό επίμετρο-βιογραφία, όσο και ο Άρης Μαραγκόπουλος, του οποίου το όνομα δεσπόζει στην εισαγωγή, γνωρίζουν σε βάθος το έργο του Κατσαρού και την άμεση σχέση ποίησης και βίου.
Όπως καίρια επισημαίνει ο Μαραγκόπουλος στην εισαγωγή του: «Ο Μιχάλης Κατσαρός, που αγωνίστηκε πολύ νέος μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, που βασανίστηκε από τους Γερμανούς, που έδωσε το "παρών" στα Δεκεμβριανά, πίστεψε πολύ νέος, γελάστηκε πολύ νέος, τραυματίστηκε ψυχικά πολύ νέος, κατέγραψε τον καημό όλης αυτής της Ιστορίας στην ποίησή του πολύ νέος».
Και η αλήθεια είναι πως από τις πρώτες γραμμές του αγώνα, όπως και αργότερα, μέσα από τους δρόμους της πόλης, τους οποίους κατέκτησε ως ένας σύγχρονος Βιγιόν με αντίστοιχη θεατρικότητα και εμβληματικό αστικό εκτόπισμα, ο Κατσαρός αντιτάχθηκε στους οπαδούς της τυπολατρίας και αποφάσισε να μείνει με την πλευρά της ποίησης.
Θέλησε εσκεμμένα να γίνει ο «διαρκώς εκτός», ο συνωμότης («με τα κουρέλια μου / όπως με γέννησε η Γαλλική Επανάσταση / όπως με γέννησε η μάνα μου Ισπανία»), και να καταθέσει ως «Υστερόγραφο» τη δική του διαθήκη: «Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί – καθώς διαβάστηκε ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο. Πριν διαβαστεί όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν αλλά οι σφετεριστές καταπάτησαν τα χωράφια».
Στα ανέκδοτα ποιήματα, που είναι μια αποκάλυψη, δείχνει να κρατάει την μπρετονική ειρωνεία, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει μια σολωμική γλύκα που χαρακτηρίζει τις εσωτερικές αγωνίες του: Πολύτιμη έκδοση για την ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας.