ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ: ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΛΩΡΗΣ
«Σηκώνεσαι ξαφνικά ορθός, λαλείς και παραλαλείς» έγραφε ο Λίνος Πολίτης για τα «Λόγια της Πλώρης» του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Αυτήν τη δύναμη των θαλασσινών διηγημάτων του, την πλούσια σε κυματισμό γλώσσα του και την αποτύπωση της ζωής στη θάλασσα με ακρίβεια ντοκιμαντέρ θα ανακαλύψουμε στη νέα έκδοση που ετοιμάζει το Ροδακιό. Μια έκδοση με 20 ζωγραφιές σημαντικών καλλιτεχνών και εκτενές επίμετρο της Τζούλιας Τσιακίρη.
«Στάθηκα σαν τοναυαγισμένο καράβι σε μια ξέρα. Πάνε τ'άρμενα κ' η καρίνα σπασμένη. Και γύρωθάλασσα νεκρή, βρώμικη, αραχνιασμένη,τιποτένια. Να η ζωή μου». Ο ΑνδρέαςΚαρκαβίτσας, έχοντας γράψει για τόσαναυάγια στα Λόγια της Πλώρης, μπορούσενα δει τον εαυτό του στη θέση ενός απόαυτά γράφοντας το 1905 στον Κώστα Χατζόπουλο.Έξι χρόνια, δηλαδή, μετά την έκδοση τωνθαλασσινών διηγημάτων Τα Λόγια τηςΠλώρης, μιας συλλογής που εξαρχήςξεχώρισε, αν και η σημασία της εντάθηκεστο πέρασμα των χρόνων για διαφορετικούςλόγους. Η αρχέγονη και σχεδόν αρχετυπικήπαρουσία της θάλασσας στη ζωή τωνΕλλήνων, η ζουμερή γλώσσα του Καρκαβίτσα,οι εικόνες μιας ζωής σκληρής και απολύτωςαληθινής που στήριξε για αιώνες τηνοικονομία και τον κοινωνικό ιστό τηςχώρας, αποτυπώνονται πιο καθαρά απόποτέ στη νέα έκδοση των διηγημάτων απότο Ροδακιό. Το βιβλίο, που θα κυκλοφορήσεισύντομα, αποτελεί ένα ατόφιο εκδοτικόγεγονός. Για πολλούς λόγους: επιστρέφεισ' εμάς δυνατός και εύηχος ο λόγος τουΚαρκαβίτσα, υπογραμμίζεται καιυπενθυμίζεται η σχέση του Έλληνα με τηθάλασσα, ενδυναμώνεται και φωτίζεταιμέσα από 20 εικαστικά έργα που δημιουργήθηκαναπό σημαντικούς καλλιτέχνες ειδικά γιατην έκδοση. Ταυτόχρονα όμως λύνεταιμέχρι και ο τελευταίος γρίφος τουσημαντικού έργου αλλά και του ίδιου τουΑνδρέα Καρκαβίτσα, χάρη στο επίμετροπου υπογράφει η εκδότρια Τζούλια Τσιακίρηκαι στην ιστορική ανασκόπηση της ιστορίαςτης ελληνικής ναυτιλίας «για νακυκλώσω το φαινόμενο και να το εντάξωστο φυσικό του περιβάλλον. Δεν είναιτυχαίο ότι αυτά τα διηγήματα γράφτηκανσε μια χώρα που είναι η φυσική προβλήτατων Βαλκανίων».
Η έκδοσηέχει τη φιλολογική επιμέλεια του ΒασίληΔιοσκουρίδη, την καλλιτεχνική επιμέλειατης Νανάς Βέττα η οποία έχει επιμεληθείκαι το εξώφυλλο, ενώ θα κυκλοφορήσεικαι στα αγγλικά σε μετάφραση τουσημαντικού David Connolyπου δουλεύει για το έργο αυτό από το2002. «Η μετάφραση έγινε ουσιαστικάπολλές φορές, ώστε να πετύχει τιςαντιστοιχίες ανάμεσα στις δύο γλώσσες.Ευτυχώς το αγγλικό λεξιλόγιο είναιπλούσιο σε θαλασσινούς όρους και έτσιο Connoly μπόρεσε να λύσειτους γρίφους και να δώσει το κλίμα τουΚαρκαβίτσα, την γεύση της αλμύρας καιτου ξύλου, τον ήχο της αλυσίδας πουτραβάει την άγκυρα». Μια ακόμα βασικήσυνισταμένη (που έρχεται να φωτίσει τηνέννοια του εκδοτικού γεγονότος) είναιτα έργα που δημιούργησαν τέσσεριςζωγράφοι, μεταφράζοντας ουσιαστικά σεεικόνα και χρώμα τα διηγήματα. Είκοσιζωγραφιές δημιουργημένες από τους ΠέρηΙερεμιάδη, Μιχάλη Μανουσάκη, ΚώσταΠαπανικολάου και Νίκο Στεφάνου.
Έχει πάνταενδιαφέρον, βέβαια, να ανακαλύπτεις τααρχικά κίνητρα που οδήγησαν σε έναγεγονός. «Ήταν η ιδέα δύο ανθρώπωνπου αγαπούν πολύ τη θάλασσα, κατάγονταιαπό οικογένεια θαλασσινή, οικογένειαναυτικών και καραβοκύρηδων, οι οποίοιείναι οι χορηγοί της έκδοσης» εξηγείη Τζούλια Τσιακίρη. «Ήθελαν να ρίξουνκαινούργιο φως πάνω στα διηγήματα αυτά,που μιλούν για μια τόσο μεγάλη αλήθειατης ελληνικής ιστορίας: για τη σχέσητου Έλληνα με τη θάλασσα και τη ναυτοσύνη.Με τα διηγήματα του Καρκαβίτσα έρχεταιστην επιφάνεια μια ιστορία που κινδυνεύεινα χαθεί. Τα παιδιά στα νησιά δεν μαθαίνουνόπως πριν το επάγγελμα του ναυτικού καιτου ψαρά. Γίνονται σερβιτόροι καιιδιοκτήτες rooms tolet». Ο στόχος είναι νασωθεί ο κόσμος του ιστίου, λίγο πριν ηναυτιλία περάσει στον ατμό. «Να μηχαθεί αυτή η έμφυτη γνώση του Έλληνα»,όπως λέει η Τζούλια Τσιακίρη.
Στην ίδια λογική, όχιαπλά της διάσωσης αλλά της εκ νέουεπικοινωνίας με καινούργιους κώδικεςκαι σήματα της παρουσίας της θάλασσας,κινείται και η απόφαση για την κυκλοφορίατης μεταφρασμένης έκδοσης. «Θέλουμενα απευθυνθούμε και στους Έλληνεςδεύτερης ή τρίτης γενιάς που ζουν στοεξωτερικό, για να μπορέσουν και αυτοίνα μάθουν αυτή την ιστορική αλήθεια. Τοδέσιμο του Έλληνα με τη θάλασσα. ΟΣωκράτης έλεγε ότι οι Έλληνες ζουν γύρωαπό τη θάλασσα όπως τα βατράχια γύρωαπό ένα έλος». Τα Λόγια της Πλώρης θακυκλοφορήσουν από τις εκδόσεις ΤοΡοδακιό σε μια πρώτη συλλεκτική έκδοση1.000 αντιτύπων στα ελληνικά και άλλωντόσων στα αγγλικά, σε διάσταση 24x29,με 330 σελίδες. Αμέσως μετά θα δρομολογηθείμια νέα έκδοση, ενδεχομένως σε μικρότεροσχήμα, ενώ το φθινόπωρο, κατά τηνπαρουσίαση του βιβλίου, θα εκτεθούν καιτα έργα που δημιουργήθηκαν ειδικά γιατην έκδοση.
Η επιστροφήστα Λόγια της Πλώρης (εκδόθηκαν γιαπρώτη φορά από την Εστία το 1899 καιεπανεκδόθηκαν το 1918 και το 1919) φέρειπροφανώς περισσότερες αναγνώσεις απόαυτή της σχέσης Έλληνα - θάλασσας.Αποκαλύπτει τη φόρμα και τη δύναμη ενόςγραπτού ντοκιμαντέρ για τις κοινωνικέςσυνθήκες και τον τρόπο ζωής όσωνασχολήθηκαν με τη θάλασσα. «Δεν έχουνμόνο λογοτεχνική αξία τα διηγήματα αυτάτου Καρκαβίτσα. Ούτε μόνο ιστοριοφυσική.Ο Καρκαβίτσας κάνει μια ανάπτυξη τουθέματος ιμπρεσιονιστική και όχι ιστορική,κάνει μια κοινωνική ανάλυση που δείχνειπόσο σκληρές ήταν οι συνθήκες ζωής, πώςχάνονταν οι ζωές στα τόσο συχνά ναυάγια.Τα Λόγια της Πλώρης είναι κάτι σανντοκιμαντέρ, όπως συνέβη και με τηνταινία του Βισκόντι με το LaΤerra Trema»λέει η εκδότρια.
Ένα ακόμησημαντικό ζήτημα που τίθεται μέσα απότα διηγήματα είναι αυτό της γλώσσας, σεμια εποχή που αποτελούσε το πιο παλλόμενοθέμα συζήτησης. «Η γλώσσα του Καρκαβίτσαεδώ είναι από τις πιο ζουμερές δημοτικέςπου υπάρχουν. Αν και ο Καρκαβίτσας είχεεθνικιστικές ρίζες στο μυαλό του, υπήρξεδημοτικιστής και σοσιαλιστής στον τρόποπου κατέγραφε τις συνθήκες της εργατικήςτάξης» παρατηρεί η Τζούλια Τσιακίρη,για να καταλήξει: «Hγλώσσα του στα Λόγια της Πλώρης έχειτον πλούτο και τον κυματισμό τηςθάλασσας». Διαβάζουμε στο επίμετροτης έκδοσης από το Ροδακιό τι έγραφε οΛίνος Πολίτης για τα Λόγια της Πλώρης:«Η γλωσσική επιμέλεια οδηγεί στηδημιουργία ενός εξαιρετικά καλλιεργημένουύφους όπου -αντίθετα με τον Παπαδιαμάντη-είναι έκδηλη η καλλιτεχνική βούληση».Και στη συνέχεια... «Όταν παίρνειςκαι διαβάζεις Κ., πες μου ανατριχιάζεις,γελάς; Χαίρεσαι; Συνεπαίρνεσαι,τρελλαίνεσαι, πηδάς ίσια με το ταβάνιψηλά, φωνάζεις, τσιρίζεις, χτυπάς ταχέρια σου, σηκώνεσαι ολόρθος άξαφνα,λαλείς παραλαλείς, πετάς όξω, όξω μακριάσου τα βιβλία τα δικά σου, ζουλέβεις,θυμόνεις, απορείς, ταράζεσαι, δέρνειςτα στήθια σου, βρίζεις τον εαφτό σου,χαδέβεις γλυκά-γλυκά με το δάκτυλο τιςσελιδούλες του Κ. και κλαις; Εγώ τα 'παθαόλ' αυτά, που σου λέω, διαβάζοντας ταΛόγια της Πλώρης».
Για το τέλοςμένει το καθρέφτισμα της ψυχής τουΚαρκαβίτσα στα Λόγια της Πλώρης. Σταδιηγήματα όπου μαζί με τη χαρά τηςαναμέτρησης με τη θάλασσα και τα πορτρέτατων ναυτικών «σιδερένιοι ήρωες»κυριαρχούν τα ναυάγια, ο θρήνος και ηεπίκληση των συγγενών: «Ο πατέραςμου - μύρο το κύμα που τον τύλιξε...».Η ζωή του Καρκαβίτσα ήταν στερημένη απότις καθημερινές ανθρώπινες χαρές, απότο δικαίωμα σε αυτές, «ο ίδιος ήτανμια σειρά από ναυάγια ερωτικά αλλά καιιδεολογικά», όπως τονίζει η ΤζούλιαΤσιακίρη. Ίσως γι' αυτό χαρακτηριζόταναπό την αειφυγία, την αδυναμία του ναμείνει σε ένα τόπο. Τέσσερις γυναίκεςθέλησε να παντρευτεί και οι τέσσεριςτον αρνήθηκαν. Οι εξελίξεις και οιομοϊδεάτες του (ήταν φλογερός εθνικιστής)σταδιακά τον πρόδωσαν. Αν ήταν η συγγραφήό,τι τον έθρεψε, αποφάσισε να φύγει καιαπό αυτήν, ανακοινώνοντας το 1904 πωςαυτοκτόνησε φιλολογικά. Νιώθοντας στοτέλος σαν ένα ναυαγισμένο καράβι σε μιαξέρα, ίσως όπως το σπετσιώτικο μπάρκο«Αρχάγγελος» που κόπηκε στα δύοστη Ρούμελη του Βοσπόρου...