Ο ΦλωρεντινόςΝικολό Mακιαβέλι (1469-1527) έζησε μιαζωή γεμάτη περιπέτειες και ανατροπές, σε μια δύσκολη εποχή για τη χωρισμένη σεκρατίδια Ιταλία. Ισχυρές οικογένειες όπως οι Μέδικοι στη Φλωρεντία, οι Βισκόντικαι οι Σφόρτσα στο Μιλάνο, οι Έστε στη Φεράρα, οι Γκονζάγκα στη Μάντουα κ.ά.κυβερνούσαν τις πόλεις τους, συνωμοτούσαν, πολεμούσαν ή συμμαχούσαν μεταξύ τουςαλλά και με μεγαλύτερα κράτη όπως η Γαλλία ή η Ισπανία, ανέβαζαν και κατέβαζανπάπες για περισσότερη δύναμη και πλούτη. Ο Μακιαβέλι από διάφορες υπεύθυνεςθέσεις γνώρισε εκ των έσω όλο το φάσμα της πολιτικής πράξης, τα φανερά και τακρυφά κεφάλαια της άσκησης της εξουσίας, την αναγνώριση αλλά και την πολιτικήδίωξη, τη δόξα και το περιθώριο.
Τις εμπειρίες και τις γνώσεις του αποκρυστάλλωσε στον τολμηρό Ηγεμόνα(1513). Πρόκειται για κείμενο που σφραγίζει τη μετάβαση από τη μεσαιωνικήπολιτική θεωρία και τα οικεία σχήματα εξουσίας σε μια νεωτερική πολιτική σκέψηπου αναγνωρίζει ότι οι αναγκαιότητες της πολιτικής εξουσίας δεν συνάδουν με τιςηθικές επιταγές. Άρα η Εκκλησία δεν μπορεί να ασκεί πολιτική. Προτείνει τησημασία του σκοπού που αγιάζει τα μέσα, την «οικονομία της βίας» και ανακαλείως φάρμακο στα δεινά της εποχής του το πολίτευμα της ρωμαϊκής δημοκρατίας.
Ο Μακιαβέλι φαίνεται πως έγραψε τη λόγια κωμωδία του Μανδραγόρας το1514-5, λίγο καιρό μετά τον Ηγεμόνα. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίοπολλοί επιχείρησαν να τη δουν σαν μεταγραφή, με όρους κωμωδίας, του Ηγεμόνα. Κιεδώ ο σκοπός αγιάζει τα μέσα: Ο Καλλίμαχος, πλούσιος τριαντάρης διαβιών στοΠαρίσι, φτάνει στην Τοσκάνη με μοναδικό σκοπό να κατακτήσει την πανέμορφη,παντρεμένη και αμέμπτου ηθικής Λουκρητία. Ο Λιγούριος (άνθρωπος για όλες τιςδουλειές) στήνει το κόλπο που θα κάνει τον πόθο του πραγματικότητα, ξεγελώνταςτον ευήθη σύζυγο. Η Λουκρητία υποκύπτει στο ανήθικο σχέδιο, πιεσμένη από τημητέρα, το σύζυγο, τον ιερέα της. Στο τέλος άπαντες μένουν ευχαριστημένοι.
Η απάτηείναι αναγκαία ώστε ο ευέλικτος, ικανός ηγεμόνας να πετύχει τους σκοπούς του.Το ίδιο ισχύει και στην κλίμακα των προσωπικών σχέσεων μοιάζει να υποστηρίζει οΜακιαβέλι με τον Μανδραγόρα του, στον οποίο κατά τ' άλλα ακολουθεί, με ευδιάκριτη τη γνώση των κανόνων της ρητορικής στους διαλόγους, τη δομή και τηδραματουργική πρόοδο (έκθεση, περιπλοκή, λύση) που απαιτείτο είδος της Commedia Erudita.
Το να γνωρίζουμε το πνευματικό περιβάλλον από το οποίο προέκυψε έναθεατρικό έργο δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη μιας σύγχρονηςπαράστασής του - πλην όμως φωτίζει αλλιώς την υπόθεση, δίνει άλλο ενδιαφέρονστην «επιχείρηση διαφθοράς μιας παντρεμένης». Η παράσταση που σκηνοθέτησε οΠαντελής Δεντάκης, με τη βοήθεια της Σταυρούλας Σιάμου, στο Θέατρο του ΝέουΚόσμου, κινείται από την ίδια ερευνητική διάθεση που χαρακτήριζε το προπέρσινοΜακμπέθ για τρεις άνδρες ηθοποιούς στο Δώμα του ίδιου θεάτρου. Πώς μπορεί έναέργο του κλασικού ρεπερτορίου να ερμηνευθεί από νέους ηθοποιούς και να «μιλήσει»στο κοινό της εποχής του «everything goes»; Στον Μακμπέθ η φιλοδοξία παραήτανμεγάλη ως προς τα μέσα της παράστασης. Τώρα, βοηθούντος και του γενναιόδωρουκωμικού είδους, οι ηθοποιοί μπόρεσαν να στήσουν μια εύφορη παράσταση. Σχεδόνχωρίς σκηνικό (μια σκάλα, τρεις πόρτες, μία καταπακτή και τα φώτα ήταν αρκετά),αφαιρώντας δύο πρόσωπα που δεν ήταν αναγκαία για την εξέλιξη της δράσης, μερυθμό και γρηγοράδα στη ροή της σκηνικής πράξης, με ευρηματικότητα και χιούμορστην έναρξη και στην αλλαγή των σκηνών, με τον μοντέρνο ήχο του ΣταύρουΓασπαράτου στα τραγούδια που χωρίζουν τις πέντε πράξεις και πέντε καλούςηθοποιούς, το παλιό κείμενο λειτούργησε θαυμάσια (χάρη και στη μεταφραστικήσυμβολή της Τζένης Μαστοράκη). Βέβαια, αυτός που θα υποστήριζε ότι η λόγιακωμωδία του Μακιαβέλι αντιμετωπίστηκε ως αυτοσχεδιαστική θα είχε δίκιο. Αλλάποιος νοιάζεται; Χαρείτε τον Ευθύμιο Παπαδημητρίου, τον Παναγιώτη Λάρκου, τονΓιώργο Γάλλο, την Κατερίνα Λυπηρίδου και τον Παντελή Δεντάκη σε μια από τις πιοδροσερές και ευχάριστες παραστάσεις της σεζόν.