H ΟΜΟΡΦΗ ΕΤΕΡΟΦΥΛΟΦΙΛΗ και ελαφρόμυαλη Κάρι Μπράντσο είπε πει κάποτε ότι η αμφιφυλοφιλία είναι «απλώς μια στάση στον δρόμο για την Gaytown». Έχουν περάσει πάνω από δύο δεκαετίες από εκείνο το επεισόδιο του «Sex and the City». Το 2024, η αμφιφυλοφιλία έγινε πολιτιστικός προορισμός. Οι κινηματογραφόφιλοι προσέρχονταν στις αίθουσες για να παρακολουθήσουν bisexual ιστορίες, μια τάση που ξεκίνησε με το περσινό ατμοσφαιρικό φιλμ «Passages» και το γαλλικό δικαστικό δράμα «Η ανατομία μιας πτώσης» για να συνεχιστεί με το φετινό νεο-νουάρ «Love lies bleeding» («Ματωμένος Δεσμός»).
Στην πιο πολυσυζητημένη ταινία της άνοιξης, το «Challengers», δύο φίλοι θέλουν την ίδια γυναίκα‧ σε μια σκηνή που ξεκινούν ένα τρίο, οι δυο τους ξεπερνούν τα όρια της φιλικής σχέσης – το ενσταντανέ έγινε και δημοφιλές meme. Εν τω μεταξύ, η πλοκή των τηλεοπτικών κωμωδιών φτάνει σε γελοία επίπεδα σεξουαλικής ρευστότητας.
Γενικά η αμφιφυλοφιλία εμφανίζεται, έστω και αμυδρά, ως απάντηση σε ένα γοητευτικό ερώτημα: κι αν η ζωή είναι κάτι περισσότερο από αυτό που μου έχουν πει;
Ζούμε, επιτέλους, σε έναν κόσμο όπου η σεξουαλικότητα δεν έχει σύνορα; «Όλα τα παιδιά γίνονται bi», κελαηδούσε η Σαμάνθα Τζόουνς στο «Sex and the City» στην Κάρι στο περίφημο επεισόδιο «Boy, Girl, Boy, Girl», προτού η τελευταία ψαρέψει έναν σεξουαλικά προοδευτικό νεότερο άνδρα. Το «Newsweek» το 1995 ανακοίνωσε περίτρανα την άφιξη ενός ιδιόμορφου ενδιάμεσου είδους αμφιφυλόφιλων: «Not gay, not straight: A new sexual identity emerges».
Όταν το επεισόδιο του «Sex and the City» προβλήθηκε το 2000, τα εν λόγω «παιδιά» ήταν οι νεότεροι Gen-Xers. Αλλά η προφητεία για την ευρεία διάδοση της αμφιφυλοφιλίας δεν επαληθεύτηκε για τους millennials που ενηλικιώθηκαν, οι οποίοι έκαναν κουμάντο στην επόμενη γενιά. «Όσοι είναι κάτω των 25 νομίζουν ότι είναι κουίρ», έλεγε το 2018 η Λέιλα, η αδέσμευτη 30άρα πρωταγωνίστρια της βρετανικής κωμωδίας «The Bisexual» της Desiree Akhavan, η οποία ανέτρεψε τη λεσβιακή ζωή της για να εξερευνήσει για πρώτη φορά το σεξ με άνδρες.
Ως κόρη Ιρανών μεταναστών, πάλεψε τόσο σκληρά για να γίνει αποδεκτή ως ομοφυλόφιλη που θεωρούσε την αμφιφυλοφιλία ως ντροπιαστική προδοσία. Kαι είναι κάπως αμήχανο να την ακούμε να γκρινιάζει λέγοντας: «Είναι κακόγουστο, είναι άκομψο. Σε κάνει να φαίνεσαι ψεύτης, λες και τα γεννητικά σου όργανα δεν έχουν καμία πίστη».
Όπως εξηγεί η δημοσιογράφος του «Cut», Cat Zhang, όταν λέει στους κουίρ φίλους της ότι «γράφει για αμφιφυλόφιλους», η απάντησή τους, ούτε λίγο ούτε πολύ, είναι «LOL». Είναι ωραίο να κοιμάσαι με άτομα που ανήκουν σε όλο το φάσμα των φύλων και, όπως ισχυρίζεται η ίδια, σχεδόν όλοι οι στενοί της φίλοι κάτω των 30 αυτό κάνουν. Αλλά συνεχίζει: «Είναι άβολο να αναφέρεσαι στον εαυτό σου χρησιμοποιώντας τη λέξη που αρχίζει με “α”, καθώς προκαλεί κακούς συνειρμούς και χαρακτηρισμούς: αναποφάσιστη τσούλα, ενοχλητικός σχολαστικός, επίδοξο-καταπιεσμένο αδελφάκι των γκέι. (Ο όρος “πανσεξουαλικός”, που εμπίπτει στην κατηγορία των αμφιφυλόφιλων, χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά).
Το να προσδιορίζεστε ως κουίρ φαίνεται πιο βολικό και καλαίσθητο, όπως και το να αφήνετε τους άλλους να συμπεράνουν τις σεξουαλικές σας προτιμήσεις από κάποιες φήμες σχετικά με την ποικιλομορφία των σχέσεών σας. (“Παραμείνετε αδιάφοροι και μην επιμένετε”, συμβουλεύει ο αγαπημένος μου φιλόσοφος στο Twitter @fuglibetti). Φαίνεται ότι ο μόνος τρόπος για να καταφέρεις να αποδεχτούν δημόσια την αμφιφυλοφιλία σου είναι να είσαι τόσο αναμφισβήτητα σέξι που η ερωτική σου διαθεσιμότητα είναι ουσιαστικά θέμα δημοσίου συμφέροντος, αλά Aubrey Plaza (τσεκαρισμένη)».
Αλλά οι καιροί αλλάζουν. Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση που έκανε η Gallup τον περασμένο χρόνο, σχεδόν το 60% των ενήλικων ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων θεωρεί τον εαυτό του ως αμφιφυλόφιλο – αυτήν τη σεξουαλικότητα κατονομάζει η γενιά Z, οι millennials και η γενιά X, με κάθε επόμενη γενιά να θεωρεί εαυτόν αμφιφυλόφιλο περισσότερο από την προηγούμενη. Ταυτόχρονα, παρατηρείται μια έκρηξη της μη συμμόρφωσης με το φύλο. Το αιώνιο «bi κορίτσι που τα ’χει με αγόρι» στη συζήτηση για το Pride έχει σιγά σιγά ωριμάσει ώστε να συνειδητοποιεί ότι ο «cis het (ετεροφυλόφιλος) φίλος» μπορεί στην πραγματικότητα να μην είναι καθόλου cis ούτε het.
@_alisonlee some daily internal dialogue but make it external #wlw #bisexual #lesbian #queer ♬ original sound - alison
Ο πιο περήφανος αμφιφυλόφιλος που γνωρίζει η Cat Zhang είναι ένας τρανς τύπος, ενώ άλλα άτομα που εμπίπτουν σε αυτήν τη διευρυμένη κατηγορία είναι λεσβίες γυναίκες που έχουν βγει με πρώην γκέι τύπους και cis αμφιφυλόφιλοι που έχουν τραβηχτεί με αγριεμένα non binary άτομα. (Είναι πολλές αυτές οι περιπτώσεις.) Νέοι αμφιφυλόφιλοι αρχίζουν να κυκλοφορούν, έχοντας πάρει ώθηση από τη θέρμη απροσδόκητων επιθυμιών, ενώ οι παλιοί εξερευνούν νέα πεδία, ελπίζοντας να κατακτήσουν νέες κορυφές. Τελικά η αμφιφυλοφιλία είναι κάτι περιπλεγμένο και ευρύ, ενώ, ως άποψη, έχει μάλλον αποδυναμωθεί.
Αυτό φαίνεται στα πάρτι και στην ποπ κουλτούρα. Μετά από δεκαετίες σποραδικών αστείων για την αμφιφυλοφιλία –«την εφηύραν τη δεκαετία του ’90 για να πουλήσουν προϊόντα για τα μαλλιά», όπως αστειευόταν η Liz Lemon στο «30 Rock»– και αμφιλεγόμενες, ήσσονος σημασίας απεικονίσεις, το 2018 χαρακτηρίστηκε τηλεοπτικά από μια «έκρηξη των αμφιφυλόφιλων». Οι σεναριογράφοι έγραφαν μανιωδώς σκηνές για το coming out χαρακτήρων σε κωμικές σειρές κόντρα στο πανάρχαιο στερεότυπο του αμφιφυλόφιλου ως ανήθικου ερωτύλου.
Μια σειρά δημοφιλών ηθοποιών, γυναικών και αντρών, εντάχθηκε στο εκκολαπτόμενο πάνθεο των αξιοσέβαστων «bi-cons». Ως επί το πλείστον επρόκειτο για τρόπους πoυ θα εισήγαγαν υγιώς το mainstream κοινό σε αυτή την κατάσταση, καθώς «η εκπροσώπηση μετράει». Πέρα από το «Heartstopper», το 2024 ήταν διαφορετικό. Η αμφιφυλοφιλία συγκρούστηκε με τα ηλικιακά χάσματα και την πολυγαμία για να τροφοδοτήσει μια συλλογική εμμονή με τις δύσκολες σχέσεις εξουσίας. Η αξιοπρέπεια βγήκε απ’ την εξίσωση. Το μήνυμα μετατοπίστηκε από το «υπάρχουμε» στο «γαμιόμαστε».
Ανταλλαγή churros, πιπίλισμα δαχτύλων, ιδρώτας σε σάουνες: έτσι αποτυπωνόταν η αμφιφυλοφιλία στις ταινίες. Καμία απολύτως ανησυχία για την ενίσχυση των στερεοτύπων, πλέον είναι κουλ να είσαι «διεφθαρμένη τσούλα» – φανταστείτε την έκρηξη των fan-edit που θα ακολουθούσε ένα remake του «Βασικού Ενστίκτου».
Ο Λούκα Γκουαντανίνο περιποιήθηκε το κοινό στο «Challengers» με ένα περίπου τρίγωνο. Ο Πάτρικ Τσβάιχ (Τζος Ο’Κόνορ), πιάνοντας το μπούτι του καλύτερού του φίλου, Αρτ Ντόναλντσον (Μάικ Φέιστ), λέει χαρακτηριστικά «είναι η πιο καυτή γυναίκα που έχω δει ποτέ μου», ενώ τρέχουν και στους δυο τα σάλια για τον κοινό τους έρωτα, την Τάσι Ντάνκαν (Ζεντάγια). Αργότερα, την προσκαλούν στο δωμάτιό τους στο μοτέλ, όπου εκείνη στήνει ένα τρίο, για να αποσυρθεί πονηρά, αφήνοντας τους δυο τους να φιλιούνται.
Αργότερα, κοροϊδεύουν ο ένας τον άλλον χρησιμοποιώντας φαλλικά αντικείμενα, κυκλοφορούν ιδρωμένοι ημίγυμνοι και καταρρέουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Στο «Challengers» απογειώνεται η ομοερωτική ένταση. Ενώ πολλές γυναίκες έχουν χάσει τον ύπνο τους με την ιδέα ότι ο άντρας τους είναι κρυφά γκέι και θέλει τον καλύτερό του φίλο, η Τάσι, όπως και όλοι όσοι παρακολουθούν την ταινία, φαίνεται να εύχεται να πηδηχτούν.
Αρκετό σεξ είχε και το «Loves lies bleeding», ένα λεσβιακό ρομαντικό θρίλερ. Σε αντίθεση με τη συνηθισμένη αφήγηση, η αμφιφυλόφιλη ερωμένη δεν εγκαταλείπει τη φίλη της για έναν άντρα, αντίθετα τον δέρνει μέχρι θανάτου. Η Λου (Κρίστεν Στιούαρτ), μια λεσβία υπεύθυνη γυμναστηρίου, έχει κολλήσει στη μικρή πόλη του Νέου Μεξικού, όπου ερωτεύεται την μπόντι μπίλντερ Τζάκι (Κέιτι Ο’Μπράιαν). Το ζευγάρι σύντομα αρχίζει να συζεί, απολαμβάνοντας μια ευτυχισμένη περίοδο.
Οι καλύτερες εκπρόσωποι της αγάπης μεταξύ γυναικών ήταν οι λεσβίες σούπερ σταρ της ποπ Chappell Roan και Reneé Rapp, οι οποίες έβγαιναν με άντρες στο παρελθόν και τώρα αυτοπροσδιορίζονταν σταθερά ως λεσβίες. Συνέβαλαν στην αφύπνιση των νέων αμφιφυλόφιλων γυναικών που έγινε τόσο μαζικά ώστε κάποιοι πιο επιφυλακτικοί τις χαρακτήρισαν ως μια πανταχού παρούσα αγέλη. Κάποιες από αυτές τις γυναίκες μπορεί να πάρουν διαφορετικούς δρόμους (ή και κανέναν), αλλά δεν πειράζει. Σε έναν ιδανικό κόσμο, οποιαδήποτε σεξουαλικότητα θα μπορούσε να είναι μια «μεταβατική κατάσταση».
Στην εν λόγω ουτοπία, το με ποιον κοιμόμαστε θα ήταν το λιγότερο σημαντικό στοιχείο της ταυτότητάς μας. Δεν θα ζητούσαμε την αναγνώριση από κανέναν, θα ήμασταν απλώς ο εαυτός μας. Ευθυγραμμιζόμενες με αυτό το όραμα, ορισμένες τηλεοπτικές σειρές άφησαν την αμφιφυλοφιλία των πρωταγωνιστών τους ως επί το πλείστον ασχολίαστη. Σε μερικές περιπτώσεις, μάλιστα, η αμφιφυλοφιλία σερβιρίστηκε ως ηθική διδασκαλία.
Δύο αντικρουόμενες αντιλήψεις εξακολουθούν να υπάρχουν για την αμφιφυλοφιλία. Σύμφωνα με τη μία, οι αμφιφυλόφιλοι είναι ανεπαρκείς ριζοσπάστες, προσκολλημένοι στην ετεροφυλοφιλία από δειλία. Σύμφωνα με την άλλη, είναι αποστάτες που διαταράσσουν την κοινωνική τάξη, αρνούμενοι να διαλέξουν πλευρά. Η πρώτη άποψη θριαμβεύει στους πραγματικούς κουίρ χώρους, ενώ η ποπ κουλτούρα χρησιμοποιεί την αμφιφυλοφιλία για παρεκβατικούς σκοπούς, όχι πάντα με επιτυχία.
Γενικά η αμφιφυλοφιλία εμφανίζεται, έστω και αμυδρά, ως απάντηση σε ένα γοητευτικό ερώτημα: κι αν η ζωή είναι κάτι περισσότερο από αυτό που μου έχουν πει;
Στην ταινία «Babygirl» της Χαλίνα Ρέιν, η μεσήλικη CEO Ρόμι (Nικόλ Κίντμαν) αποδέχεται τις σεξουαλικές της επιθυμίες, που θεωρούνται ταμπού, ενώ διατηρεί σχέση με τον ασκούμενό της (Χάρις Ντίκινσον). Πρόκειται για ένα ετεροφυλόφιλο δράμα του οποίου οι ήρωες έχουν διαφορά ηλικίας – μάλιστα, οι ορίζοντες της Ρόμι διευρύνονται όταν φιλιέται απροσδόκητα με μια κοπέλα σε ένα ρέιβ πάρτι.
Το «Babygirl» προκάλεσε αίσθηση προτού καν προβληθεί στις αίθουσες. Αντικατοπτρίζει μια πολιτισμική συγκυρία κατά την οποία φαίνεται καλό, ή τουλάχιστον ενδιαφέρον, να είσαι άπληστος, εγωιστής και «σκόρπιος», χαρακτηριστικά όσων ακολουθούν και τους δύο (ή πολλούς) τρόπους. Όπως θα έλεγε και ο Τζον Γουότερς, η Ρόμι «γλείφει το γάλα από ένα μπολ σαν να έγλειφε ένα μουνί».
Ίσως ανησυχείτε για το queer baiting. Δεν υπάρχει λόγος. Στο παρασκήνιο της σεξουαλικά ρευστής κουλτούρας των μέσων μαζικής ενημέρωσης υπάρχει μια δεξιά πολιτική ατζέντα που επιμένει σε δύο καθορισμένα φύλα και ένα μέλλον: την ετεροφυλόφιλη πυρηνική οικογένεια. Δεδομένου ότι οι επιλογές μειώνονται, υπάρχει κάτι ισχυρό στο να αρνείσαι το δυαδικό σχήμα «αγόρι (στωικό, κυρίαρχο) - κορίτσι (γλυκό, υποταγμένο)». Φέτος, έξω από τη σφαίρα των ανδρών και της παράδοσης, κουίρ διασημότητες έγιναν πρωτοσέλιδα μπαίνοντας στο παιχνίδι των φύλων.
Στην οθόνη και στα δημοσιογραφικά κυκλώματα οι νεαροί πρωταγωνιστές του κινηματογράφου (Πολ Μέσκαλ, Τζος Ο’Κόνορ, Ντριου Στάρκι, Tιμοτέ Σαλαμέ και άλλοι) εκπροσώπησαν έναν πιο ήπιο ανδρισμό. Αν δεν ήταν γκέι, μπήκαν στη διαδικασία να το παίξουν γκέι. Σε πολλές περιπτώσεις, το προβαλλόμενο queerness αυτών των ηθοποιών τούς έκανε περισσότερο, όχι λιγότερο, ελκυστικούς στις γυναίκες. Οι ρόλοι αντιστράφηκαν: αντί για λάγνους άντρες που πεθαίνουν να δουν κορίτσια εν δράσει, είδαμε καυλωμένα fangirls που χάζευαν twinks – σ’ ευχαριστούμε, Λούκα.
Η επιθυμία δεν είναι μια δοκιμασία για την οποία μπορούμε να προετοιμαστούμε. Πάντα κινδυνεύουμε να συναντήσουμε κάποιον που θα αλλάξει αυτό που είμαστε. Σε ένα από τα αγαπημένα βιβλία του 2024, το «All Fours» της Μιράντα Τζουλάι, μια παντρεμένη 45χρονη συγγραφέας που ζει στο Λος Άντζελες αποφασίζει να διασχίσει τη χώρα οδικώς, αλλά καταφέρνει να φτάσει μόνο τριάντα μίλια μέχρι τη Μονρόβια, όπου ερωτεύεται έναν νεότερο άντρα. Ο Ντέιβι είναι υπάλληλος της Hertz και ονειρεύεται να πετύχει επαγγελματικά στο breakdancing. Ερωτεύονται ξαφνικά, παράφορα. Δεν ολοκληρώνουν ποτέ τη σχέση τους, απλώς εφευρίσκουν νέους τύπους προκαταρκτικών (με ταμπόν).
Αντίθετα, η πραγματική αφύπνιση της ηρωίδας συμβαίνει κατά τη διάρκεια μιας αιφνιδιαστικής επίσκεψης στην πρώην ερωμένη του Ντέιβι, μια 60χρονη υπάλληλο σε ένα εμπορικό κέντρο με αντίκες, ονόματι Όντρα, που καταλήγει σε σεξ-έκπληξη. «Ξαφνικά, μου φάνηκε φυσικό και γλυκό να πηδάω όλες τις φίλες μου», λέει η ανώνυμη αφηγήτρια. Εκείνη, μια ετεροφυλόφιλη γυναίκα που το λεσβιακό της παρελθόν «δεν είναι ποτέ μακριά», βρίσκει μια φίλη, αναδιαμορφώνει τον γάμο της και συνειδητοποιεί ότι το γήρας δεν σημαίνει το τέλος: «Ένα άτομο με ταξιδιάρα ψυχή και διάθεση για πειραματισμό θα πρέπει να δημιουργεί τις συνθήκες που να του επιτρέπουν να ζει έτσι».
Με στοιχεία από The Cut.