«Σαν τους αριστερούς σας αγαπώ αδέλφια μου/κι αυτοί κι εμείς διαρκώς κατατρεγμένοι/
Αυτοί για το ψωμί, εμείς για το κορμί/Αυτοί για λευτεριά, εμείς για έρωτα/Για μια ζωή δίχως φόβο και χλεύη», αναφέρει ο Ντίνος Χριστιανόπουλος σε ένα από τα πιο γνωστά του ποιήματα, το «ζουμί» του οποίου βρίσκεται στο τελευταίο δίστιχο: «Σαν τους αριστερούς σας αγαπώ αδέλφια μου/παρόλο που κι αυτοί μας κατατρέχουν» («Κατατρεγμένοι», 1970). Διότι ΟΚ, από τους υπερσυντηρητικούς, τη λαϊκή και την άκρα δεξιά (όπως κι από την Ορθόδοξη «τζιχάντ») η ομοφοβία, ο ρατσιστικός λόγος και η ρητορική μίσους είναι πράγματα αναμενόμενα. Τι γίνεται όμως όταν τέτοια φαινόμενα απαντούν και στην Αριστερά, την παράταξη που υποτίθεται πως στηρίζει ipso facto τα κοινωνικά κινήματα, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισονομία και την ισοπολιτεία, την ελπίδα των απανταχού καταπιεσμένων, την «κοιτίδα», ουσιαστικά, του ίδιου του lgbt κινήματος;
Κατά την πρόσφατη ψήφιση του συμφώνου συμβίωσης στη βουλή το ΚΚΕ – μόνο αυτό ανάμεσα στα αριστερά κόμματα – απείχε. Ο γγ Δημήτρης Κουτσούμπας τάχθηκε υπέρ του ελεύθερου σεξουαλικού προσανατολισμού μεν, κατά του συμφώνου δε, με ένα σκεπτικό που πραγματικά δυσκολεύτηκα να παρακολουθήσω – και δεν είμαι ο μόνος. Αφενός προσπαθεί να υπερθεματίσει, προτείνοντας απλοποίηση και γενίκευση του πολιτικού γάμου, αφετέρου επικαλείται τον... αστικό κώδικα ή τα ιδιωτικά συμφωνητικά για τα επιμέρους ζητήματα ενός θεσμού που ο ίδιος χαρακτηρίζει καταρχήν «οικονομική σχέση» (αντίστοιχες θέσεις έχουν και ορισμένοι φιλελεύθεροι). Παρόμοια δικαιολογία επικαλέστηκε η «κόκκινη» Λιάνα («δεν πήγα στη βουλή γιατί το νομοσχέδιο ήταν λειψό»), από την οποία για πολύ συγκεκριμένους λόγους θα ανέμενε κανείς μια κάποια διαφοροποίηση, μια μαχητική έστω υπεράσπιση της άποψής της εντός βουλής. Αλλά η κ. Κανέλλη φυλάει τον τσαμπουκά της για τα εύκολα. «Καμιά σχέση η άποψη του ΚΚΕ με τις αντιδραστικές, οπισθοδρομικές αντιλήψεις που εκφράζουν κάποιοι εκπρόσωποι της Εκκλησίας ούτε με τις ναζιστικές-φασιστικές αντιλήψεις», ισχυριζόταν ο σύντροφος Κουτσούμπας. Αλλά το ΚΚΕ, ένθερμος υπερασπιστής των λεγόμενων παραδοσιακών λαϊκών οικογενειακών (βλέπε ετεροκανονικών) αξιών - αντιτίθεται άλλωστε ρητά και στην lgbt τεκνοθεσία - έχει μακρύ ομοφοβικό ιστορικό, όπως άλλωστε οι απανταχού σταλινικοί.
Σαν τους αριστερούς σας αγαπώ αδέλφια μου/κι αυτοί κι εμείς διαρκώς κατατρεγμένοι/
Αυτοί για το ψωμί, εμείς για το κορμί/Αυτοί για λευτεριά, εμείς για έρωτα/Για μια ζωή δίχως φόβο και χλεύη
Θεωρώντας το στην καλύτερη «ιδιωτική υπόθεση» και στη χειρότερη «μικροαστική παρεκτροπή» ανεπίτρεπτη για τον συνεπή αγωνιστή εφόσον έτσι μπορεί εύκολα να εκβιαστεί και να προδώσει, απέφευγε συστηματικά στο παρελθόν να τοποθετηθεί επίσημα σε ένα ζήτημα που για το κόμμα του λαού ήταν από αόρατο έως ανύπαρκτο, ενώ υπήρξαν ουκ ολίγες περιπτώσεις μελών που διαγράφηκαν όταν έκαναν "coming out". Ακόμα και τώρα πιστεύουν ότι «σε μεγάλο βαθμό, το φαινόμενο ομοφυλοφιλία έχει ρίζες σε χρόνια κοινωνικά προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων», προβληματίζονται επειδή έτσι «ανοίγει ο δρόμος στην πολυγαμία» και διακηρύσσουν ότι «με τη διαμόρφωση της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής κοινωνίας, οπωσδήποτε θα διαμορφωθεί νέος τύπος συμβίωσης, ως σχετικά σταθερής ετεροφυλικής σχέσης και αναπαραγωγής» (ο βουλευτής Γιάννης Γκιόκας στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή στις 20/12). Είναι δε, πιθανότατα, το τελευταίο ευρωπαϊκό ΚΚ που εξακολουθεί σε αυτή τη γραμμή. Το ότι αναγκάστηκε με χίλια ζόρια να μιλήσει ανοικτά περί ομοφυλοφιλίας συγκαταλέγεται αναμφίβολα στα κέρδη του συμφώνου: μπορεί θεσμικά να είναι ένα μικρό, διστακτικό και μάλλον δυσανάλογο με τη «φασαρία» που έγινε δικαιωματικό βήμα, είναι όμως ιδιαίτερα σημαντικό ότι ενέταξε αποφασιστικά την lgbt ατζέντα στον δημόσιο λόγο.
Ακόμα εξάλλου και μέσα στον Σύριζα – στον οποίο δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει κανείς ότι τόλμησε κάτι που ΝΔ - ΠΑΣΟΚ έκαναν διαρκώς γαργάρα, πραγματοποιώντας ταυτόχρονα έτσι ένα από τα ελάχιστα ως τώρα «άλματα προς τα εμπρός» του – συναντάς αντιδραστικές φωνές, όπως του βουλευτή Μιχελογιαννάκη που το '12 δήλωνε ότι το μνημόνιο «αυξάνει την ομοφυλοφιλία»(!), για να μην αναφερθούμε στα ομοφοβικά «μαργαριτάρια» αρκετών βουλευτών αλλά και του προέδρου των συγκυβερνώντων ΑΝΕΛ (τόσο βέβαια ο Συνασπισμός όσο και το ΚΚΕ εσ. παλιότερα, ειδικά η νεολαία του Ρήγα, υπήρξαν από τους πιο «γκέι φρέντλι» πολιτικούς χώρους). Όσο για την εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, μολονότι στο μεγαλύτερο κομμάτι της στέκεται αλληλέγγυα απέναντι στο lgbt κίνημα έχοντας υιοθετήσει queer προβληματικές, κάποια άλλα αντιμετωπίζουν τα δικαιώματα συνολικά σαν «στάχτη στα μάτια» των καταπιεσμένων μαζών που αποπροσανατολίζει από τον τελικό στόχο της επανάστασης και της ανατροπής οπότε, ως διά μαγείας, θα επιλυθούν κι αυτά τα «προβλήματα» (ισχύει και για μερίδα του Α/Α χώρου κι ας είναι πλειοψηφικά από τους πλέον αλληλέγγυους έχοντας στηρίξει από τα πρώτα Pride μέχρι εκδόσεις, δράσεις κ.λπ. πρωτοβουλίες).
Οι σκληροπυρηνικοί αυτής της κατηγορίας σνομπάρουν κι απαξιώνουν τις λεγόμενες συστημικές διεκδικήσεις. Καταγγέλλουν το «γκέι λάιφστάιλ», την εμπορικοποίηση των Pride, τις «πολιτικές ενσωμάτωσης» κ.λπ., κριτικές που θα μπορούσε κανείς να συμμεριστεί, δίχως όμως – αλίμονο - να λησμονεί ότι αφορούν πραγματικούς ανθρώπους στην πραγματική ζωή την ώρα που συμβαίνει κι ότι η προσωπική ευτυχία του καθενός είναι αδιαπραγμάτευτη, είτε συμφωνεί κανείς μαζί της είτε όχι: Ό,τι ακριβώς ισχύει για τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών, των κάθε λογής μειονοτήτων. Τα δικαιώματα κι οι συνειδήσεις χτίζονται με τη γνώση, τη δράση και την τριβή, δεν κερδίζονται μεμιάς ακόμα κι αν κάποιος τα «επιβάλει» και η ζωή δεν μπορεί και δεν πρέπει να περιμένει. Δυστυχώς αυτό δεν είναι για όλους αυτονόητο: «Η ομοφυλοφιλική σχέση δεν πρέπει να αποτελεί στίγμα, χωρίς αυτό βέβαια να καθιερώνει σχέση ισοτιμίας με την ετεροφυλοφιλική... είναι απλά μια θεμιτή επιλογή που δεν θεωρούμε συμβατή με τους νόμους της φύσης. Είναι δικαίωμα κάθε πολίτη να κάνει οποιαδήποτε σχετική επιλογή, χωρίς βέβαια να επιβάλλει άμεσα ή έμμεσα τη σεξουαλικότητα του ιδιαίτερα σε ανηλίκους, πράγμα που σημαίνει ότι η προπαγάνδιση της ομοφυλοφιλίας από τα σχολικά βιβλία ή από τα μέσα στα οποία έχουν πρόσβαση οι ανήλικοι (TV, Internet κ.λπ.) είναι ανεπίτρεπτη σε μια αυτοκαθοριζόμενη κοινωνία», καταλήγει σε ένα απίστευτα εξαμβλωματικό άρθρο του περί συμφώνου συμβίωσης και ιδεολογίας της παγκοσμιοποίησης ο «πολύς» θεωρητικός της αυτονομίας και της περιεκτικής δημοκρατίας Τάκης Φωτόπουλος (δεν πάει καλύτερα να λειτουργηθεί στα Καλάβρυτα;).
Λαθεμένη είναι βέβαια και η εκ δεξιών ή αριστερών θεώρηση των lgbt ατόμων σαν μια ενιαία κι ομοιογενή κοινωνική κατηγορία - κλασικό είναι το στερεότυπο περί «κλίκας» που ελέγχει από την τέχνη και τη μόδα μέχρι τα ΜΜΕ και τις κυβερνήσεις - εφόσον μπορεί να πιστεύουν στον Θεό ή στον Μαρξ (άντε και στη Lady Gaga), να είναι από πολύ πλούσιοι μέχρι πολύ φτωχοί, από εργοδότες μέχρι εργάτες (γηγενείς ή μετανάστες), από απλοί υπάλληλοι μέχρι διευθυντικά στελέχη, από εκμεταλλευτές έως εκμεταλλευόμενοι για να το διατυπώσουμε πιο «διαλεκτικά», άρα παραφράζοντας κανείς τον Μάο θα μπορούσε να πει ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται και μέσα στην lgbt κοινότητα! Εξάλλου, αν κάποιοι πολιτικοί χώροι ευαισθητοποιήθηκαν περισσότερο σε θέματα σεξουαλικότητας και lgbt διεκδικήσεων, αυτό κατά βάση πιστώνεται στη δράση των lgbt μελών τους.
Η ίδια η εμπειρία του «υπαρκτού» ήταν από απογοητευτική έως εγκληματική για οτιδήποτε παρέκκλινε από την «αγία σοσιαλιστική οικογένεια»: Χιλιάδες ομοφυλόφιλοι φυλακίστηκαν, εκτοπίστηκαν σε «στρατόπεδα αναμόρφωσης», υποχρεώθηκαν σε εξορία ή καταναγκαστικά έργα στην ΕΣΣΔ, την μαοϊκή Κίνα, ακόμα και στην Κούβα του Τσε και του Φιντέλ - το «Φιλί της Γυναίκας Αράχνης» του Ρεϊνάλντο Αρένας είναι μια τέτοια δραματική μαρτυρία. Η «κληρονομιά» αυτής της αντιδραστικής, βαθιά πουριτανικής κουλτούρας διαφαίνεται στην αντιμετώπιση των γκέι στη σύγχρονη Ρωσία και άλλες πρώην κομμουνιστικές χώρες. Κι όμως, ιστορικά, ήταν η Οκτωβριανή Επανάσταση οπότε για πρώτη φορά μετά τη Γαλλική τέθηκαν ζητήματα σεξουαλικής απελευθέρωσης: «Το 1917 όλοι οι νόμοι εναντίον της ομοφυλοφιλίας μαζί με τον υπόλοιπο ποινικό κώδικα ακυρώθηκαν από την νέα επαναστατική κυβέρνηση. Το συναινετικό σεξ θεωρήθηκε προσωπικό ζήτημα. Οι γκέι ήταν ελεύθεροι να ζήσουν όπως ήθελαν χωρίς την παρέμβαση του κράτους, τα σοβιετικά δικαστήρια ενέκριναν επίσης τον γάμο μεταξύ ομοφυλόφιλων. Υπάρχουν ακόμα καταγεγραμμένα παραδείγματα εγχείρησης αλλαγής φύλου την δεκαετία του '20... Η επανάσταση πραγματοποίησε αυτό το μεγαλειώδες κοινωνικο-σεξουαλικό άλμα τρία χρόνια πριν οι γυναίκες στην Αμερική κερδίσουν το δικαίωμα ψήφου και περίπου ενενήντα χρόνια πριν το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ καταργήσει όλους τους νόμους για σοδομισμό», γράφει και η Σέρι Γουλφ στο βιβλίο της «Σεξουαλικότητα και Σοσιαλισμός» (Heymarket Books 2009).
Είναι γεγονός ότι τα πρώτα εκείνα «ηρωικά» χρόνια η σεξουαλική απελευθέρωση θεωρούνταν σύμφυτη με την κοινωνική, ότι ελευθεριακές φεμινίστριες σαν την Αλεξάνδρα Κολοντέ και ομοφυλόφιλοι όπως ο Γκριγκόρι Τσιτσέριν χρημάτισαν υπουργοί (στην επαναστατημένη Κούβα αντίστοιχα υπήρξε επίσης αρχικά μια «ανοχή» στις ερωτικές «παρεκτροπές»): «Ο κομμουνισμός δεν υποτίθεται πως θα φέρει τον ασκητισμό αλλά την χαρά της ζωής και την ζωντάνια μέσα από μια πλήρη σεξουαλική ζωή», φέρεται να δήλωσε ο ίδιος ο Λένιν κατά τον Βίλχελμ Ράιχ (τον Ράιχ που, μ' όλη του την ερωτική ελευθεριότητα, θεωρούσε την ομοφυλοφιλία αστική διαστροφή). Όμως οι δυσμενείς οικονομικές και πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις σε συνδυασμό με την «καθεστωτικοποίηση» της επανάστασης «επανακαθιέρωσαν την ιερότητα της πυρηνικής οικογένειας και της συμβατικής νόρμας όσον αφορά τα φύλα», οπότε το 1943 επανήλθε η νομοθεσία εναντίον του σοδομισμού. Ο Στάλιν μάλιστα ανέθεσε στον Μαξίμ Γκόρκι να επιχειρηματολογήσει σχετικά στην Πράβδα κι εκείνος χαρακτήρισε την ομοφυλοφιλία «μορφή αστικού εκφυλισμού» που αν καταστραφεί, θα αφανιστεί κι ο φασισμός - έκτοτε οι κομμουνιστές συνήθιζαν να ταυτίζουν τους ομοφυλόφιλους με την μπουρζουαζία ή/και τα ναζιστικά/φασιστικά ιδεώδη, θεωρώντας τους από προβληματικές περιπτώσεις μέχρι επίδοξους «διαφθορείς» των αγνών προλετάριων. «Η άνοδος του σταλινισμού σήμανε το τέλος της εργατικής εξουσίας και μαζί την ανατροπή των υλικών κατακτήσεων που επέτρεψαν στις σεξουαλικές μειοψηφίες και τις γυναίκες να ζουν ελεύθερα. Επειδή η ΕΣΣΔ ανταγωνιζόταν με την Δύση χρειαζόταν περισσότερη εργατική δύναμη, η οποία απαιτούσε υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων. Στις πολύτεκνες απονέμονταν μετάλλια και μαζί ήρθε η αναπόφευκτη ανατροπή των σεξουαλικών ελευθεριών που δεν συνεπάγονταν την αναπαραγωγική λειτουργία...», συμπεραίνει η Σέρι Γουλφ. Αλλά κύριο μέλημα κάθε ολοκληρωτικής εξουσίας είναι ο έλεγχος της επιθυμίας, η οργουελική δυστοπία τού «1984».
Δίκιο είχε, εν κατακλείδει, ο ποιητής. Κι ας έχουν αλλάξει τόσα από τότε, κι ας αποδείχθηκαν τα περισσότερα αριστερά οράματα – όσα τουλάχιστον εφαρμόστηκαν - πουκάμισα αδειανά (όπως άλλωστε φαντάζει και η πολιτική ορθότητα per se). Η απελευθέρωση – τόσο η σεξουαλική όσο κι η ευρύτερη κοινωνική, της οποίας η πρώτη αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι - είναι ένα καθημερινό προσωπικό και συλλογικό στοίχημα. Η διεκδίκηση μιας «ζωής χωρίς φόβο και χλεύη» καθιστά επομένως έναν lgbt ακτιβιστή «φύσει» αλληλέγγυο με έναν αριστερό αγωνιστή, ακόμα κι αν ιδεολογικά διαφέρουν. Παρότι ενίοτε και οι αριστεροί πατερναλίζουν και «καπελώνουν», παρ' όλο που κι αυτοί, καμια φορά, μας κατατρέχουν, ακόμα χειρότερα κι από τους δεξιούς μαθές.
σχόλια