Σήμερα το πρωί αφού ξύπνησα, άνοιξα το facebook και έπεσα πάνω σε ένα αρθράκι στη lifoland με τίτλο «Η αλήθεια βρίσκεται στα pride». Ομολογουμένως μου κέντρισε το ενδιαφέρον, όχι για κανέναν άλλον λόγο - άλλωστε τα lgbt θέματα συζητούνται αρκετά τα τελευταία χρόνια και ακούγονται πολλές και διαφορετικές γνώμες - αλλά γιατί σε πολλά σημεία διάβαζα τις δικές μου σκέψεις. Ζαλίζω το θέμα ώρες τώρα, όχι μόνο το θέμα των pride, της ομοφοβίας, της ισότητας κ.λπ. αυτό καθ' αυτό, αλλά, όντας κάπως ανήσυχο το νεανικό μου πνεύμα, έχω επεκταθεί και σε άλλους, ευρύτερους τομείς: ρατσισμός, προκαταλήψεις, στερεότυπα, βία και δε συμμαζεύεται. Θα προσπαθήσω, ώστοσο να συγκρατήσω τη σκέψη μου στο βασικό θέμα και να μην ξεφύγω πολύ, μπας και βγάλουν κάποιο νόημα τα όσα θα γράψω από εδώ και κάτω.
Πράγματι, το περασμένο Σάββατο, το Σάββατο του pride, ούτε εγώ βρέθηκα στην πλατεία Κλαυθμώνος, γεγονός που με έκανε να νιώσω κάπως άσχημα. Είναι δυνατόν να μην στηρίξω έμπρακτα την «κοινότητά» μου, όχι με κάποιον ξεχωριστό τρόπο, απλώς προθέτοντας μία ακόμα ψηφίδα στο πολύχρωμο μωσαϊκό ανθρώπων που κάθε χρόνο κατακλύζει την πλατεία; Μπορεί να στεναχωρέθηκα, καθώς το 'χω καημό να πάω επιτέλους σε ένα pride. Η στεναχώρια όμως που -μπορεί- να ένιωθα καθώς έβλεπα το βράδυ του Σαββάτου δημοσιεύσεις, άρθρα και φωτογραφίες από το pride, το ανεξήγητο συναίσθημα-κράμα θυμού, αγανάκτησης, ειρωνίας και αηδίας που ακολούθησε διαβάζοντας τα, κλασσικά πια, σχόλια στο facebook που ανέφερε και ο αρθρογράφος του «Η αλήθεια βρίσκεται στα pride» δεν ήταν πραγματικά τίποτα. Δεν μπορεί με τίποτα να συγκριθεί με το συναίσθημα που ένιωσα λίγο αργότερα, όταν έπεσα πάνω στα πρώτα νέα από το Ορλάντο. Είναι η στιγμή που βλέπεις πως σε ένα τυχαίο γεωγραφικό μήκος και πλάτος της Γης, όπου υπάρχουν ένα από τα -πόσα να 'ναι αλήθεια;- πολλά gay bar του κόσμου, η ομοφο-βία μετατρέπεται σε μίσος. Σε ένα μίσος που δεν έχει καμία σχέση με τα αφελή σχόλια στο διαδίκτυο. Σε ένα μίσος που δεν έχει καμία σχέση με τα σχόλια που θα ακούσω σε ένα δρόμο, σε ένα λεωφορείο, σε μια καφετέρια, σε ένα οικογενειακό τραπέζι. Σε ένα μίσος που δεν έχει καμία σχέση με την προσφώνηση «πούστρα» που θα μου πετάξει ένας ελληνάρας στον δρόμο. Ακόμα και καμία σχέση με τον ξυλοδαρμό ένος ομοφυλόφιλου επειδή «είναι ομοφυλόφιλος». Το μίσος αυτό παίρνει σάρκα και οστά. Κρατά όπλο και γκρεμίζει ένα-ένα τα ανθρώπινα δικαιώματα, το ένα μετά το άλλο. Τότε ναι, κάτι πραγματικά σπάει μέσα σου.
Η «ρομαντική» μου λογική πραγματικά σοκάρεται όταν συνειδητοποιεί πως το μίσος μπορεί να πάρει αυτήν την διάσταση. Και σοκάρεται ακόμα περισσότερο όταν συνειδητοποιεί πως δεν έχει όρια, πως μπορεί να πάρει ακόμα πιο ακραία διάσταση. Πώς να βρεις ησυχία μετά από κάτι τέτοιο; Πώς να αποδεχθείς τη διαφορετικότητά σου; Πώς να την ομολογήσεις στους γονείς σου; Πώς να ακούσεις τον «παλμό» της; Και όταν ξεπεράσεις αυτό το περίεργο και άχαρο στάδιο, πώς να την απολαύσεις με τον/την σύντροφό σου εκεί, εδώ, σε κάθε τυχαίο γεωγραφικό μήκος και πλάτος της Γης; Το μίσος πράγματι υπάρχει παντού, όπως έγραψε σε μια πρόσφατη δημοσίευσή του ο Γιώργος Καπουτζίδης. Και σε αφήνει άφωνο, προσθέτω εγώ. Άφωνο και απροετοίμαστο.
Είναι δύσκολο να συνειδητοποιείς πως ο κόσμος είναι τόσο κακός, σκληρός και άδικος. Ειδικά όταν είσαι ένας δεκαοχτάχρωνος που μόλις παλεύει να ανοίξει τα φτερά του σ' αυτόν. Ένας νέος πολίτης του, που όλη του τη ζωή του λένε ότι στο χέρι του είναι να τον αλλάξει, ότι έχει το χρέος να τον κάνει καλύτερο. Πώς να τον κάνει καλύτερο όταν ο ίδιος αυτός κόσμος είναι «ανεπίδεκτος μαθήσεως»; Όταν αποδεικνύει περίτρανα και με τον χειρότερο τρόπο πως κρύβει μέσα του τόσο μίσος, που μια μέρα μπορεί να αρπάξει ένα όπλο και να τον πνίξει στο αίμα;
Δε θέλω να κάτσω να αναλύσω γιατί η ομοφυλοφιλία δεν είναι «ανωμαλία», δεν είναι «παρά φύσιν», δεν είναι επιλογή, δεν έχει σχέση με τις κατηγορίες που της επιρρίπτουν. Το έχουν προσπαθήσει πολλοί άλλοι πριν από εμένα, μεγαλύτεροι και σοφότεροι. Δε θέλω ούτε να πείσω τον κόσμο αυτόν του μίσους να ανοίξει τα μάτια του και να δει την πραγματικότητα - άλλωστε ο καθένας ζει σε μια δική του πραγματικότητα πια και είναι άτοπο να προσπαθήσει κανείς κάτι τέτοιο. Δεν θέλω ούτε να κατηγορήσω κανέναν, ούτε να αποδώσω δικαιοσύνη, προς Θεού ούτε να παρακαλέσω κανέναν για τίποτα. Για να ανασάνω όμως, να ανοίξω τα φτερά μου, να νιώσω τον «σφυγμό» μου χρειάζομαι χώρο, χώρο που ο κόσμος αυτός μου τον στερεί. Και κάποιος πρέπει να φροντίσει να βρω τον χώρο αυτόν. Και αφού δεν αφήνει εμένα να τον διεκδικήσω σκοτώνοντάς με, θα είναι κάποιος άλλος. Θα είναι ένα pride. Θα είναι ένα Pulse. Θα είναι κάτι.