Σαντορίνη: Στην Οία, αδερφές μου, στην Οία!

Σαντορίνη: Στην Οία, αδερφές μου, στην Οία! Facebook Twitter
0
Σαντορίνη: Στην Οία, αδερφές μου, στην Οία! Facebook Twitter

Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο αυτό το αυτοκρατορικό ηλιοβασίλεμα. Τα χρώματα που πλημμυρίζουν το βλέμμα σου φαίνονται τόσο διαφορετικά όταν ξεχύνονται μέσα σε αυτό το χαώδες, απέραντο γαλάζιο.
Περιμένω την αδερφή μου στην Οία, ενώ χαζεύω μαζί με τους υπόλοιπους τη θέα. Θα συναντήσουμε μια παρέα της για φαγητό.

Τα σοκάκια τριγύρω έχουν ήδη αρχίσει να πλημμυρίζουν με κόσμο. Φέτος είναι λίγοι οι Έλληνες, όλο και περισσότεροι οι Αμερικάνοι, ο αριθμός των Γιαπωνέζων που με περικυκλώνουν με κάνει να αισθάνομαι ξένη στον τόπο μου.

Βλέπω από μακριά τη Φένια να οδηγεί ένα δίκυκλο κεντραρισμένο στη μέση της λωρίδας. Σαλιγκάρια και μαστουρωμένες χελώνες την προσπερνούν, ενώ ο οδηγός του λεωφορείου που έχει κολλήσει πίσω της έχει αποκτήσει το ύφος του αυτόχειρα καμικάζι.
«Πώς είσαι ντυμένη έτσι; Τέτοια ώρα δεν καίει και τόσο ο ήλιος...» της λέω με το που παρκάρει δίπλα μου το μηχανάκι με τον αέρα των διακοσίων εβδομήντα οχτώ κινήσεων.

Φοράει μακρυμάνικο, πλατύγυρο καπέλο και κράνος επάνω από το καπέλο.

Βγάζει το κράνος. Τα μάτια της έχουν πεταχτεί έξω σαν να είναι ιατρικό μοντέλο για εξόφθαλμη βρογχοκήλη.

«Με έβαλες να κάνω μόνη μου τη διαδρομή του θανάτου». Η φωνή της αργοσβήνει επικίνδυνα. «Έχεις δει τους γκρεμούς στη διαδρομή Φηροστεφάνι-Οία;».

«Όχι. Εμένα συνήθως με διακτινίζουν εδώ πάνω» κάνω απόπειρα για χιούμορ που ξεκάθαρα πέφτει στο κενό, αφού η αδερφή μου μοιάζει προσωρινά βαλσαμωμένη.

Κάτι πρέπει να κάνει επιτέλους με αυτές τις φοβίες της. Υποφέρει και αυτή και όλοι γύρω της. Και δεν μπορεί να σταθεί στο πλάι μου αυτή την τόσο δύσκολη περίοδο της ζωής μου.

Αναστενάζω και της κάνω νόημα να με ακολουθήσει. Προχωράμε ανάμεσα στον κόσμο για να πάμε στο εστιατόριο.

Είναι ένα τυπικό καλοκαιριάτικο απόγευμα στα σοκάκια της Οίας.

Τα μέλη της σκυλοπαρέας της περιοχής έχουν διασκορπιστεί σε όποια σκιά έχουν καταφέρει να καβατζώσουν κι έχουν απλώσει μερακλίδικα τα κορμιά τους, προσπαθώντας να ανακουφιστούν από την κάψα της ημέρας.

Ένα ζευγάρι νιόπαντρων Άγγλων τρέχει ξέφρενα προς την άκρη του γκρεμού έχοντας παραμάσχαλα μπουκάλια από σαντορινιό λευκό κρασί, ενώ τα λαούτα και τα βιολιά των ντόπιων μουσικών που τους ακολουθούν σκίζουν τον αέρα και ταράζουν λίγο τη σιέστα ενός από τους μούργους της σκυλοπαρέας.

Πέντε Γιαπωνέζες, μάλλον συγκρότημα αν κρίνω από το συνεργείο που τις τραβάει, με πολύχρωμα μαλλιά και piercing ολούθε, έχουν σκάσει μύτη ντυμένες με άσπρα φορέματα και τούλια και τραγουδoύν, σνομπάροντας επιδεικτικά το ρο, το «Like a virgin» σε ρυθμούς hip hop.

Νιώθω ότι όλα γύρω μου πια θυμίζουν πανηγύρι. Όπως και η ίδια μου η ζωή.

Φτάνουμε στο τραπέζι, χαιρετάμε την παρέα και εγώ βυθίζομαι στην καρέκλα μου, στη θέα της θάλασσας και στους ήχους της «Κάρμεν» που χαϊδεύουν τ' αυτιά μου.

Αναπνέω βαθιά και προσπαθώ να χαλαρώσω.

Δύο χρόνια πριν, στο ίδιο μέρος, αυτήν τη μέρα, ήμουν η πιο ευτυχισμένη γυναίκα στον κόσμο.

Η πρόταση, το δαχτυλίδι, ο γάμος που δεν έγινε ποτέ, οι εξωγενείς παράγοντες, η κρίση, η ευκαιρία για νέα ξεκινήματα στην Αμερική, τα αντικρουόμενα συμφέροντα, οι καυγάδες...

Το μεγάλο εγώ μπροστά στο συρρικνωμένο εμείς.

Τις σκέψεις μου διακόπτει ένας κύριος από το τραπέζι πίσω μου που μιλάει τόσο βασιλικά στο κινητό του, που αυτό, ως αξεσουάρ, γίνεται παντελώς περιττό. Η φωνή του άνετα πιάνει Φηρά από μόνη της.

«Επέστρεψες στην παρέα μας, Ανδριάνα. Πού ταξίδευες τόση ώρα;» με ρωτάει μια Θεσσαλονικιά, γνωστή της Φένιας, που κάθεται απέναντί μου στο τραπέζι.

«Τίποτε, κάτι δικά μου» ξεροκαταπίνω.

«Άντε τζιέρι μου, ξύπνα, γιατί τόση ώρα προσπαθεί να σε κάνει eye-contact ο ψηλός από εκεί» συνεχίζει αυτή σε άψογα british-θεσσαλονικιώτικα.

Γυρνάω προς τη μεριά που μου δείχνει και παγώνω ολόκληρη.

Ο δικός μου ψηλός...

Μένω έτσι και τον κοιτάζω για αρκετά λεπτά.

Τελικά σηκώνομαι και πάω προς το μέρος του σαν υπνωτισμένη.

«Είσαι αληθινός;» προσπαθώ να του χαμογελάσω.

Μου χαϊδεύει το μάγουλο.

«Κι αν προσποιηθούμε ότι τα δύο τελευταία χρόνια δεν υπήρξαν ποτέ;» με ρωτάει με λαχτάρα στα μάτια. Έτσι απλά. Λες και μιλούσαμε τις τελευταίες ώρες, μέρες, μήνες για όλα τα άλλα.

Δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει.

Πώς βρεθήκαμε εδώ, σε αυτό το αγαπημένο μέρος, ταυτόχρονα, δυο χρόνια μετά.

Την ερώτησή του, που είναι σαν να θέλει να σβήσει όλες τις άλλες που μας έχουν βασανίσει.

Αν το μυαλό μου μού παίζει επικίνδυνα παιχνίδια λόγω στέρησης.

Την αμέσως επόμενη στιγμή ο ήλιος χάνεται στα βάθη της θάλασσας.

Ο κόσμος χειροκροτεί. Η σκυλοπαρέα σηκώνεται για να ξεκινήσει τη βραδινή της τσάρκα. Το νιόπαντρο ζευγάρι των Άγγλων έχει ήδη μεθύσει με το πρώτο μπουκάλι βινσάντο. Οι Γιαπωνέζες Μαντόνες μοιράζουν φιλιά σε συμπατριώτες τους. Η Φένια βγάζει το πλατύγυρο και παίζει με τα δικά της όρια, πίνοντας κι αυτή μια γουλιά κρασί.

Όλα φαίνονται να κυλούν σχεδόν φυσιολογικά. Χωρίς εκπλήξεις.

Με τη χαλαρότητα που νιώθει κανείς όταν ακολουθεί τη ζωή χωρίς να της αντιστέκεται.

Αγκαλιάζω σφιχτά τον ψηλό και ανακουφίζομαι μέσα στην οικειότητα αυτή που είχα στερηθεί εδώ και τόσο καιρό.

Και αφήνομαι κι εγώ με τη σειρά μου στους ρυθμούς της ζωής. Έτσι απλά. Χωρίς εκπλήξεις.

Είναι ό,τι καλύτερο μπορώ να κάνω ένα τόσο γλυκό καλοκαιρινό σούρουπο στη Σαντορίνη.

Διάφορα
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ