Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ σε μια συνέντευξη, διηγείται πως θαύμαζε απεριόριστα έναν μεγάλο ποιητή της εποχής του.
Τον είχε ίνδαλμα, τον είχε αποθεώσει μέσα του, ώσπου τον συνάντησε ένα καλοκαίρι να μπαίνει στη θάλασσα με το σώβρακο.
Αυτό ήταν. Κατέρρευσε ακαριαία στα μάτια του.
Συμπαθούσα πολύ έναν συγγραφέα που δεν ζει πια.
Είχε γράψει αρκετά χαριτωμένα πράγματα, ώσπου διάβασα σ’ ένα βιβλίο του, την περιγραφή μιας ξεχειλωμένης κιλότας που έχασκε ανάμεσα στα σκέλια κάποιας κυρίας.
Πάει. Μου έμεινε αυτό δυσάρεστα ανεξίτηλο, λες κι ήταν το μοναδικό πράγμα που είχε γράψει.
Και στις δύο περιπτώσεις η κοινή αίσθηση είναι απογοήτευση.
Τόσο η δημόσια εμφάνιση του μεγάλου ποιητή με το σώβρακο, όσο και η ντροπιαστική περιγραφή της κιλότας από τον συγγραφέα, παραβίασαν τον αισθητικό κανόνα.
Το θέαμα ενός τυχαίου περαστικού που ουρεί στην άκρη του δρόμου, ίσως προκαλεί αποστροφή ή αγανάκτηση. Αλλά όχι απογοήτευση.
Οι δύο προαναφερθέντες όμως δεν είναι τυχαίοι.
Τους έχεις ψηλά. Δεν περιμένεις τέτοια έκπτωση αισθητικής.
Που σημαίνει ότι κι εμείς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών.
Για να μας απογοητεύσει κάποιος, πρέπει πρώτα να έχει κερδίσει τον θαυμασμό, την εμπιστοσύνη, την εκτίμησή μας.
Όσο αφειδώλευτα τα προσφέρουμε, δυστυχώς, τόσο περισσότερο κινδυνεύουμε να διαψευστούμε, από την πραγματική φύση του άλλου.
Οι άνθρωποι, ποτέ δεν έχουν μία και μόνη όψη.
Κι ίσως είναι καλό, να αναλογιστούμε, πόσους ανθρώπους, που μας πίστεψαν, έχουμε κι εμείς απογοητεύσει.
σχόλια