ΠΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ έχουμε επιβαρυνθεί ψυχολογικά το τελευταίο διάστημα; Υποθέτω, πολύ. Η ζωή μοιάζει εκτός πραγματικότητας, ανοίκεια. Το διαρκές, μη ρεαλιστικό θέαμα ανθρώπων με μάσκες. Το καλοκαίρι που χαιρετάμε αγαπημένους από μακριά ή αγκαλιαζόμαστε διστακτικά. Η νέα φτώχεια ή ο φόβος απόλυσης. Όλα αυτά μάς βαραίνουν. Ταυτόχρονα, όλοι έχουμε φίλους, σχέσεις, συνεργάτες στο εξωτερικό που δεν μπορούμε να πάμε εύκολα να τους δούμε. Πριν, αρκούσε να είμαστε έτοιμοι για το βασανιστήριο μετρό-αεροδρόμιο-πτήση-λεωφορείο αεροδρομίου και βρισκόμασταν όπου έπρεπε να είμαστε για επαγγελματικούς ή συναισθηματικούς λόγους. Τώρα αυτό δεν παίζει.
Είμαστε πιο κλεισμένοι στο περιβάλλον μας από ποτέ. Οι ευκαιρίες διαφυγής έγιναν νερόβραστες επιθέσεις στον υπολογιστή, προσαρμοσμένες στις ανάγκες του ιού. Θες να δεις μια έκθεση ζωγραφικής να ανοίξει το κεφάλι σου; Άνοιξε το λαπτοπ και ξέχνα την ιεροτελεστία της περιπλάνησης σε ένα γαλήνιο μουσείο, σε μια άγνωστη πόλη, σε μια άγνωστη χώρα. Θες να αράξεις με τον φίλο σου τον Ιταλό; Κάνε Skype. Οk, χαρούμενες εξελίξεις αυτές δεν τις λες.
Ας είμαστε ειλικρινείς. Κανείς δεν κάνει αίτηση στα 25 του για πρακτική στη Βαρκελώνη με όνειρο να δουλεύει απ' το λάπτοπ. Και κανένας δεν φαντάζεται το μεταπτυχιακό του στο Παρίσι ως έναν συνδυασμό mail, zoom και κακόηχων παραδόσεων που παρακολουθεί απ' το παιδικό του δωμάτιο στην Αττική.
Δεν μιλάω απλώς για τα ταξίδια που ήταν σπουδαία παρηγοριά για μια γενιά ρημαγμένη από την κρίση (φτωχοί μεν, κοσμοπολίτες και μποέμ δε), αλλά και για την προοπτική και τις ευκαιρίες που έχεις ως νέος άνθρωπος σε έναν ανοιχτό κόσμο ελεύθερων μετακινήσεων. Σεμινάρια, σπουδές στο εξωτερικό, εργαστήρια, δουλειές σε διεθνή περιβάλλοντα, όλα αυτά για πολλούς νέους ήταν όνειρο ζωής. Και τώρα πήγαν πίσω ή ματαιώθηκαν ή έγιναν «τηλεργασία» και «τηλεκπαίδευση».
Ας είμαστε ειλικρινείς. Κανείς δεν κάνει αίτηση στα 25 του για πρακτική στη Βαρκελώνη με όνειρο να δουλεύει απ' το λάπτοπ. Και κανένας δεν φαντάζεται το μεταπτυχιακό του στο Παρίσι ως έναν συνδυασμό mail, zoom και κακόηχων παραδόσεων που παρακολουθεί απ' το παιδικό του δωμάτιο στην Αττική. Συν την αγωνία αν τα πράγματα «θα φτιάξουν» και παράλληλα να παίζει η σουρεάλ, θορυβώθης 24ωρη clickbait ενημέρωση για τα κρούσματα.
Σ' αυτά κουμπώνει και η ανικανότητα πολλών millennials να περνάνε χρόνο μόνοι και συγκεντρωμένοι. Η διάσπαση της προσοχής ή ο εθισμός σε εφαρμογές τύπου Ιnstagram τώρα είναι που μπορούν, κυριολεκτικά, να καταστρέψουν τη ζωή κάποιου. Η θλίψη στο Ίντερνετ ανατροφοδοτείται, απ' τα επιδεικτικά stories που σε κάνουν να νιώθεις σκουπίδι μέχρι τις ειδήσεις που σε κάνουν να νιώθεις άσχημα, επειδή «απλώς» νιώθεις άσχημα, ενώ άλλοι πεθαίνουν.
Άλλοι έχουν γίνει αρρωστοφοβικοί. Βήχουν και τρέμουν στην ιδέα μιας εντατικής χωρίς αναπνευστήρες. Φαντάζονται κόσμο να θρηνεί το άνθος της νιότης τους και ταυτόχρονα τσεκάρουν στο Ίντερνετ συμπτώματα που νιώθουν πως τα 'χουν όλα ‒ ακόμα κι εκείνα τα σπάνια που βρίσκουν μόνο το 0,2% του πληθυσμού.
Πώς τα ξέρω όλα αυτά; Ήμουν, μικρότερη, αυτός ο άνθρωπος. Έψαχνα στο Ίντερνετ αρρώστιες (spoiler: τις είχα όλες, απλώς δεν είχαν εκδηλωθεί, δήθεν). Ακόμα θυμάμαι παθήσεις για τις οποίες το Google με προειδοποιούσε απ' τα 17 μου. Το είχα φανταστεί όλο. Τα συμπτώματα, τη διάγνωση, την παραμονή στην εντατική, τη νεκροφόρα. Δέκα χρόνια μετά γελάω.
Το αστείο είναι ότι αυτά ξεπερνιούνται ή γίνονται διαχειρίσιμα ή, τέλος πάντων, μαθαίνεις να ζεις μ' αυτά και να 'σαι ευτυχισμένος. Απλώς, πολλοί άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια για να το κάνουν αυτό, προφανώς όχι επειδή είναι αδύναμοι ή χαζοί. Πόσοι νέοι άνθρωποι έχουν την οικονομική και χρονική «άνεση»(!) να εξετάσουν και να δουλέψουν τις σκέψεις τους; Πόσοι έχουν για ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση; Πόσοι ζουν σε περιβάλλοντα όπου δεν είναι ταμπού να συζητάς τα ψυχολογικά σου στα σοβαρά, ώστε να παρακινηθούν να βρουν αποτελεσματική επαγγελματική υποστήριξη; Πόσοι έχουν πρόσβαση σε σωστή, υπεύθυνη πληροφόρηση για ψυχιατρικά θέματα;
Μες στην πανδημία ακούσαμε πολλά λόγια για την ενίσχυση του συστήματος υγείας. Λόγια του αέρα. Για το στοίχημα του να μη βυθιστεί μια ολόκληρη γενιά στην αρρωστοφοβία και την κατάθλιψη δεν ακούσαμε τίποτα. Τίποτα για την ψυχική στήριξη τόσων απολυμένων ή μπερδεμένων νέων ανθρώπων. Γιατί το να μη νιώθεις καλά στη χώρα του ήλιου και του φωτός είναι ακόμα ταμπού. Το να μη σου περνάνε όλα με λίγο τσιπουράκι θεωρείται μαλθακότητα. Αλλά, κυρίως, γιατί το να ενισχύσεις τις παροχές πρόνοιας σε φτωχούς ανθρώπους που χρήζουν ψυχιατρικής στήριξης, το να ενημερώνεις συστηματικά για ψυχιατρικά θέματα ή το να βελτιώσεις την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας για όλους απαιτεί ένα πολιτικό όραμα μέριμνας. Κι αυτό λείπει, παρά την πανδημία και παρά τα παχιά λόγια για τη σημασία της υγείας.
σχόλια