Η Ερεσός είναι ένα μέρος με έντονη γυναικεία ενέργεια, ένα μέρος όπου εδώ και δεκαετίες μαζεύονται λεσβίες για να αποτίσουν φόρο τιμής στη Σαπφώ, μια και ο τόπος θεωρείται η γενέτειρα της ποιήτριας της αρχαιότητας, της πρώτης που εξύμνησε την γυναίκα με τόσο θαυμασμό και συγκίνηση.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ένας αρκετά μεγάλος αριθμός λεσβιών –που προέρχονταν αρχικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βόρεια Ευρώπη και αργότερα από την Ιταλία, την Ισπανία και άλλα μέρη, καθώς και από άλλα μέρη της Ελλάδας– επισκέπτονται την Ερεσό, η οποία μετατρέπεται σταδιακά σε τόπο συνάντησης λεσβιών απ' όλο τον κόσμο, κυρίως κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Μια εποχική λεσβιακή κοινότητα δημιουργείται κάθε καλοκαίρι, μια κοινότητα με τα δικά της χωρικά και συμβολικά όρια αλλά και μια κοινότητα που διαφοροποιείται με την πάροδο του χρόνου.
Αυτή την ιστορία των γυναικών που έφτασαν απ' όλα τα σημεία της γης στην Ερεσό, δημιουργώντας μια λεσβιακή κοινότητα που υπάρχει ακόμα σήμερα, έναν μοναδικό χώρο όπου οι λεσβίες μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς και ελεύθερες –μια μεγάλη ανάγκη των γυναικών παλαιότερων δεκαετιών, ενδεχομένως όμως και σήμερα– προσπαθεί να συναρμολογήσει η κινηματογραφίστρια Τζέλη Χατζηδημητρίου που έζησε την ακμή (και την πτώση) της λεσβιακής Ερεσού από πρώτο χέρι.
Όταν γύρω στο 1985 άρχισαν να έρχονται οι πανκ λεσβίες από τη Γερμανία, εκεί άρχισε να πέφτει ξύλο, γιατί οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι το χωριό τους είχε καταληφθεί από λεσβίες. Έρχονταν, για παράδειγμα, οι νεαροί του χωριού στο Yellow Bar, το πρώτο μπαρ που είχε ανοίξει και ήταν κοντά στην παραλία, πείραζαν τις γυναίκες και τις φλέρταραν. Το έβλεπαν αυτό οι πανκ λεσβίες, οι οποίες δεν αστειευόντουσαν, και τους έκαναν μαύρους στο ξύλο.
Βάσει δεκάδων συνεντεύξεων που συλλέγει εδώ και χρόνια (έχει μιλήσει με λεσβίες που έρχονται χρόνια, άλλες που έρχονται για πρώτη φορά, με ντόπιους, «εναλλακτικούς» που έχουν αγοράσει σπίτια και ζούνε χρόνια στην Ερεσό, με επισκέπτες της Ερεσού που δεν σχετίζονται με τη λεσβιακή κοινότητα), εργάζεται για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ μέσα από το οποίο θα προσπαθήσει να εξηγήσει πόσο δύσκολο ήταν για ένα μικρό χωριό, απομακρυσμένο από τα αστικά κέντρα, να δεχτεί έναν μεγάλο αριθμό ομοφυλόφιλων γυναικών.
Πώς οι γυναίκες κατάφεραν να εγκατασταθούν και να γίνουν αποδεκτές από την τοπική κοινωνία και τι είδους αγώνες έπρεπε να δοθούν, αγώνες που συχνά δεν τελείωναν με λεκτικές συγκρούσεις αλλά έφταναν ακόμα και στο ξύλο.
Η ίδια, αν και γεννημένη και μεγαλωμένη στη Λέσβο, πήγε για πρώτη φορά στην Ερεσό το 1980. «Θυμάμαι, ήταν Δεκαπενταύγουστος. Οι γυναίκες που ήταν εκεί ήταν ακόμα πολύ λίγες, μετρημένες στα δάχτυλα. Ακόμα δεν ήξερα ότι ήμουν λεσβία, έφτασα κατά τύχη γιατί δεν είχε εισιτήρια για τον Μόλυβο, που ήταν τότε το τουριστικό κέντρο του νησιού. Όμως το λάθος μού βγήκε σε καλό, γιατί με την πρώτη ματιά που έριξα γύρω μου όταν άνοιξα τη πόρτα της σκηνής μου το πρωί κατάλαβα πως είχα κάτι κοινό με τις γυναίκες της απέναντι σκηνής, κι αυτό δεν ήταν σίγουρα η γλώσσα.
Όταν λίγους μήνες μετά πήγα στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσω και ξεκίνησα να οργανώνομαι σε ομάδες γυναικών, θυμάμαι να τους λέω με χαρά ότι στην Ερεσό υπάρχουν λεσβίες, γυναίκες που είναι σαν κι εμένα. Κάπως έτσι ξεκίνησαν να κατεβαίνουν κι άλλες Ελληνίδες λεσβίες τα καλοκαίρια στην Ερεσό. Φυσικά, το ίδιο έκαναν και οι γυναίκες που έρχονταν από άλλα κράτη: μοιράστηκαν τη χαρά τους για την ύπαρξη αυτού του τόπου κι έτσι η Ερεσός έγινε γνωστή».
Αρκετά χρόνια πριν, στις αρχές του 20ού αιώνα, οι Ρενέ Βιβιέν και Νάταλι Κλίφορντ ήταν ίσως οι πρώτες γυναίκες που επισκέφθηκαν τη Λέσβο για να «προσκυνήσουν» τη Σαπφώ, να εμπνευστούν και να προσπαθήσουν να ακολουθήσουν έναν σαπφικό τρόπο ζωής. Ήταν κι εκείνες ποιήτριες και λεσβίες, μάλιστα ήλπιζαν να ιδρύσουν μια αποικία γυναικών συγγραφέων στο νησί, στο πνεύμα της Σαπφούς.
Ψάχνοντας, λοιπόν, τα χνάρια της, πήγαν στη Μυτιλήνη και νοίκιασαν μια βίλα στη Σουράδα, εκεί όπου είναι χτισμένα τα αρχοντικά της παλιάς αστικής τάξης του νησιού. Δεν γνωρίζουμε αν έφτασαν ποτέ στην Ερεσό, όμως υπάρχουν μαρτυρίες που θέλουν τις δυο τους να κάνουν περιπάτους κρατώντας η μία το χέρι της άλλης.
«Υπάρχει ένα κείμενο του γυμνασιάρχη Εμμ. Δαυίδ, το οποίο περιέχεται στο υπέροχο δημοσίευμα του Θανάση Παρασκευαΐδη στο περιοδικό "Αιολικά Γράμματα", που μιλάει με θαυμασμό και σεβασμό για την ποιήτρια και τη σύντροφό της που ταξίδεψαν από τόσο μακριά για να έρθουν να προσκυνήσουν τη Σαπφώ. Στο κείμενο υποβόσκει η υποψία για τις σχέσεις των δύο γυναικών και το πώς αυτό συνδέεται με τη ποίηση και τις επιλογές της Σαπφούς.
Ξέρεις, οι μορφωμένοι εκείνης της εποχής άφηναν και ένα περιθώριο ότι η Σαπφώ ήταν λεσβία. Κι είναι απίστευτο αν σκεφτείς ότι σήμερα τους είναι πολύ πιο δύσκολο να το παραδεχτούν. Αυτό που ακούς από πολλούς τώρα στην Ερεσό, στη Μυτιλήνη αλλά και σε όλη τη Λέσβο είναι: "Μη μας μολύνετε τη Σαπφώ, διότι δεν ήταν λεσβία"» εξηγεί η κ. Χατζηδημητρίου, η οποία στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ της έκανε έρευνα πάνω στο θέμα.
Εκείνο το «προσκύνημα», λοιπόν, που ξεκίνησε στις αρχές του περασμένου αιώνα συνεχίστηκε ακόμα και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως κόπηκε μαχαίρι με τη δικτατορία. Ωστόσο, πάντα σύμφωνα με την κ. Χατζηδημητρίου, από το 1976 κι έπειτα άρχισαν και πάλι να έρχονται κάποιες –πολύ λίγες όμως– γυναίκες στο νησί, έχοντας πάντα ως σημείο αναφοράς τη Σαπφώ.
«Για εκείνα τα χρόνια, που δεν τολμούσες να ανοίξεις το στόμα σου και να πεις "είμαι λεσβία", η Σαπφώ, μια γυναίκα που πριν από τόσες χιλιάδες χρόνια μίλησε για τα συναισθήματα που της προκαλούσε η ομορφιά των φιλενάδων της, αλλά και ο αποχωρισμός τους, όταν αυτές έπρεπε να γυρίσουν στην πατρίδα τους, ήταν ένα πολύ μεγάλο ψυχολογικό στήριγμα και η αφορμή που έκανε αυτές τις γυναίκες να επισκεφτούν το μέρος όπου έζησε και έγραψε τα έργα της η μεγάλη ποιήτρια.
Οι περισσότερες λεσβίες, λοιπόν, ήρθαν εδώ με το πρόσχημα της ποιητικής αναζήτησης και του ενδιαφέροντος για το έργο της Σαπφούς. Έτσι ξεκίνησε η Ερεσός. Για πολλές γυναίκες συνέβη και το εξής: ήρθαν στην Ερεσό χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει ότι ήταν λεσβίες και η συνειδητοποίηση έγινε σε αυτό το μέρος, το οποίο, για κάποιον υποσυνείδητο λόγο, τις είχε τραβήξει» λέει η ίδια.
Πίσω τώρα στη δεκαετία του '80, οι γυναίκες είχαν αρχίσει να έρχονται απ' όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης (Αγγλία, Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Αμερική, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Αμερική). Η φήμη της Ερεσού διαδιδόταν από στόμα σε στόμα και το μέρος εξελισσόταν σε παράδεισο για τις λεσβίες. Επιτέλους, υπήρχε ένας τόπος όπου αισθάνονταν αποδεκτές. Μπορούσαν να περπατούν χέρι-χέρι, να φιλιούνται και να διασκεδάζουν χωρίς να τραβάνε την προσοχή.
«Κάτι άλλο πολύ σημαντικό είναι ότι εδώ μπορούσες να φλερτάρεις και να κάνεις έρωτα. Και όχι μόνο αυτό, μάθαινες και διαφορετικούς τρόπους σεξ, μάθαινες το σώμα σου. Έτσι δημιουργήθηκε σιγά-σιγά μια κοινότητα μέσα στην οποία εμείς νιώσαμε επιτέλους ελεύθερες. Ζούσαμε στην παραλία –είτε μέσα σε καλύβες που στήναμε στην αμμουδιά είτε μέσα σε σκηνές– και η επαφή μας με το χωριό ήταν το βράδυ, όταν πηγαίναμε να φάμε.
Μιλάμε για τα πρώτα χρόνια του '80, γιατί έπειτα στήθηκε ένα υποτυπώδες κάμπινγκ στο σημείο όπου υπήρχαν τα αρμυρίκια. Κάποια στιγμή, δε, τη δεκαετία του '90 πια, γινόταν το αδιαχώρητο στην παραλία. Επειδή στην ουσία ζούσαμε γυμνές στην παραλία, ήταν ο τέλειος τρόπος για να συμφιλιωθούμε και με το σώμα μας. Δεν είχε σημασία αν ήσουν χοντρή, αν είχες λεπτά πόδια ή μεγάλο στήθος. Ό,τι και να είχες εδώ μπορούσες να δεις ότι υπάρχουν κι άλλες γυναίκες σαν κι εσένα. Κανείς δεν σε κοιτούσε περίεργα».
Άναβαν φωτιές κι έκαναν έρωτα στην παραλία. Ήταν μια κατάσταση εντελώς κοινοβιακή. Στην αρχή, όταν τα βράδια κατέβαιναν στο χωριό, που τότε ακόμα είχε μόνο λίγες ταβέρνες και λιγοστό κόσμο, οι ντόπιοι δεν καταλάβαιναν τι γινόταν.
«Μας έβλεπαν σαν απλές τουρίστριες. Όμως, όταν γύρω στο 1985 άρχισαν να έρχονται οι πανκ λεσβίες από τη Γερμανία, που ήταν και σαν νταλικέρηδες, γιατί τότε έπαιζε πολύ το Butch femme, εκεί άρχισε να πέφτει ξύλο, γιατί οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι το χωριό τους είχε καταληφθεί από λεσβίες. Έρχονταν, για παράδειγμα, οι νεαροί του χωριού στο Yellow Bar, το πρώτο μπαρ που είχε ανοίξει και ήταν κοντά στην παραλία, πείραζαν τις γυναίκες και τις φλέρταραν. Το έβλεπαν αυτό οι πανκ λεσβίες, οι οποίες δεν αστειευόντουσαν, και τους έκαναν μαύρους στο ξύλο. Ερχόταν η αστυνομία και γινόταν ο κακός χαμός.
Αν το καλοσκεφτείς, ήταν φοβερό, μια και επρόκειτο για ένα μικρό, συντηρητικό χωριό στην άκρη της Ελλάδας, με λιγοστούς κατοίκους που ασχολούνταν κυρίως με την κτηνοτροφία, οι οποίοι δεν είχαν τέτοιου είδους αναφορές ούτε και καμία εξοικείωση με το λεσβιακό κίνημα».
Αν και οι γυναίκες είχαν συγκεντρωθεί σε ένα κομμάτι της παραλίας που είναι μακριά από αυτό όπου πήγαινε ο πολύς κόσμος, όταν μερικοί από τους ντόπιους πλησίαζαν για να πάρουν μάτι και να δουν τι ακριβώς γινόταν, η κατάσταση γινόταν εντελώς εχθροπολεμική.
«Από τη στιγμή που οι γυναίκες διεκδίκησαν έναν χώρο στην παραλία, οι ντόπιοι άρχισαν να ενοχλούνται κι έτσι προσπάθησαν να μας κάψουν τα καλύβια. Κάποιοι άλλοι είχαν προτείνει να σηκώσουν αμμόλοφους για να μη μας βλέπουν, γιατί ήμασταν και γυμνές και λεσβίες. Όμως πρέπει να λάβει υπόψη του κανείς ότι οι λεσβίες τότε είχαν ανάγκη έναν χώρο μόνο για εκείνες, έναν χώρο δίχως άνδρες» λέει η κ. Χατζηδημητρίου, η οποία θέτει ένα ανάλογο ερώτημα και στο ντοκιμαντέρ της: υπάρχει λόγος να είναι η Ερεσός «women only»;
«Οι μεγαλύτερης ηλικίας λεσβίες, όπως κι εγώ, που περάσαμε τα δύσκολα χρόνια με το φτύσιμο, την κατακραυγή και τον εκδιωγμό από το σπίτι από τους ίδιους μας τους γονείς επειδή είμαστε λεσβίες, αισθανόμαστε, πολύ περισσότερο απ' ό,τι τα νέα παιδιά, την ανάγκη να βρισκόμαστε σε έναν χώρο μόνο με λεσβίες. Υπάρχει όμως και η άλλη τάση που λέει πως πρέπει να αφομοιωθούμε. Αυτή η αφομοίωση, όμως, πολύ αμφιβάλλω αν έχει συμβεί, διότι αυτά που διεκδικούσαμε εμείς πιστεύω ότι δεν έχουν κατακτηθεί ακόμα.
Υπάρχει μια ψευδαίσθηση ότι οι λεσβίες μπορούν να ενσωματωθούν στην κοινωνία και να είναι ορατές, όμως η πραγματικότητα είναι άλλη, τουλάχιστον όσον αφορά τη χώρα μας. Εδώ είμαστε ακόμα αρκετά πίσω. Τουλάχιστον, αυτό που προκύπτει από τις συνεντεύξεις που πήρα από τους ντόπιους εδώ είναι ότι υπάρχει περισσότερο ανοχή παρά αποδοχή. Είναι ακόμα πολύ μικρό το ποσοστό των ανθρώπων που έχει ουσιαστικά αποδεχτεί ότι ο ομοφυλόφιλος έχει τα ίδια δικαιώματα με τον ετεροφυλόφιλο και ότι δεν είναι ένα θέαμα του τσίρκου.
Στην Ερεσό, για παράδειγμα, όπου υποτίθεται ότι έχουν αποδεχτεί την παρουσία μας, αυτό έχει γίνει κυρίως για οικονομικούς λόγους, γιατί είμαστε η βασική πηγή εισοδήματός τους. Επίσης, μπορεί μερικές λεσβίες να έχουν αναπτύξει ακόμα και φιλικές σχέσεις με τους ντόπιους, αλλά οι ίδιοι, στη σκέψη και μόνο ότι το παιδί τους ίσως εξελιχθεί σε λεσβία, παθαίνουν αποπληξία».
Πάντως, όσο περισσότερες γυναίκες πήγαιναν στην Ερεσό, τόσο περισσότερο ένιωθαν τον χώρο δικό τους, γιατί κατάφερναν να αισθάνονται ασφάλεια μέσα στη πλειονότητά τους. Η Ερεσός ήταν το μοναδικό μέρος μέσα στο οποίο ανατρεπόταν η «κανονικότητα».
«Η κανονικότητα εκεί ήταν το να είσαι λεσβία, διότι υπερτερούσαμε τότε» λέει η κ. Χατζηδημητρίου, η οποία εξηγεί πως, καθώς αυξάνονταν οι λεσβίες επισκέπτριες, ξεκίνησαν να χτίζονται δωμάτια στην Ερεσό, τα οποία φυσικά φιλοξενούσαν κατά κύριο λόγο λεσβίες, έτσι η λεσβιακή κοινότητα άρχισε να γίνεται ένας πολύ σημαντικός οικονομικός πόρος για τους ντόπιους.
Στη συνέχεια, βέβαια, αρκετές γυναίκες ξεκίνησαν να φτιάχνουν οι ίδιες τις δικές τους επιχειρήσεις εκεί. «Τότε περάσαμε άλλη μια κρίση, διότι οι ντόπιοι φοβήθηκαν ότι οι γυναίκες θα τους έπαιρναν τις δουλειές». Εκτός από ξενοδοχεία και δωμάτια, άνοιξαν εστιατόρια, βιβλιοπωλεία και μαγαζιά με μικροπράγματα.
«Όλο αυτό γνώρισε μεγάλη ακμή μέχρι και το 2005 περίπου, οπότε η Ερεσός ξεκίνησε να χάνει τον κόσμο της. Η νέα γενιά δεν ήρθε ποτέ στην Ερεσό, γιατί πιστεύει ότι το μέρος λειτουργεί ως γκέτο. Όντως λειτουργούσε με τέτοια μορφή όταν οι λεσβίες είχαν ανάγκη να προστατευτούν, γι' αυτό απέκλειαν τον υπόλοιπο κόσμο.
Κατά τη δική μου άποψη, τα νέα κορίτσια που υποστηρίζουν την ενσωμάτωση χάνουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν τη συνύπαρξη με γυναίκες, που θα μπορούσε να τους προσφέρει πάρα πολλά. Διότι κανείς δεν είναι πλέον κατά της ενσωμάτωσης. Στην ουσία, κι εμείς πάντα θέλαμε να είμαστε αποδεκτές από την κοινωνία.
Έχω επίσης την αίσθηση ότι οι λεσβίες γυναίκες σήμερα ντρέπονται να πουν ότι δεν αισθάνονται αφομοιωμένες και ότι θέλουν έναν χώρο μόνο γι' αυτές, γιατί θα κατηγορηθούν ότι δεν είναι πολιτικώς ορθές» λέει η κ. Χατζηδημητρίου, η οποία βλέπει πλέον την Ερεσό να παρακμάζει.
«Ένιωσα την ανάγκη να πω την ιστορία της Ερεσού, διότι οι ιστορίες των λεσβιών δεν ακούγονται πολύ. Ούτως ή άλλως, οτιδήποτε έχει να κάνει με τη γυναίκα καταλαμβάνει πολύ λιγότερο χώρο απ' ό,τι οι ιστορίες που έχουν να κάνουν με άνδρες. Ήταν επίσης και μια προσωπική μου ανάγκη, διότι εγώ σε αυτόν τον χώρο έμαθα τον εαυτό μου. Στην Ερεσό μπόρεσα, όπως και πολλές άλλες γυναίκες, να νιώσω ελεύθερη και να πάψω να βασανίζω τον εαυτό μου για το τι είμαι. Αυτή η συνύπαρξη και η παρουσία των άλλων γυναικών λειτούργησε ενδυναμωτικά.
Επίσης, εδώ ένιωσα απίστευτη χαρά και ελευθερία έκφρασης. Για μένα η Ερεσός εξακολουθεί να είναι ένα μέρος όπου συναντιέμαι με ανθρώπους που μου είναι πολύτιμοι και λειτουργούν σαν ένα παράθυρο στον κόσμο, γιατί υπάρχουν γυναίκες απ' όλο τον κόσμο εδώ. Θέλω με το ντοκιμαντέρ μου όχι μόνο να μάθουν την ιστορία της Ερεσού κι άλλες λεσβίες γυναίκες αλλά να ακουστεί επιτέλους και μια λεσβιακή φωνή».
Η κ. Χατζηδημητρίου, εκτός από μια ενδιαφέρουσα φιλμογραφία –η τελευταία της ταινία με τίτλο «Sappho Singing», γυρισμένη επίσης στην Ερεσό και βασισμένη στο κείμενο της διάσημης Αγγλίδας ποιήτριας, θεατρικής συγγραφέως και λεσβίας ακτιβίστριας Μορίν Ντάφι, ταξιδεύει αυτήν τη στιγμή στα κινηματογραφικά φεστιβάλ του εξωτερικού– έχει εργαστεί και ως φωτογράφος, ενώ έχει εκδώσει έξι βιβλία και τέσσερις ταξιδιωτικούς οδηγούς, ένας εκ των οποίων φέρει τον τίτλο «A Girl's guide to Lesvos», στον οποίον, εκτός από πληροφορίες για όλο το νησί, παρουσιάζει και τον λεσβιακό παράδεισο που βίωσε η ίδια στην Ερεσό.
«Πιστεύω ότι η Ερεσός είναι πολύτιμη, γιατί αυτό που συμβαίνει εδώ είναι κάτι το μοναδικό. Δεν είναι ένα μέρος όπως η Ίμπιζα, όπου θα πας για να βρεις ερωτικό σύντροφο ή για να παρτάρεις και μόνο. Είναι ένα μέρος που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που συνδέεσαι με τον εαυτό σου.
Όταν άρχισα να σκέφτομαι την καταγραφή της ιστορίας των λεσβιών της Ερεσού εν είδει ντοκιμαντέρ θέλησα να βρω απάντηση στο ερώτημα "γιατί είναι σημαντική η Ερεσός". Τι μας πρόσφερε και, εν κατακλείδι, τι είναι αυτό που προσφέρει η συνύπαρξη με γυναίκες. Στην ουσία, θέλω να μάθω αν η Ερεσός έχει λόγο ύπαρξης σήμερα και να καταλάβω κι εγώ προς τα πού πάει η δική μας η εποχή.
Ο λόγος που κάνω την ταινία είναι γι' αυτές τις αλησμόνητες στιγμές που έζησα στην Ερεσό. Προς τιμήν αυτής της υπέροχης αίσθησης ανακούφισης που ένιωσα όταν δεν ήμουν δακτυλοδεικτούμενη και δεν χρειαζόταν να κρύβομαι πια».
Η Τζέλη Χατζηδημητρίου καλεί όλες τις γυναίκες που έχουν ζήσει τη δική τους απελευθέρωση στην Ερεσό να μοιραστούν μαζί της τις ιστορίες τους και τις φωτογραφίες τους, ώστε να ξαναζωντανέψει μέσα από το ντοκιμαντέρ της η λεσβιακή ιστορία της Ερεσού. Γι' αυτόν τον λόγο έχει δημιουργήσει ένα κλειστό FB group με την ονομασία Herstory of Eresos.