Ο Domenico Strisciuglio, αφεντικό της ιταλικής μαφίας, που βρίσκεται σε απομόνωση στη φυλακή, κέρδισε δικαστική διαμάχη, και επιπλέον του επιτρέπεται να ακούσει μουσική στο κελί του.
Ο 48χρονος, έχει καταδικαστεί σε περισσότερα από 20 χρόνια για δολοφονία και άλλα εγκλήματα που σχετίζονται με τη μαφία και φυλακίστηκε υπό το αυστηρό καθεστώς του επονομαζόμενου άρθρου 41-bis του ιταλικού νόμου περί διοίκησης των φυλακών.
Σε αυτό το συχνά αμφιλεγόμενο καθεστώς, οι αρχές επιτρέπεται να αναστείλουν ορισμένους κανονισμούς, με σκοπό την πλήρη αποκοπή των κρατουμένων από τους συνεργάτες τους.
Αφού οι αρχές της φυλακής απέρριψαν το αίτημα του Strisciuglio να αγοράσει ένα CD player, ο δικηγόρος του στράφηκε στα δικαστήρια, προκειμένου να επιτραπεί στον πελάτη του να επεκτείνει τις επιλογές ψυχαγωγίας, εκτός της τηλεόρασης μέσα στο κελί του.
Την Πέμπτη, δικαστές στο Σασάρι, την πόλη της Σαρδηνίας, όπου ο Strisciuglio παραμένει φυλακισμένος από το 1999, συμφώνησαν ότι η ακρόαση της μουσικής ήταν μέρος των συνταγματικά εγγυημένων δικαιωμάτων του.
Το να του επιτραπεί να έχει CD player είναι σύμφωνο με τα «πρωταρχικά δικαιώματά του στο πλαίσιο της πολιτιστικής δραστηριότητας», κάτι που δεν μπορεί να περιοριστεί από οποιαδήποτε μορφή κράτησης - συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 41-bis - ανέφεραν οι δικαστές σε απόφασή τους, σύμφωνα με την La Repubblica.
«Η άρνηση αυτής της κοινής συνήθειας θα οδηγούσε σε ανούσιο περιορισμό των δικαιωμάτων των κρατουμένων» επισήμαναν οι δικαστές.
Σημείωσαν επίσης ότι τα κανονικά τηλεοπτικά κανάλια που έχει πρόσβαση ο Strisciuglio δεν προσφέρουν προγράμματα «ου μπορούν να ικανοποιήσουν κάποιον που ενδιαφέρεται να ακούσει μουσική»
Ο Strisciuglio, ο οποίος ήταν μέλος μιας οικογένειας της μαφίας από το Μπάρι στη νοτιοανατολική Ιταλία, το 2019 κέρδισε μία ακόμα υπόθεση. Τότε οι δικαστές αποφάνθηκαν ότι θα μπορούσε να του επιτραπεί να παρακολουθήσει τηλεόραση μετά τα μεσάνυχτα.
Η Ιταλία αυστηροποίησε τις συνθήκες κράτησης για τους εμπλεκόμενους με τη μαφία και την τρομοκρατία μετά από αιματηρές διαμάχες στη δεκαετία του 1980 και του 1990, οι οποίες κατέληξαν στη δολοφονία δύο κορυφαίων δικαστών κατά της μαφίας της Σικελίας, του Paolo Borsellino και του Giovanni Falcone, το 1992.
Το άρθρο 41-bis απαγόρευσε τη χρήση τηλεφώνων, κάθε σχέση ή αλληλογραφία με άλλους κρατούμενους ή συναντήσεις με τρίτους.
Τον Οκτώβριο του 2019, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εδρεύει στο Στρασβούργο έκρινε ότι τα σκληρά καθεστώτα της Ιταλίας για τα αφεντικά της μαφίας παραβίασαν τα ανθρώπινα δικαιώματά τους. Χαρακτήρισαν δε, τις συνθήκες διαβίωσης, στις οποίες υποβάλλονταν οι κρατούμενοι ως απάνθρωπες και ταπεινωτικές.
Το Δικαστήριο προέτρεψε την Ιταλία να αναθεωρήσει τους νόμους της περί ισόβιας κάθειρξης για πολύ σοβαρά εγκλήματα αλλά και να αλλάξει την τακτική μείωσης των ποινών σε περίπτωση που ο κρατούμενος γίνει πληροφοριοδότης.
Η απόφαση είχε προκαλέσει κατακραυγή μεταξύ των αρχών, που υποστήριξαν ότι το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο και την ιστορία της μαφίας στην Ιταλία. Σύμφωνα με τους Ιταλούς υπουργούς, εισαγγελείς και αρχηγούς της αστυνομίας, η απόφαση του δικαστηρίου θα μπορούσε να εμποδίσει την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος σε ολόκληρη τη χώρα.
Με πληροφορίες του Guardian/La Repubblica