Ο πίνακας της Αρτεμίσια Τζεντιλέσκι, ένας πίνακας μιας ζωγράφου που όπως είχε ανακοινώσει ο οίκος δημοπρασιών Artcurial που εδρεύει στο Παρίσι και τον είχε εκτιμήσει για 600-800 χιλιάδες δολάρια, είναι «άξια των μεγάλων μουσείων του κόσμου» πουλήθηκε τελικά για 5,3 εκατομμύρια δολάρια, έξι φορές περισσότερο από την αρχική εκτίμηση.
Ο πίνακας ήταν προηγουμένως σε μια ιδιωτική συλλογή, «κρυμμένος» πριν εμφανιστεί σε δημοπρασία το 2019, στην αποθήκη ενός σπιτιού στην Λυών και μέχρι να ανακαλυφθεί κανένας δεν ήξερε την αξία του. Ο πίνακας αγοράστηκε ανωνύμως από έναν Ευρωπαίο συλλέκτη, ο οποίος διπλασίασε το ρεκόρ πώλησης έργων της Τζεντιλέσκι. Ο ακριβότερος πίνακάς της ήταν το έργο της «Αγία Αικατερίνη» που πουλήθηκε στο Παρίσι για 2,8 εκατ. ευρώ το 2017.
Με το ενδιαφέρον για τη δουλειά της Τζεντιλέσκι να είναι αυξανόμενο μέσα στα χρόνια και με αποκορύφωμα την έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη στο Λονδίνο, την πρώτη μεγάλη έκθεση του έργου της Τζεντιλέσκι στη Βρετανία όπου παρουσιάστηκαν 29 έργα της από όλο τον κόσμο αλλά και την πρώτη έκθεση του μουσείου αφιερωμένη σε μια γυναίκα καλλιτέχνη, η οποία έκλεισε τον Ιανουάριο του 2021, οι πωλήσεις των έργων της αγγίζουν πλέον αστρονομικά ποσά και δείχνουν και την τάση των συλλεκτών να αγοράζουν έργα κλασικής ζωγραφικής. Είναι μία από τις ελάχιστες γυναίκες ζωγράφους της εποχής της και αυτό πυροδοτεί το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωή και τα έργα της.
Το έργο το οποίο τιτλοφορήθηκε «Lucretia» (Λουκρητία) απεικονίζει μια αρχαία Ρωμαία ευγενή, η οποία ετοιμάζεται να αυτοκτονήσει μετά τον βιασμό της και να καρφώσει ένα στιλέτο στο γυμνό στήθος της. Μετά από πολλά χρόνια στην αφάνεια η Τζεντιλέσκι (1593-1654) αναγνωρίζεται πλέον ως μία από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της εποχής μετά το Καραβάτζο, εξαιτίας της δραματικής απεικόνισης των σκηνών που ζωγραφίζει και της εξαιρετικής χρήσης του φωτός και της σκιάς.
Το μουσείο Γκετί απέκτησε τον πίνακα από έναν ανώνυμο συλλέκτη και δε διευκρίνισε αν πρόκειται για δωρεά ή αγορά. Στις ΗΠΑ υπάρχουν ελάχιστα έργα της Τζεντιλέσκι και μόνο 40 σε δημόσιες συλλογές παγκοσμίως.
Το μουσείο στην ανακοίνωση της απόκτησης του έργου σημειώνει ότι και η ίδια η ζωγράφος, όπως και η Λουκρητία στον πίνακα, είχε βιαστεί από τον δάσκαλό της Agostino Tassi σε ηλικία 17 ετών, τονίζοντας ότι ακόμα και οι ισχυρές γυναίκες έχουν υποστεί σεξουαλική βία. Η κακοποίηση της Λουκρητίας αντανακλά την κακοποίηση και την προκατάληψη που υπέστη η ίδια η ζωγράφος στην προσωπική της ζωή και είναι εμφανώς παρούσα και σε άλλους πίνακες της όπου ο κεντρικός πρωταγωνιστής είναι η αδικημένη ή κακοποιημένη γυναίκα.
Ο πίνακας αυτός, ελπίζουν οι επιμελητές του Γκετί, να ανοίξει ένα παράθυρο για τους επισκέπτες μας σε σημαντικά ζητήματα αδικίας, προκατάληψης και κακοποίησης που βρίσκονται κάτω από τις όμορφες επιφάνειες τέτοιων έργων.
Το 2016, το Γκετί απέκτησε ένα έργο του πατέρα και του δασκάλου της Αρτεμισία Οράσιο, που απεικονίζει τη Δανάη (περ. 1621), ένα «αριστούργημα της ιταλικής ζωγραφικής του 17ου αιώνα».
Τα μουσεία του Λος Άντζελες πήραν πρόσφατα το πράσινο φως για να ανοίξουν ξανά, ακολουθώντας εκείνα στο Σαν Φρανσίσκο, μετά από κλείσιμο που διήρκεσε ένα χρόνο.