Η Λόρα Νάιτ δεν ήταν μόνο η πιο δημοφιλής γυναίκα ζωγράφος της γενιάς της αλλά και η πρώτη γυναίκα που έγινε το 1936 πλήρες μέλος στη Βασιλική Ακαδημία. Η αναδρομική της έκθεση στη Βασιλική Ακαδημία το 1965 ήταν η πρώτη από γυναίκα ζωγράφο.
Το όνομά της έρχεται πάλι στην επικαιρότητα με το ενδιαφέρον για τα έργα της να είναι μεγαλύτερο από κάθε άλλη φορά, όπως δείχνει η διαδικτυακή δημοπρασία του οίκου Σόθμπις αποκλειστικά με έργα γυναικών ζωγράφων.
Η επιτυχία της άνοιξε τον δρόμο για μεγαλύτερη αναγνώριση των γυναικών στο βρετανικό καλλιτεχνικό ίδρυμα που κυριαρχείται ακόμα και σήμερα από άντρες, αλλά ήταν κάτι που κέρδισε με σκληρή δουλειά, αποφασιστικότητα και ταλέντο και με μια προσωπικότητα που ήταν αφοπλιστικά γοητευτική.
Η Dame Λόρα Νάιτ γεννήθηκε το 1877 στο Λονγκ Ίτον και μεγάλωσε με πολλά οικονομικά προβλήματα αφού ο πατέρας είχε εγκαταλείψει την γυναίκα του και τις τέσσερις κόρες του, λίγο μετά τη γέννηση της Λόρα. Η οικογένεια είχε πτωχεύσει όταν το εργοστάσιο παραγωγής δαντελών έπεσε «θύμα» της εκβιομηχανοποίησης και των νέων τεχνολογιών.
Η οικογένεια είχε σχέσεις στη βόρεια Γαλλία με κατασκευαστές δαντελών και το 1889 η Νάιτ στάλθηκε εκεί με την πρόθεση να μελετήσει την τέχνη σε ένα παριζιάνικο ατελιέ. Μετά από μια άθλια περίοδο στα γαλλικά σχολεία και τη χρεοκοπία της επιχείρησης που είχε η οικογένεια, η Νάιτ αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αγγλία.
Η επιτυχία της άνοιξε το δρόμο για μεγαλύτερη αναγνώριση των γυναικών στο βρετανικό καλλιτεχνικό ίδρυμα που κυριαρχείται ακόμα και σήμερα από άντρες, αλλά ήταν κάτι που κέρδισε με σκληρή δουλειά, αποφασιστικότητα και ταλέντο και με μια προσωπικότητα που ήταν αφοπλιστικά γοητευτική.
Η μητέρα της, Σαρλότ Τζόνσον, δίδασκε με μερική απασχόληση στη Σχολή Τέχνης του Νότιγχαμ και κατάφερε να εγγραφεί εκεί η νεαρή Λόρα ως «μαθητευόμενη τεχνίτρια», χωρίς να πληρώνει δίδακτρα σε ηλικία μόλις 13 ετών. Αλλά μόλις δυο χρόνια αργότερα ανέλαβε να διδάξει, όταν η μητέρα της αρρώστησε με καρκίνο.
Αργότερα κέρδισε μια υποτροφία και το χρυσό μετάλλιο στον εθνικό διαγωνισμό φοιτητών που πραγματοποιήθηκε από το τότε Μουσείο South Kensington. Συνέχισε να παραδίδει ιδιωτικά μαθήματα μετά την αποχώρησή της από τη Σχολή Τέχνης, καθώς τόσο αυτή όσο και η αδερφή της Σίσι είχαν μείνει μόνες και με λίγα χρήματα μετά τον θάνατο της μητέρας τους.
Στη Σχολή Τέχνης, η Λόρα γνώρισε έναν από τους πιο υποσχόμενους μαθητές, τον Χάρολντ Νάιτ, τότε 17 ετών, και αποφάσισε ότι η καλύτερη μέθοδος μάθησης ήταν η αντιγραφή της τεχνικής του Χάρολντ. Έγιναν φίλοι και παντρεύτηκαν το 1903.
Το 1894 η Νάιτ επισκέφτηκε το Staithes, ένα ψαροχώρι στην ακτή του Γιορκσάιρ, για διακοπές και όταν επέστρεψε άρχισε να ζωγραφίζει ψαράδες και χωρικούς από τα γύρω αγροκτήματα δείχνοντας τη δυσκολία και τη φτώχεια της ζωής τους. Έκανε μελέτες, πίνακες ζωγραφικής με ακουαρέλες σε σκιώδεις τόνους. Η έλλειψη χρημάτων για ακριβά υλικά σήμαινε ότι παράγει λίγες ελαιογραφίες εκείνη την εποχή.
Η ίδια θυμόταν αργότερα ότι για να ζεσταθεί πέταγε στη φωτιά έργα, κάτι για το οποίο δεν μετάνιωσε γιατί δεν θεωρούσε επιτυχημένα αυτά τα κομμάτια. Τα παιδιά της περιοχής κάθονταν να ποζάρουν για αυτήν, για λίγες πένες, δίνοντάς της την ευκαιρία να αναπτύξει την τεχνική της.
Μετά τον γάμο της επισκέφθηκε με τον Χάρολντ Νάιτ την Ολλανδία και την καλλιτεχνική αποικία στο Λάρεν. Η αποικία ήταν μια ομάδα οπαδών της σχολής καλλιτεχνών της Χάγης που ζωγράφιζαν σε απομακρυσμένες αγροτικές κοινότητες από το 1850.
Στα τέλη του 1907 οι Νάιτ μετακόμισαν στην Κορνουάλη και εκεί μαζί με τους Lamorna Birch και Alfred Munnings, έγιναν κεντρικά πρόσωπα στην αποικία καλλιτεχνών γνωστή ως Σχολή Newlyn. Στο Newlyn η Νάιτ άφησε να φανούν οι πιο ζωντανές και δυναμικές πτυχές της προσωπικότητάς της.
Πέρασε το καλοκαίρι του 1908 δουλεύοντας στην παραλία, κάνοντας μελέτες για τη μεγάλη ζωγραφική της με παιδιά σε έντονο ηλιακό φως. Η «Παραλία» εμφανίστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1909 και θεωρήθηκε μεγάλη επιτυχία, δείχνοντας τη Λόρα να ζωγραφίζει σε πιο ιμπρεσιονιστικό στυλ από ό,τι είχε δείξει στο παρελθόν.
Το φύλο στην περίπτωση της Νάιτ ήταν αυτό που διευκόλυνε την επαφή της με τα γυμνά σώματα των γυναικών όταν χρησιμοποιούσε μοντέλα από το Λονδίνο που ήταν έτοιμα να ποζάρουν γυμνά. Στο έργο της «Οι κόρες του Ήλιου», πολλές γυναίκες, μερικές γυμνές, κάθονται σε ένα παράκτιο κολπίσκο. Περίπου αυτή την εποχή άρχισε να ζωγραφίζει συνθέσεις γυναικών στο ύπαιθρο, με τα ρούχα να ανεμίζουν στον αέρα συχνά στα βράχια ή στις κορυφές των βράχων γύρω από τη Λαμόρνα στην Κορνουάλη. Τα τελευταία χρόνια παραδείγματα συνθέσεων με τον αέρα της Κορνουάλης έχουν προσελκύσει υψηλές τιμές σε δημοπρασίες.
Η μεγάλη ευελιξία της να κινείται σε διάφορα κοινωνικά στρώματα και όρια με ευκολία την οδήγησαν να δημιουργήσει εικόνες με το τσίρκο, όπου κλόουν και ακροβάτες την υποδέχτηκαν αναγνωρίζοντάς της σαν μια από αυτούς, μια καλλιτέχνιδα, ενώ σε μια από τις εξορμήσεις της στα περίχωρα ζωγράφισε τους τσιγγάνους από την ανοιχτή πόρτα μιας Rolls-Royce που της έδωσε ένας φίλος της και τη χρησιμοποιούσε σαν στούντιο.
Η Νάιτ ζωγράφισε εικόνες του μποξ, εικόνες από τα στρατόπεδα, εργοστάσια εξοπλισμού, ήταν επίσημη πολεμική καλλιτέχνις κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και σχεδίασε τις αφίσες για τον Γυναικείο Στρατό της Γης.
Ήταν μια γυναίκα καλλιτέχνις πέρα από τα στερεότυπα του φύλου και του ρόλου της και φιλοτέχνησε τα πορτρέτα τόσο της βασίλισσας Ελισάβετ όσο και των μαύρων ασθενών στους φυλετικά διαχωρισμένους θαλάμους του Παιδικού Νοσοκομείου της Βαλτιμόρης. Δεν έσπασε απλά τα όρια, αρνήθηκε να δει το φύλο της ως περιορισμό που θα την εμπόδιζε να ζωγραφίσει αυτό που την ενέπνεε.
Ο σύζυγός της, Χάρολντ, ένας ήσυχος και εύθραυστος άντρας, υποστήριζε και αγαπούσε τον ανεμοστρόβιλο της φιλοδοξίας και της ενέργειάς της. Ήταν επίσης καλλιτέχνης και με μεγάλο ταλέντο, αλλά το έργο του επισκιάστηκε από το έργο της γυναίκας του. Αγαπούσε και σεβόταν τη Λόρα, όπως και πολλοί άλλοι – σχεδόν όλοι που τη συνάντησαν, συμπεριλαμβανομένης της κοινότητας των καλλιτεχνών που εγκαταστάθηκαν στην ακτή της Κορνουάλης, στο Newlyn, στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Τα πανάκριβα σήμερα έργα της, οι ανεμοδαρμένες εικόνες δίπλα στη θάλασσα, ζωγραφισμένες ψηλά, στα βράχια της Κορνουάλης, μας λένε πολλά για εκείνη, όταν οι καλλιτεχνικές της φιλοδοξίες ήταν τόσο ατελείωτες όσο ο ουρανός πάνω της.