Παραμένει ένα από τα πιο πολυσυζητημένα «διαζύγια» στην ιστορία της ροκ. Όταν οι Beatles διαλύθηκαν, πριν από περίπου πέντε δεκαετίες, ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ ήταν εκείνος που επωμίστηκε τη μεγαλύτερη ευθύνη.
Τώρα όμως o 79χρονος θέλει να αποκαταστήσει τα πράγματα. «Δεν προκάλεσα τη διάσπαση. Αυτό το έκανε ο Τζόνι μας», επιμένει αναφερόμενος στον Λένον, σε συνέντευξη στο «This Cultural Life» του BBC Radio 4, που θα μεταδοθεί στις 23 Οκτωβρίου.
Περιγράφοντάς την ως την «πιο δύσκολη περίοδο της ζωής μου», ο ΜακΚάρτνεϊ αποκαλύπτει στον Τζον Γουίλσον ότι ήθελε να συνεχίσουν οι Beatles, ιδιαίτερα επειδή έπειτα από οχτώ χρόνια μαζί ακόμη δημιουργούσαν «αρκετά καλό υλικό». «Abbey Road, Let it Be, όχι άσχημα», σχολιάζει.
«Αυτή ήταν η μπάντα μου, αυτή ήταν η δουλειά μου, αυτή ήταν η ζωή μου, οπότε ήθελα να συνεχίσει», συμπληρώνει.
Αν ο Λένον δεν τα είχε παρατήσει, το μουσικό ταξίδι της μπάντας μπορεί να ήταν μεγαλύτερο, συμφωνεί. «Θα μπορούσε να είναι. Το θέμα πραγματικά ήταν ότι ο Τζον έκανε μία νέα ζωή με την Γιόκο. Ο Τζον πάντα ήθελε κατά κάποιο τρόπο να απελευθερωθεί από την κοινωνία. Τον είχε μεγαλώσει η θεία του, η Μίμι, που ήταν αρκετά καταπιεστική, οπότε πάντα ήθελε να απελευθερωθεί», εξηγεί.
Ο θρύλος λέει ότι ο ΜακΚάρτνεϊ διέλυσε μονομερώς την μπάντα το 1970, όταν απάντησε σε ερώτηση δημοσιογράφου με τον ισχυρισμό ότι οι Beatles δεν υπήρχαν πια. Επίσης, κατηγορήθηκε ότι χάλασε τη δυναμική της μπάντας, ζητώντας από δικηγόρους να διευθετήσουν τις διαφορές τους. Αυτό είναι να βάρος που κουβαλά από τότε.
«Έπρεπε να ζήσω με αυτό, γιατί αυτό ήταν που είδε ο κόσμος. Το μόνο που μπορούσα να κάνω είναι να λέω όχι», παραδέχεται.
Σε ερώτηση για την απόφασή του να ακολουθήσει σόλο καριέρα, ο ΜακΚάρτνεϊ λέει. «Σταμάτα εδώ. Δεν είμαι το άτομο που προκάλεσε τη διάσπαση. Όχι, όχι, όχι. Ο Τζον μπήκε μία μέρα στο δωμάτιο και είπε “φεύγω από τους Beatles”. Είναι αυτό πρόκληση της διάσπασης ή όχι;».
Ο 79χρονος λέει ότι ο Λένον περιέγραψε την απόφασή του να αποχωρήσει ως «αρκετά συναρπαστική» και «μάλλον σαν διαζύγιο». Τα άλλα μέλη, συμπληρώνει «έμειναν να μαζέψουν τα κομμάτια».
Η σύγχυση για το ποιος προκάλεσε τη διάλυση προέκυψε επειδή ο νέος μάνατζερ της μπάντας, ο Άλεν Κλάιν, τους είπε να μην μιλήσουν για αυτό ενώ ολοκλήρωνε κάποιες επιχειρηματικές συμφωνίες.
«Οπότε για λίγους μήνες έπρεπε να προσποιούμαστε», λέει ο ΜακΚάρτνεϊ. «Ήταν παράξενο, επειδή όλοι ξέραμε ότι ήταν το τέλος των Beatles, αλλά δεν μπορούσαμε απλά να φύγουμε». Τελικά, ο ΜαΚάρτνεϊ, δυσαρεστημένος με το κόλπο, έβγαλε τα «άπλυτα στη φόρα», επειδή «είχα βαρεθεί να το κρύβω».
Περιγράφοντας τη δυσάρεστη ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής και την «ύποπτη» επιρροή του Κλάιν, ο ΜακΚάρτνεϊ αναφέρει: «Περίπου εκείνη την εποχή κάναμε ελάχιστες συναντήσεις και ήταν απαίσιο. Ήταν το αντίθετο αυτού που ήμασταν».
Η διάλυση έγινε αναπόφευκτη, πιστεύει, επειδή ο Τζον «ήθελε να μείνει ξαπλωμένος για μία εβδομάδα στο κρεβάτι στο Άμστερνταμ, για την ειρήνη. Και δεν μπορούσες να διαφωνήσεις με αυτό». Ωστόσο, δεν θεωρεί υπεύθυνη την Γιόκο Όνο, συμπληρώνει. «Ήταν ένα υπέροχο ζευγάρι. Υπήρχε τεράστια δύναμη εκεί», λέει.
Όσο για τους δικηγόρους, επισημαίνει ότι τους επιστράτευσε για να προστατεύσει την κληρονομιά των Beatles. «Έπρεπε να δώσω μάχη και ο μόνος τρόπος που μπορούσα να το κάνω αυτή ήταν μηνύοντας τους άλλους Beatles, επειδή ήταν με τον Κλάιν. Και με ευχαρίστησαν για αυτό έπειτα από χρόνια. Αλλά δεν προκάλεσα τη διάσπαση. Αυτό το έκανε ο Τζόνι μας που ήρθε μια μέρα και είπε “φεύγω από την μπάντα», τονίζει.
Στην ίδια συνέντευξη, αναφέρεται στους στίχους του τραγουδιού «Tell Me Who He Is», που ξαναβρήκε έπειτα από περίπου 60 χρόνια. Τους είχε γράψει με τον Τζον Λένον και το τραγούδι δεν είχε ηχογραφηθεί. «Είναι ο γραφικός χαρακτήρας μου, αλλά δεν θυμάμαι πώς πάει», λέει εξηγώντας ότι τότε δεν έγραφαν τα κομμάτια που δούλευαν και έπρεπε να τα θυμούνται.
Πέρα από αυτό όμως αποκαλύπτει ότι βρήκε και ένα θεατρικό για το ραδιόφωνο, που είχε γράψει με τον Λένον. «Για χρόνια έλεγα στον κόσμο ότι είχαμε γράψει θεατρικό. Είναι αρκετά αστείο, με τίτλο Pilchard και αφορά τον μεσσία». Οι διάλογοι καταλαμβάνουν τέσσερις σελίδες και η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από μία μητέρα, την κόρη της και τον μυστηριώδη ενοικιαστή τους, λέει.
Με πληροφορίες από Guardian