Υπήρξαν τα Σόδομα και τα Γόμορα; Η μόνη πηγή που επιβεβαιώνει την ύπαρξη των δυο αμαρτωλών πόλεων είναι η Αγία Γραφή. Οι πόλεις έγιναν γνωστές από την αιφνίδια καταστροφή τους από τον θεό ως τιμωρία για την διαφθορά των κατοίκων.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η πόλη Σόδομα υπήρξε στις όχθες του ποταμού Ιορδάνη, γεγονός που την καθιστά σημαντικό εμπορικό δρόμο, όπως περιγράφεται και στη Βίβλο. Ακόμα, το μέγεθος της πόλης, την βοήθησε πολύ, ώστε να αναδειχθεί σε εμπορικό πέρασμα.
Η ομάδα των αρχαιολόγων, που πραγματοποιεί ανασκαφές στην περιοχή, εδώ και χρόνια έχει ανακαλύψει ίχνη παλατιού, πύργους, καθώς και αμυντικές ζώνες. Επίσης, εντοπίστηκαν προμαχώνες και χοντρά τείχη 10 μέτρα ύψους, με πύλες παρατηρητήρια και οδόστρωμα.
Ο επικεφαλής της ανασκαφής Στίβεν Κόλινς πιστεύει ότι τα Σόδομα είναι το σημερινό Ταλ Ελ Χαμάμ, μια πόλη από τη εποχή του χαλκού που όπως υποστήριξε πληροί «όλα τα κριτήρια για να είναι τα Σόδομα».
Αλλά μήπως οι δύο πόλεις δεν υπήρξαν ποτέ; Μήπως η ύπαρξη και η καταστροφή τους να είναι μόνο μια μεταφορά η οποία θέλει να δείξει με απολογητικό τρόπο τις συνέπειες της αμαρτίας; Κάποιοι λένε ότι έχουν ανακαλυφθεί καμένες μπάλες θείου στη γύρω περιοχή. Επιπλέον, υπάρχουν και αυτοί που λένε ότι μια κοιλάδα γεμάτη πίσσα βρίσκεται στις όχθες της Νεκράς Θάλασσας.
Η νέα έρευνα έφερε και άλλα στοιχεία στο φως υποδηλώνοντας ότι η αρχαία πόλη καταστράφηκε από έναν μετεωρίτη-και ότι το καταστροφικό γεγονός θα μπορούσε να έχει εμπνεύσει την ιστορία της Βίβλου για τα Σόδομα και τα Γόμορρα.
Η πόλη, που βρίσκεται στη νότια κοιλάδα του Ιορδάνη κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, έφτασε στο ζενίθ της πριν από περίπου 3.600 χρόνια. Εκείνη την εποχή, περίπου 50.000 άνθρωποι ζούσαν στις τρεις μεγάλες πόλεις της κοιλάδας και τις γύρω περιοχές. Το ίδιο το Ταλ Ελ Χαμάμ φιλοξενούσε περίπου 8.000 κατοίκους, οι οποίοι ζούσαν σε σπίτια από τούβλα που έφταναν τους πέντε ορόφους. Η κατάρρευση της πόλης, σύμφωνα με μια νέα εργασία που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Scientific Reports δείχνει ότι ένας αστεροειδής ανατινάχθηκε και οι επιστήμονες πιστεύουν πως ένας μετεωρίτης έπεσε σαν βολίδα στην πόλη σκοτώνοντας ακαριαία τους 8.000 κατοίκους της πόλης καθώς η θερμοκρασία στο έδαφος εκτοξεύτηκε στους 3.600 βαθμούς. Την έκρηξη ακολούθησε ένα τσουνάμι με ταχύτητα 740 μιλίων την ώρα και σχεδόν με τη δύναμη ενός πυρηνικού όπλου, διέλυσε τα κτίρια και μετέτρεψε την ακμάζουσα μητρόπολη σε μια ερημιά που καπνίζει.
Αν αυτό ήταν το τέλος της πόλης Ταλ Ελ Χαμάμ και είναι παρόμοιο με την καταστροφή των δύο αμαρτωλών πόλεων της Παλαιάς Διαθήκης στο Βιβλίο της Γένεσης.
Οι αρχαιολόγοι και οι συντάκτες της έρευνας πιστεύουν ότι οι άνεμοι από την έκρηξη επηρέασαν την κοντινή πόλη της Ιεριχούς, γκρεμίζοντας τα τείχη της. Η Παλαιά Διαθήκη εξιστορεί επίσης την κατάκτηση της Ιεριχούς από τους Ισραηλίτες στο Βιβλίο του Ιησού του Ναυή, με τα τείχη της πόλης να πέφτουν αφού ο στρατός βάδισε τέσσερις φορές γύρω από την πόλη και ήχησε με τις σάλπιγγές του.
Η επίλυση του μυστηρίου αυτού, χρειάστηκε 15 χρόνια ανασκαφής και προσεκτικής μελέτης, με 21 αρχαιολόγους, γεωλόγους, γεωχημικούς, γεωμορφολόγους, ορυκτολόγους, παλαιοβοτανολόγους, ιζηματολόγους, να συνεργάζονται για την τελική δημοσίευση.
Οι αρχαιολόγοι που μελετούν τα ερείπια της Ταλ Ελ Χαμάμ βρήκαν αυτό που αποκαλούσαν στρώμα καταστροφής: ένα μείγμα από κάρβουνο, τέφρα και λιωμένα αγγεία που προέρχεται από τις υψηλές θερμοκρασίες μιας πυρκαγιάς, αποκλείοντας τον πόλεμο και άλλες φυσικές καταστροφές όπως η έκρηξη, ο σεισμός, η πυρκαγιά ή ο ανεμοστρόβιλος.
Μια κοσμική έκρηξη ακούγεται σαν ένα απόκοσμο γεγονός, αλλά έχουν καταγραφεί και άλλες περιπτώσεις, όπως η έκρηξη πάνω από την Τουνγκούσκα της Ρωσίας, το 1908. Ο μετεωρίτης του Ταλ Ελ Χαμάμ ήταν πιθανώς μεγαλύτερος από αυτόν που έπληξε την Τουνγκούσκα.
Τα πειράματα έδειξαν ότι τα λιωμένα τούβλα είχαν φτάσει σε θερμοκρασίες 2.700 βαθμών. Μικροσκοπικά λιωμένα σφαιρίδια που βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής και δημιουργήθηκαν όταν ο σίδηρος και η άμμος έφτασαν τους 2.900 βαθμούς.
Η περιοχή γύρω από το Ταλ Ελ Χαμάμ έμεινε στάσιμη για 600 χρόνια μετά την έκρηξη-πιθανώς επειδή η έκρηξη επηρέασε επίσης την κοντινή Νεκρά Θάλασσα, σκορπίζοντας τα αλμυρά νερά της στην κοιλάδα του Ιορδάνη και καθιστώντας την πρώην καλλιεργήσιμη γη, στείρα. Μέχρι σήμερα, οι ανασκαφείς διαπίστωσαν ότι το αλάτι έβγαινε από το στρώμα καταστροφής στην πρωινή δροσιά, αφήνοντας μια λευκή κρούστα πάνω από τα ερείπια κάθε μέρα. «Όσοι επέζησαν και αν επέζησαν από την έκρηξη δεν θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν και ως εκ τούτου είναι πιθανό να αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή», αναφέρει η μελέτη.