Δεκέμβριος 1991. Η Σοβιετική Ένωση διαλύεται και στο δημοψήφισμα που πραγματοποιείται για την επικύρωση της Πράξης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας η συντριπτική πλειοψηφία, το 92,3% των Ουκρανών ψηφοφόρων, ψηφίζει υπέρ. Έκτοτε, η Ουκρανία γίνεται ανεξάρτητο κράτος. Ωστόσο, οι αυτονομιστικές τάσεις προς τη Ρωσία στα ανατολικά της χώρας συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια.
Ήταν τέλη Νοεμβρίου του 2004 όταν ξέσπασε η «Πορτοκαλί Επανάσταση». Κύμα διαδηλώσεων αναστατώνει τη χώρα αντιδρώντας στην εκτεταμένη διαφθορά και νοθεία κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών. Για πρώτη φορά στην Ουκρανία παρατηρείται απόπειρα αποκόλλησης από τη Ρωσία σε όλα τα επίπεδα.
Στη συνέχεια, το 2013, ακολουθεί η «Επανάσταση του Μαϊντάν», γνωστή και ως «Επανάσταση της Αξιοπρέπειας». Η τότε ηγεσία της Ουκρανίας αποφασίζει, υπό την προεδρία του Βίκτορ Γιανούκοβιτς, να αποχωρήσει από τη συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενδυναμώνοντας τους δεσμούς με τη Μόσχα.
Η απόφαση αυτή πυροδότησε άμεσα συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, οι οποίες εξελίχθηκαν σε κίνημα (Euromaidan). Ειρηνικές φιλοευρωπαϊκές διαδηλώσεις κλιμακώθηκαν σε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των πολιτών και της ελεγχόμενης από την τότε κυβέρνηση αστυνομίας. Απόρροια ήταν ο πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς να διαφύγει στη Ρωσία και το ουκρανικό κοινοβούλιο να ψηφίσει την απομάκρυνσή του από την εξουσία.
Τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Αμερικανοί δεν επιθυμούν μια ευρύτερη σύγκρουση. Επιπλέον, αν η Μόσχα προέκρινε μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση εισβολής και κατοχής, θα το είχε ήδη πράξει και δεν θα άφηνε χρόνο στη Δύση να προετοιμάσει στρατιωτικά αντίποινα. Επιτίθεσαι κάνοντας χρήση όλων σου των τακτικών πλεονεκτημάτων επί του πεδίου και ασφαλώς δεν αφήνεις τον χρόνο να κυλά ώστε ο αντίπαλός σου να προετοιμαστεί καλύτερα.
Όμως, η ενέργεια αυτή προκάλεσε την εισβολή της Ρωσίας στην Κριμαία και την προσάρτηση της χερσονήσου, αλλά και το ξέσπασμα ενός πολέμου στην περιοχή Ντονμπάς, στα ανατολικά της χώρας. Περισσότεροι από 14.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στις μάχες που κατέστρεψαν το Ντονμπάς, τη βιομηχανική καρδιά της Ουκρανίας στα ανατολικά.
Η διαμάχη ανάμεσα στις δύο χώρες συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, με την «αυτοκρατορική» Μόσχα να μην έχει ουσιαστικά αποδεχθεί ποτέ την ανεξαρτησία του Κιέβου αλλά ούτε και την απομάκρυνση της Ουκρανίας από τη ζώνη επιρροής της. Έτσι, τα τύμπανα του πολέμου ηχούν ξανά στα σύνορα Ουκρανίας - Ρωσίας.
Ήδη, πάνω από εκατό χιλιάδες Ρώσοι στρατιώτες βρίσκονται σε ετοιμότητα προκειμένου αν χρειαστεί να εισβάλουν, ενώ από την πλευρά του το αμερικανικό Πεντάγωνο έχει θέσει σε ετοιμότητα 8.500 Αμερικανούς στρατιώτες στην περίπτωση που χρειαστεί να τους στείλει στην Ανατολική Ευρώπη. Παράλληλα, το ΝΑΤΟ στέλνει πλοία και μαχητικά αεροσκάφη για να ενισχύσει την άμυνα της περιοχής.
Η πρωτοφανής αυτή κλιμάκωση, η οποία θυμίζει έντονα την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, έχει οδηγήσει τις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία στα άκρα. «Ενωμένοι, ήμασταν πάντα και θα είμαστε πολύ πιο ισχυροί και πολύ πιο επιτυχημένοι. Γιατί είμαστε ένας λαός, ένα ενιαίο σύνολο», έγραφε σε πρόσφατο άρθρο του ο Ρώσος Πρόεδρος Πούτιν. Μάλιστα, όπως υπογράμμισαν σε πρόσφατο δημοσίευμά τους οι «New York Times», «η άποψη του Κρεμλίνου εξακολουθεί να στηρίζεται στο γεγονός ότι οι Ουκρανοί είναι “ένας λαός” με τους Ρώσους, και διαβιούν σε ένα προβληματικό κράτος που ελέγχουν οι δυτικές δυνάμεις, οι οποίες είναι αποφασισμένες να διαιρέσουν και να βασιλεύουν στον μετασοβιετικό κόσμο».
Η παγκόσμια κοινότητα παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις και τις εκατέρωθεν απειλές που εκτοξεύονται, ενώ τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου μιλούν για τη «Ρωσία η οποία απειλεί να “παγώσει” την Ευρώπη» αλλά και για τις οικονομικές κυρώσεις μεταξύ Δύσης και Μόσχας. Την ίδια στιγμή, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι ενδεχόμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα είχε καταστροφικές συνέπειες, τονίζοντας: «Εάν ο Πούτιν εισέβαλλε με όλες αυτές τις δυνάμεις, θα επρόκειτο για τα μεγαλύτερη εισβολή μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα άλλαζε τον κόσμο».
Είναι ξεκάθαρο ότι ο Ρώσος Πρόεδρος έχει βρει την κατάλληλη ευκαιρία όχι μόνο για να ξαναμπεί στο γεωπολιτικό παιχνίδι αλλά και για να οδηγήσει τη χώρα του στην αναβίωση του σοβιετικού μεγαλείου. Για τη Ρωσία είναι κόκκινη γραμμή η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ενώ άλλο ένα αίτημά της είναι η απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από τα εδάφη χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Κατά την εκτίμηση της ρωσικής διπλωματίας, η στρατιωτική ένταση στην Ευρώπη θα μειωθεί εάν το ΝΑΤΟ αποσύρει τις δυνάμεις του από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ας χαρτογραφήσουμε, όμως, όλες τις πτυχές ενός ζητήματος που απειλεί την Ευρώπη με πόλεμο για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο.
«Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ρωσίας δεν είναι η Ουκρανία αλλά οι ΗΠΑ»
Σωτήριος Κ. Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
— Πού οφείλονται οι εντάσεις στα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών;
Η ανανεωμένη κρίση στις σχέσεις της Ρωσίας με την Ουκρανία εντάσσεται στη συστηματική προσπάθεια του Κρεμλίνου (ειδικά μετά το 2014) να διεκδικήσει τις ιστορικές και αργότερα χαμένες ενδιάμεσες ζώνες ασφαλείας (buffer zones) προκειμένου να ανακτήσει το ζωτικό και υψηλής αξίας για την ίδια στρατηγικό βάθος έναντι της Δύσης. Με εφαλτήριο την Ουκρανία, ο Ρώσος Πρόεδρος επιθυμεί να ανατρέψει τη μεταψυχροπολεμική αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη, την οποία και σφυρηλάτησαν οι ΗΠΑ.
Ειδικά από την άνοιξη του 2021, η συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών αξιοποιείται ως εργαλείο προκειμένου: α) η Ρωσία να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα κρίσης για να τραβήξει την προσοχή της Αμερικής ως προς τις δικές της ανάγκες και απαιτήσεις στα θέματα της περιφερειακής ασφάλειας (βλ. εγγύς εξωτερικό) και β) να διατηρήσει έναν αξιόπιστο μοχλό πίεσης για την εκκίνηση διαπραγματεύσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας.
Άρα, η ένταση-αστάθεια αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου να προχωρήσουμε (εάν βέβαια καταστεί εφικτό) σε μια νέα και λιγότερο απρόβλεπτη περίοδο σταθερότητας. Βλέπουμε, λοιπόν, πως το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ρωσίας δεν είναι η Ουκρανία (αν και αποτελούσε το πλέον λαμπρό πετράδι στο στέμμα της αυτοκρατορικής Ρωσίας) αλλά οι ΗΠΑ.
— Πόσο μεγάλη είναι η πιθανότητα πολέμου;
Κοιτάξτε, οφείλουμε όλοι να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις εκτιμήσεις μας. Πιστεύω πως τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Αμερικανοί δεν επιθυμούν μια ευρύτερη σύγκρουση. Επιπλέον, αν η Μόσχα προέκρινε μια μεγάλη στρατιωτική επιχείρηση εισβολής και κατοχής (που περιλαμβάνει και αξιόλογο για την ίδια ρίσκο στη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη μετά την ίδια), θα το είχε ήδη πράξει και δεν θα άφηνε χρόνο στη Δύση να προετοιμάσει στρατιωτικά αντίποινα. Επιτίθεσαι κάνοντας χρήση όλων σου των τακτικών πλεονεκτημάτων επί του πεδίου και ασφαλώς δεν αφήνεις τον χρόνο να κυλά ώστε ο αντίπαλός σου να προετοιμαστεί καλύτερα.
Αντίθετα, στο πλαίσιο διπλωματικής προετοιμασίας μιας νέας, έστω μερικής υψηλής συνεννόησης με τον αντίπαλό σου, είναι λογικό να καταγράφονται πολλές και διαδοχικές απειλές. Από την άλλη πλευρά, αν η διπλωματία αποτύχει, δεν θα πρέπει να αποκλείσει κανείς μια περιορισμένη επιχείρηση της Ρωσίας στην Ανατολική Ουκρανία, κινούμενη και νοτιότερα ώστε να καλύψει πλήρως τις θέσεις του ρωσικού στόλου στην Αζοφική Θάλασσα, πετυχαίνοντας μεγαλύτερη εμβέλεια στη Μαύρη Θάλασσα και συντηρώντας μια μόνιμη απειλή για τη νότια Ουκρανία. Ρισκάροντας βέβαια οι Αμερικανοί να απαντήσουν με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Αυτή είναι μια απόφαση που θα λάβει ο Ρώσος Πρόεδρος αξιολογώντας την κατάσταση που θα διαμορφωθεί σε βάθος πενταετίας και αν τελικά τον συμφέρει να κινηθεί από τώρα ή να περιμένει.
— Τι θέλει να πετύχει η Ρωσία; Ποια πιστεύετε ότι θα είναι η αντίδραση των ΗΠΑ αλλά και τι θα σηματοδοτήσει για τον κόσμο και την Ευρώπη;
Η Ρωσία επέλεξε μια καλή συγκυρία. Στις ΗΠΑ, η δημοτικότητα του προέδρου Μπάιντεν είναι χαμηλή και η εσωτερική συνοχή παραμένει υπονομευμένη. Απειλώντας την Ουκρανία, το Κρεμλίνο θέλει: α) να εκθέσει το ΝΑΤΟ, β) να δείξει προς τη Δύση πως δεν είναι σε θέση να διαφυλάξει την Ουκρανία, γ) να λειτουργήσει υπέρ της Κίνας, δ) να υπενθυμίσει τα ρήγματα και τις αβεβαιότητες της Ευρώπης από κοινού με την απουσία ενός κέντρου. Ως προς την Ουκρανία, ιδανικά το Κρεμλίνο θα επιθυμούσε να παραμείνει ουδέτερη ανάμεσα στη Ρωσία και στο ΝΑΤΟ, με στόχο σε δεύτερο χρόνο να προσπαθήσει να ασκήσει μεγαλύτερη επιρροή έναντι του Κιέβου.
Επιπλέον, σας ανέφερα ήδη πως στο επίπεδο της μεγάλης εικόνας, ο στόχος της Ρωσίας και των μέσων που χρησιμοποιεί προς αυτή την κατεύθυνση είναι να φρενάρει τη μεταψυχροπολεμική αμερικανοκεντρική θεώρηση που επικράτησε μετά το 1991. Έτσι ώστε από κοινού με τις ΗΠΑ να καταφέρει να εκκινήσει μια διαδικασία συνεννοήσεων μεταξύ των δύο προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις της σε ζητήματα που αφορούν την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Την ώρα που η Ευρώπη θα συνεχίζει να προκρίνει τη διατήρηση μιας ειδικής σχέσης με τη Ρωσία, χωρίς όμως την ενότητα και το ειδικό βάρος για να την υποστηρίξει.
Πώς όμως θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ; Θα καταφέρουν να προχωρήσουν σε συμβιβασμούς χωρίς όμως (εκ νέου) να τραυματίσουν την αξιοπιστία και να πλήξουν τις ηθικές τους δεσμεύσεις, ειδικά απέναντι στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αλλά και διεθνώς; Από την άλλη πλευρά, η realpolitik που επιβάλλει τη συγκέντρωση δυνάμεων έναντι της Κίνας είναι ικανή να προσφέρει παράθυρο ευκαιρίας ακόμα και για ιστορικές προσεγγίσεις;
Καταληκτικά, το μόνο βέβαιο είναι πως η ιστορία δεν ήταν απαραίτητο να επαναληφθεί. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 εμείς οι Δυτικοί βιαστήκαμε πολύ να προδιαγράψουμε το τέλος της. Αφήνοντας τη διάδοχο της Σοβιετικής Ένωσης εσκεμμένα αβοήθητη.
«Πόσο ακόμα αίμα θα χύσουν οι Ουκρανοί για την ανεξαρτησία τους;»
Ο δημοσιογράφος Κώστας Ονισένκο μεταδίδει από το Κίεβο της Ουκρανίας
Έχω δει τον πόλεμο στο Ντονμπάς. Καταλαβαίνω τι θα φέρει αυτός ο πόλεμος αν έρθει στο Κίεβο ή σε άλλες πόλεις.
Κάτω από το σπίτι μου έχω παιδική χαρά όπου κάθε μεσημέρι παίζουν τα παιδάκια από τον κοντινό παιδικό σταθμό. Περίπου 20 παιδάκια, τριών με πέντε ετών. Τώρα τον χειμώνα φοράνε κάτι τεράστια μπουφάν και σκουφιά από τα οποία ξεπροβάλλουν οι μυτούλες και τα μάτια τους. Έχω δει τέτοιες παιδικές χαρές στις πόλεις που κατέλαβαν και κατέστρεψαν οι Ρώσοι το 2014.
Ο υπόκωφος φόβος που επικρατεί αυτές τις μέρες στην Ουκρανία εξαιτίας των συνεχών μηνυμάτων για επικείμενη ρωσική εισβολή δεν έχει μετατραπεί σε πανικό. Τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο, οι άνθρωποι στις δουλειές τους, οι δρόμοι του Κιέβου μαστίζονται από τη συνηθισμένη ενοχλητική κίνηση. Τέτοιες στιγμές φαίνεται καλά το πόσο εύθραυστα είναι όλα αυτά που θεωρούμε δεδομένα.
Οι Ουκρανοί που είναι έτοιμοι σήμερα να πάρουν τα όπλα για να υπερασπιστούν τη χώρα τους από μια πιθανή ρωσική εισβολή είναι σαφώς περισσότεροι από το 2014. Αυτό είναι ένα επίτευγμα του Πούτιν. Μέρος εκείνων που ήταν αδιάφοροι έχουν πάψει να είναι για μια σειρά από λόγους: καταρχάς κατάλαβαν ότι ο «αδελφικός ρωσικός λαός» δεν είναι πια «αδελφικός».
Έπειτα, είδαν την κοινωνική και οικονομική καταστροφή που έφερε ο «ρωσικός κόσμος» όχι μόνο στις περιοχές που ελέγχονται τυπικά από τους τρομοκράτες της DNR/LNR (και ουσιαστικά από τη Μόσχα) αλλά και στην ίδια την Κριμαία. Και αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία απ’ όση του δίνουν οι ξένοι αναλυτές καθώς, αντίθετα με τους Ρώσους, για τον μέσο Ουκρανό βασικός στόχος παραμένει η ευημερία των παιδιών του και όχι το κρατικό μεγαλείο.
Στην Ελλάδα ορισμένοι «αναλυτές» μιλάνε για «νεοναζί» που κυκλοφορούν στο Κίεβο. Στο Κίεβο δεν κυκλοφορούν νεοναζί, τουλάχιστον όχι περισσότεροι απ’ ό,τι στην Αθήνα ή στο Βερολίνο και σαφώς λιγότεροι απ’ ό,τι στη Μόσχα.
Οι «νεοναζί του Κιέβου» είναι ένα εφεύρημα της προπαγάνδας του Κρεμλίνου για να δικαιολογήσει τη στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία, την κατάληψη ξένων εδαφών και το γεγονός ότι σκότωσε χιλιάδες αθώους ανθρώπους. Εκείνοι που επαναλαμβάνουν αυτά τα επιχειρήματα είναι συνένοχοι σε αυτές τις δολοφονίες. Οι ουκρανικές μυστικές υπηρεσίες έχουν αποχαρακτηρίσει όλα τα ιστορικά έγγραφα που είχαν στη διάθεσή τους όσον αφορά τον Β’ ΠΠ, και είναι διαθέσιμα στους ερευνητές.
Αντίθετα, η Μόσχα δεν ανοίγει το αρχείο της, ενώ έχει απαγορεύσει διά νόμου την «αμφισβήτηση της ιστορικής συμβολής της ΕΣΣΔ» στον Β΄ΠΠ. Δεν είναι οι Ουκρανοί εκείνοι που προσπαθούν να κρύψουν ή ντρέπονται για το παρελθόν τους.
Σήμερα στην Ουκρανία, παρά την πολιτική αστάθεια –υποστηριζόμενη σε μεγάλο βαθμό από τη Μόσχα– λειτουργεί πλήθος ΜΜΕ, ορισμένα από τα οποία ασκούν σκληρότατη κριτική στον εν ενεργεία Πρόεδρο, χαρακτηρίζοντάς τον ως κλόουν. Υπάρχει πλήθος πολιτικών κομμάτων και ακούγονται όλες οι απόψεις, ακόμα και απόψεις πρακτόρων της Μόσχας.
Την ώρα που στη Ρωσία άνθρωποι συλλαμβάνονται καθημερινά ακόμα και για «διαδηλώσεις» ενός ατόμου που κρατάει πλακάτ. Πολιτικοί του κυβερνώντος κόμματος μέσα από δημόσιες τηλεοράσεις της Ρωσίας καλούν τον Πούτιν να βομβαρδίσει τη Δύση, να καταλάβει ξένα εδάφη και να προκαλέσει γενοκτονίες. Όλοι οι πολιτικοί αντίπαλοι του Πούτιν είναι στη φυλακή ή στο χώμα ή στο εξωτερικό.
Αυτά όλα που λέω βεβαίως δεν αποτελούν μυστικό και δείχνουν ξεκάθαρα το ποια από τις δύο χώρες τείνει προς τον φασισμό. Παρά τις διαφορές στο εσωτερικό, η πλειοψηφία των Ουκρανών έκανε την επιλογή της το 1991, το 2008 και το 2014. Θα εμμείνει σε αυτή την επιλογή και τώρα.
Μην ξεχνάτε ότι δεν είναι το ΝΑΤΟ που επεκτείνεται στην Ουκρανία αλλά η Ουκρανία ζητάει να μπει στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Το ζητάει σε όλες τις επίσημες συναντήσεις, το ζητάει (τρις) μέσα στο σύνταγμα της χώρας. Το ζητούμενο σήμερα, εν μέσω απειλής στρατιωτικής εισβολής, δεν είναι αν η Μόσχα θα ελέγχει το Κίεβο. Αλλά το πόσο ακόμα αίμα θα χύσουν οι Ουκρανοί για την ανεξαρτησία τους.
http://onisenko.com/ και το fb του https://www.facebook.com/constantin.onisenko