Είναι ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, πρωθυπουργός των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και εμίρης του Ντουμπάι. Όμως, εξαιτίας της κακοποιητικής συμπεριφοράς του, ο Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ αλ- Μακτούμ δεν θα μπορεί πλέον να δει από κοντά τα δύο παιδιά που έχει αποκτήσει με την πριγκίπισσα Χάγια.
Βρετανός δικαστής αποφάσισε την Πέμπτη ότι ο εμίρης του Ντουμπάι επιδόθηκε σε ενδοοικογενειακή βία «εξωφρενικής κλίμακας» σε βάρος της πρώην συζύγου του, βλάπτοντας και τα δύο τους παιδιά. Έτσι, δεν θα μπορεί πλέον να τα δει από κοντά, ούτε να έχει ουσιαστικό λόγο στην ανατροφή τους, καθώς το δικαστήριο έδωσε την αποκλειστική επιμέλεια στην πριγκίπισσα Χάγια.
Ο Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ αλ- Μακτούμ θα περιοριστεί σε «έμμεση επαφή» με τα δύο παιδιά του- μέσω τηλεφώνου ή εφαρμογές μηνυμάτων. Όμως, η πρώην σύζυγός του θα έχει την αποκλειστική ευθύνη για αποφάσεις που σχετίζονται με την ιατρική περίθαλψη και την εκπαίδευση του 10χρονου σήμερα Ζαγιέντ και της 14χρονης αλ- Τζαλίλα.
Όταν ξεκίνησε η νομική διαμάχη, ο εμίρης διεκδικούσε την επιστροφή των δύο παιδιών στο Ντουμπάι. Όμως, από τον Οκτώβριο του 2019- όπως ανέφερε ο δικαστής Άντριου ΜακΦαρλέιν- αποδέχθηκε ότι τα παιδιά θα μείνουν με τη μητέρα τους στη Βρετανία και τον περασμένο Δεκέμβριο γνωστοποίησε ότι πλέον δεν θα επιδιώξει άμεση επαφή μαζί τους.
Ο εμίρης, σύμφωνα με την απόφαση του δικαστή, έχει επιδείξει «συμπεριφορά καταναγκασμού και ελέγχου αναφορικά με τα μέλη της οικογένειάς του που θεωρεί ότι συμπεριφέρονται ενάντια στη θέλησή του».
Έκανε λόγο για ενδοοικογενειακή βία εξωφρενικής κλίμακας σε βάρος της πρώην συζύγου του, η οποία έβλαψε ψυχολογικά τα παιδιά τους, κάτι που θα συνεχιζόταν αν εκείνη έπρεπε να ζητά την έγκρισή του για ζητήματα που αφορά τη ζωή του γιου και της κόρης τους.
Επίσης, ο δικαστής επεσήμανε ότι την αποτυχία του εμίρη να εμφανιστεί στο δικαστήριο όπως και «την απουσία όποιας αποδοχής ευθύνης, έκφρασης μεταμέλειας ή κατανόησης του αντίκτυπου που έχει αυτή η συμπεριφορά στη μητέρα».
Η νομική διαμάχη ανάμεσα στο πρώην ζευγάρι- το διαζύγιο, ο οικονομικός διακανονισμός και η μάχη για την επιμέλεια- κράτησε πάνω από δύο χρόνια. Όλα ξεκίνησαν όταν η πριγκίπισσα Χάγια- έκτη σύζυγος του εμίρη και κόρη του βασιλιά της Ιορδανίας Χουσεΐν- δηλώνοντας ότι φοβάται για τη ζωή της, διέφυγε αρχικά στη Γερμανία και στη συνέχεια στο Λονδίνο, το 2019, με τα δύο παιδιά τους.
Κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης έχουν αποκαλυφθεί πολλά για τη δράση του εμίρη. Από το γεγονός ότι επιχείρησε να αγοράσει σπίτι κοντά σε εκείνο της πρώην συζύγου του και ότι την απειλούσε με μηνύματα όπως «Μπορούμε να σε βρούμε παντού», μέχρι ότι χρησιμοποίησε το λογισμικό κατασκοπείας Pegasus για να χακάρει το τηλέφωνό της και εκείνα ανθρώπων του περιβάλλοντός της.
Τον περασμένο Δεκέμβριο βρετανικό δικαστήριο ενέκρινε οικονομικό διακανονισμό ρεκόρ, που ξεπερνά τα 720 εκατομμύρια δολάρια. Πέρα από τα κονδύλια για την ασφάλεια, αυτός προβλέπει εκατομμύρια για τη συντήρηση των δύο σπιτιών της πριγκίπισσας Χάγια στη Βρετανία, για διακοπές, ρούχα και μισθούς προσωπικού.
Μετά την απόφαση για την επιμέλεια, η πριγκίπισσα Χάγια ευχαρίστησε το δικαστήριο και τους δικηγόρους της. «Τα τελευταία δύο χρόνια υπήρξαν ένα τρομακτικό ταξίδι, αλλά το άσυλο, η προστασία και η εντυπωσιακή συμπόνοια που έχουμε βιώσει στην Αγγλία έχουν ενισχύσει την πεποίθησή μας για τη δύναμη της ανθρωπότητας και της δικαιοσύνης», δήλωσε.
Εκπρόσωποι του εμίρη του Ντουμπάι σχολίασαν: «Αγαπά τα παιδιά του και λατρεύει την αγάπη τους για εκείνον. Πάντα ενδιαφερόταν για εκείνα και τα φρόντιζε και πάντα θα το κάνει. Εξακολουθεί να αρνείται τους ισχυρισμούς που έχουν διατυπωθεί σε αυτές τις αμφιλεγόμενες διαδικασίες».
Με πληροφορίες από Guardian