Σοβαρά προβλήματα ρευστότητας παρουσιάζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις το πρώτο εξάμηνο του 2022, σύμφωνα με την δεύτερη έρευνα για το 2022 που διεξάγει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.
Παράλληλα, εντείνονται οι επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις. Το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων συνεχίζει να αυξάνεται καθώς με βάση τα ευρήματα της έρευνας αυξήθηκε μεσοσταθμικά το κόστος ενέργειας κατά 76%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5%, το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8% και το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 26,2%.
Συνέπεια του αυξημένου κόστους λειτουργίας ήταν να καταγραφεί νέος ιστορικά υψηλός αριθμός επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές πώλησης αγαθών/υπηρεσιών.
Χαρακτηριστικά πρώτο εξάμηνο του 2022, 6 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (59,2%) προχώρησαν σε αύξηση των τιμών τους.
Αναφορικά με την ρευστότητα, περισσότερες από 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (37,1%) δήλωσαν ότι έχουν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα (27,8%) ή διαθέσιμα που επαρκούν λιγότερο από μήνα (9,2%).
Τέλος, αρνητικές παραμένουν οι προσδοκίες για το μέλλον. Σημαντική, μάλιστα, άνοδο παρουσιάζει ο δείκτης αβεβαιότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καταγράφοντας το υψηλότερο επίπεδο που έχει αποτυπωθεί από την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης.
Συγκεκριμένα, σχεδόν 4 στις 10 επιχειρήσεις (38,6%) εκφράζουν φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητάς τους στο μέλλον.
Αντίστοιχα, ο δείκτης βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων καταγράφει το χειρότερο ποσοστό από την έναρξη της υγειονομικής κρίσης με το 6,5% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο διακοπής της δραστηριότητας του.
Την ίδια στιγμή, περισσότερες από 1 στις 2 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (52,7%) δήλωσαν μείωση των ρευστών διαθεσίμων τους σε αντίθεση με το 22% που αυξήθηκαν.
Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις φαίνεται να αντιμετωπίζουν μικρότερα αλλά όχι αμελητέα προβλήματα ρευστότητας σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις ενώ καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν και οι επιχειρήσεις σε νησιωτικές περιοχές.
Περισσότερες από 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (37,1%) δήλωσαν ότι είχαν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα (27,8%) ή διαθέσιμα που επαρκούν λιγότερο από μήνα (9,2%).
Τέλος, οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι αύξησαν τις τιμές αυξάνονται περαιτέρω φτάνοντας στο 59,2% του συνόλου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων το 1ο εξάμηνο του 2022, ενώ μειώνονται σημαντικά οι επιχειρήσεις που δήλωσαν ότι μείωσαν τις τιμές τους, καθώς και αυτές που τις διατήρησαν σταθερές.
Μεγαλύτερα ποσοστά επιχειρήσεων που αύξησαν τις τιμές τους καταγράφονται στο εμπόριο και στη μεταποίηση (66,2% και 66,3% αντίστοιχα) έναντι των επιχειρήσεων στον ευρύτερο τομέα των υπηρεσιών (47,9%). Εξαίρεση του ευρύτερου τομέα των υπηρεσιών αποτελεί ο κλάδος της εστίασης όπου η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων (61,6%) δήλωσε ότι αύξησε τις τιμές τους.
Επιπτώσεις των ανατιμήσεων- «Καμία βοήθεια από τα μέτρα της κυβέρνησης»
Οι αρνητικές επιπτώσεις των ανατιμήσεων για το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων που είχαν καταγραφεί στην προηγούμενη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Φεβρουάριος 2022) συνεχίζονται και εντείνονται.
Από την ανάλυση των επιμέρους στοιχείων της έρευνας εκτιμήθηκε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022 αυξήθηκαν μεσοσταθμικά:
- το κόστος ενέργειας αυξήθηκε κατά 76%,
- το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5%,
- το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8%,
- το κόστος προμήθειας εξοπλισμού και μηχανημάτων κατά 26,2%.
Αξιολογώντας τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση το πρώτο εξάμηνο του 2022 για τη αντιμετώπιση της ακρίβειας η συντριπτική πλειονότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (59,3%) θεωρεί ότι δεν προσέφεραν σχεδόν καμία βοήθεια, το 31,3% τα αξιολόγησε ως αναγκαία αλλά απαιτούνται περισσότερα, ενώ μόλις το 7,4% αξιολόγησε τα μέτρα ως μια σημαντική βοήθεια.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ