«Ντροπή για την ιρανική κυβέρνηση που ευθύνεται για μια τέτοια φρίκη...»
«Σήμερα η Μαχσά Αμίνι, μια 22χρονη γυναίκα, πεθαίνει στο Ιράν μετά από τραύματα που υπέστη κατά τη διάρκεια της κράτησης επειδή φορούσε ένα "ακατάλληλο" χιτζάμπ. Απίστευτο!!! Αυτή η βία κατά των γυναικών που διεκδικούν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους πρέπει να σταματήσει. Η καρδιά μας είναι με την οικογένεια αυτής της όμορφης και αθώας νεαρής γυναίκας» έγραψε στον λογαριασμό της στο Instagram η διεθνώς αναγνωρισμένη Ιρανή εικαστική καλλιτέχνης Σιρίν Νεσάτ που ζει στη Νέα Υόρκη, γνωστή κυρίως για το έργο της στον κινηματογράφο, το βίντεο και τη φωτογραφία.
Η Νεσάτ δεν σταματά να ποστάρει για την κατάσταση που επικρατεί στο Ιράν μετά τον μέχρι θανάτου ξυλοδαρμό της 22χρονης Μαχσά Αμίνι από τη λεγόμενη «αστυνομία ηθικής» του ιρανικού καθεστώτος.
Όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία, «σύμφωνα με τους υποχρεωτικούς νόμους της χώρας, οι γυναίκες και τα κορίτσια –ακόμα και όσα δεν ξεπερνούν τα επτά έτη– είναι αναγκασμένα να καλύπτουν τα μαλλιά τους με μια μαντίλα παρά τη θέλησή τους». Οι γυναίκες που δεν το κάνουν αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες από το κράτος.
Η αστυνομία «ηθικής» στο Ιράν θέτει ολόκληρο τον γυναικείο πληθυσμό –40 εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια– υπό επιτήρηση. Αυτοί οι κρατικοί πράκτορες κινούνται στην πόλη και έχουν την εξουσιοδότηση να σταματούν τις γυναίκες και να εξετάζουν το φόρεμά τους, εκτιμώντας σχολαστικά πόσες τούφες από τα μαλλιά τους φαίνονται, το μήκος των παντελονιών και των παλτών τους και την ποσότητα του μακιγιάζ που φορούν. Η τιμωρία σε ενδεχόμενο εντοπισμό μιας γυναίκας σε δημόσιο χώρο χωρίς μαντίλα περιλαμβάνει σύλληψη, ποινή φυλάκισης, μαστίγωμα ή πρόστιμο – όλα αυτά για το «έγκλημα» της άσκησης του δικαιώματός τους να επιλέγουν τι θα φορέσουν.
Η αστυνομία «ηθικής» στο Ιράν θέτει ολόκληρο το γυναικείο πληθυσμό –40 εκατομμύρια γυναίκες και κορίτσια– υπό επιτήρηση. Αυτοί οι κρατικοί πράκτορες κινούνται στην πόλη και έχουν την εξουσιοδότηση να σταματούν τις γυναίκες και να εξετάζουν το φόρεμά τους, εκτιμώντας σχολαστικά πόσες τούφες από τα μαλλιά τους φαίνονται, το μήκος των παντελονιών και των παλτών τους και την ποσότητα του μακιγιάζ που φορούν.
«Νίκη σε κάθε γενναία γυναίκα που αγωνίζεται ενάντια στη δικτατορία και την καταπίεση. Δύναμη στις Ιρανές γυναίκες που ηγούνται μιας πιθανής επανάστασης στη χώρα τους!!! Νίκη σε κάθε γενναία γυναίκα που αγωνίζεται ενάντια στη δικτατορία και την καταπίεση. Είστε η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον και μια έμπνευση για τον λαό σας» γράφει η Νεσάτ, συμπληρώνοντας πως: «Μια εικόνα τα λέει όλα... Μια γενναία Ιρανή γυναίκα που προκαλεί την ηθική άλλων γυναικών, οι οποίες προσπαθούν να της στερήσουν τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματά της... την ελευθερία να ντύνεται όπως επιθυμεί... "Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία", το σύνθημα που ακούγεται στους δρόμους του Ιράν αυτές τις μέρες ξαφνικά βγάζει τόσο νόημα».
Το έργο της Νεσάτ επικεντρώνεται στις αντιθέσεις μεταξύ Ισλάμ και Δύσης, θηλυκότητας και αρρενωπότητας, δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, αρχαιότητας και νεωτερικότητας, γεφυρώνοντας τους χώρους μεταξύ αυτών των θεμάτων.
Η ίδια έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι το Ιράν έχει υπονομεύσει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα, ιδιαίτερα μετά την Ισλαμική Επανάσταση, υποστηρίζοντας πως η χώρα έχει στραφεί προς τη δημιουργία τέχνης που ασχολείται με την τυραννία, τη δικτατορία, την καταπίεση και την πολιτική αδικία. «Αν και δεν θεωρώ τον εαυτό μου ακτιβίστρια, πιστεύω ότι η τέχνη μου –ανεξάρτητα από τη φύση της– είναι μια έκφραση διαμαρτυρίας, μια κραυγή για την ανθρωπότητα» λέει.
Λόγω της επανάστασης που ξέσπασε στην πατρίδα της το 1979 και του κλεισίματος των συνόρων, αναγκάστηκε να εγκατασταθεί μόνιμα στη Νέα Υόρκη χωρίς να έχει τη δυνατότητα να δει την οικογένειά της για 17 ολόκληρα χρόνια.
Η εξορία και ο βίαιος αποχωρισμός υπήρξε το μεγαλύτερο τραύμα της Νεσάτ, αποτελώντας καθοριστικό παράγοντα στην καλλιτεχνική της ματιά και εξέλιξη.
Ξεκίνησε έτσι να δημιουργεί μια σειρά από έργα που καταγράφουν με έναν ιδιωματικό, σχεδόν τελετουργικό ρυθμό θέματα για τη γυναικεία ταυτότητα, την τέχνη, τη ζωή ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς, τη δυτική αντίληψη του μουσουλμανικού κόσμου, την απελευθέρωση και τη χειραφέτηση.
Το 1996 επισκέφτηκε την πατρίδα της για πρώτη φορά μετά από χρόνια, όπου δημιούργησε το «Women of Allah», ένα καθηλωτικό φωτογραφικό έργο, «δερματόστικτο» με περσική καλλιγραφία που πραγματεύεται το θέμα της γυναικείας εξορίας και την έννοια της θηλυκότητας σε σχέση με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό.
Για την κατάσταση στο Ιράν γράφει και η Ιρανή ποιήτρια Φατμέ Εκτεσαρί, που μετά την εμφάνισή της στο φεστιβάλ ποίησης στο Γκέτεμποργκ, επέστρεψε στο Ιράν και φυλακίστηκε στις φυλακές Evin της Τεχεράνης.
Το 2015 καταδικάστηκε σε 99 μαστιγώματα και 11,5 χρόνια φυλάκισης για εγκλήματα κατά της ιρανικής κυβέρνησης, ανήθικη συμπεριφορά, και βλασφημία. Η ποινή της περιλαμβάνει επτά χρόνια για «προσβολή των ιερών», τρία χρόνια για την υποτιθέμενη δημοσίευση άσεμνων φωτογραφιών στο διαδίκτυο και δεκαοκτώ μήνες για διάδοση προπαγάνδας επικριτικής για την ιρανική κυβέρνηση.
Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Yek bahse feministi ghabl az pokhtane sibzaminiha» εκδόθηκε το 2010. Η έκδοσή της τερματίστηκε όταν ανακαλύφθηκε ότι είχε συμπληρώσει λογοκριμένες λέξεις με το χέρι πριν από την έκδοση του έργου της. Ο λογαριασμός της στο Facebook παραβιάστηκε και το ιστολόγιό της έκλεισε.
Υπήρξε αρχισυντάκτρια του μεταμοντέρνου περιοδικού Hamin farad bud, το οποίο έκλεισε μετά τη σύλληψή της. Ο ράπερ Shahin Najafi, του οποίου η μουσική έχει απαγορευτεί στο Ιράν, έχει χρησιμοποιήσει μερικά από τα ποιήματα της Εκτεσαρί στα τραγούδια του.
Τον Ιανουάριο του 2016 η Εκτεσαρί δήλωσε στο Associated Press ότι είχε φύγει από το Ιράν. Για λόγους ασφαλείας αρνήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Η Ιρανή συγγραφέας παιδικών βιβλίων, γελοιογράφος, εικονογράφος και κινηματογραφική σκηνοθέτις Μαργιάν Σατραπί, που διαμένει σήμερα στη Γαλλία, από τότε που ήταν έφηβη άρχισε να αντιδρά και να μπαίνει σε μπελάδες με την αστυνομία, επειδή παραβίαζε τους κώδικες μετριοπαθούς συμπεριφοράς και αγόραζε μουσική απαγορευμένη από το καθεστώς.
Η συγγραφέας του αυτοβιογραφικού graphic novel «Περσέπολις» και η οικογένειά της εκφοβίστηκαν από τους μουσουλμάνους φονταμενταλιστές, που ανέλαβαν την εξουσία το 1979. Οι γονείς της ανησυχούσαν ότι θα τα έβρισκε σκούρα με τους αυστηρούς νέους δημόσιους κώδικες για τις γυναίκες. Την έστειλαν στο εξωτερικό για σπουδές και το 1983 βρέθηκε στη Βιέννη – αργότερα επέστρεψε προσωρινά στο Ιράν. Σπούδασε οπτική επικοινωνία και απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα από το Ισλαμικό Πανεπιστήμιο Αζάντ στην Τεχεράνη. Στο Ιράν δεν επέστρεψε ποτέ από τότε που πήγε στη Γαλλία. Φοβάται ότι μπορεί να τη συλλάβουν και τη φυλακίσουν.
Η Ιρανή συνήγορος για την ισότητα των φύλων με έδρα την Αγγλία, Σαμανέ Σαβαντί, γράφει στο Instagram: «Ίσως να έχεις συναντήσει και ανθρώπους τις προηγούμενες μέρες, που λένε "πόσο δύσκολο είναι να φοράς μαντίλα;", "δεν είναι δικό μου πρόβλημα το αν φοράω μαντίλα ή όχι" ή τέτοια σχόλια που βλέπουν την υποχρεωτική χιτζάμπ μόνο ως κάλυμμα κεφαλιού και δεν συνειδητοποιούν ότι χάνεται ένα ευρύ φάσμα δικαιωμάτων από τον καταναγκασμό του χιτζάμπ».
Η ποιήτρια, συγγραφέας και διεπιστημονική καλλιτέχνις Σολμάζ Ναραγκί, η Μαντάνα Καρίμι, ιρανικής καταγωγής ηθοποιός που ζει στην Ινδία, η παραγωγός και παρουσιάστρια Σαλομέ Σεγέντνια καθώς και πλήθος άλλων γυναικών (οι περισσότερες έχουν για την ασφάλειά τους κλειστούς λογαριασμούς) ποστάρουν την ιστορία της Μάσα Αμίνι και τις διαδηλώσεις και ακτιβιστικές πράξεις των γυναικών, δηλώνοντας όχι μόνο τη συμπαράστασή τους, αλλά και την πεποίθηση ότι «ήρθε η ώρα για αλλαγές στο Ιράν».
«Άνθρωποι σκοτώνονται, πυροβολούνται στο Ιράν. Δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο» γράφει στο Instagram η ανεπιθύμητη στη χώρα της Ιρανή ηθοποιός, πρωταγωνίστρια του Φαραντί στο About Elly Golshifteh Farahani.
Μεταξύ των πολλών γενναίων υπερασπιστριών δικαιωμάτων των γυναικών που αντέδρασαν στους νόμους περί υποχρεωτικής χρήσης της μαντίλας στο Ιράν είναι η Νασρίν Σοτουντέ, δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τον Μάρτιο του 2019, καταδικάστηκε σε 38 χρόνια και έξι μήνες στη φυλακή και 148 μαστιγώσεις, μετά την καταδίκη της σε δύο ξεχωριστές, άδικες δίκες.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία η μετατροπή των γυναικών και των κοριτσιών που αρνούνται να φορέσουν μαντίλα σε εγκληματίες συνιστά μια ακραία μορφή διάκρισης. Οι υποχρεωτικοί νόμοι περί μαντίλας παραβιάζουν ένα πλήθος δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων για ισότητα, προστασία της ιδιωτικής ζωής και ελευθερία έκφρασης και πεποιθήσεων.
Τελικά, αυτοί οι νόμοι υποβαθμίζουν τις γυναίκες και τα κορίτσια, επιδιώκοντας να τους αφαιρέσουν την αξιοπρέπεια και την αυτοεκτίμησή τους.
Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκε ένα αναπτυσσόμενο κίνημα εναντίον των νόμων περί υποχρεωτικής χρήσης της μαντίλας στο Ιράν, με γυναίκες και κορίτσια να προχωρούν σε θαρραλέες δράσεις ανυπακοής. Στέκονται σε δημόσιους χώρους, κυματίζουν σιωπηλά τις μαντίλες τους στις άκρες ράβδων ή κοινοποιούν βίντεο των ίδιων, περπατώντας στο δρόμο με τα μαλλιά τους ελεύθερα – κάτι για εμάς θεωρείται αυτονόητο.
Η αντοχή και η δύναμη αυτού του κινήματος έχουν τρομοκρατήσει τις ιρανικές αρχές, οι οποίες εξαπέλυσαν, ως απάντηση, μια απάνθρωπη καταστολή. Από τον Ιανουάριο του 2018 έχουν συλλάβει τουλάχιστον 48 υπερασπίστριες των δικαιωμάτων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων και τεσσάρων ανδρών. Κάποια άτομα έχουν βασανιστεί και καταδικαστεί σε φυλάκιση ή μαστίγωμα μετά από εξαιρετικά άδικες δίκες.
https://www.instagram.com/shirin__neshat/?hl=en
https://www.instagram.com/fateme.ekhtesari/?hl=en
https://www.instagram.com/mandanakarimi/
https://www.instagram.com/samaneh_savadi/?hl=en
https://www.instagram.com/stories/solmaz_naraghi/2932140115241798118/?hl=en