Ο πλανήτης έχασε το 69% της άγριας πανίδας τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, αποκαλύπτει έκθεση της WWF που δόθηκε την Πέμπτη στη δημοσιότητα.
Από το 1970 έως το 2018 καταγράφηκε κατακόρυφη μείωση κατά μέσο όρο 69% στους πληθυσμούς άγριας ζωής για τους οποίους υπάρχουν δεδομένα παρακολούθησης- θηλαστικά, πτηνά, αμφίβια, ερπετά, ψάρια- σύμφωνα με την έκθεση «Ζωντανός πλανήτης», που εκδίδει η WWF κάθε δύο χρόνια.
Οι πληθυσμοί των ειδών που συναντώνται σε οικοσυστήματα γλυκού νερού- λίμνες και ποτάμια- έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση, της τάξεως του 83%, από όλα τα είδη συνολικά. Παράλληλα, η έκθεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ιδιαίτερα για τις τροπικές περιοχές, όπου είναι ακόμη γρηγορότερη και πιο ανησυχητική η μείωση των πληθυσμών των σπονδυλωτών ειδών.
Ενδεικτικά, από το 1970 έως το 2018 οι πληθυσμοί άγριας ζωής στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική μειώθηκαν κατά μέσο όρο 94%, γεγονός που έχει τεράστιες επιπτώσεις στη διατήρηση της ισορροπίας στα φυσικά οικοσυστήματα παγκοσμίως.
Ορισμένα από τα είδη των οποίων οι πληθυσμοί σημείωσαν μεγάλη μείωση είναι το ροζ δελφίνι του Αμαζονίου (65% μείωση την περίοδο 1994-2016), ο ανατολικός πεδινός γορίλας (80% μείωση στο Εθνικό Πάρκο Kahuzi-Biega, στη Δημοκρατία του Κονγκό το διάστημα 1994-2019), καθώς και ο αυστραλιανός θαλάσσιος λέοντας (64% την περίοδο 1977-2019).
Οι βασικοί παράγοντες που ευθύνονται για τη μείωση των πληθυσμών άγριας ζωής παγκοσμίως είναι, σύμφωνα με την έκθεση της WWF, η υποβάθμιση και η απώλεια οικοσυστημάτων, η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, η εξάπλωση των ξενικών ειδών, η ρύπανση, αλλά και η κλιματική κρίση.
Μέσω της δημοσιοποίησης αυτών των στοιχείων, στόχος της έκθεσης είναι να τονίσει την κρίσιμη κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ο πλανήτης μας, καθώς και να καλέσει κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, αλλά και πολίτες να αναλάβουν άμεσα δράση, προκειμένου να αντιστραφεί η ανησυχητική αυτή πορεία της βιοποικιλότητας.
«Σήμερα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε δύο ανθρωπογενείς προκλήσεις που συνδέονται άμεσα μεταξύ τους και απειλούν ευθέως τόσο την παρούσα, όσο και τις μελλοντικές γενιές: την κλιματική κρίση και την απώλεια βιοποικιλότητας», επεσήμανε ο γενικός διευθυντής της WWF, Μάρκο Λαμπερτίνι.
Τα δεδομένα αυτά δείχνουν μια καταστροφική μείωση των πληθυσμών της άγριας ζωής, υπογράμμισε. «Στην επικείμενη COP15, οι ηγέτες έχουν την ευκαιρία να αποκαταστήσουν τη σχέση μας με το περιβάλλον και να δημιουργήσουν το κατάλληλο εκείνο πλαίσιο, μέσα στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί ένα πιο υγιές και βιώσιμο μέλλον για όλους με μια φιλόδοξη παγκόσμια συμφωνία για τη βιοποικιλότητα», συμπλήρωσε.
Τρομακτικοί αριθμοί
Οι αριθμοί είναι «αληθινά τρομακτικοί» στη Λατινική Αμερική, δήλωσε ο Μαρκ Ράιτ, επιστημονικός διευθυντής του WWF, αναφερόμενος στην απώλεια του 94% των πληθυσμών της άγριας ζωής στην περιοχή, η οποία είναι «πασίγνωστη για τη βιοποικιλότητά της» και έχει «αποφασιστική σημασία για τη ρύθμιση του κλίματος».
Η Ευρώπη είδε τον πληθυσμό των άγριων ζώων της να μειώνεται κατά 18% κατά μέσο όρο, όμως «αυτό κρύβει τις πολύ μεγάλες απώλειες βιοποικιλότητας ιστορικά», πριν από την περίοδο που καλύπτεται στην ανάλυση, επισήμανε ο Άντριου Τέρι, διευθυντής προστασίας στη Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου, που συνεργάστηκε με το WWF για τη σύνταξη της έκθεσης.
Στην Αφρική, η μείωση έφθασε το 66%. «Φρικιαστικό παράδειγμα είναι αυτό του εθνικού πάρκου Καχούζι Μπιέγκα, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, όπου οι γορίλες των ανατολικών πεδιάδων υπέστησαν μείωση πληθυσμού κατά το 80%, κυρίως εξαιτίας του κυνηγιού», επεσήμανε η Άλις Ρουχουέζα, διευθύντρια του WWF για την Αφρική.
Δερματοχελώνες, λύγκες, δελφίνια, κοράλια και βάτραχοι είναι ανάμεσα στα «σύμβολα της βιοποικιλότητας» που απειλούνται περισσότερο, σύμφωνα με την έκθεση.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ/ Reuters, AFP