Ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ, πρώην μεγιστάνας των κρυπτονομισμάτων με την πλατφόρμα FTX και τη χρηματιστηριακή του εταιρία Alameda, κατηγορείται από την αμερικανική δικαιοσύνη γιατί εξαπάτησε πελάτες και επενδυτές του.
Ο «SBF», όπως τον αποκαλούν, συνελήφθη τη Δευτέρα στις Μπαχάμες έπειτα από αίτημα των ΗΠΑ και διώκεται συνολικά για οκτώ κατηγορίες, όπως ηλεκτρονική απάτη, ξέπλυμα χρήματος και παραβίαση των εκλογικών νόμων, αποκαλύπτει το έγγραφο που παρουσίασε ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας.
Διώκεται επίσης από τις ρυθμιστικές αρχές των χρηματοπιστωτικών αγορών, και αναμένεται να παρουσιαστεί ενώπιον της δικαιοσύνης.
Ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ κατηγορείται ότι, από τις αρχές της λειτουργίας της πλατφόρμας FTX το 2019, χρησιμοποίησε τα χρήματα που είχαν καταθέσει οι πελάτες θέλοντας να κερδοσκοπεί στα κρυπτονομίσματα για να χρηματοδοτεί τη δραστηριότητα -και τα επικίνδυνα στοιχήματα- της χρηματιστηριακής και επενδυτικής του εταιρίας Alameda.
Κατηγορείται επίσης ότι είπε ψέματα στους επενδυτές που δάνεισαν χρήματα στην Alameda για την πραγματική χρηματοπιστωτική υγεία της εταιρίας.
«Έχτισε έναν χάρτινο πύργο βασισμένο στην εξαπάτηση», δήλωσε σε ανακοίνωση ο πρόεδρος της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (SEC), Γκάρι Γκένσλερ.
Η ρυθμιστική αρχή του χρηματιστηρίου, η οποία διερωτάται για τα περισσότερα από 1,8 δισ. δολάρια που συγκέντρωσε η FTX από επενδυτές τουλάχιστον από τον Μάιο του 2019, δηλώνει συγκεκριμένα ότι ο «SBF» απαγορεύεται να αγοράζει και να πουλά χρηματοοικονομικούς τίτλους (εκτός από τον προσωπικό του λογαριασμό) και ότι δεν μπορεί πλέον να ασκεί διευθυντικά καθήκοντα.
Η αμερικανική υπηρεσία που είναι αρμόδια για τα παράγωγα, η CFTC, κατέθεσε επίσης μήνυση κατηγορώντας τον επιχειρηματία για απάτη και ψευδείς δηλώσεις.
Ο «SBF» εμφανιζόταν στα μέσα ενημέρωσης εδώ και ένα μήνα, παρά τον κίνδυνο της δίκης για απάτη μετά τη θεαματική κατάρρευση της εταιρίας, αξίας 32 δισ. δολαρίων στις αρχές του έτους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες «υπέβαλαν μήνυση» κατά του 30χρονου, ο οποίος διαμένει στις Μπαχάμες, και «πιθανόν θα ζητήσουν την έκδοσή του», εξήγησε ο γενικός εισαγγελέας στις Μπαχάμες, ο Ράιαν Πίντερ, σε δελτίο Τύπου που αναρτήθηκε στο Twitter.
Και οι δύο χώρες «έχουν συμφέρον να καταστούν υπόλογα τα πρόσωπα που συνδέονται με την FTX, τα οποία μπορεί να πρόδωσαν την εμπιστοσύνη του κοινού και να παραβίασαν τον νόμο», δήλωσε ο Φίλιπ Ντέιβις, πρωθυπουργός του αρχιπελάγους το οποίο βρίσκεται βορειοανατολικά της Κούβας.
Οι Μπαχάμες θα διενεργήσουν δική τους «ποινική έρευνα για την κατάρρευση της FTX», πρόσθεσε, όπως αναφέρεται στο δελτίο Τύπου.
«Άπειροι και χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες»
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, «αν (ο "SBF") καταδικαστεί για απάτη, μπορεί να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή, δεδομένου του ποσού», εκτιμά ο Τζέικομπ Φρένκελ, του δικηγορικού γραφείου Dickinson Wright.
«Δεν θα υπήρχε κατηγορία εάν οι εισαγγελείς δεν ήταν απολύτως πεπεισμένοι ότι θα αποσπάσουν μια καταδίκη», πρόσθεσε ο ειδικός στις ομοσπονδιακές έρευνες, ο οποίος εργάστηκε για την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC).
Ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ επρόκειτο να μιλήσει σήμερα ενώπιον μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων, όπως και ο Τζον Ρέι, το νέο αφεντικό της FTX.
Τα πρώην στελέχη της χρεοκοπημένης πλατφόρμας επέδειξαν «πλήρη ανεπάρκεια» σε όλα τα επίπεδα ελέγχου, ξοδεύοντας χωρίς να υπολογίζουν πραγματικά τα χρήματα των πελατών τους, δήλωσε τη Δευτέρα ο Τζον Ρέι, σε έγγραφο που δημοσιεύθηκε την παραμονή της ακρόασης στο Κογκρέσο.
Εκ πρώτης όψεως, «η κατάρρευση του ομίλου FTX φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα της απόλυτης συγκέντρωσης ελέγχου στα χέρια μιας πολύ μικρής ομάδας ατόμων με μεγάλη απειρία και χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες, τα οποία δεν εφάρμοσαν κανένα από τα συστήματα ή τους ελέγχους που απαιτούνται για μια εταιρία στην οποία έχουν αναθέσει χρήματα ή περιουσιακά στοιχεία άλλοι άνθρωποι», είπε ο αξιωματούχος.
Καθώς θεωρείτο μια από τις μεγαλύτερες πλατφόρμες ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων στον κόσμο, η FTX ξαφνικά δεν μπόρεσε στις αρχές Νοεμβρίου να επιστρέψει στους πελάτες της τα χρήματα που της είχαν καταθέσει.
Ο όμιλος ανακοίνωσε την πτώχευσή του στις 11 Νοεμβρίου.
Το πρώην ανερχόμενο αστέρι των κρυπτονομισμάτων επέλεξε να πολλαπλασιάσει τις συνεντεύξεις και τις ομιλίες στο Twitter, παρά τη σοβαρότητα των κατηγοριών σε βάρος του.
Απόφοιτος του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΤΙ), γιος καθηγητών Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, είχε καταφέρει να νομιμοποιήσει τα κρυπτονομίσματα στο ευρύ κοινό και την πολιτική τάξη.
Ωστόσο το μετανοημένο ύφος του και ο διστακτικός του τόνος στις πρόσφατες ομιλίες του δείχνουν μια εντυπωσιακή αντίθεση με την εικόνα ενός ανθρώπου γεμάτου αυτοπεποίθηση την οποία είχε σφυρηλατήσει τα τελευταία χρόνια.
«Ήταν μια πολύ επικίνδυνη στρατηγική», παρατηρεί ο Τζέικομπ Φράνκελ. Τελικά είναι «σαν να είχε παραδεχτεί την εγκληματική συμπεριφορά του».
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, Reuters