«Το νέο βιβλίο “Rothko” για τη Rizzoli είναι η μεγαλύτερη και πληρέστερη μονογραφία που έχει κυκλοφορήσει μέχρι στιγμής πάνω στη δουλειά του πατέρα μου, με εξαίρεση την έκδοση του Catalogue Raisonné. Σε αντίθεση, όμως, με τον Catalogue Raisonné, αυτό το βιβλίο περιλαμβάνει και έργα σε καμβά και έργα σε χαρτί, συνεπώς μπορούμε να πούμε ότι είναι ο πιο πλήρης κατάλογος μέχρι σήμερα.
Η αδελφή μου η Κέιτ και εγώ επιλέξαμε όλα τα έργα για την έκδοση, και ενώ δεν ήμαστε ιστορικοί τέχνης, έχουμε περάσει μία ολόκληρη ζωή με τη δουλειά του πατέρα μας, κάτι που ελπίζω να αρκεί για μία καλά ενημερωμένη και συναρπαστική έκδοση» λέει ο Κρίστοφερ Ρόθκο για τη νέα, πολυτελή και πληρέστερη έκδοση πάνω στα έργο του πατέρα του, Μαρκ Ρόθκο (1903-1970), ενός από τους σπουδαιότερους ζωγράφους του 20ού αιώνα, πρωτοπόρου του αφηρημένου εξπρεσιονισμού και της Σχολής της Νέας Υόρκης.
Η συνέντευξη με τον Κρίστοφερ Ρόθκο ήταν αρχικά προγραμματισμένη για τις αρχές Δεκεμβρίου, αλλά λόγοι ανωτέρας βίας δεν μας το επέτρεψαν. Κάτι μέσα μου μού έλεγε ότι δεν θα γινόταν ποτέ. Κάποιους ανθρώπους πρέπει να τους πετύχεις την κατάλληλη στιγμή, αλλιώς χάνονται. Δεν έχεις δεύτερη ευκαιρία.
Τελικά όμως η δεύτερη ευκαιρία δόθηκε τις πρώτες μέρες του 2023, ένα από τα καλά και αναπάντεχα πρωτοχρονιάτικα δώρα.
«Ο πατέρας μας αφιέρωσε ολόκληρη την καριέρα του στην προσπάθεια να αναπτύξει μια παγκόσμια γλώσσα, μία γλώσσα που θα μιλούσε στους θεατές πέραν του χρόνου, του τόπου και των συνθηκών που επικρατούσαν».
«Είναι η πρώτη φορά που η αδελφή μου και εγώ δουλέψαμε μαζί πάνω σε ένα βιβλίο, είναι η πιο εκτενής έκδοση πάνω στον Rothko μέχρι σήμερα. Αυτό πιθανότατα θα φέρει τον αναγνώστη όσο πιο κοντά γίνεται στην πηγή. Όσον αφορά τα έργα του Rothko που περιλαμβάνονται, υπάρχουν πολλοί διάσημοι πίνακες, αλλά δεν θέλαμε σε καμία περίπτωση να φτιάξουμε απλώς έναν τόμο με τα "greatest hits". Υπάρχουν πολλά έργα που δεν έχουν εμφανιστεί πότε στο παρελθόν και πολλά άλλα που δεν έχουν δημοσιευθεί σε κάποιο βιβλίο ή κατάλογο.
Υπάρχουν πάρα πολλά που είναι άγνωστα για τους περισσότερους αναγνώστες. Πολλά από αυτά είναι έργα σε χαρτί, κάποια από τα οποία θα συμπεριληφθούν και στις επερχόμενες εκθέσεις στις Εθνικές Πινακοθήκες της Ουάσινγκτον και του Όσλο, το 2023 και 2024 αντίστοιχα», λέει ο Κρίστοφερ, για να μας εισάγει στις σελίδες της νέας έκδοσης για τον εκλεκτικό εκδοτικό οίκο Rizzoli, συνώνυμο της Νέας Υόρκης των γραμμάτων και των τεχνών. Ένα βιβλίο που δεν ρίχνει φως μόνο στο έργο και στους πίνακες του μεγάλου ζωγράφου, αλλά και στον ίδιο τον άνθρωπο Μαρκ Ρόθκο.
Κλινικός ψυχολόγος, με σπουδές στο University of Michigan και σημαντικό έργο, μαζί με B.A. στη Φιλολογία από το Yale University (ο πατέρας του δεν είχε την καλύτερη γνώμη για το «ελιτίστικο και ρατσιστικό Yale»), ο Κρίστοφερ Ρόθκο, γιος του Μαρκ Ρόθκο και της εικονογράφου Μέρι Άλις Ρόθκο (Mell), μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή του, Κέιτ Ρόθκο Πρίζελ, έχουν αφιερώσει όλη τους τη ζωή διαφυλάττοντας το έργο και την κληρονομιά του πατέρα τους, η διαχείριση της οποίας –σε πολλές περιπτώσεις– είχε πέσει σε λάθος χέρια.
«Έχω αφήσει στην άκρη την καριέρα μου ως ψυχολόγου και έχω αφιερώσει τα τελευταία 20+ χρόνια της ζωής μου στο έργο του πατέρα μου. Πολύ πριν από αυτό, η αδελφή μου, όταν ήταν 19 χρονών, είχε μυριστεί παρατυπίες στο ίδρυμα του πατέρα μου και ανάμεσα στους διαχειριστές της περιουσίας του. Μήνυσε τους διαχειριστές και την γκαλερί Marlborough της Νέας Υόρκης και ζήτησε να μας επιστραφούν οι πίνακες.
Παρά τα πολλά εμπόδια, κερδίσαμε, ένα νέο ίδρυμα δημιουργήθηκε και έχουμε αφιερώσει τα τελευταία 45 χρόνιας της ζωής μας διασφαλίζοντας ότι η δουλειά του θα βρίσκεται διαρκώς στο κέντρο του ενδιαφέροντος».
Η διαμάχη της Κέιτ Ρόθκο με τους διαχειριστές της περιουσίας του πατέρα της είναι από μόνη της υλικό για ταινία. Μόλις 19 χρονών η ίδια τότε, γεννημένη το 1950, αντίπαλη με το παντοδύναμο κατεστημένο των τεχνών της Νέας Υόρκης, κέρδισε τη δίκη και περισσότεροι από 700 πίνακες γύρισαν στο σπίτι τους, στα παιδιά του Μαρκ Ρόθκο.
«Ουσιαστικά, κάθε project για τον Ρόθκο που έχει δει το κοινό από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 είναι μία συνεργασία μου με την αδελφή μου. Ακόμα και όταν εγώ είμαι πιο ενεργά εμπλεκόμενος με αυτά ή τα διευθύνω, αυτό γίνεται μέσα από συζητήσεις με την αδελφή μου. Δουλεύουμε πάντα μαζί, και ίσως από θαύμα έχουμε το ίδιο ένστικτο και προτιμήσεις για τους πίνακες».
Τον Νοέμβριο του 2021, ο πίνακας «No. 7» του 1951 πωλήθηκε για 82 εκατομμύρια δολάρια, μετά από δημοπρασία του οίκου Sotheby’s στη Νέα Υόρκη. Ανήκε στο ζευγάρι των δισεκατομμυριούχων επενδυτών του real estate Χάρι και Λίντα Μακλόου, που μετά από το επεισοδιακό τους διαζύγιο αποφάσισαν να πουλήσουν και κάποια από τα ανεκτίμητα έργα τέχνης που είχαν στη συλλογή τους (Τουόμπλι, Πόλοκ, Τζακομέτι).
O Ρόθκο δεν έδινε σχεδόν ποτέ τίτλους στα έργα του, απλά τα αριθμούσε ή τα ονόμαζε untitled, μόνο και μόνο για να μπορούν να μπουν σε κάποιον κατάλογο ή κάτω από την πίεση γκαλεριστών και εμπόρων τέχνης. Με τους τελευταίους μόνο καλή σχέση δεν είχε, τους απεχθανόταν. Ήθελε ο θεατής να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα βλέποντας ένα έργο του, δεν ήθελε να τον καθοδηγεί μέσα από έναν τίτλο.
Η συζήτηση με τον Κρίστοφερ Ρόθκο πηγαίνει στο ίδιο το έργο του πατέρα του και γιατί συνεχίζει να είναι επίκαιρο μέχρι σήμερα. «Ο πατέρας μας αφιέρωσε ολόκληρη την καριέρα του στην προσπάθεια να αναπτύξει μια παγκόσμια γλώσσα, μία γλώσσα που θα μιλούσε στους θεατές πέραν του χρόνου, του τόπου και των συνθηκών που επικρατούσαν. Νομίζω ότι η συνεχής και δυνατή απόκριση και αντίδραση στη δουλειά του, σε κάθε γωνιά του κόσμου, είναι η απόδειξη ότι πέτυχε απόλυτα.
Στη σύγχρονη εποχή, όταν όλοι νιώθουμε τόσο πιεσμένοι να μιλήσουμε αμέσως για πράγματα που μας απασχολούν, μέσα από τις τόσες μορφές επικοινωνίας, γραπτές, οπτικές ή ακουστικές, όλα γρήγορα, με ημερομηνία λήξης, οι πίνακες του Ρόθκο αντιπροσωπεύουν και απεικονίζουν ένα μέρος για ανάπαυλα, μία πρόσκληση να επιβραδύνουμε, να σκεφτούμε και να νιώσουμε πιο βαθιά. Στο δικό μου μυαλό, οι πίνακές του από συναρπαστικοί και ενδιαφέροντες έχουν γίνει πλέον αναγκαίοι».
Στις 25 Φεβρουαρίου 1970 ο Μαρκ Ρόθκο βρίσκεται νεκρός, μέσα σε μία λίμνη αίματος, στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη. Είχε δώσει τέλος στη ζωή του, έχοντας κόψει με ξυράφι την αρτηρία του δεξιού του χεριού και έχοντας καταναλώσει μεγάλη ποσότητα βαρβιτουρικών χαπιών.
Τι κρατάει ο Κρίστοφερ Ρόθκο από τον πατέρα του; Εικόνες και αναμνήσεις. «Ναι, έχω πολλές αναμνήσεις από τον πατέρα μου, αν και ήμουν μόλις έξι χρονών όταν πέθανε. Η αδελφή μου που είναι 13 χρόνια μεγαλύτερή μου έχει πολλές περισσότερες. Πήγαινε στο στούντιο έξι μέρες τη βδομάδα, σε συνηθισμένο ωράριο, πάντα ήταν πίσω στο σπίτι για δείπνο. Ήταν αφοσιωμένος οικογενειάρχης. Ξέρω ότι η κόρη του Φίλιπ Γκάστον (σ.σ. σπουδαίος Καναδο-αμερικανός ζωγράφος και χαράκτης) είπε στην αδελφή μου πρόσφατα ότι λάτρευε να έρχεται στο σπίτι μας, γιατί ήταν το μόνο που της φαινόταν ότι ήταν λίγο πιο φυσιολογικό».
Κρατώντας τα λόγια του Κρίστοφερ για το στούντιο του πατέρα του, είναι αλήθεια και όχι κάποιος αστικός θρύλος ότι κανένας δεν είχε δει από κοντά τον Μαρκ Ρόθκο να ζωγραφίζει. Και εδώ έρχεται μια όμορφη ομολογία για τον Μαρκ Ρόθκο από τον ίδιο του τον γιο.
«Βασικά έβλεπε εμένα να ζωγραφίζω στο προσωπικό του στούντιο. Άνοιγε μεγάλα ρολά χαρτιού κραφτ για να ζωγραφίσω. Δεν νομίζω, φυσικά, ότι αυτά ήταν τα πιο σημαντικά έργα Ρόθκο που έχουν φτιαχτεί», λέει γελώντας και συνεχίζει:
«Όχι, δεν τον έχω δει να ζωγραφίζει, ούτε πιστεύω η αδελφή μου τον έχει δει. Ήταν μια πολύ σοβαρή δουλειά για τον ίδιο και νομίζω πως χρειαζόταν να είναι πλήρως αφοσιωμένος σε αυτό που αναλάμβανε να κάνει. Το κατανοώ απόλυτα αυτό, όπως δεν θέλω και ο ίδιος να έχω περισπασμούς όταν γράφω».
Βαθιά επηρεασμένοι από τις θεωρίες της ψυχανάλυσης και το έργο του Σίγκμουντ Φρόιντ και του Καρλ Γιουνγκ, οι μεγάλων διαστάσεων πίνακες του Μαρκ Ρόθκο, ιδιαίτερα από το 1947 και έπειτα, πιο αφηρημένοι και εσωτερικοί, χρησιμοποιώντας μια μοναδική παλέτα χρωμάτων, με ορθογώνια που «επιπλέουν» στον καμβά, σε καλούν σε ένα ταξίδι στα ενδότερα του εαυτού σου, μέσα στην ψυχή, στο υποσυνείδητο, όπου έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με τη μοίρα και την τραγωδία.
Ο Κρίστοφερ Ρόθκο ακολούθησε σπουδές ψυχολογίας και δεν έγινε καλλιτέχνης. «Δεν έγινα καλλιτέχνης γιατί δεν έχω απολύτως κανένα καλλιτεχνικό χάρισμα. Από μικρή ηλικία ήθελα να γίνω συνθέτης και ενώ έχω κάποιο μουσικό ταλέντο και παραμένω ένας ενθουσιώδης ερασιτέχνης, αναγνώρισα από μικρός ότι δεν θα κατάφερνα κάτι παραπάνω ακολουθώντας αυτό το εκφραστικό μέσο. Νομίζω ότι έγινα ψυχολόγος γιατί με τράβηξε από νωρίς αυτό το κομμάτι, παρατηρούσα την ψυχολογία στον κόσμο. Πριν πάρω το πτυχίο μου αλλά και αργότερα, κοίταζα τις τέχνες και τη λογοτεχνία μέσα από ένα ψυχολογικό πρίσμα. Απλά έτσι είμαι προγραμματισμένος».
Ποια εποχή πιστεύετε ότι ήταν το απόλυτο ζενίθ δημιουργίας του πατέρα σας; «Νομίζω πως η περίοδος μεταξύ 1957 και 1963 είναι το απόγειο της καριέρας του, το ζενίθ. Τα έργα του πριν από το 1957, τουλάχιστον στην Αμερική, είναι πιο ευρέως γνωστά γιατί πολλά από αυτά έχουν φωτεινά χρώματα, αλλά οι πίνακές του σε αυτά τα έξι χρόνια, όταν κατάφερε επιτέλους να αφιερώσει όλον του το χρόνο στη ζωγραφική, αποκάλυψαν τρομερή αφοσίωση από την πλευρά του και τη δουλειά ενός ζωγράφου με τεράστια εμπειρία, τότε που περιόρισε ακόμα περισσότερο την πολυπλοκότητα των έργων του μέσα από μία απολύτως minimal έκφραση. Αυτά τα έργα κατά κύριο λόγο είναι σκοτεινά ή κάπως σκοτεινά, με τα κορεσμένα χρώματα να "καίνε" βαθιά μέσα στον θεατή».
Κλείνοντας τη συζήτηση με τον Κρίστοφερ Ρόθκο, τον ρωτάω πού μπορεί να δει κανείς σήμερα από κοντά τα έργα του πατέρα του, να σταθεί απέναντί τους. Μόνο αν δεις από κοντά ένα έργο του Ρόθκο, στη θέση που του αρμόζει, σε ένα μουσείο ή σε μια ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, μπορείς να βιώσεις το βάθος συναισθημάτων που σου μεταδίδει, μια υπερβατική, για άλλους θρησκευτική εμπειρία.
«Η Εθνική Πινακοθήκη στην Ουάσινγκτον πάντα έχει μια αίθουσα με έξι ή περισσότερους πίνακες, όπως και η συλλογή Phillips, λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, έχει τη μικρή αίθουσα με τέσσερις πίνακες που σχεδίασε ο πατέρας μου και ο Duncan Phillips (σ.σ. διάσημος Αμερικανός συλλέκτης έργων τέχνης και κριτικός τέχνης που έπαιξε καθοριστικό ρόλο συστήνοντας τη μοντέρνα τέχνη στην Αμερική).
Το Metropolitan Museum της Νέας Υόρκης έχει σχεδόν όλους τους πίνακες Ρόθκο που κατέχει προς έκθεση, ενώ το Museum of Modern Art, επίσης στη Νέα Υόρκη, έχει τουλάχιστον τρεις πίνακες τώρα να εκτίθενται.
Η Tate Gallery στο Λονδίνο έχει κάποιους από τους περίφημους πίνακες "Seagram Murals" και τους εκθέτει στην Tate Modern, ενώ υπάρχει και ένας αντίστοιχος χώρος (The Rothko Room) στο μουσείο Kawamura στην Ιαπωνία (σ.σ. οι πίνακες "Seagram Murals" δημιουργήθηκαν το 1958 και τα επόμενα χρόνια, μετά από παραγγελία του διάσημου εστιατορίου The Four Seasons, που βρίσκονταν στο κτίριο Seagram της Νέας Υόρκης. Μόνο που όταν ο Ρόθκο πήγε να δειπνήσει στο εστιατόριο και είδε περί τίνος πρόκειται, το πολυτελές περιβάλλον για την υψηλή κοινωνία και το πανάκριβο μενού, έσπασε τη συμφωνία, έστειλε πίσω τη γενναία αμοιβή –σε μία εποχή που μόλις άρχιζε να πουλάει και χρειαζόταν τα χρήματα– και δεν τους παρέδωσε ποτέ).
Φυσικά, η απόλυτη εμπειρία είναι στο –μη θρησκευτικό– παρεκκλήσι του Rothko στο Χιούστον του Τέξας, ίσως, βέβαια, όχι το ιδανικότερο μέρος για να ξεκινήσει ένας "νεοφερμένος" στο έργο του καλλιτέχνη. Είναι η απόλυτη έκφραση των στόχων του, μια πραγματική πρόκληση για τον θεατή».