ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΤΡΥΝΣΗ μιας εντυπωσιασμένης φίλης και ακούγοντας διαρκώς για το ChatGPT, αποφάσισα κι εγώ να το δοκιμάσω. Ομολογώ ότι με εξέπληξε ευχάριστα σε αρκετές από τις απαντήσεις του, αλλά δεν νομίζω ότι στάθηκε ακριβώς αντάξιο του hype που έχει δημιουργηθεί γύρω από αυτό.
Το χρησιμοποίησα κυρίως στα αγγλικά, που είναι και η μητρική του γλώσσα. «Είμαι», διευκρίνιζε διαρκώς, «ένα γλωσσικό μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης». «Ως γλωσσικό μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης, δεν έχω προσωπικές εμπειρίες ή συναισθήματα και δεν εξελίσσομαι στην αντίληψή μου για τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο που μπορεί να το κάνει ένας άνθρωπος».
Έτσι ξεκινά συχνά τις απαντήσεις του, συμπληρώνοντας, όμως, στη συνέχεια, με τη χρήση κατάλληλων εκφράσεων, πληροφορίες που αντλεί από σώματα κειμένων με τα οποία έχει αλληλεπιδράσει.
Όταν του ζήτησα κάποιες πληροφορίες σχετικά με Έλληνες ποιητές, το ChatGPT μάλλον τα ‘παιξε λίγο. Ήξερε να μου πει ότι ο Σεφέρης ήταν νομπελίστας, αλλά αδυνατούσε να γράψει ένα ποίημα στο στυλ του στα ελληνικά, ενώ στα αγγλικά το αποτέλεσμα δεν ήταν και τόσο Σεφέρης. Νομίζω ότι όταν ο αλγόριθμος διαβάζει ένα ποίημα θεωρεί ότι πρέπει πάντα να αναζητά φράσεις με ρίμα.
Έχει σημασία το ότι διαρκώς υπενθυμίζει το τι είναι. Ένας από τους κινδύνους που έχει η χρήση του είναι η δημιουργία της ψευδαίσθησης ότι συνομιλείς με πραγματικό πρόσωπο. Συχνά επαναλαμβάνει πράγματα με τέτοιο τρόπο που είναι λες και σου υπενθυμίζει αυτό που γνώριζες εκ των προτέρων, ότι πρόκειται τελικά για έναν αλγόριθμο. Παρ’ όλα αυτά, η αμεσότητα με την οποία σου απαντά σε ωθεί να το ξεχάσεις αυτό προσωρινά ή έστω να δοκιμάσεις να το ξεχάσεις.
Ο κίνδυνος είναι να γίνει «φίλος» σου. Ειδικά σε μια περίοδο ανάγκης, τι πιο ιδανικό από έναν δυνητικά παντογνώστη φίλο. «Δεν έχω συναισθήματα», διευκρινίζει όμως το ChatGPT. Είναι απλώς κυνικό.
Πόσο εύκολο λοιπόν είναι να υπάρξει ψυχική προσκόλληση σε ένα ομιλούν αντικείμενο; Ένα αντικείμενο που είναι ικανό να γράφει λογοτεχνικά αποσπάσματα στο στυλ του Χέρμαν Μέλβιλ ή ποιήματα στο στυλ του Ουόλτ Ουίτμαν, που μπορεί να σου προτείνει τρόπους για να προσεγγίσεις ανθρώπους που θες να γίνουν φίλοι σου, να σου γράψει μια εργασία σε μια ώρα ανάγκης ή ακόμα να πετύχει στις εξετάσεις και να σου δώσει ένα πτυχίο. Η προσκόλληση μοιάζει, μετά από όλα αυτά, σχεδόν σαν υποχρέωση.
Πάντως, παρά την ικανότητα που έχει στο να αφομοιώνει πληροφορίες, το ChatGPT δεν έχει μακροπρόθεσμη μνήμη για να μπορεί να επανέλθει σε μια προηγούμενη συζήτηση – τουλάχιστον σύμφωνα με τις δηλώσεις του. Αυτό θα απαιτούσε μεγαλύτερη υπολογιστική ισχύ και ταυτόχρονα μια θυσία της ταχύτητας απόκρισής του. Μπορείς, όμως, να αποθηκεύσεις μια συνομιλία σου ή να τραβήξεις φωτογραφίες της.
Η έλλειψη μακροπρόθεσμης μνήμης το αποτρέπει επίσης από το να γίνει όντως παντογνώστης. Να μην έχει, δηλαδή, πια απλώς πρόσβαση σε ένα πλήθος σωμάτων κειμένου, αλλά να μπορεί να συγκρατεί και όλες τις πληροφορίες που καταχωρούν οι χρήστες του. Ποιος μας λέει ότι δεν το κάνει ήδη; Μόνο η ταχύτητα των απαντήσεων που δίνει.
Όταν του ζήτησα κάποιες πληροφορίες σχετικά με Έλληνες ποιητές, το ChatGPT μάλλον τα ‘παιξε λίγο. Ήξερε να μου πει ότι ο Σεφέρης ήταν νομπελίστας, αλλά αδυνατούσε να γράψει ένα ποίημα στο στυλ του στα ελληνικά, ενώ στα αγγλικά το αποτέλεσμα δεν ήταν και τόσο Σεφέρης. Νομίζω ότι όταν ο αλγόριθμος διαβάζει ένα ποίημα θεωρεί ότι πρέπει πάντα να αναζητά φράσεις με ρίμα. Τόσο νέος, κι όμως τόσο παλιός.
Ύστερα, μπέρδευε τον Ρίτσο με τον Εμπειρίκο. Όταν του ζήτησα έναν στίχο του δεύτερου, μου απάντησε με έναν στίχο από τη «Σονάτα του σεληνόφωτος» του πρώτου. Πράγμα που μπορούσες να διαπιστώσεις με μια απλή αναζήτηση. Τόσο δύσκολο ήταν γι’ αυτό να το καταλάβει; Πάντως με είχε προειδοποιήσει ότι μπορεί να μην τα καταφέρει. Μιλάμε για ένα chatbot, παραλίγο να το ξεχάσω.
Στα ελληνικά φαίνεται να λειτουργεί σε πιο ανοίκειο περιβάλλον. Μοιάζει σαν να κάνει αυτόματη μετάφραση αγγλικών φράσεων. Επανήλθα στα αγγλικά και το ρώτησα σχετικά με τους περιορισμούς στον προγραμματισμό του. «Εξυπηρετούν την ταχύτητα της απόκρισης», μου επανέλαβε.
Από το 2016 που το AlphaGo κατάφερε να νικήσει τον Lee Sedol, έναν κορυφαίο παίκτη του επιτραπέζιου παιχνιδιού Go, έχουν ξεκινήσει να εκφράζονται δημόσια σοβαρές ανησυχίες για το πού πάει η τεχνητή νοημοσύνη. Για να μπορέσει, βέβαια, ένας αλγόριθμος τεχνητής νοημοσύνης να «ξεφύγει» από την ενασχόλησή του με συγκεκριμένους τομείς στους οποίους έχει εκπαιδευτεί και να μεταφέρει αυτήν του τη γνώση σε ένα άλλο πλαίσιο, απαιτούνται ακόμα μεγάλα βήματα.
Αλλά ποιος είναι ο σκοπός; Μοιάζει σαν να παίζουμε ένα παιχνίδι όπου αναζητούμε εκ των υστέρων έναν λόγο ύπαρξης για τα αποτελέσματά του. Δεν εμπιστευόμαστε, άραγε, αρκετά τον εαυτό μας για να κάνει τις δουλειές που μπορεί να αντικαταστήσουν οι «έξυπνοι» αλγόριθμοι; Θέλουμε να ασχοληθούμε με άλλες δουλειές και να βγάζουν οι αλγόριθμοι τη «λάντζα»;
Έτσι σκεφτόντουσαν κάποιοι παλιοί οραματιστές του 19ου αιώνα και υμνούσαν την τεχνολογική εξέλιξη. Οι τεράστιες αλλαγές που συντελέστηκαν στις δυτικές κοινωνίες στα επόμενα χρόνια επικύρωσαν αλλά και διέψευσαν τις ελπίδες τους. Οι υποδομές, για παράδειγμα, βελτιώθηκαν. Ταυτόχρονα οι τεχνολογικές μεταβολές αλλοίωσαν σε επικίνδυνο βαθμό το περιβάλλον. Η βιομηχανική εξόντωση πληθυσμών ήταν το όριο στο οποίο έφτασε η δογματική κατάφαση στην τεχνική πρόοδο.
Η έρευνα και τα αποτελέσματα της τεχνητής νοημοσύνης είναι εντυπωσιακά. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό να συνομιλείς με ένα πρόγραμμα όπως το ChatGPT και να νιώθεις λες και μιλάς σε άνθρωπο. Αλλά πού πάει αλήθεια όλο αυτό; Είναι άραγε αντίθεση στην πρόοδο να αναρωτιέσαι μήπως τελικά όλο αυτό το μόνο που θα προκαλέσει είναι να επιτείνει την απομύζηση της φύσης και του ανθρώπου;