Έξω από τον ιστορικό Σταθμό Πελοποννήσου επικρατεί μια εκκωφαντική ησυχία· παρότι βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, σε μια πολυσύχναστη περιοχή, ο χρόνος μοιάζει να έχει παγώσει. Οι βαριές ξύλινες πόρτες στην είσοδο –που φιλοξενούν στα ξεφτισμένα χερούλια τους τα φτερά του Ερμή, προστάτη των μεταφορών, και που άνοιξαν για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1884 για να υποδεχτούν τους πρώτους ταξιδιώτες– παραμένουν ερμητικά σφραγισμένες.
Η πρόσοψη του πρώτου αθηναϊκού σταθμού, που χτίστηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ και αποτελεί μικρογραφία του Σιδηροδρομικού Σταθμού Σιρκετσί της Κωνσταντινούπολης, ξεφτίζει διαρκώς, ενώ μουτζούρες και γκράφιτι ξεπηδούν στους τοίχους και σε διάφορες γωνιές.
Από τον Αύγουστο του 2005 που διέκοψε τη λειτουργία του, οι δείκτες του κομψού ρολογιού που κοσμεί την κεντρική είσοδο του εμβληματικού κτιρίου είναι σταματημένοι: δείχνουν μονίμως δώδεκα παρά δέκα. Ακριβώς από πάνω, το «Θ» στην εμβληματική επιγραφή «ΑΘΗΝΑΙ» έχει πλέον σβήσει από το πέρασμα του χρόνου.
Το αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη σύγχρονη ιστορία της Αθήνας αργοπεθαίνει, και όλοι μοιάζει να συμφωνούν πως η εικόνα εγκατάλειψης του πρώτου σταθμού της πρωτεύουσας είναι κάτι παραπάνω από απογοητευτική. Ωστόσο το κτίριο, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο, παραμένει μέχρι και σήμερα αναξιοποίητο, παρά τις φιλοδοξίες και τα διάφορα σχέδια που έχουν ανακοινωθεί ανά τα χρόνια.
Ένας μοντέρνος και λειτουργικός σιδηροδρομικός σταθμός στην καρδιά της Αθήνας δεν θα εξυπηρετήσει απλά εκατοντάδες ανάγκες μεταφορών αλλά θα αποτελέσει μονόδρομο για μια πόλη που θέλει να συγκαταλέγεται στις σύγχρονες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ουκ ολίγες φορές η ΤΡΑΙΝΟΣΕ επανέλαβε την πρόθεσή της να ανακαινιστεί ο Σταθμός Πελοποννήσου ώστε να «μετατραπεί σε πολυχώρο αναψυχής και πολιτισμού, με ιδιαίτερη αξία για την πόλη».
Όμως το σύμφωνο συνεργασίας μεταξύ της ΓΑΙΑ ΟΣΕ, δηλαδή της θυγατρικής εταιρείας του ΟΣΕ που έχει αναλάβει τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας του Οργανισμού, και του Δήμου Αθηναίων, το οποίο μάλιστα έχει υπογραφεί εδώ και πάνω από δεκαπέντε χρόνια, δεν έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε κάποιο απτό αποτέλεσμα.
«Η ΓΑΙΑ ΟΣΕ, που παραμένει ο “κύριος” του σταθμού, είχε εκπονήσει στο παρελθόν μια μελέτη την οποία πλέον θέλει να επικαιροποιήσει, και θα αναζητήσει χρηματοδότηση για το έργο, που εκτιμάται πως είναι γύρω στα 5 εκατομμύρια ευρώ, ώστε να ολοκληρωθούν όλες οι παρεμβάσεις στον σταθμό», εξηγεί η γενική γραμματέας Υποδομών Μαρία-Έλλη Γεραρδή.
«Θεωρούμε πως αν ολοκληρώσει την επικαιροποίηση της μελέτης μέχρι το καλοκαίρι, θα έχουμε περισσότερα στοιχεία για το σχέδιο αξιοποίησής του», συμπληρώνει, «κι αυτό γιατί το υπουργείο Ανάπτυξης θεωρεί πως είναι ένα εμβληματικό έργο που θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΕΣΠΑ. Αλλά όσο και να το προσπαθεί η ΓΑΙΑ ΟΣΕ, βρισκόμαστε ακόμα σε πολύ πρώιμο στάδιο για να πούμε κάτι απτό» καταλήγει.
Η εικόνα είναι αρκετά διαφορετική μόλις μερικά μέτρα παρακάτω, στον Σταθμό Λαρίσης, όπου οι ταξιδιώτες που κουβαλούν τις βαλίτσες τους βιαστικά, τρέχοντας για να επιβιβαστούν στα τρένα, μπλέκονται με τους εργάτες που εδώ και αρκετές εβδομάδες δουλεύουν σκληρά στα έργα αναβάθμισης των υποδομών του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού της χώρας.
Η σύμβαση για τη δεύτερη φάση ανάπτυξης του Σιδηροδρομικού Σταθμού Αθηνών, ένα έργο με προϋπολογισμό μελέτης που ξεπερνά τα €42 εκατομμύρια, και το οποίο υπόσχεται πως θα ολοκληρώσει την αναμόρφωση του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού της πρωτεύουσας, έχει ήδη υπογραφεί εδώ και ένα εξάμηνο.
Μεταξύ άλλων, το έργο προβλέπει την κατασκευή της νότιας εισόδου στο ανατολικό τμήμα του σταθμού, την περιβόητη σύνδεση με τον σταθμό του μετρό, που αποτελεί «το εμβληματικότερο κομμάτι του έργου, που όλοι περιμένουμε», σύμφωνα με τη γενική γραμματέα, καθώς και έργα δικτύου όμβριων υδάτων, τη ράμπα για την πεζοδιάβαση στην οδό Κωνσταντινουπόλεως και την κατασκευή μιας σειράς πεζοδιαβάσεων εντός του σταθμού.
«Έχουμε μπροστά μας τριάντα μήνες κατασκευής, και έπειτα αλλά τρία χρόνια συντήρησης» εξηγεί η κ. Γεραρδή. «Αυτήν τη στιγμή εκτελούνται οι εργασίες μετατόπισης των δικτύων του ΟΣΕ και οι απαραίτητες καλωδιώσεις, ώστε να ξεκινήσουν οι καθαιρέσεις στις αποβάθρες. Στο μεταξύ, περιμένουμε τις σχετικές άδειες για τις μετακινήσεις των όγκων ώστε να γίνουν οι απαραίτητες εργασίες για να ολοκληρωθεί η σύνδεση με το μετρό» προσθέτει, τονίζοντας πως παρά τις προκλήσεις που έχουν εμφανιστεί ανά τα χρόνια στον σταθμό, «το έργο παραμένει εντός χρονοδιαγράμματος».
Και μόνο το γεγονός πως στον Σταθμό Λαρίσης σήμερα εκτελούνται έργα αποτελεί μια κατάκτηση, καθώς η πολλά υποσχόμενη αναβάθμισή του για χρόνια καθυστερούσε λόγω μιας σειράς παθογενειών της πολιτείας, από τις κατακερματισμένες εργολαβίες μέχρι τα πολλαπλά προβλήματα στις χρηματοδοτήσεις.
«Είναι ένα έργο που είχε ξεκινήσει στραβά από το παρελθόν», σχολιάζει χαρακτηριστικά η γενική γραμματέας, «λόγω μερικών παρεμβάσεων που είχαν χρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για να προχωρήσουμε σε οποιαδήποτε νέα δράση χρηματοδοτούμενη από την Ε.Ε., η Επιτροπή ήθελε να ξεκαθαριστεί πλήρως το αντικείμενο της παλιάς σύμβασης και το τι σκοπεύουμε να κάνουμε εμείς, ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες για διπλή χρηματοδότηση. Είναι μια δουλειά που πήρε χρόνο, και γι’ αυτό καθυστέρησε τόσο ο δεύτερος διαγωνισμός αναβάθμισης, που βγήκε στον αέρα το 2021 και επικαιροποιήθηκε το καλοκαίρι» συμπληρώνει.
«Όμως εμείς θα καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια να τελειώσουμε το έργο στο χρονοδιάγραμμά του», καταλήγει κ. Γεραρδή, «γιατί θεωρούμε πως ο σιδηρόδρομος είναι το μέλλον στην Ελλάδα. Και προφανώς ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Αθηνών, το πιο εμβληματικό κομμάτι του δικτύου, πρέπει να έχει τη μορφή και τη λειτουργία που του αξίζει».
Μαζί με τον ήχο των τρένων που σφυρίζουν, σήμερα στον Σταθμό Λαρίσης ακούγεται και ο ήχος αρκετών σχολίων συγκρατημένης αισιοδοξίας για το μέλλον του σημαντικότερου σιδηροδρομικού κόμβου της χώρας.
«Μακάρι να πετύχει η αναβάθμιση», λέει χαμογελώντας ο Γιάννης, λίγα λεπτά προτού επιβιβαστεί στο τρένο για τη Θεσσαλονίκη. «Έχω βρεθεί σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και η σύγκριση των σταθμών τους με τον δικό μας μου προκαλεί ντροπή» συμπληρώνει.
«Μας αξίζει ένας πολύ καλύτερος σταθμός, σύγχρονος, καθαρός και προσβάσιμος», συμφωνεί μια εργαζόμενη του σταθμού, που μίλησε στη LiFO λίγο αργότερα, υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας. «Τα σχέδια που έχουν παρουσιαστεί, πράγματι, είναι πολλά υποσχόμενα. Ωστόσο δεν σας κρύβω πως ανησυχούμε όλοι για την ασφάλεια, τη φύλαξη και τη συντήρηση του σταθμού. Κάντε μια βόλτα γύρω και θα καταλάβετε τι εννοώ» συμπλήρωσε.
Πράγματι, μια σύντομη βόλτα εντός του Σταθμού Λαρίσης δεν γεμίζει ακόμα τον επισκέπτη με ασφάλεια και αισιοδοξία. Στην υπόγεια διάβαση πεζών που βρίσκεται στο βόρειο κομμάτι του σταθμού συναντά κανείς μια σειρά από τρύπες στους τοίχους, όπου τα σίδερα που στηρίζουν την κατασκευή έχουν λυγίσει και έχουν καλυφθεί με γκράφιτι. Μετά τις συνομιλίες μας με τους υπευθύνους του σταθμού και τους αρμόδιους φορείς, παραμένει άγνωστο αν είναι αποτέλεσμα βανδαλισμού ή μη ολοκλήρωσης των έργων ανάπλασης.
Στην πλατφόρμα της εισόδου, ένα παγκάκι στέκεται ξεβιδωμένο στο πάτωμα, ενώ λίγο παρακάτω ένα αναβατόριο που έχει εγκατασταθεί για να βοηθά τη μετακίνηση των ΑμΕΑ στον σταθμό είναι μουτζουρωμένο και δεν φαίνεται να έχει ξεκινήσει ακόμα τη λειτουργία του.
Μπορεί το δεύτερο σκέλος της αναβάθμισης του σταθμού να βρίσκεται ακόμα στην αρχή του, κι έτσι η άντληση πρώιμων συμπερασμάτων για την πορεία του έργου να είναι άδικη, ωστόσο η προθεσμία για τη βελτίωση του Σταθμού Λαρίσης έχει παρέλθει προ πολλού.
Ένας μοντέρνος και λειτουργικός σιδηροδρομικός σταθμός στην καρδιά της Αθήνας δεν θα εξυπηρετήσει απλά εκατοντάδες ανάγκες μεταφορών, συνδέοντας λιμάνια, κόμβους και χωριά της Ελλάδας με τον κορμό της χώρας, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί μονόδρομο για μια πόλη που θέλει να συγκαταλέγεται στις σύγχρονες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
«Πρόκειται πραγματικά για επιτακτική ανάγκη, που θα έχει πολλαπλασιαστικό παράγοντα στην οικονομία μας, ενώ ένας σταθμός με την κατάλληλη φύλαξη και με περισσοτέρους επιβάτες θα βοηθήσει και την ανάπτυξη της γύρω περιοχής» δηλώνει χαρακτηριστικά ο γενικός γραμματέας Μεταφορών Ιωάννης Ξιφαράς.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργείου αλλά και του ίδιου του ΟΣΕ, φαίνεται πως υπάρχει πλέον η θέληση, η ελπίδα, αλλά και τα κατάλληλα κονδύλια ώστε το στοίχημα της αξιοποίησης του Σιδηροδρομικού Σταθμού Αθηνών να λυθεί επιτέλους εντός της επόμενης τριετίας.
Στο μεταξύ, στον χώρο που φιλοξενεί τον σημαντικότερο σιδηροδρομικό σταθμό της Ελλάδας στέκονται ακόμα δύο κτίρια με μια ιστορία ατέρμονων προβλημάτων, που ατενίζουν το ένα το άλλο, λες και είναι παγιδευμένα σε έναν μόνιμο διάλογο για τις παθογένειες που εμποδίζουν την Ελλάδα από το να αξιοποιήσει τον πλούτο του παρελθόντος και να ξεκλειδώσει τις δυνατότητες του μέλλοντος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.