Δέκα ήμερες μετά τους καταστροφικούς σεισμούς που έπληξαν την Τουρκία, τα θεμέλια της χώρας εξακολουθούν να σείονται από τις συνέπειες του ολέθρου. Η αποτίμηση της καταστροφής είναι ήδη εφιαλτική: 40.000 επιβεβαιωμένοι νεκροί και 105.000 τραυματίες, 13,5 εκατομμύρια πληγέντες σε 10 διαφορετικές επαρχίες συνθέτουν την εικόνα της μεγαλύτερης καταστροφής στη σύγχρονη τουρκική ιστορία.
Και προτού η χώρα προλάβει να μεταβολίσει το τραύμα του ανυπολόγιστου ολέθρου, μια σειρά νέων προκλήσεων που ζητούν άμεση επίλυση ανατέλλει στον ορίζοντα: από τα κύματα εσωτερικής μετανάστευσης μέχρι τα περιστατικά συγκρούσεων και λεηλασιών και από τις τρομακτικές ελλείψεις σε βασικά αγαθά μέχρι την αναζήτηση πολιτικών ευθυνών για την ετοιμότητα και τη διαχείριση της καταστροφής.
Καθώς η χώρα περνάει σταδιακά από τις επιχειρήσεις διάσωσης στη γιγάντια πρόκληση της ανοικοδόμησης και της διαχείρισης της ανθρωπιστικής κρίσης, η LiFO συνομίλησε με δύο Τούρκους που βρέθηκαν στο Χατάι, την περιοχή που επλήγη περισσότερο, στον απόηχο της καταστροφής. Μιλούν για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις υπηρεσίες διάσωσης και μεταφέρουν εικόνες εμπόλεμης ζώνης από την πιο ξεχασμένη επαρχία της νοτιοανατολικής Τουρκίας: για περιστατικά βίας που ξεσπούν στους δρόμους των ερημωμένων πόλεων και για τρομακτικές ανάγκες σίτισης, ύδρευσης και παροχής πρώτων βοηθειών, για κατοίκους που ξεθάβουν μόνοι τους τα πτώματα των συγγενών τους και για έντονες ανησυχίες για την πολιτιστική κληρονομιά των μειονοτήτων.
Ακολουθούν οι μαρτυρίες τους.
«Δεν περίμενα ποτέ μου να συναντήσω τέτοιον όλεθρο»
Έτνα Οζμπέκ, σκηνοθέτιδα
Έφτασα στο Ελμπιστάν το πρωί της 10ης Φεβρουαρίου. Ήταν ένα κρύο, χιονισμένο πρωινό και η πόλη ήταν ήδη εντελώς κατεστραμμένη. Οι περισσότερες από τις καταστροφές που είδα με τα μάτια μου βρίσκονταν στη λεωφόρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Το πρώτο άτομο που συνάντησα ήταν ένας φοιτητής παραϊατρικής, που προσφέρθηκε εθελοντικά να βοηθήσει μέσω της οργάνωσης AFAD, αλλά μου είπε πως όταν πήγε εκεί για να συνδράμει τις προσπάθειες, του πήραν τα εργαλεία και τον άφησαν. Πήρε μόνος του τον δρόμο προς το Ελμπιστάν και προσπαθούσε να συμβάλει με όποιον τρόπο μπορούσε στις πρώτες βοήθειες. Εκείνο το πρωί έσωσε δύο μικρά αδέλφια από τη Συρία, αλλά δυστυχώς η μητέρα τους δεν κατάφερε να επιβιώσει.
Στην προαναφερθείσα λεωφόρο, διάφοροι εθελοντές από μικρές κατασκευαστικές εταιρείες εργάζονταν πυρετωδώς με μια ομάδα έρευνας και διάσωσης από τον δήμο Σαντζάκτεπε, και με τις μπουλντόζες τους έσκαβαν στα ερείπια των πολυκατοικιών ψάχνοντας για επιζώντες.
Η πιο άμεση ανάγκη αυτήν τη στιγμή είναι οι τουαλέτες και η ύδρευση. Υπάρχει τρομερά μεγάλη έλλειψη και αυτό κάνει την πόλη εξαιρετικά επιρρεπή στην έξαρση μολυσματικών ασθενειών. Απαιτείται επίσης η παράδοση φαρμάκων για την καταπολέμηση ορισμένων μεταδοτικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης και της ψώρας.
Την επόμενη μέρα, έφτασα πια στην Αντάκια. Παρόλο που είχα ήδη ακούσει ότι η καταστροφή εκεί ήταν πολύ χειρότερη από ό,τι στις περισσότερες περιοχές, δεν περίμενα ποτέ μου να συναντήσω τέτοιον όλεθρο.
Σχεδόν κανένα από τα κτίρια στο κέντρο της πόλης δεν στεκόταν όρθιο. Υπήρχαν πολλές περιοχές όπου κανείς δεν μπορούσε να εισέλθει από την καταστροφή. Ήταν ένα θέαμα εντελώς αποπροσανατολιστικό, σε βαθμό που υπερβαίνει την ανθρώπινη γνωστική ικανότητα.
Κοιτούσα γύρω μου κι ένιωθα ζαλάδα καθ' όλη τη διάρκεια των πρώτων μου ημερών στην πόλη. Υπήρχαν μεν διασώστες που εργάζονταν σκληρά σε πολλές γειτονιές, αλλά το μέγεθος της καταστροφής έκανε την προσπάθειά τους εξαιρετικά δύσκολη από πολλές απόψεις.
Ο συντονισμός φαινόταν ιδιαίτερα ανοργάνωτος, με την έννοια ότι πολλές επαγγελματικές ομάδες διάσωσης παραπλανήθηκαν, κι έτσι ξόδεψαν πολύ χρόνο σε άκαρπες προσπάθειες. Δεν έχω σε καμία περίπτωση εκτεταμένες γνώσεις στην έρευνα και τη διάσωση, αλλά ήταν εμφανές πως η προτεραιοποίηση και η κατανομή των εργασιών δεν έγινε σωστά.
Λίγες ώρες μετά την καταστροφή, η οργάνωση AFAD απηύθυνε πρόσκληση για εθελοντές, και επειδή είναι το μεγαλύτερο εθελοντικό δίκτυο στην Τουρκία που δραστηριοποιείται στην αντιμετώπιση εκτάκτων περιστατικών, πολλά άτομα έσπευσαν να απαντήσουν στο κάλεσμα. Όμως, από ό,τι έχω ακούσει από τους εθελοντές με τους οποίους μίλησα στο Χατάι, πολλοί από εκείνους που έκαναν αίτηση στο AFAD τελικά μπήκαν μόνοι τους στις περιοχές για να βοηθήσουν, ενώ αρκετοί παραπονέθηκαν για καθυστερήσεις και τρομερή έλλειψη συντονισμού.
Γνώρισα, για παράδειγμα, μια ομάδα εθελοντών, αποτελούμενη από περίπου 100 άτομα, που ξεκίνησαν να διασώζουν μόνοι τους, αλλά και στη συνέχεια να συνεργάζονται με πιο επαγγελματικές ομάδες. Διέσωσαν πολλούς, αλλά δυστυχώς ανέσυραν πολλά περισσότερα πτώματα. Η τουρκική διασπορά από την Ευρώπη συμμετείχε, επίσης, φέρνοντας ακριβό και δυσεύρετο εξοπλισμό που πολλές φορές έκανε τη διαφορά.
Συνάντησα επίσης αμέτρητους συγγενείς ανθρώπων κάτω από τα ερείπια, που έσκαβαν με τα ίδια τους τα χέρια για να φτάσουν στα αγαπημένα τους πρόσωπα. Mε βάση αυτά που είδα, πιστεύω πως οι εθελοντικές προσπάθειες κατόρθωσαν να φτάσουν σε μέρη και γειτονιές που θα είχαν μείνει αβοήθητες χωρίς αυτές. Με κάθε ειλικρίνεια, μέσα σε όλον αυτό τον θρήνο και την καταστροφή, ένιωσα πολύ περήφανη για αυτό το πνεύμα αλληλεγγύης.
Άνθρωποι από όλη την Τουρκία και κάθε γωνιά του πλανήτη βρίσκονταν και βρίσκονται εκεί για να βοηθήσουν. Έμεναν έξω στο κρύο, με το ζόρι κατάφερναν να κλείσουν τα μάτια τους και να ξεκουραστούν, δούλευαν ασταμάτητα μέρα και νύχτα. Προχθές είδα στον δρόμο ένα νεαρό κορίτσι με πρησμένα και μελανιασμένα χέρια που έτρεμε από το κρύο. Βρισκόταν εκεί ως μεταφράστρια για να βοηθήσει τους διεθνείς διασώστες.
Ξεκινώντας από την ημέρα που έφτασα στην Αντάκια, στις 11 Φεβρουαρίου, η δυσκολία εισόδου στην επαρχία του Χατάι υποχώρησε, υποθέτω επειδή πολλοί διασώστες, εθελοντές και άτομα που ανήκαν στο προσωπικό ασφαλείας είχαν ήδη μεταβεί σε εκείνο το σημείο. Πλέον η έξοδος από την περιοχή ήταν πολύ πιο δύσκολη από την είσοδο, καθώς οι επιζώντες άρχισαν να εκκενώνουν μαζικά την πόλη. Οι αναφορές για ξεσπάσματα βίας ήταν ως έναν βαθμό αληθινές, πολλοί πλιατσικολόγοι προφανώς ξεκίνησαν να εκμεταλλεύονται την κατάσταση.
Μιλώντας με τους κατοίκους της πόλης έμαθα πως έγιναν διάφορες απόπειρες ληστείας φορτηγών βοήθειας. Υπήρξαν και μερικές συγκρούσεις μεταξύ αμάχων και ατόμων που έκαναν πλιάτσικο, και αυτές περιστασιακά γίνονταν ολοένα και πιο βίαιες. Ωστόσο η παρατήρησή μου είναι πως η Τουρκία αύξησε δραστικά την ασφάλεια το προηγούμενο πενθήμερο, και ο αριθμός των αξιωματικών του στρατού και της αστυνομίας που βρίσκονται στην περιοχή είναι πλέον πολύ υψηλός. Δεν μπορώ να πω πως έχω νιώσει ανασφάλεια.
Η πιο άμεση ανάγκη αυτήν τη στιγμή είναι οι τουαλέτες και η ύδρευση. Υπάρχει τρομερά μεγάλη έλλειψη και αυτό κάνει την πόλη εξαιρετικά επιρρεπή στην έξαρση μολυσματικών ασθενειών. Απαιτείται επίσης η παράδοση φαρμάκων για την καταπολέμηση ορισμένων μεταδοτικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης και της ψώρας.
Είδα επίσης πολλές οικογένειες από τη Συρία που δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν τις ανάγκες τους στις αρχές και τους αρμόδιους, επειδή δεν μπορούσαν να μιλήσουν τουρκικά. Η έλευση μεταφραστών θα βοηθούσε πάρα πολύ οικογένειες Σύριων που βρίσκονται στο έλεος του Θεού. Από τη βοήθεια που έφτασε στο Χατάι έλειπαν επίσης τα γυναικεία εσώρουχα και τα προϊόντα υγιεινής – η βοήθεια, λοιπόν, θα πρέπει σίγουρα να συμπεριλάβει και τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών.
Τέλος, θέλω να ευχαριστήσω από την καρδιά μου την ελληνική ομάδα έρευνας και διάσωσης, που εργάστηκε ασταμάτητα, νύχτα και μέρα, με ελάχιστη ξεκούραση, για να μας βοηθήσει.
Ειλικρινά, πιστεύω ότι όλη αυτή η βοήθεια πρέπει να έρχεται με συντονισμένο τρόπο, διαφορετικά αυτό που συμβαίνει είναι πως γίνεται υπερβολική σε κάποιο είδος, ενώ υστερεί σημαντικά σε κάποιο άλλο. Υπάρχουν πολλά προγράμματα και πρωτοβουλίες για δωρεές και αποστολή βοήθειας, αλλά θα συνιστούσα να επιλέξετε αυτά που εξηγούν αναλυτικά πού και πώς θα χρησιμοποιηθεί αυτή η συγκεκριμένη βοήθεια. Σας ευχαριστούμε για όλα.
«Η ανασφάλεια και το χάος περιπλέκονται μέρα με τη μέρα»
Άρι Αμαγιά-Άκερμανς, συγγραφέας και επιμελητής τέχνης
Έφτασα στην Αντάκια το περασμένο Σάββατο, περίπου μια εβδομάδα έπειτα από τον καταστροφικό σεισμό. Ήταν πολύ μακρύς ο δρόμος μέχρι να φτάσω εκεί: πρώτα η πτήση για τα Άδανα, έπειτα η διαδρομή για το Μέρσιν, και ύστερα έπρεπε να οδηγήσω από διαφορετικούς δρόμους γιατί υπήρχαν πλιατσικολόγοι και διάφορα οδοφράγματα στον κύριο αυτοκινητόδρομο προς την Αντάκια.
Η κατάσταση συνεχίζει να γίνεται πιο χαοτική κάθε μέρα. Ο σύντροφός μου είναι από την Αντάκια και βρισκόταν εκεί όταν έγινε ο σεισμός, έχοντας μόλις επιστρέψει από ένα συνέδριο στην Κύπρο. Και οι δύο μας αποφασίσαμε να μείνουμε στην περιοχή, θέλοντας να βοηθήσουμε με όποιον τρόπο μπορούσαμε. Συγκεντρώσαμε χρήματα χρησιμοποιώντας κάποια δίκτυα φίλων από το εξωτερικό, ειδικά ακαδημαϊκούς, ώστε να φέρουμε σκηνές, τρόφιμα, φάρμακα.
Έχω περάσει πολύ χρόνο στο Χατάι, είναι μια περιοχή που γνωρίζω πολύ καλά και βρίσκεται βαθιά στην καρδιά μου. Είμαι επιμελητής σύγχρονης τέχνης και ταυτόχρονα έχω δουλέψει πολύ με τις μειονότητες της Τουρκίας και τα αφηγήματά τους.
Η Αντάκια αλλά και η ευρύτερη περιοχή του Χατάι είναι εξαιρετικά σημαντική για εμάς, καθώς σχεδόν όλο το μωσαϊκό των μειονοτήτων της Τουρκίας κατοικεί στην περιοχή: Αλεβίτες, Χριστιανοί, Εβραίοι. Πρόκειται για ένα μέρος όπου κατέφυγαν και καταφεύγουν πολλοί άνθρωποι που αντιμετωπίζουν θρησκευτικές διώξεις.
Το Χατάι είναι μια ολόκληρη χώρα από μόνη της, ένα μοναδικό κομμάτι της Τουρκίας που παρέμενε πολυπολιτισμικό παρά τον εκτουρκισμό που επέβαλλε το κράτος ανά τα χρόνια. Έτσι, το να βλέπεις την Αντάκια να καταστρέφεται ολοσχερώς ήταν ιδιαίτερα τραυματικό και λυπηρό.
Οι άνθρωποι παλεύουν μεταξύ τους για ρύζι, λάδι, λίγες μερίδες φαγητό. Προ ημερών, υπήρξαν πυροβολισμοί σε μια γειτονιά στο Σαμαντάγκ, στο πλαίσιο μιας σύγκρουσης μεταξύ των Χριστιανών και των Αλεβιτών για τους λίγους πόρους που είναι διαθέσιμοι.
Φυσικά ένας σεισμός δεν είναι ένα προβλέψιμο γεγονός: μπορεί να συμβεί οπουδήποτε και σίγουρα κατά μήκος των ρηγμάτων της Ανατολίας, όπως γνωρίζουμε και από την ιστορία. Υπήρξαν σεισμοί στο παρελθόν που κατέστρεψαν την Αντιόχεια και έπληξαν άλλες πόλεις της περιοχής, όπως τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη, τόσο ιστορικά όσο και στη σύγχρονη εποχή. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν εύλογα ερωτήματα: πώς προετοιμαζόμαστε για τον σεισμό και πώς απαντάμε σε αυτόν;
Το 1999, όταν έγινε ο φονικός σεισμός στη δυτική Τουρκία, η χώρα συμφώνησε πως έπρεπε άμεσα να προετοιμαστεί για τέτοιες καταστροφές. Έτσι καθιερώθηκε ο λεγόμενος «φόρος σεισμού», και μέχρι πέρυσι συγκεντρώθηκαν συνολικά έως και 33 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ωστόσο, γνωρίζουμε πλέον πως δεν επιβλήθηκαν οι κατάλληλοι οικοδομικοί κανονισμοί, ενώ μάλιστα το 2018 προσφέρθηκαν κατασκευαστικές αμνηστίες, γεγονός που σημαίνει πως αμέτρητα κτίρια που δεν πληρούσαν τους κανονισμούς ασφαλείας έλαβαν κρατική έγκριση. Αυτό είναι μέρος της έλλειψης της ετοιμότητας της Τουρκίας για τους σεισμούς.
Όμως υπάρχει και το ζήτημα της διαχείρισης μετά τον σεισμό: ο αργός τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η πολιτεία, καθώς και η ιδιαίτερη εστίαση που έδωσε σε επαρχίες όπως το Καχραμανμάρας, το Γκαζιαντέπ και το Ντιγιαρμπακίρ. Δεν ήταν οι περιοχές όπου οι άνθρωποι επλήγησαν περισσότερο από τον σεισμό, αλλά σε αυτές τις επαρχίες υπάρχουν πολλοί υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος AKP. Από την άλλη, σε περιοχές όπως το Χατάι και το Αντίγιαμαν, όπου το πλήγμα ήταν τεράστιο, η βοήθεια έφτασε εξαιρετικά καθυστερημένα, και αρκετές φορές δεν έφτασε ποτέ.
Οι εικόνες που είδα μιλούν από μόνες τους. Οι κάτοικοι στο Σαμαντάγκ ξέθαβαν μόνοι τους τα πτώματα των συγγενών τους με μπουλντόζες από τις τοπικές κατασκευαστικές εταιρείες, τις οποίες νοίκιαζαν και ύστερα έψαχναν απεγνωσμένα για να βρουν καύσιμα. Ύστερα μετέφεραν τις σορούς των νεκρών στα πορτ μπαγκάζ των αυτοκινήτων τους. Συχνά έμοιαζε σαν να μην υπήρχε κανενός είδους κρατικής βοήθειας.
Την ίδια στιγμή, ξένοι ανταποκριτές άρχισαν να συρρέουν στο Χατάι, στο Ισκέντερουν και την Αντάκια, στο Σαμαντάγκ και το Ρεϊχανλί. Εάν δημοσιογράφοι από άλλες χώρες, απλά και με την συνοδεία ενός οδηγού, κατόρθωσαν να φτάσουν σε αυτά τα μέρη, πραγματικά αναρωτιέμαι γιατί δεν τα κατάφερε το κράτος;
Σήμερα σας μιλώ από μια επαρχία που στερείται ηλεκτρισμού και βασικών υπηρεσιών, όπου τόσο το αεροδρόμιο όσο και το κεντρικό νοσοκομείο, που χτίστηκαν την τελευταία δεκαετία, πολύ μετά την καθιέρωση των νέων οικοδομικών κανονισμών, έχουν καταρρεύσει. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι όταν η βοήθεια παρέχεται τόσο άνισα, υπάρχει μεγάλη δυστυχία και πικρία και ιδιαίτερα μεταξύ των μειονοτικών κοινοτήτων στο Χατάι.
Υπάρχει όμως και η αυτοοργάνωση. Η τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία, για παράδειγμα, συμμετέχει σε ένα πρόγραμμα ευρείας κλίμακας για την παροχή τροφής και στέγης σε ανθρώπους στην Αντάκια, το Σαμαντάγκ και το Ισκεντερούν. Αλλά όλες αυτές οι προσπάθειες χρηματοδοτούνται ιδιωτικά από πολίτες: από φίλους και γείτονες, μέσω επαφών στο εξωτερικό και φίλους φίλων, χάρη σε πλούσιους δωρητές και μικρούς οργανισμούς που παρέχουν ανακούφιση.
Όμως μέχρι στιγμής η παρουσία της πολιτείας είναι ελάχιστη. Κλείσαμε πλέον δέκα μέρες και υπάρχουν ακόμα αμέτρητοι άνθρωποι που κοιμούνται στο κρύο, που δεν έχουν ρεύμα και τουαλέτες. Το φαγητό είναι ελλιπές, οι συγκοινωνιακές γραμμές δεν λειτουργούν. Για μια χώρα που περηφανεύεται ότι έχει έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς στον κόσμο, είναι αδιανόητο ότι η απάντηση στον σεισμό μπορεί να καθυστερήσει τόσο πολύ.
Έπειτα, μπροστά μας βρίσκεται ένας μακρύς δρόμος: η ανοικοδόμηση του Χατάι είναι ένα έργο τεράστιας κλίμακας. Η Αντάκια πρέπει, ουσιαστικά, να ξαναχτιστεί από το μηδέν. Το ηλεκτρικό δίκτυο βρίσκεται εκτός λειτουργίας και δεν μπορεί να επανεγκατασταθεί εύκολα, καθώς η κατασκευή υποδομών πρέπει να ξεκινήσει από την αρχή.
Θα υπάρξουν μαζικές και παρατεταμένες διακοπές ρεύματος και δεν αποκλείεται πολλοί άνθρωποι που θα ξεκινήσουν να επιστρέφουν στα κατεστραμμένα σπίτια τους να προσπαθήσουν να συνδέσουν παράνομα ηλεκτρικό ρεύμα, από όπου θα προκύψουν πολλά ζητήματα ασφαλείας. Ο καιρός επίσης παραμένει πολύ κρύος, επομένως πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από υποθερμία.
Μέσα σε λίγες εβδομάδες, ωστόσο, αυτό το τμήμα της χώρας θα γίνει και πάλι πολύ ζεστό. Τότε θα έρθουμε αντιμέτωποι με άλλες προκλήσεις: αερομεταφερόμενες ασθένειες, κουνούπια, χολέρα. Οι κίνδυνοι είναι ατελείωτοι. Όποιος βρέθηκε σε πόλεις όπως το Σαμαντάγκ και το Ισκεντερούν γνωρίζει πως η κατάσταση μοιάζει με εμπόλεμη ζώνη.
Υπάρχουν άνθρωποι που κοιμούνται σε πλαστικές καρέκλες, καλυμμένοι με μικρές κουβέρτες. Όση βοήθεια κι αν παρέχεται από ακτιβιστές και μεγαλύτερες ΜΚΟ, χρειάζεται μια συντονισμένη προσπάθεια πολύ μεγαλύτερης κλίμακας, που πρέπει να υποστηριχθεί από το κράτος.
Μόλις χθες βρέθηκα σε μια συνάντηση με ανθρωπιστικές οργανώσεις στο Μέρσιν. Αντιμετώπιζαν προβλήματα με τη διανομή τροφίμων επειδή η κυβέρνηση δεν επέτρεπε σε φορτηγά από το Αντιγιαμάν να ταξιδέψουν στο Μέρσιν. Οι αρχές, μάλιστα, τους είπαν ότι η δράση τους υπερβαίνει τις προσπάθειες της κυβέρνησης.
Καταλαβαίνεις λοιπόν πως όχι μόνο η αντίδραση της πολιτείας είναι πολύ αργή, αλλά ταυτόχρονα εμποδίζει τις ιδιωτικές προσπάθειες για παροχή ανακούφισης σε ανθρώπους που έχουν άμεση ανάγκη. Μιλάμε για μια περιοχή που κατοικείται από περίπου 13 εκατομμύρια ανθρώπους, επομένως αντιμετωπίζουμε ήδη μια μαζική κρίση εσωτερικά εκτοπισμένων ανθρώπων, σε μια χώρα που είναι οικονομικά εξασθενημένη και ήδη διαχειρίζεται μια προσφυγική κρίση εδώ και 10 χρόνια, ενώ η γειτονική Συρία βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε εμφύλιο πόλεμο. Δεν νομίζω ότι οι προοπτικές στην περιοχή είναι καλές.
Υπάρχει επίσης και η διάσταση του πολιτισμού: η πολιτισμική κληρονομιά όλων των μειονοτήτων, που ισοπεδώθηκε. Μιλούσα χθες με έναν διακεκριμένο ιστορικό, ο οποίος είχε επίσης φτάσει στην περιοχή για να προσφέρει βοήθεια εθελοντικά. Μου μετέφερε την ανησυχία του πως παρότι η πολιτεία ενδέχεται να ξαναχτίσει τις εκκλησίες που καταστράφηκαν, ώστε να παρουσιάσει τον εαυτό της ως υπερασπιστή της διαφορετικότητας, υπάρχει και το ζήτημα της άυλης κληρονομιάς. Τι νόημα θα έχει να ξαναχτιστεί μια εκκλησία όταν όλα τα μέλη μιας θρησκευτικής κοινότητας έχουν εκτοπιστεί και επανεγκαθίστανται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Τουρκίας;
Η άυλη κληρονομιά του Χατάι είναι τρομερά σημαντική για τη χώρα, καθώς είναι μια από τις τελευταίες περιοχές όπου οι μειονότητες εξακολουθούν να ζουν με ασφάλεια. Είναι απαραίτητο να διασφαλίσουμε ότι οι κοινότητες θα επιστρέψουν στα σπίτια τους και στις περιοχές τους, αλλά όχι με τον τρόπο που συμβαίνει συνήθως στην Τουρκία.
Πολλές φορές στο παρελθόν, οι κοινότητες απλώς εξορίζονται και οι περιουσίες τους καταστρέφονται, και στη συνέχεια οι πόλεις ανοικοδομούνται και δίνονται σε Τούρκους. Αυτή η πάγια πρακτική έχει συμβεί πολλές φορές ανά τα χρόνια και έχει εξαφανίσει εντελώς την πολιτιστική κληρονομιά των μειονοτήτων σε πολλά μέρη της χώρας. Φοβόμαστε ότι το ίδιο μπορεί να συμβεί και στο Χατάι, αλλά μόνο ο χρόνος θα το δείξει.
Στο μεταξύ, έξω από το Χατάι στήνονται συνεχώς οδοφράγματα όπου γίνονται λεηλασίες σε όσους μεταφέρουν πολύτιμη βοήθεια. Το φαγητό είναι ένα πολύτιμο αγαθό αυτήν τη στιγμή. Να φανταστείτε πως διάφοροι άνθρωποι που μεταφέρουν ιατρικές προμήθειες πρέπει να πάνε από το Μέρσιν στο Χατάι με φορτηγό πλοίο, για να αποφύγουν τις ληστείες. Η κατάσταση είναι θεαματικά χαοτική: ξεσπούν πολλές βίαιες συγκρούσεις εντός των συνοικιών. Οι άνθρωποι παλεύουν μεταξύ τους για ρύζι, λάδι, λίγες μερίδες φαγητό.
Προ ημερών υπήρξαν πυροβολισμοί σε μια γειτονιά στο Σαμαντάγκ, στο πλαίσιο μιας σύγκρουσης μεταξύ των Χριστιανών και των Αλεβιτών για τους λίγους πόρους που είναι διαθέσιμοι. Η ανασφάλεια και το χάος περιπλέκονται μέρα με τη μέρα. Χρειάζεται επειγόντως μια υπεύθυνη ηγεσία.