Ένα αυτοκινητάκι που κρέμεται στην άκρη ενός μισογκρεμισμένου μπαλκονιού, διάφορα άλλα παιδικά παιχνίδια σκόρπια ανάμεσα στα συντρίμμια των διαλυμένων πολυκατοικιών και προσωπικά είδη που θυμίζουν τη χαμένη πια καθημερινότητα των σεισμόπληκτων στη γειτονική χώρα.
Αυτές είναι κάποιες από τις εικόνες που έχουν αποτυπωθεί πολύ έντονα στη μνήμη του καθηγητή Φυσικών Καταστροφών και ακαδημαϊκού Κώστα Συνολάκη απ’ το ταξίδι του στις πληγείσες περιοχές της Τουρκίας. Τον συναντώ στο γραφείο του, στον τρίτο όροφο του εμβληματικού Μπενακείου Διδακτηρίου στο Κολλέγιο Αθηνών. «Στο μυαλό μου έχουν χαραχτεί ανεξίτηλα όλα αυτά τα απομεινάρια της προηγούμενης ζωής των κατοίκων αλλά και η δύναμη της καλοσύνης των ανθρώπων», εξηγεί.
Τη μαρτυρία του απ’ τον τόπο της καταστροφής μετά το χτύπημα του εγκέλαδου και τις συγκλονιστικές ιστορίες που έχει να περιγράψει από τις συζητήσεις με Τούρκους πολίτες συνοδεύουν οι εντυπωσιακές φωτογραφίες που τράβηξε. Τις προβάλλει μέσω του κινητού του σε μια μεγάλη οθόνη ‒ εικόνες βιβλικής καταστροφής, απόγνωση, όλεθρος, πρόχειροι καταυλισμοί, άνθρωποι σε σοκ και οικογένειες που παλεύουν να στήσουν τη ζωή τους από την αρχή.
Το 365 μ.Χ. η δυτική Κρήτη ανυψώθηκε κατά 10 μέτρα, ενώ ακόμη μπορεί να δει κανείς τα σημάδια της ανυψωμένης ακτογραμμής στα Σφακιά και στα Χανιά. Αυτό δεν σημαίνει ότι μιλάμε μόνο για το μακρινό παρελθόν, αφού στην Ελλάδα ο πιο μεγάλος σεισμός των τελευταίων 100 ετών έγινε στην Αμοργό, ήταν 7,5 Ρίχτερ.
Ο ίδιος έχει βρεθεί σε σημεία και τοποθεσίες τεράστιων φυσικών καταστροφών, σε Ινδονησία, Σρι Λάνκα, Χιλή, Ιαπωνία και ΗΠΑ, επομένως είναι συνηθισμένος σε τέτοιες σκηνές. Αυτές τις μέρες, μαζί με την ομάδα του, ταξίδεψε σε περιοχές της επαρχίας της Αντιόχειας στη μεσογειακή ακτή της Τουρκίας, επισκέφθηκε το επίκεντρο του σεισμού στην επαρχία Καχραμάνμαρας και περπάτησε στην περιοχή του Χατάι, όπου έχουν γίνει ομαδικές ταφές θυμάτων.
«Η αρχική εκτίμηση που έκανα για την Τουρκία επιβεβαιώθηκε στο ταξίδι αυτό, παρατηρώντας από κοντά όλες τις κατασκευαστικές αστοχίες. Δυστυχώς, περπατώντας στους δρόμους των περιοχών αυτών, που είναι γεμάτες πληγές και οδύνη, διαπίστωσα ότι νεόδμητα ιδιωτικά κτίρια που αναγέρθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, και μάλιστα διαφημίζονταν ως αντισεισμικής τεχνολογίας, κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι, ενώ τρία νοσοκομεία που χτίστηκαν την τελευταία δεκαετία λειτουργούν κανονικά.
Τα περισσότερα πολυώροφα κτίρια που κατέρρευσαν ήταν κτισμένα με οπλισμένο σκυρόδεμα. Φανταστείτε ότι το τσιμέντο τριβόταν σαν σκόνη. Σκεφτείτε ότι στην Καλιφόρνια ανάλογα κτίρια είναι κατασκευασμένα από ξύλο ή χάλυβα, υλικά που όταν χρησιμοποιούνται με ενδεδειγμένο τρόπο, μπορεί να αποδειχθούν πιο ανθεκτικά στους σεισμούς», υποστηρίζει.
Όσον αφορά τις βαθύτερες αιτίες αυτής της τεράστιας καταστροφής, ο γνωστός ακαδημαϊκός είναι ξεκάθαρος, αφού εστιάζει στην ποιότητα των κατασκευών στη γειτονική χώρα και επιχειρεί μια σύγκριση με αντίστοιχους σεισμούς του παρελθόντος.
«Είχα βρεθεί στην Τουρκία και το 1999 ‒ οι πληγές από εκείνον τον σεισμό δυστυχώς δεν έγιναν μάθημα. Είναι οφθαλμοφανές ότι υπήρξαν αστοχίες και στις κατασκευές και στην εφαρμογή του αντισεισμικού κώδικα, καθώς και μη ορθός υπολογισμός της σαθρότητας του εδάφους. Είμαι σίγουρος ότι θα μάθουμε πολύ περισσότερα τους επόμενους μήνες για τους λόγους κατάρρευσης και τότε θα πρέπει αφενός να αξιολογήσουμε κατά πόσο καταλαβαίνουμε τη συμπεριφορά τέτοιων κτισμάτων σε μεγάλους σεισμούς και να αναβαθμίσουμε τους κώδικες αλλά και τις υπάρχουσες κατασκευές», σημειώνει.
Αναπόφευκτα, θέτω το ερώτημα αν οι σεισμοί στην Τουρκία μπορούν να ενεργοποιήσουν ρήγματα στην Ελλάδα. Είναι, δηλαδή, εφικτή μια μετάσταση της σεισμικής δράσης από την Τουρκία και τη Συρία στην Ελλάδα;
«Είναι πολύ δύσκολο να συμβεί αυτό, διότι δεν βρίσκονται στην ίδια ζώνη, άρα η “θεωρία του ντόμινο” δεν μπορεί να επαληθευτεί, αφού το ελληνικό τόξο ανήκει σε διαφορετική σεισμική ζώνη. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει σεισμούς ως και 8 Ρίχτερ. Στη χώρα μας τέτοιας έντασης σεισμοί εκδηλώνονται κάθε 600-800 χρόνια.
Το ελληνικό τόξο είναι σύνορο σύγκρουσης δύο μεγάλων τεκτονικών πλακών και γνωρίζουμε ότι ανάλογος σεισμός μεγέθους περίπου 8,5 Ρίχτερ είχε συμβεί το 365 μ.Χ. Ο τελευταίος συνέβη στην Κρήτη το 1303 και υπολογίζεται ότι ήταν 8-8,3 Ρίχτερ.
Οι δυο αυτοί σεισμοί της Κρήτης προκάλεσαν μεγάλα τσουνάμι, ενώ και τις δύο φορές τα κύματα κατέστρεψαν την Αλεξάνδρεια. Το 365 μ.Χ. η δυτική Κρήτη ανυψώθηκε κατά 10 μέτρα, ενώ ακόμη μπορεί να δει κανείς τα σημάδια της ανυψωμένης ακτογραμμής στα Σφακιά και στα Χανιά.
Αυτό δεν σημαίνει ότι μιλάμε μόνο για το μακρινό παρελθόν, αφού στην Ελλάδα ο πιο μεγάλος σεισμός των τελευταίων 100 ετών έγινε στην Αμοργό, ήταν 7,5 Ρίχτερ. Μετά τον σεισμό ακολούθησε ένα τσουνάμι που έφτασε τα 22 μέτρα στην Αμοργό και τα 4 μέτρα στη βόρεια Κρήτη», επισημαίνει.
Ξεφυλλίζει μια μελέτη που έχει υπογράψει μαζί με άλλους επιστήμονες από τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Κέιμπριτζ. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζει μια φράση του Έλληνα επιστήμονα Νικόλαου Αμβράζη, ο οποίος κατείχε την έδρα των Γεωλογικών Επιστημών στην Ακαδημία Αθηνών και έλεγε: «Μην αποκλείετε ποτέ μεγάλους σεισμούς γιατί απλώς δεν έχουμε ζήσει τόσο πολλά χρόνια για να ξέρουμε αν μπορεί να γίνει μεγάλος σεισμός».
Έπειτα, εξηγεί τι μπορεί να συμβεί στη χώρα μας σε έναν ανάλογο σεισμό: «Οι επιπτώσεις ενός παρόμοιου σεισμού στην Ελλάδα εξαρτώνται από το κτιριακό μας απόθεμα, όχι μόνο από το εστιακό βάθος αλλά και από έναν συνδυασμό παραμέτρων και δεδομένων είτε γεωλογικών, γεωδυτικών, γεωμορφολογικών και γεωχρονολογικών είτε ιστορικών και σεισμολογικών. Ωστόσο, να επισημάνουμε ότι ο κύριος κίνδυνος από έναν μεγάλο σεισμό στο ελληνικό τόξο θα προέλθει από τσουνάμι. Επομένως, αυτό που πρέπει να φροντίσουμε είναι η βελτίωση του τρίπτυχου “προετοιμασία - προειδοποίηση - ορθή αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών”.
Ως κράτος είμαστε υποχρεωμένοι να εφαρμόσουμε πρωτόκολλα προληπτικού ελέγχου των κτιρίων μας και μάλιστα άμεσα, ξεκινώντας από νοσοκομεία και σχολεία. Δεν πρέπει να περιμένουμε να δοκιμαστούμε από μια φυσική καταστροφή για να πράξουμε τα αυτονόητα. Mάλιστα, βλέποντας βλέποντας τις συνέπειές τους και κάνοντας τον απαραίτητο απολογισμό κάθε φορά, είμαστε πολύ πιο έτοιμοι για την αντιμετώπισή του επόμενου ακραίου φαινομένου.
Άρα, όταν εφαρμόζονται οι αντισεισμικοί κώδικες, όταν υπάρχει σωστός σχεδιασμός για αντιμετώπιση πολλαπλών κινδύνων, όταν αξιολογούμε επαρκώς τις κατοικίες μας και όταν γίνονται με σωστό τρόπο ασκήσεις εκκενώσεων και ετοιμότητας είναι προφανές ότι ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις».
Ο καθηγητής Συνολάκης έχει διευθύνει δεκάδες αποστολές πεδίου σε όλο τον κόσμο, ενώ παράλληλα έχει τύχει πολλών ακαδημαϊκών και άλλων διακρίσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Μάλιστα, πριν από λίγες μέρες εξελέγη μέλος της Εθνικής Ακαδημίας Μηχανικών των ΗΠΑ. Την τελευταία δεκαετία ασχολείται με τις αλλαγές στην ένταση και στη συχνότητα ακραίων φαινομένων.
Ο κ. Συνολάκης είναι ο άνθρωπος που έχει εισηγηθεί τη λειτουργία του τριψήφιου αριθμού 112 και θεωρεί ότι χωρίς αυτήν την υπηρεσία θα είχαμε θρηνήσει πολλά θύματα από τα ακραία φαινόμενα που έχουν πλήξει κατά καιρούς τη χώρα μας.
«Καταρχάς, η διαδικασία αποστολής προειδοποιητικού SMS οργανώθηκε σε χρόνο ρεκόρ από τον κ. Πιερρακάκη. Η έγκαιρη προειδοποίηση στις πρόσφατες κακοκαιρίες αλλά και η διαχείριση των πυρκαγιών το περασμένο καλοκαίρι καταδεικνύουν ότι ο μηχανισμός έχει μάθει από τα λάθη του. Άλλωστε, η βασική μέριμνα της πολιτείας είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και η αποστολή προειδοποιητικού μηνύματος έχει συμβάλει καταλυτικά στην αποτροπή ανθρώπινων απωλειών.
Σε όλη μου την επιστημονική διαδρομή έχω δει από πρώτο χέρι τι διαφορά μπορεί να κάνει η εντολή εκκένωσης σε περίπτωση ακραίων φυσικών φαινομένων, όπως το τσουνάμι, οι πλημμύρες και οι πυρκαγιές».
Του θυμίζω ότι για το θέμα αυτό έχει βρεθεί πολλές φορές στο στόχαστρο της κριτικής, και μου απαντά ότι δεν τον ενοχλεί αυτό, αφού ασπάζεται πλήρως τα λόγια του ιδρυτή της Ακαδημίας Αθηνών, Δημητρίου Αιγινήτη: «Ο επιστήμων, καθώς και ο πολιτικός, βλέπων ευκρινέστερον την πραγματικότητα διά μέσου της ομίχλης των προλήψεων οφείλει αυτός να μορφώνη και φωτίζη την δημοσίαν γνώμη και όχι να την ακολουθεί εις τας πλάνας της».
Στη συνέχεια, προσθέτει: «Τάσσομαι, λοιπόν, υπέρ της υπερβολικής πρόληψης γιατί με αυτόν τον τρόπο έχει εισχωρήσει στην κουλτούρα μας, στη λογική ότι προσαρμοζόμαστε καλύτερα με τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής που συναντάμε ολοένα και συχνότερα».
Κλείνοντας τη συζήτησή μας, τον ρωτώ για τα σχόλια περί κινδυνολογίας που προκάλεσε η τοποθέτησή του για πιθανό μεγάλο σεισμό στην Ελλάδα, που θα θυμίζει αυτόν της Τουρκίας. «Αν και φύσει αισιόδοξος άνθρωπος, γνωρίζω ότι δεν πρέπει να αφήνεις τίποτα στην τύχη και πρέπει να είμαστε πάντοτε σε ετοιμότητα για το χειρότερο σενάριο.
Ως εκ τούτου, είναι εντελώς παραπλανητικό να πω ότι δεν πρόκειται να συμβεί το επόμενο διάστημα ένας ισχυρός σεισμός. Κατά τη γνώμη μου, είναι τελείως διαφορετικό να λαμβάνεις μέτρα πρόληψης και άλλο να πιστεύεις ότι αυτός που το πράττει κινδυνολογεί», απαντά.
Ποια συμβουλή θα έδινε ο ίδιος; «Ο καλύτερος σύμβουλος για την επιβίωσή μας σε μια φυσική καταστροφή είναι να εμπιστευόμαστε την κοινή λογική. Για παράδειγμα, στην Τουρκία η κοινή λογική στην εφαρμογή κανονισμών θα είχε βοηθήσει να είχαμε λιγότερα θύματα. Αυτή πρέπει να σταθεί η κύρια προτεραιότητα. Επί παραδείγματι, το λιγότερο που μπορεί να πράξει κάθε άνθρωπος είναι να έχει δίπλα στο κρεβάτι του έναν φακό, μια σφυρίχτρα και ένα ζευγάρι παπούτσια. Γιατί; Διότι, όπως είδαμε και στη γειτονική χώρα, μπορεί να χρειαστεί μέσα στη νύχτα να βαδίσεις πατώντας πάνω σε χαλάσματα».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.