ΑΞΕΧΑΣΤΗ ΜΟΥ ΕΧΕΙ μείνει η εικόνα από εκείνο το αυγουστιάτικο μεσημέρι του 2021 στο κέντρο της Αθήνας που έβραζε κάτω από τον ανελέητο καλοκαιρινό ήλιο. Για πέμπτη συνεχόμενη ημέρα ο υδράργυρος είχε εκτοξευθεί πάνω από τα όρια του καύσωνα, η άσφαλτος έβραζε, ανεβάζοντας θερμοκρασίες κολαστηρίου, οι καυτές επιφάνειες των κτιρίων του αστικού ιστού έβγαζαν θερμότητα και προς έκπληξή μου το real feel στο κινητό μου ξεπερνούσε πλέον τους 48 βαθμούς Κελσίου.
Τα φανάρια στη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου δεν λειτουργούσαν, λόγω της ενεργειακής υπερφόρτωσης της πόλης, ενώ στην άκρη του πεζοδρομίου ένας ηλικιωμένος άνδρας βαριανάσαινε, πονώντας και ακουμπώντας το στήθος του στο μέρος της καρδιάς, με το αίσθημα της δυσφορίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.
Δύο χρόνια αργότερα, εν αναμονή ενός ακόμα δυσβάσταχτου κύματος καύσωνα, βρίσκομαι λίγα μέτρα από τον τόπο του προαναφερθέντος σκηνικού, στο δροσερό Πάρκο Τσέπης Παγκρατίου που δημιουργήθηκε προ διετίας και πλέον είναι ανθηρό. Απέναντί μου κάθεται η Ελισσάβετ Μπαργιάννη, η οποία εδώ και δύο μήνες είναι η νέα επικεφαλής Αντιμετώπισης Αστικής Υπερθέρμανσης ή, αλλιώς, Chief Heat Officer του δήμου Αθηναίων.
Δεν χωρά αμφιβολία πως ο καύσωνας είναι ένα σοβαρό θέμα για την πόλη της Αθήνας, ένα φαινόμενο του οποίου η ένταση, η έκταση και η συχνότητα αυξάνουν συνεχώς, δοκιμάζοντας τις ήδη ταλαιπωρημένες υποδομές της.
Η αρχιτέκτονας τοπίου, ερευνήτρια και πρώην γεωπόνος έχει μπροστά της έναν φιλόδοξο, αλλά επιτακτικό στόχο: να συντονίσει μια σειρά προσπαθειών για την προστασία των κατοίκων από τις επικίνδυνα υψηλές θερμοκρασίες αλλά και να θωρακίσει την πόλη έναντι του καύσωνα και των ακραίων καιρικών φαινομένων που χτυπούν την πρωτεύουσα πλέον συχνότερα από ποτέ.
Δεν χωρά αμφιβολία πως ο καύσωνας είναι ένα σοβαρό θέμα για την πόλη της Αθήνας, ένα φαινόμενο του οποίου η ένταση, η έκταση και η συχνότητα αυξάνουν συνεχώς, δοκιμάζοντας τις ήδη ταλαιπωρημένες υποδομές της, «ένα ζήτημα ζωής και θανάτου», όπως επισημαίνει με ανησυχία η κ. Μπαργιάννη.
«Η ζέστη είναι ένας σιωπηλός δολοφόνος», αναφέρει χαρακτηριστικά καθώς ξεκινάμε την κουβέντα μας. «Μπορεί να μη βλέπεις την καταστροφή να συμβαίνει μπροστά στα μάτια σου, όπως σε ένα τσουνάμι που παρασέρνει δέντρα και διαλύει σπίτια, αλλά στην ουσία ένας καύσωνας προκαλεί παράλυση των υποδομών, υπερφόρτωση των ενεργειακών δικτύων και, το σημαντικότερο όλων, τεράστιες προκλήσεις για την υγεία και την ευημερία των πολιτών».
«Ο πιθανός κίνδυνος είναι τεράστιος: σε ένα κύμα καύσωνα κατηγορίας 3, όπως προβλέπεται να είναι ο σημερινός, η πιθανότητα θνησιμότητας σε σύγκριση με τις κανονικές συνθήκες αυξάνεται πάνω από το 30%. Υπάρχουν ηλικιωμένοι που ζουν δίχως παρέα ή επίβλεψη σε μια πόλη όπου το 75% των κτισμάτων δεν έχει θερμομόνωση, ενώ πολλοί άνθρωποι, και ειδικά οι κοινωνικο-οικονομικά ευάλωτοι, δεν έχουν καν κλιματισμό. Υπάρχει κόσμος που κινδυνεύει να πεθάνει μόνος του», λέει με την αίσθηση του επείγοντος.
«Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως η όποια προετοιμασία της πόλης μας για τη νέα κλιματική πραγματικότητα οφείλει να ξεκινάει από την αντιμετώπιση του καύσωνα», συμπληρώνει αποφασιστικά.
Πληροφόρηση και ετοιμότητα για τις ακραίες θερμοκρασίες
Η κ. Μπαργιάννη κρατά στα χέρια της έναν πολυσέλιδο οδηγό, στο οποίο ξεδιπλώνεται με λεπτομέρεια το φιλόδοξο σχέδιο δράσης της Αθήνας για το κλίμα και χαρτογραφούνται οι προτεραιότητες των πρωτοβουλιών του δήμου. «Είναι ουσιαστικά το “ευαγγέλιο” των προσπαθειών μας», μου εξηγεί καθώς το ξεφυλλίζουμε, «και αφορά τρεις κεντρικούς πυλώνες που έχουν να κάνουν με την ενημέρωση, την ετοιμότητα και, τέλος, τον επανασχεδιασμό της πόλης, ίσως το δυσκολότερο και πιο χρονοβόρο όλων».
Ο δήμος Αθηναίων μπορεί να μην έχει την αρμοδιότητα της πολιτικής προστασίας, ωστόσο, σύμφωνα με τη νέα Chief Heat Officer, παραμένει ένας φορέας που θέλει να βρίσκεται κοντά στους πολίτες και να προσφέρει αυτό που χρειάζονται σε καιρούς ανάγκης. «Αυτό το πετυχαίνουμε χάρη στις κοινωνικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες υγείας που προσαρμόζονται στον καύσωνα», αναφέρει. «Για παράδειγμα, αυτήν τη στιγμή συνεργαζόμαστε με τον Ερυθρό Σταυρό για μια σειρά από εκπαιδευτικά σεμινάρια για τους υπαλλήλους μας, με τη Διεύθυνση Κοινωνικής Αλληλεγγύης και των Δημοτικών Ιατρείων σχετικά με το πως αντιμετωπίζεται ο καύσωνας. Λειτουργούμε, επίσης, μια γραμμή καύσωνα στα δημοτικά μας ιατρεία, τo 210 3638049, που ο κάθε πολίτης μπορεί να καλέσει από τις 8 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ για να λάβει οδηγίες σε περίπτωση υπερθέρμανσης ή θερμοπληξίας».
Ούσα η δεύτερη πόλη παγκοσμίως που θέσπισε μια θέση υπεύθυνου για την υπερθέρμανση, έπειτα από την κομητεία του Miami-Dade, η πολύπαθη και θερμόπληκτη Αθήνα προσπαθεί να κινηθεί ταυτόχρονα και ταχύτατα σε διάφορα επίπεδα προετοιμασίας για τους επικείμενους καύσωνες. «Ό,τι μπορεί να γίνει άμεσα από τον δήμο αυτήν τη στιγμή γίνεται πραγματικότητα», εξηγεί η κ. Μπαργιάννη, κάνοντας αναφορά στη λειτουργία των αθηναϊκών λεσχών φιλίας που βρίσκονται σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα και που, εν καιρώ υπερθέρμανσης, ανοίγουν τις πόρτες τους καθημερινά για να υποδεχτούν τους Αθηναίους σε κλιματιζόμενες αίθουσες.
«Υπάρχει, φυσικά, και μια διάσταση κοινωνικής δικαιοσύνης», προσθέτει, «καθώς ο καύσωνας αμβλύνει τις ανισότητες και πλήττει δυσανάλογα περισσότερο ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, όπως οι άστεγοι της πόλης. Γι’ αυτό και αυτήν τη στιγμή υπάρχουν έξι συνεργεία του Κέντρου Αλληλεγγύης και Υποδοχής Αστέγων που θα οργώνουν την πόλη καθ’ όλη τη διάρκεια του καύσωνα προσφέροντας νερό, τροφή και πρώτες ανάγκες στους αστέγους της Αθήνας».
Εξίσου σημαντικές με τις απαραίτητες υπηρεσίες που ενεργοποιεί ο δήμος είναι και η προσβασιμότητα των πολιτών σε αυτές, γεγονός που, σύμφωνα με την επικεφαλής Αντιμετώπισης Αστικής Υπερθέρμανσης, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τις δράσεις επικοινωνίας και ευαισθητοποίησης της πόλης. Γι’ αυτό και ο δήμος Αθηναίων συμμετέχει στο application Extrema Global, μια εφαρμογή «επιβίωσης στην πόλη σε συνθήκες καύσωνα», που, μεταξύ άλλων, χαρτογραφεί πηγές νερού, κρήνες, και βέλτιστες διαδρομές με σκίαση εντός της πόλης για τους ταλαιπωρημένους Αθηναίους.
«Στην ουσία συμπεριλαμβάνουμε όλες τις χρήσιμες υποδομές, και συνεχώς την εμπλουτίζουμε. Η πιο καινούργια προσθήκη», αναφέρει η κ. Μπαργιάννη καθώς σκρολάρει στον χάρτη της Αθήνας, «είναι τα δεντράκια στους δρόμους μας, τα οποία χαρτογραφήσαμε και προσθέσαμε, εν μέρει και για να συμβάλουμε στην ευαισθητοποίηση των ανθρώπων, γιατί θεωρούμε πως είναι ένα στοιχείο της πόλης αθέατο, αλλά τρομερά σημαντικό και ταυτόχρονα και ενθαρρυντικό. Γνωρίζετε, για παράδειγμα, πως στα δρομάκια του δήμου Αθηναίων έχουμε φυτέψει περίπου 94.000 δέντρα;» συμπληρώνει χαμογελώντας.
Το μεγάλο στοίχημα των υποδομών και των πράσινων οάσεων
Όσο ανακουφιστική κι αν είναι η αίσθηση όταν περνάς κάτω από ένα δεντράκι στον δρόμο της γειτονιάς, το οποίο δημιουργεί πράγματι μια τοπική μικροκλιματική αλλαγή, είναι και προσωρινή. Δεν χωρά αμφιβολία, λοιπόν, πως το σημαντικότερο στοίχημα στην προσπάθεια της αντιμετώπισης της αστικής υπερθέρμανσης είναι η δημιουργία βιώσιμων χώρων πρασίνου μεγάλης έκτασης, ένας στόχος που, όπως παραδέχεται η Αθηναία Chief Heat Officer, απαιτεί μια υπερπροσπάθεια δεδομένων των δυσκολιών που υπάρχουν στις αθηναϊκές υποδομές και τον περιορισμένο αστικό χώρο.
«Η Αθήνα, όπως γνωρίζουμε όλοι μας, είναι μια πόλη πυκνοκατοικημένη και πυκνοδομημένη, με άπειρο τσιμέντο και πάρα πολλές υποδομές που απορροφούν θερμότητα», εξηγεί χαρακτηριστικά. «Είναι μια πόλη με μεγάλη θερμοχωρητικότητα και η σημαντικότερη δουλειά μας είναι αυτό να το αλλάξουμε. Και οι επιφάνειες που μας βοηθούν να αντιστρέψουμε αυτήν τη συγκράτηση της θερμότητας είναι αναμφίβολα οι πράσινες, οι διαπερατές, εκεί όπου περνάει το νερό και όπου βρίσκονται το οξυγόνο, η σκίαση και τα δέντρα που απομακρύνουν τη θερμική πίεση από την άσφαλτο, το τσιμέντο και τις καυτές επιφάνειες των κτιρίων».
Γυρνώντας τις σελίδες του Σχεδίου Δράσης της Αθήνας για το κλίμα, η Chief Heat Officer καταλήγει σε έναν θερμικό χάρτη που αποτυπώνει τις θερμοκρασίες της επιφάνειας του εδάφους ανά περιοχή με βάση τη μέση θερμοκρασία των πέντε τελευταίων καλοκαιριών. Με μια γρήγορη ματιά, ο χάρτης οδηγεί αμέσως σε δύο ευδιάκριτα συμπεράσματα: στις τρομακτικά μεγάλες μέσες τιμές της θερμοκρασίας εδάφους, που ξεκινούν από τους 35 και σε σημεία ξεπερνούν τους 45 βαθμούς Κελσίου, καθώς και στον ολοφάνερο συσχετισμό μεταξύ των σωτήριων πράσινων χώρων και των πιο δροσερών θερμοκρασιών.
«Δεν είναι τυχαίο που τα πιο δροσερά σημεία της πόλης είναι ο Εθνικός Κήπος και το Πάρκο Ιλισίων, καθώς και η περιοχή γύρω από τον Λυκαβηττό», σχολιάζει η κ. Μπαργιάννη. «Μιλάμε για περιοχές πυκνοφυτεμένες, όπου υπάρχει και νερό, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί για την άρδευση των πάρκων και για την καθαριότητα αλλά και για τον δροσισμό των ανθρώπων μέσω της δημιουργίας σιντριβανιών και άλλων υδάτινων στοιχείων πάνω στις διαδρομές των υδραγωγείων της Αθήνας», συμπληρώνει.
«Ταυτόχρονα, ο χάρτης αναδεικνύει και τα hot spots της πόλης, περιοχές όπως ο Ελαιώνας, που είναι η πιο πιεσμένη θερμικά περιοχή της Αθήνας. Αυτήν τη στιγμή γίνεται τεράστια προσπάθεια για απόκτηση χώρων όπου θα δημιουργηθούν "πάρκα τσέπης" και άλλοι πράσινοι χώροι. Είναι μια πολύ μεγάλη επένδυση για την Αθήνα και είναι μια δουλειά που παραδέχομαι πως δεν φαίνεται πλήρως ακόμα. Γίνονται, όμως, πολλές απαλλοτριώσεις στην περιοχή, μια διαδικασία γραφειοκρατικά δύσκολη που κινητοποιεί πολλούς φορείς, αλλά ευτυχώς προχωράει».
Αντιλαμβανόμενος τον ενθουσιασμό της παθιασμένης αρχιτέκτονος τοπίου αλλά και την επείγουσα φύση των στόχων της, σχολιάζω πως ομολογουμένως δεν ήταν και η καλύτερη χρονιά για τα δέντρα της Αθήνας, που είτε λόγω μολύνσεων, είτε λόγω διαφόρων έργων υποδομών στην πόλη φαίνεται να μειώθηκαν σε αριθμό. Τη ρωτώ αν η Αθήνα βρίσκεται, πράγματι, σε καλή τροχιά για να πετύχει τον στόχο να είναι κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2030, που σημαίνει πως τουλάχιστον το 70% του πληθυσμού της πόλης πρέπει να έχει πρόσβαση σε πράσινους χώρους έκτασης τουλάχιστον πέντε στρεμμάτων, οι οποίοι να προσφέρουν οικοσυστημικές λειτουργίες.
«Δεν υπάρχει μέρα για χάσιμο», απαντάει, αλλά μετά από μια μικρή παύση συμπληρώνει με αυτοπεποίθηση, «αλλά αυτόν τον στόχο η Αθήνα θα τον πετύχει. Έχοντας κάνει πλέον την πρώτη χαρτογράφηση, βλέπουμε πως δεν είμαστε μακριά. Δεν είναι, φυσικά, κάτι που θα δούμε αύριο ή μεθαύριο, γιατί μιλάμε για δημόσια έργα υποδομών που από τη φύση τους είναι χρονοβόρα, από τον σχεδιασμό μέχρι τη δημοπράτηση. Πρέπει να λάβεις υπ' όψιν πολλές παραμέτρους, να λάβεις άπειρες εγκρίσεις, τα έργα περιλαμβάνουν αμέτρητα πηγαινέλα στο υπουργείο Υποδομών, στην αποκεντρωμένη διοίκηση, κυκλοφοριακές ρυθμίσεις και διοικητικά απαιτητικές και χρονοβόρες διαδικασίες. Κάνουμε πολύ κυνήγι για να λάβουμε απαντήσεις και εγκρίσεις, αλλά ευτυχώς η δημιουργία πράσινων χώρων προχωράει με καλούς ρυθμούς», προσθέτει με συγκρατημένη αισιοδοξία. «Το πρόγραμμα των "πάρκων τσέπης" συνεχίζεται με επιτυχία. Θυμάμαι τότε που το σχέδιο για τον πράσινο χώρο όπου βρισκόμαστε τώρα ήταν ακόμα στα χαρτιά, γιατί το οικόπεδο δεν ανήκε στον δήμο. Το δύσκολο ήταν να το πάρουμε και να το αγοράσουμε – δες πόσο όμορφο έγινε τώρα!».
Η σχετικά ενθαρρυντική υλοποίηση «πάρκων τσέπης» που βρίσκονται διάσπαρτα στον αστικό ιστό της πόλης δεν σημαίνει φυσικά πως δεν υπάρχουν και προκλήσεις που επιμένουν. «Η μεγαλύτερη από αυτές», συνεχίζει η κ. Μπαργιάννη, «είναι το πώς θα άρουμε τελικά τα εμπόδια ώστε να φτιάξουμε τις συνδέσεις μεταξύ των χώρων, για να είναι πιο εύκολες και φιλικές. Μέσω του δημαρχιακού προγράμματος εργαζόμαστε πολύ για την προσβασιμότητα και τη διεύρυνση των πεζοδρομίων», συμπληρώνει, διευκρινίζοντας πως δεν αναφέρεται ούτε στον Μεγάλο Περίπατο ούτε στη Βασιλίσσης Σοφίας αλλά στα πεζοδρόμια που ανοίγουν και πλαταίνουν σε διάφορες γειτονιές της πόλης.
«Υπάρχουν, επίσης, τρία πολύ σημαντικά έργα που θα αρχίσουν να παίρνουν σάρκα και οστά, στην Ακαδημία Πλάτωνος, στα Εξάρχεια και στη Λαμπρινή, και αφορούν τη δημιουργία πράσινων διαδρομών. Εκεί επιδιώκουμε το πάντρεμα της βιώσιμης κινητικότητας με τους πράσινους χώρους, μια τεράστια πρόκληση, γιατί στην ουσία προσπαθούμε να μετατρέψουμε έναν αθηναϊκό δρόμο, έναν εξ ορισμού θερμοδυναμικό χώρο, σε πνεύμονα πρασίνου και δροσιάς».
Στόχος η ενδυνάμωση κάθε κλιματικά ευσυνείδητης πρωτοβουλίας
Καθ’όλη τη διάρκεια της συζήτησής μας, και παρά την πρακτική φύση της δουλειάς της, η Ελισσάβετ Μπαργιάννη διατηρεί έναν έκδηλο ρομαντισμό για το πράσινο που την περιβάλλει. Περιεργάζεται συνεχώς τα δέντρα που βρίσκονται στους δρόμους, χαμογελάει πηγαία και πλατιά όταν αναφέρεται σε ένα τριγωνάκι πρασίνου στη γειτονιά της, όπου χαίρεται να παρατηρεί τις γιαγιάδες και τους παππούδες να συγκεντρώνονται κάτω από αυτό, να αλληλεπιδρούν αλλά και να δροσίζονται.
Παρά τις προκλήσεις της πολυνομίας και των ακανθωδών υποδομών, η επικεφαλής Αντιμετώπισης Αστικής Υπερθέρμανσης διατηρεί την αισιοδοξία της, λόγω των συμμάχων και συνεργατών που συναντά στη φιλόδοξη προσπάθειά της, από τους δωρητές και τους χορηγούς μέχρι τα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης.
«Συμμετέχουμε σε πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα και όπου να ‘ναι θα δημοσιεύσουμε για πρώτη φορά την κλιματική ιστορία της Αθήνας ως σημείο αναφοράς αλλά και επικοινωνιακό εργαλείο ευαισθητοποίησης των πολιτών», αναφέρει χαρακτηριστικά μιλώντας για την αξία της ποσοτικοποίησης αλλά και της αξιολόγησης των πρωτοβουλιών του δήμου. «Υπάρχουν επίσης και ενθαρρυντικά σημάδια: για παράδειγμα, στις τελευταίες μας μετρήσεις που αφορούν το 2021 είχαμε μια συνολική μείωση των εκπομπών στην πόλη, παρότι υπήρξε αύξηση στην κινητικότητα, λόγω της μείωσης των εκπομπών από τις υποδομές και τα κτίρια, κι αυτό γιατί υπάρχει πλέον σημαντική εισροή ανανεώσιμων πηγών».
Η Chief Heat Officer που ανέλαβε τον «καυτό» θεσμικό ρόλο της στην αυτοδιοίκηση πριν από δύο μήνες, αφού η προκάτοχός της Ελένη Μυριβήλη δέχτηκε μια θέση στο αμερικανικό Atlantic Council, αισιοδοξεί, πιστεύοντας πως θα το έργο θα συνεχιστεί και μετά το πέρας της δικής της θητείας, αποτελώντας πλέον κομμάτι του DNA της τοπικής αυτοδιοίκησης. «Νομίζω πως η αναγκαιότητα αυτού του πλάνου εδραιώνεται πια στην αντίληψη του δήμου και δεν μπορούμε πλέον να πάμε πίσω. Η θεσμοθέτηση θέσεων και πολιτικών για την κλιματική αλλαγή είναι ένας νεωτερισμός για την Αθήνα, αλλά η διαδικασία έχει ενεργοποιηθεί ήδη», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Στόχος της είναι να μεταμορφώσει τον δήμο Αθηναίων σε enabler που ενισχύει οποιαδήποτε κλιματικά υπεύθυνη δράση και πρωτοβουλία με χρήσιμες πληροφορίες αλλά και πολιτικές ενδυνάμωσης. «Για παράδειγμα, έχουμε δημιουργήσει έναν ηλιακό χάρτη της πόλης που δείχνει το ενεργειακό δυναμικό κάθε σπιτιού σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης τοποθετήσει ηλιακό θερμοσίφωνα. Πρόκειται για ένα εργαλείο που βοηθά τον πολίτη, ενώ ίσως διερευνηθεί και το πώς θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε τις αδύναμες οικονομικά ομάδες να υιοθετήσουν κι αυτές μέτρα αντίστοιχα του μοντέλου που είχε πραγματοποιηθεί με το πρόγραμμα της πρόσοψης».
Παρά την αισιοδοξία και το μεράκι της για δουλειά, ωστόσο, η κ. Μπαργιάννη παραμένει ρεαλίστρια, δεν τρέφει αυταπάτες για τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά της ούτε για τη ζοφερή πραγματικότητα του ελληνικού καλοκαιριού που πλέον είναι η νέα κανονικότητα. Κλείνοντας, τη ρωτώ αν τα δεδομένα επιβεβαιώνουν το ότι η γνώριμη εμπειρία του καλοκαιριού, που περνούσαμε χρόνο στις αυλές και τους εξωτερικούς χώρους, αποτελεί παρελθόν εν όψει του εφιαλτικού φαινομένου των επαναλαμβανόμενων, επίμονων και μακρών κυμάτων καύσωνα.
«Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως οι καύσωνες έχουν μεγαλύτερη ένταση, επιβεβαιώνεται από τα δεδομένα στην Ελλάδα, αλλά και στην Αθήνα. Όπως θα δείτε σύντομα μέσω του εργαλείου της κλιματικής ιστορίας της Αθήνας, από το 1980 μέχρι το 2030 το φαινόμενο των καυσώνων θα έχει κυριολεκτικά πενταπλασιαστεί», απαντά με ανησυχία, προτού παραδεχτεί πως «η σκληρή πραγματικότητα είναι πως το κλίμα θα αλλάζει ολοένα και περισσότερο προς το χειρότερο. Ο παγκόσμιος στόχος είναι να ανέβει η θερμοκρασία μονάχα ενάμιση βαθμό – δεν υπάρχουν πιο αισιόδοξα σενάρια. Το θέμα είναι να μάθουμε να ζούμε με τους καύσωνες και να προετοιμαστούμε για τις συνέπειές τους. Να προστατευτούμε και, μέσα στη νέα πραγματικότητα του αθηναϊκού καλοκαιριού, να κάνουμε την ζωή μας πιο εύκολη, πιο βατή και πιο ασφαλή».