Δύο νέες μελέτες που δημοσιεύτηκαν ταυτόχρονα στο περιοδικό American Anthropologist, διαπίστωσαν ότι οι προϊστορικές γυναίκες όχι μόνο ασχολούνταν με την πρακτική του κυνηγιού, αλλά η γυναικεία ανατομία και βιολογία έκανε τις γυναίκες εγγενώς πιο κατάλληλες για αυτό.
Βασιζόμενες τόσο σε φυσιολογικά όσο και σε αρχαιολογικά στοιχεία, η Cara Ocobock, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ανθρωπολογίας και διευθύντρια του Εργαστηρίου Ανθρώπινης Ενέργειας στο Πανεπιστήμιο του Notre Dame, και η ερευνητική της συνεργάτης, Sarah Lacy, ανθρωπολόγος με εξειδίκευση στη βιολογική αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ, δημοσίευσαν πρόσφατα τις μελέτες τους που αναιρούν την άποψη ότι η γυναίκα ήταν η αδύναμη και ο άνδρας ο κυνηγός.
Σχετικά με τη διττή έρευνα, η καθηγήτρια Cara Ocobock είπε πως «αντί να τη βλέπουμε ως τρόπο διαγραφής ή επανεγγραφής της ιστορίας, οι μελέτες μας προσπαθούν να διορθώσουν την ιστορία που έσβησε τις γυναίκες από αυτό».
Γυναικεία φυσιολογία και οιστρογόνα, ο «άφαντος ήρωας της ζωής»
Στη μελέτη, οι δύο ερευνήτριες εξήγησαν ότι τα προϊστορικά θηλυκά ήταν αρκετά ικανά να εκτελέσουν το επίπονο σωματικό έργο του κυνηγιού και ήταν πιθανό να κυνηγούσαν με επιτυχία για παρατεταμένες χρονικές περιόδους. Από μεταβολικής σκοπιάς, εξήγησε η Ocobock, το γυναικείο σώμα είναι πιο κατάλληλο για δραστηριότητα αντοχής, «η οποία θα ήταν κρίσιμη στο πρώιμο κυνήγι γιατί θα έπρεπε να εξουθενώσουν τα ζώα πριν προχωρήσουν στην θανάτωση».
Δύο τεράστιοι παράγοντες που συνεισφέρουν σε αυτόν τον ενισχυμένο μεταβολισμό είναι οι ορμόνες, σε αυτή την περίπτωση, τα οιστρογόνα και η αδιπονεκτίνη, οι οποίες συνήθως υπάρχουν σε υψηλότερες ποσότητες στο γυναικείο σώμα από ότι στο ανδρικό. Αυτές οι δύο ορμόνες παίζουν κρίσιμο ρόλο στο να επιτρέψουν στο γυναικείο σώμα να ρυθμίσει τη γλυκόζη και το λίπος, μια λειτουργία που είναι βασική στην αθλητική απόδοση.
Τα οιστρογόνα, ειδικότερα, βοηθούν στη ρύθμιση του μεταβολισμού του λίπους ενθαρρύνοντας το σώμα να χρησιμοποιεί το αποθηκευμένο λίπος του για ενέργεια πριν εξαντλήσει τις αποθήκες υδατανθράκων. «Δεδομένου ότι το λίπος περιέχει περισσότερες θερμίδες από ό,τι οι υδατάνθρακες, είναι μια βραδύτερη, πιο αργή καύση», εξήγησε η Ocobock, «που σημαίνει ότι η ίδια παρατεταμένη ενέργεια μπορεί να κρατήσει τον οργανισμό περισσότερο και μπορεί να καθυστερήσει την κούραση».
Τα οιστρογόνα προστατεύουν επίσης τα κύτταρα του σώματος από βλάβες κατά τη διάρκεια της έκθεσης στη θερμοκρασίες λόγω ακραίας σωματικής δραστηριότητας. «Το οιστρογόνο είναι πραγματικά ο αφανής ήρωας της ζωής, στο μυαλό μου», είπε η Ocobock. «Είναι τόσο σημαντικό για την καρδιαγγειακή και μεταβολική υγεία, την ανάπτυξη του εγκεφάλου και την αποκατάσταση τραυματισμών».
Η αδιπονεκτίνη ενισχύει επίσης τον μεταβολισμό του λίπους ενώ παράλληλα εξοικονομεί τον μεταβολισμό των υδατανθράκων ή/και των πρωτεϊνών, επιτρέποντας στο σώμα να παραμείνει δυνατό για εκτεταμένες περιόδους, ειδικά για μεγάλες αποστάσεις. Με αυτόν τον τρόπο, η αδιπονεκτίνη είναι σε θέση να προστατεύει τους μύες και να τους διατηρεί σε καλύτερη κατάσταση για συνεχή άσκηση, εξήγησε η Ocobock.
Η ίδια η δομή του γυναικείου σώματος είναι ένα άλλο στοιχείο που οι Ocobock και Lacy διαπίστωσαν ότι έχουν πλεονέκτημα όσον αφορά την αντοχή και την αποτελεσματικότητα για τους προϊστορικούς κυνηγούς. «Με την τυπικά ευρύτερη δομή ισχίου του θηλυκού, οι γυναίκες είναι σε θέση να περιστρέφουν τους γοφούς τους, επιμηκύνοντας τα βήματά τους», διευκρίνισε η Ocobock. «Όσο μεγαλύτερα βήματα μπορεί να κάνει κάποιος, τόσο πιο «ανέξοδα» είναι μεταβολικά και μπορεί να φτάσει μακριά, πιο γρήγορα.
«Όταν κοιτάζεις την ανθρώπινη φυσιολογία με αυτόν τον τρόπο, μπορείς να σκεφτείς τις γυναίκες ως τους μαραθωνοδρόμους έναντι των ανδρών ως τους δυνατούς για να σηκώνουν μεγαλύτερα βάρη».
Η αρχαιολογία λέει περισσότερα για την ιστορία της «γυναίκας του κυνηγού»
Αρκετά αρχαιολογικά ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι προϊστορικές γυναίκες είχαν τραυματισμούς που προέκυψαν από τα επικίνδυνα κυνήγια. «Διαπιστώσαμε ότι και τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν τους ίδιους τραυματισμούς όταν κοιτάμε τα απολιθώματα τους».
Η Ocobock περιέγραψε αυτά τα τραύματα ως παρόμοια με αυτά που δέχονται οι σύγχρονοι άνθρωποι στο ροντέο, τραυματισμοί στο κεφάλι και στο στήθος όπου δέχτηκαν κλοτσιά από το ζώο ή στα άκρα ή υπέστησαν κάταγμα. «Βρίσκουμε αυτά τα μοτίβα και τα ποσοστά φθοράς εξίσου στις γυναίκες όσο και στους άνδρες», είπε. «Έτσι και οι δύο συμμετείχαν σε κυνήγι μεγάλων θηραμάτων στήνοντας ενέδρες».
Δεύτερον, είπε η Ocobock, υπάρχουν στοιχεία για πρώιμες γυναίκες κυνηγούς κατά την περίοδο του Ολόκαινου (πρώτη μεταπαγετώδη περίοδο του Τεταρτογενούς, που ακολουθεί το Πλειστόκαινο και χρονολογείται περίπου από το 12.000 πριν από σήμερα) στο Περού, όπου θάβονταν οι γυναίκες με κυνηγετικά όπλα. «Δεν θάβεσαι συχνά με κάτι, εκτός κι αν ήταν σημαντικό για σένα ή ήταν κάτι που χρησιμοποιούσες συχνά στη ζωή σου.
»Επιπλέον, δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστεύουμε ότι οι προϊστορικές γυναίκες εγκατέλειψαν το κυνήγι τους ενώ ήταν έγκυες, θήλαζαν ή κρατούσαν τα παιδιά τους», πρόσθεσε η Ocobock, «ούτε βλέπουμε στο βαθύ παρελθόν καμία ένδειξη ότι υπήρχε αυστηρός σεξουαλικός καταμερισμός εργασίας».
Το συμπέρασμα, σημείωσε η Ocobock, ήταν ότι «το κυνήγι ανήκε σε όλους, όχι μόνο στα αρσενικά», ειδικά σε προϊστορικές κοινωνίες όπου η επιβίωση ήταν μια κοινή δραστηριότητα. «Δεν υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι που ζούσαν σε ομάδες για να είναι εξειδικευμένοι σε διαφορετικά καθήκοντα. Όλοι έπρεπε να είναι ικανοί για όλα».
Καταπολέμηση της προκατάληψης κατά της γυναίκας
«Αυτή η αποκάλυψη είναι ιδιαίτερα σημαντική στην τρέχουσα πολιτική στιγμή της κοινωνίας μας όπου το φύλο βρίσκεται στο επίκεντρο», είπε η Ocobock. «Και θέλω οι άνθρωποι να μπορούν να αλλάξουν αυτές τις ιδέες περί γυναικείας σωματικής κατωτερότητας που υπάρχουν εδώ και τόσο καιρό».
Όταν μιλάμε για την ανακατασκευή του παρελθόντος προκειμένου να το κατανοήσουμε καλύτερα και να διεξάγουμε "καλή επιστήμη" η Ocobock είπε ότι οι επιστήμονες πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί σχετικά με το πώς η σύγχρονη προκατάληψη μπορεί να εισχωρήσει στις ερμηνείες κάποιου για το παρελθόν. Προειδοποίησε ότι οι ερευνητές πρέπει να γνωρίζουν τις δικές τους προκαταλήψεις και να βεβαιωθούν ότι κάνουν τις σωστές ερωτήσεις, ώστε να μην τους οδηγήσουν στο δρόμο της αναζήτησης αυτού που θέλουν να δουν.
«Πρέπει να αλλάξουμε τις προκαταλήψεις που φέρουμε ή τουλάχιστον να κάνουμε μια παύση πριν δώσουμε απαντήσεις. Και με μια ευρύτερη έννοια, δεν μπορεί κάποιος να υποθέτει αδιάκριτα τις ικανότητες κάποιου με βάση το φύλο», κατέληξε η Ocobock.
Με πληροφορίες του Science Daily